ΞΞ½Ξ± εγχείΟΞ·ΞΌΞ± του ΞΞΞ½Ο„ΟΞΏΟ… Ελληνικής ΓλΟσσας Ξ³ΞΉΞ± την υποστήΟΞΉΞΎΞ· της ελληνικής Ξ³Ξ»Οσσας στη διαχΟΞΏΞ½Ξ―Ξ± της: Ξ±Οχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, Ξ½ΞΞ± ελληνική αλλά ΞΊΞ±ΞΉ στη συγχΟΞΏΞ½ΞΉΞΊΞ® της διάσταση.
Ο Διόδωρος αντιστρατεύεται σε νόμο που επιχειρεί να εισαγάγει ο Τιμοκράτης (353 π.Χ), σύμφωνα με τον οποίο οι χρεώστες του κράτους μπορούν να παραμείνουν ελεύθεροι ως την ένατη πρυτανεία του χρόνου, με την προϋπόθεση να παράσχουν εγγυήσεις για τις οφειλές τους. Σημειώνεται ότι ο νόμος ευνοούσε, ανάμεσα σε άλλους, τους φίλους τού Τιμοκράτη, Γλαυκέτη, Μελάνωπο και Ανδροτίωνα, πολιτικό αντίπαλο του Δημοσθένη (εναντίον του οποίου είχε γράψει τον Κατ' Ανδροτίωνος λόγο του, που δύο χρόνια πριν είχε εκφωνήσει επίσης ο Διόδωρος): οι τρεις τους είχαν ιδιοποιηθεί τη λεία από ένα εχθρικό πλοίο, γεγονός που τους καθιστούσε οφειλέτες προς το δημόσιο. Από την αρχή της πίστεως ο ρήτορας προσπάθησε να τονίσει ότι ο συγκεκριμένος νόμος, αν τελικά εφαρμοζόταν, θα έβλαπτε τα συμφέροντα της πολιτείας. Άλλωστε, ερχόταν να καταργήσει νόμους που δοκιμάστηκαν από τον χρόνο και αποτέλεσαν στηρίγματα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Επιπλέον, κατά την πρόταση και ψήφισή του ο Τιμοκράτης δεν τήρησε τις καθιερωμένες διαδικασίες.
© 2006 - 2008 Centre for the Greek Language | Copyright | Terms of Use |