Μτφρ. Α.Ι. Γιαγκόπουλος & Μ. Αραποπούλου. 2002.Δημοσθένης Ι. Κατά Φιλίππου Α', Ολυνθιακοί Α', Β', Γ'. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια, επιμέλεια. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

[21] Και αν προτίμησα να διατυπώσω αυτή τη διαφορετική άποψη, δεν το έκανα για να ενοχλήσω κάποιους από σας· γιατί δεν είμαι τόσο ανόητος ούτε τόσο αδικημένος από την τύχη ώστε να θέλω να γίνω μισητός, όταν πιστεύω ότι δεν προσφέρω κάποιαν ωφέλεια. Αλλά θεωρώ χρέος δίκαιου πολίτη να θέσει τη σωτηρία της πόλης πάνω από τη δημοτικότητα που θα αποκτήσει με την ομιλία του. Έχω ακουστά, όπως και εσείς ίσως, ότι επί των προγόνων μας οι πολιτικοί άνδρες, ο ξακουστός Αριστείδης, ο Νικίας, ο συνονόματός μου Δημοσθένης, ο Περικλής, που όλοι οι ρήτορες τους επαινούν, αλλά δεν τους μιμούνται και πολύ, είχαν αυτή την τακτική και αυτή την αρχή στην άσκηση της πολιτικής. [22] Αφότου όμως εμφανίστηκαν οι ρήτορες που σας ρωτούν «τι επιθυμείτε; τι να εισηγηθώ; ποια χάρη να σας κάνω;» από εκείνη τη στιγμή θυσιάστηκαν απερίσκεπτα τα συμφέροντα της πόλης με αντάλλαγμα μια πρόσκαιρη δημοτικότητα· γι' αυτό συμβαίνουν τέτοια πράγματα· γι' αυτό όλες οι υποθέσεις αυτών πηγαίνουν καλά, ενώ οι δικές σας είναι για ντροπή.

[23] Σκεφθείτε αλήθεια, Αθηναίοι, όσα θα μπορούσε να αναφέρει κανείς ως βασικά χαρακτηριστικά των κατορθωμάτων της εποχής των προγόνων σας και όσα επί των ημερών σας. Τα όσα θα πω θα είναι σύντομα και γνώριμα σε σας. Μπορείτε, Αθηναίοι, να γίνετε ευτυχισμένοι ακολουθώντας όχι ξένα αλλά δικά σας παραδείγματα. [24] Εκείνοι λοιπόν, στους οποίους οι ρήτορες δεν χαρίζονταν ούτε και τους κολάκευαν, όπως εσάς σήμερα αυτοί, για σαράντα πέντε χρόνια άσκησαν την ηγεμονία των Ελλήνων με τη συγκατάθεση των ίδιων των Ελλήνων και συγκέντρωσαν πάνω στην Ακρόπολη περισσότερα από δέκα χιλιάδες τάλαντα· ο βασιλιάς της Μακεδονίας, που εξουσίαζε αυτή τη χώρα, ήταν υποταγμένος σ' αυτούς, όπως ταιριάζει ένας βάρβαρος να είναι υποταγμένος στους Έλληνες· έστησαν πολλά και λαμπρά τρόπαια νίκης και στη στεριά και στη θάλασσα, γιατί εκστράτευαν οι ίδιοι, και είναι οι μόνοι από τους ανθρώπους που για τα κατορθώματα τους άφησαν δόξα που να μην την εγγίζει ο φθόνος. [25] Τέτοιοι λοιπόν ήταν οι πρόγονοί μας μέσα στον ελληνικό κόσμο. Κοιτάξτε τώρα πώς συμπεριφέρονταν μέσα στην πόλη τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική ζωή. Στον δημόσιο λοιπόν τομέα ανήγειραν για μας τέτοια και τόσα οικοδομήματα και περίλαμπρους ναούς, τέτοια αναθήματα έστησαν μέσα σ' αυτούς, ώστε να μην έχει μείνει σε κανέναν από τους μεταγενέστερους δυνατότητα να τα ξεπεράσει. Στην ιδιωτική τους όμως ζωή ήταν τόσο απλοί και τόσο σταθεροί στο ήθος της δημοκρατίας, [26] ώστε, αν κανείς από σας ξέρει ποιο ήταν το σπίτι του Αριστείδη, του Μιλτιάδη και των τότε επιφανών ανδρών, βλέπει ότι δεν ήταν καθόλου πολυτελέστερο από το σπίτι του γείτονά τους. Γιατί δεν πολιτεύονταν για να κάνουν περιουσία, αλλά ο καθένας τους πίστευε ότι έπρεπε να αυξήσει τα έσοδα του δημοσίου. Και επειδή διαχειρίστηκαν τα ελληνικά πράγματα με εντιμότητα, τα αφορώντα τους θεούς με ευσέβεια και τις μεταξύ τους σχέσεις με ισότητα, εύλογα απόκτησαν μεγάλη ευημερία.

Μτφρ. Α. Σακελλάριος. 1988. Δημοσθένους Ολυνθιακοί λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.

[21] Και αυτή τη γνώμη δεν δέχθηκα να την πω έτσι μάταια, για να με μισήσουν ορισμένοι από σας· γιατί δεν είμαι εγώ τόσο τρελλός ούτε τόσο κακορίζικος, ώστε να θέλω να σας γίνομαι μισητός, ενώ ξέρω πως έτσι δεν σας κάνω κανένα καλό. Αλλά θεωρώ καθήκον κάθε σωστού πολίτη να προτιμά τη σωτηρία της πολιτείας παρά τη συμπάθεια που θα κέρδιζε από τους λόγους του. Έχω συγκεκριμένα ακούσει να λένε, όπως ίσως κι εσείς, ότι στην εποχή των προγόνων μας οι ρήτορες, που τους επαινούν όλοι όσοι ανεβαίνουν εδώ στο βήμα, αλλά από την άλλη δεν τους μιμούνται και πολύ, συνήθιζαν έτσι ακριβώς να πολιτεύονται, εννοώ τον περίφημο εκείνον Αριστείδη, τον Νικία, τον συνονόματό μου, τον Περικλή. [22] Από τότε όμως που εμφανίσθηκαν αυτοί οι ρήτορες που σας ρωτούν: «τι επιθυμείτε; Τι να προτείνω; Ποια χάρη να σας κάμω;», τα συμφέροντα της πόλεως έχουν θυσιαστεί για χάρη μιας πρόσκαιρης δημοτικότητας, κι έτσι συμβαίνουν τέτοια που βλέπετε και οι δουλειές αυτών όλες πάνε καλά, ενώ οι δικές σας ντροπιασμένα. [23] Σκεφθείτε όμως, Αθηναίοι, ποια θα μπορούσε να αναφέρει κάποιος, ως κύρια κατορθώματα των προγόνων μας και ποια ως δικά σας. Όσα πω θα είναι και σύντομα και γνωστά σας, γιατί μπορείτε, Αθηναίοι, να ευημερήσετε ακολουθώντας δικά σας και όχι ξένα παραδείγματα. [24] Οι πρόγονοί μας λοιπόν, στους οποίους οι ρήτορες δεν έκαναν χατίρια και ούτε τους αγαπούσαν, όπως τώρα αυτοί εσάς, πρώτα πρώτα διατήρησαν την ηγεμονία στους Έλληνες, με τη θέληση των ίδιων των Ελλήνων, επί σαράντα πέντε χρόνια· ύστερα συσσώρευσαν στην Ακρόπολη περισσότερα από δέκα χιλιάδες τάλαντα, και ήταν υπήκοός τους ο βασιλιάς εκείνης της χώρας, όπως ακριβώς είναι σωστό, ο βάρβαρος να υποτάσσεται στους Έλληνες· και ακόμα έστησαν πολλά ένδοξα τρόπαια, οι ίδιοι εκστρατεύοντας, και στην ξηρά και στη θάλασσα, και ήταν οι μόνοι άνθρωποι που με τα έργα τους άφησαν δόξα ισχυρότερη από τον φθόνο των ανθρώπων. [25] Στις σχέσεις τους με τους άλλους Έλληνες τέτοιοι υπήρξαν οι πρόγονοί μας· στα εσωτερικά τους πάλι ζητήματα, κοιτάξτε τι είδους άνθρωποι ήταν και στη δημόσια και στην ιδιωτική τους ζωή. Στον δημόσιο λοιπόν τομέα μάς έκτισαν τέτοια και τόσα οικοδομήματα και περίλαμπρους ναούς και αφιερώματα μέσα σε αυτούς, που σε κανένα μεταγενέστερο δεν άφησαν τη δυνατότητα να τους ξεπεράσει. Αλλά και ως ιδιώτες ήταν τόσο μετρημένοι και η συμπεριφορά τους τόσο ταιριαστή με τον χαρακτήρα της δημοκρατίας μας, [26] ώστε, αν κάποιος σας ξέρει ποιο ήταν το σπίτι του Αριστείδη ή του Μιλτιάδη ή όποιου από τους σπουδαίους εκείνου του καιρού, θα έχει διαπιστώσει πως τα σπίτια εκείνων δεν ήταν διόλου μεγαλοπρεπέστερα από το σπίτι του γείτονά σας. Γιατί εκείνοι δεν πολιτεύονταν με σκοπό να πλουτήσουν, αλλά καθένας τους επίστευε ότι έπρεπε να συμβάλλει στην αύξηση του δημοσίου πλούτου. Κι έτσι, με το να έχουν καλή πίστη προς τους Έλληνες, να σέβονται τους θεούς, να τηρούν τέλος την ισότητα μεταξύ τους, έφτασαν εύλογα σε μεγάλη ευημερία.

Μτφρ. Κ. Τσάτσος. [1975] 1983. Δημοσθένης. Οι τρεις Ολυνθιακοί, τρεις Φιλιππικοί και ο λόγος Περί των εν Χερρονήσω. Μετάφραση, εισαγωγικά σημειώματα, σχόλια. 2η έκδ. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.

[21] Και αν προτίμησα να διατυπώσω μια διαφορετική γνώμη, δεν το έκανα για να ενοχλήσω μερικούς από σας. Δεν είμαι ούτε τόσο άμυαλος, ούτε τόσο κακορίζικος, ώστε να θέλω να γίνω μισητός, όταν νομίζω πως δεν μπορώ να ωφελήσω. Θαρρώ όμως πως ο άξιος πολίτης πρέπει να προτιμά να λέη εκείνα που σώζουν την πολιτεία, παρά εκείνα που σας ευχαριστούνε. Και άκουσα να λένε, όπως θα το ακούσατε και σεις, για τους προγόνους μας, αυτούς τους οποίους όλοι οι ρήτορες επαινούν, αλλά διόλου δεν μιμούνται, πως, σύμφωνα με τούτη την παράδοση και με αυτό το τρόπο, διαχειρίζονταν τα πολιτικά θέματα, ο ξακουστός Αριστείδης, ο Νικίας, ο συνονόματός μου Δημοσθένης και ο Περικλής.

[22] Αφ' ότου όμως εμφανίσθηκαν οι ρήτορες που σας ρωτάνε: «Τι επιθυμείτε; Τι πρόταση θέλετε να κάνω; Πώς θα σας ευχαριστήσω;», από τότε, για μια στιγμιαία ικανοποίηση, απεμπολήσατε τα συμφέροντα της πόλεως και έτσι συμβαίνουν αυτά πού ξέρετε. Και αυτοί μεν καλά κάνουν τη δουλειά τους. Εσείς όμως είστε του λυπημού.

[23] Αλλά, ω άνδρες Αθηναίοι, σκεφθήτε ποια θα μπορούσε ν' αναφέρη κανείς ως βασικά χαρακτηριστικά των έργων των προγόνων σας και των δικών σας. Με λίγα λόγια θα σας αναφέρω γεγονότα, που σας είναι γνώριμα. Διότι δεν είναι ανάγκη, ω άνδρες Αθηναίοι, για να ευτυχήσετε, από ξένους τόπους να πάρετε παραδείγματα, μπορείτε να τα πάρετε από το δικό σας.

[24] Λοιπόν εκείνοι τους οποίους οι ρήτορες δεν κολάκευαν, και δεν τους χαρίζονταν, όπως τώρα αυτοί, επί σαρανταπέντε χρόνους στάθηκαν άρχοντες των Ελλήνων, με των ίδιων των Ελλήνων τη θέληση, και μάζεψαν περισσότερα από δέκα χιλιάδες τάλαντα στην Ακρόπολη, ο δε βασιλεύς των Μακεδόνων ήταν υποταγμένος τότε σε αυτούς, καθώς αρμόζει να είναι υποταγμένος ο βάρβαρος στους Έλληνες. Στρατευμένοι οι ίδιοι πολλά και λαμπρά τρόπαια στήσανε, πολεμώντας κατά ξηράν και κατά θάλασσαν· και είναι οι μόνοι άνθρωποι, που για τα έργα τους άφησαν πίσω τους μια δόξα μεγαλείτερη από το φθόνο.

[25] Τέτοιοι στάθηκαν οι πρόγονοί μας μέσα στον ελληνικό κόσμο. Κοιτάξτε τώρα μέσα στην πόλη πώς διαμορφώσανε τη δημόσια και την ιδιωτική τους ζωή. Δημόσια μεν ανεγείρανε τόσα και τέτοια οικοδομήματα, και περίλαμπρους ναούς, τέτοια σε αυτούς τοποθετήσανε αναθήματα, ώστε κανένας μεταγενέστερος δεν μπόρεσε να τους ξεπεράση.

Στον ιδιωτικό τους όμως βίο ήταν τόσο μετρημένοι, τόσο πιστοί στο ήθος του πολιτεύματος, [26] ώστε όποιοι από σας ξέρετε ποια ήταν τα σπίτια του Αριστείδη και του Μιλτιάδη και των τότε επιφανών, θα παρατηρήσατε πως δεν ήταν μεγαλοπρεπέστερα από τα σπίτια του γείτονά τους. Διότι δεν ασχολούντανε με τα δημόσια πράγματα για να πλουτίσουν οι ίδιοι, αλλά διότι ο καθένας τους πίστευε πως είχε χρέος να αυξήση τον δημόσιο πλούτο. Έντιμοι απέναντι των Ελλήνων, ευσεβείς απέναντι των θεών, διαποτισμένοι από την αρχή της ισότητας όταν διοικούσαν, είναι φυσικό που φτάσανε σε μια τόσο μεγάλη ευδαιμονία.