Μτφρ. Α. Τυφλόπουλος – Επιμ. Δ. Ιακώβ. 2006. Στο Ανθολόγιο Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Εφόσον οι νόμοι, κύριοι δικαστές, επιτρέπουν να καταγγείλει κανείς ως ανυπόστατη μια δίωξη, αφού έχει ήδη αφεθεί ελεύθερος και απαλλαγεί από τις κατηγορίες, και εφόσον αυτός εδώ ο Πανταίνετος έχει αναγνωρίσει πως αυτά έχουν και τα δύο συμβεί στην περίπτωσή μου, καταγγέλλω, όπως μόλις ακούσατε, ότι η δίωξη δεν είναι αποδεκτή ούτε νόμιμη, θεωρώντας ότι δεν πρέπει να παραιτηθώ από αυτό το δικαίωμα, και ότι, αφού αποδείξω κοντά σε όλα τα υπόλοιπα ότι και αυτός με έχει αφήσει ελεύθερο και με έχει απαλλάξει από τις κατηγορίες, δεν πρέπει να αποκτήσει αυτός τη δυνατότητα να ισχυρίζεται ότι δεν λέω την αλήθεια, και να επικαλείται ως απόδειξη ότι, αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, θα είχα καταγγείλει ως ανυπόστατη τη δίωξή του, αλλά με αυτό το πρόσχημα αφού εμφανιστώ μπροστά σας να σας παρουσιάσω δύο σημεία, και ότι δεν τον αδίκησα σε κάτι, και ότι η δίωξή του εναντίον μου είναι παράνομη. Αν, βέβαια, ο Πανταίνετος είχε υποστεί κάτι από αυτά που με κατηγορεί, θα είχε εμφανιστεί να με καταγγέλλει αμέσως εκείνη την εποχή, κατά την οποία είχε γίνει η μεταξύ μας συμφωνία, καθώς αυτές οι δίκες πρέπει να πραγματοποιηθούν μέσα σε έναν μήνα, και οι δύο βρισκόμασταν στην πόλη, και όλοι οι άνθρωποι συνηθίζουν να εξοργίζονται όταν είναι νωπά τα αδικήματα και όχι αφού έχει μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα. Καθώς, όμως, ενώ δεν έχει αδικηθεί σε κάτι, όπως ξέρω ότι θα ομολογήσετε και εσείς οι ίδιοι, όταν πληροφορηθείτε τα γεγονότα, συκοφαντεί υπερήφανος επειδή έχει κερδίσει τη δίκη εναντίον του Εύεργου, αυτό που μου μένει, κύριοι δικαστές, είναι να αποδείξω ότι δεν έχω κάνει ούτε το παραμικρό αδίκημα, και να προσαγάγω μάρτυρες για όσα πω και να επιχειρήσω να προστατεύσω τον εαυτό μου. Θα ζητήσω από όλους εσάς κάτι και μετρημένο και δίκαιο, να ακούσετε με ευνοϊκή διάθεση γιατί κατήγγειλα ως ανυπόστατη τη δίκη, και να δώσετε την προσοχή σας σε όλη τη υπόθεση· γιατί, ενώ έχουν γίνει πολλές δίκες στην πόλη, νομίζω ότι θα φανεί πως καμιά μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει τόσο αδιάντροπη και συκοφαντική όσο αυτή, την οποία αυτός εδώ ως κατήγορος έχει το θράσος να φέρει ενώπιόν σας. Ξεκινώντας από την αρχή, και όσο μπορώ πιο σύντομα, θα σας εκθέσω όλα τα γεγονότα.

Μτφρ. Σ. Τσέλικας. 2006. Στο Ανθολόγιο Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Επειδή οι νόμοι, δικαστές, δίνουν το δικαίωμα ένστασης σε περιπτώσεις που κάποιος κάνει αγωγή με κατηγορίες για τις οποίες παλιότερα αναγνώρισε την αθωότητα του κατηγορουμένου και τον απάλλαξε, κι επειδή και τα δύο αυτά έχουν συμβεί στην περίπτωση της αντιδικίας μου με αυτόν εδώ τον Πανταίνετο, υπέβαλα ένσταση, όπως μόλις ακούσατε, με το αιτιολογικό ότι η αγωγή του δεν ευσταθεί. Γιατί πίστευα ότι δεν πρέπει να παραιτηθώ από το δικαίωμά μου αυτό, ούτε πρέπει, αφού αποδείξω, εκτός όλων των άλλων, ότι έχει αναγνωρίσει την αθωότητά μου και έχω απαλλαγεί από κάθε υποχρέωση απέναντί του, να έχει αυτός τη δυνατότητα να ισχυρίζεται ότι δεν λέω την αλήθεια και να επικαλείται ως απόδειξη ότι, εάν υπήρχε κάποια τέτοια απαλλαγή, θα είχα υποβάλει ένσταση για την αγωγή του. Αποφάσισα λοιπόν, με αυτή την αφορμή, να παρουσιαστώ στο δικαστήριο και να σας αποδείξω δύο πράγματα: και ότι δεν τον αδίκησα σε τίποτα και ότι η αγωγή του εις βάρος μου είναι παράνομη. Αν ο Πανταίνετος είχε υποστεί κάποια από τις αδικίες για τις οποίες με κατηγορεί τώρα, θα τον βλέπατε να καταθέτει αγωγή εναντίον μου αμέσως εκείνο τον καιρό κατά τον οποίο έγινε το μεταξύ μας συμβόλαιο, γιατί οι δίκες αυτές πρέπει να κρίνονται μέσα σε ένα μήνα (από την υποβολή της αγωγής), και τότε ήμασταν και οι δύο (ο Εύεργος κι εγώ) παρόντες στην πόλη, κι επιπλέον όλοι οι άνθρωποι συνηθίζουν να αγανακτούν περισσότερο τη στιγμή που συμβαίνουν τα αδικήματα και όχι αφού έχει περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα. Επειδή όμως ο κατήγορος, παρόλο που δεν έχει αδικηθεί σε τίποτα, όπως κι εσείς, είμαι βέβαιος, θα παραδεχτείτε, μόλις ακούσετε τα γεγονότα, κάνει μια συκοφαντική αγωγή εις βάρος μου γεμάτος έπαρση από την επιτυχία της δίκης του εναντίον του Εύεργου, αυτό που μου απομένει, δικαστές, είναι να αποδείξω ότι δεν τον αδικώ ούτε στο παραμικρό και να παρουσιάσω μάρτυρες των ισχυρισμών μου, κι έτσι να προσπαθήσω να σώσω τον εαυτό μου. Η παράκληση που θα απευθύνω προς όλους σας θα είναι και μετρημένη και δίκαιη: να ακούσετε με ευνοϊκή διάθεση όσα έχω να πω για την ένστασή μου και να προσέξετε όλες τις πτυχές της υπόθεσης· γιατί, παρά το γεγονός ότι έχουν γίνει πολλές δίκες στην πόλη μας, θα αποδειχθεί, πιστεύω, πως κανείς ώς τώρα δεν έχει επιχειρήσει δίκη πιο αναιδή και πιο συκοφαντική από αυτήν την οποία αυτός εδώ τώρα είχε το θράσος να φέρει ενώπιον του δικαστηρίου. Θα σας διηγηθώ εξ αρχής όλα τα γεγονότα με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συντομία.