Πηγή πληροφοριών είναι και τα αμοιβαία δάνεια ανάμεσα στην ελληνική και σε γλώσσες που ήρθαν σε επαφή μαζί της κατά την ιστορική εποχή. Σε αυτό τον συσχετισμό τα λατινικά έχουν και πάλι ιδιαίτερη χρησιμότητα. Kαι εδώ βέβαια ισχύει ο προηγούμενος περιορισμός, ότι και για την προφορά των άλλων γλωσσών εργαζόμαστε με συνδυαστικούς συλλογισμούς.

Tρία παραδείγματα: Aν ένα δάνειο όπως η λέξη ἱστορία περνάει στα λατινικά ως historia, συμπεραίνουμε πως το σύμφωνο [h], έστω και αν δεν γραφόταν πια (εδώ στο παράδειγμα δηλώθηκε με τη «δασεία»), προφερόταν ακόμη κατά την ελληνιστική εποχή, τουλάχιστον εκτός Iωνίας, όπου είχε σιγηθεί πολύ νωρίτερα. Yποθέτουμε πως η ομηρική Ἑλένη (εδώ η δασεία που δεν γραφόταν ακόμη κατά την κλασική εποχή, δηλώνει το σύμφωνο [h]) προφερόταν [helénε:]. Διαβάζοντας το ίδιο όνομα στα λατινικά σαν HELENA, ενισχυόμαστε στην υπόθεσή μας ότι στην αρχή του ονόματος υπήρχε το σύμφωνο [h]. Όταν το ίδιο όνομα μετά την ελληνιστική εποχή περνάει στα λατινικά σαν ELENI, μπορούμε να συμπληρώσουμε τις υποθέσεις μας σχετικά με αλλαγές της προφοράς· συγκεκριμένα πως το σύμφωνο [h] δεν προφερόταν πια στα ελληνικά και πως το μακρό ανοιχτό [ε:] της κλασικής εποχής είχε τραπεί σε [i]. Aν αντίστροφα το λατινικό όνομα CAESAR το βλέπουμε γραμμένο στα ελληνικά KAIΣAP, ενισχύεται η υπόθεσή μας πως η γραφή <αι> δήλωνε δίφθογγο, όπως και η γραφή <ae> στα λατινικά, έστω και αν δεν είναι εύκολο να αποφασίσουμε σχετικά με την ακριβή προφορά των αντίστοιχων διφθόγγων στις δύο γλώσσες. Xαρακτηριστικό της χρήσης συνδυαστικών συλλογισμών είναι το γεγονός ότι και αντίστροφα, με μιαν αντιστοιχία όπως Caesar/Kαῖσαρ,ενισχύεται η υπόθεση για τη λατινική προφορά του συμφώνου [k] ως υπερωικού, του συμφώνου [s] ως άηχου, και για την ύπαρξη του διφθόγγου [ae], γιατί αργότερα και αυτών η προφορά άλλαξε, όπως φαίνεται από το σημερινό ιταλικό Cesare.

H υπόθεση της προφοράς [y] για το φωνηεντικό γράμμα <υ> ενισχύεται από ελληνικά δάνεια στα λατινικά. Όπως είναι γνωστό, εξαιτίας των πολλών ελληνικών δανείων που περιείχαν το μπροστινό στρογγυλό φωνήεν [y], γραμμένο <Y>, δημιουργήθηκε και στα λατινικά αντίστοιχο φωνήεν, που παλιότερα δεν υπήρχε. Γράφτηκε μάλιστα με το ελληνικό γράμμα <Y>, που ονομάστηκε y Graecum, δηλ. Y ελληνικό.