Μτφρ. Δ. Λυπουρλής. 2002. Αριστοτέλης. Ρητορική Βιβλίο Πρώτο. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Ένα αδίκημα είναι πιο βαρύ όσο πιο μεγάλη είναι η αδικία που το προκάλεσε. (25) Αυτός είναι ο λόγος που εντελώς ασήμαντα αδικήματα είναι μερικές φορές πολύ βαριά, όπως εκείνο π.χ. για το οποίο ο Καλλίστρατος κατηγόρησε τον Μελάνωπο, ότι εξαπάτησε τους ναοποιούς και τους πήρε τρία ιερά ημιωβόλια (στην περίπτωση, πάντως, των δίκαιων πράξεων συμβαίνει το αντίθετο). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αυτά εμπεριέχονται δυνάμει σ' εκείνα· αυτός, πράγματι, που έκλεψε τρία ιερά ημιωβόλια θα ήταν ικανός για οποιοδήποτε αδίκημα. Μερικές φορές λοιπόν το μεγαλύτερο αδίκημα μετριέται με αυτόν τον τρόπο, (30) ενώ κάποιες άλλες με τη βλάβη που προκλήθηκε. Μεγαλύτερο είναι επίσης το αδίκημα για το οποίο δεν υπάρχει ισοδύναμη με αυτό τιμωρία, αλλά όλες οι τιμωρίες είναι μικρότερές του. Επίσης αυτό για το οποίο δεν υπάρχει γιατρειά: πρόκειται για αδίκημα που είναι δύσκολο, μπορεί και αδύνατο να αντιμετωπισθεί. Επίσης αυτό για το οποίο ο παθών δεν μπορεί να προσφύγει για την τιμωρία του ενόχου στο δικαστήριο, επειδή είναι αδίκημα που δεν σηκώνει γιατρειά ― η δίκη είναι, πράγματι, και κολασμός και γιατρειά. Επίσης αν ο παθών και αδικημένος επέβαλε ο ίδιος στον εαυτό του μια μεγάλη τιμωρία· (35) γιατί είναι δίκαιο, τότε, ο δράστης να τιμωρηθεί με ακόμη μεγαλύτερη τιμωρία· έτσι, επί παραδείγματι, ο Σοφοκλής, μιλώντας υπέρ του Ευκτήμονα, [1375a] που αυτοκτόνησε ύστερα από την προσβολή που του έγινε, είπε ότι δεν θα ορίσει μικρότερη ποινή από αυτήν που όρισε για τον εαυτό του ο παθών. Επίσης το αδίκημα που ο δράστης το έκανε ή μόνος αυτός, ή πρώτος αυτός, ή ως ένας από τους λίγους που το έκαναν. Βαρύ είναι επίσης να κάνει κανείς ξανά και ξανά το ίδιο σφάλμα. Επίσης αυτό για το οποίο αναζητούνται και ανακαλύπτονται νέοι τρόποι πρόληψης και τιμωρίας· (5) στο Άργος, π.χ., τιμωρείται αυτός εξαιτίας του οποίου θεσπίστηκε ένας νόμος, καθώς και αυτοί που εξαιτίας τους χτίστηκε η φυλακή. Όσο πιο κτηνώδες, επίσης, ένα αδίκημα, τόσο βαρύτερο. Το ίδιο και αυτό που προμελετήθηκε επί περισσότερο χρόνο. Επίσης αυτό που στο άκουσμά του οι άνθρωποι αισθάνονται μάλλον φόβο παρά οίκτο. Οι συνήθεις στη ρητορική μέθοδοι είναι οι εξής, να πει π.χ. ο ρήτορας ότι ο δράστης καταπάτησε ή παραβίασε πολλές αρχές της δικαιοσύνης, (10) π.χ. όρκους, χειραψίες, εγγυήσεις, όρους που προβλέπονται σε περιπτώσεις επιγαμιών· γιατί έτσι έχουμε ένα μεγαλύτερο αδίκημα–άθροισμα περισσότερων αδικημάτων. Επίσης το να κάνει κανείς αδίκημα εκεί όπου τιμωρούνται αυτοί που διαπράττουν αδικήματα ― αυτό ακριβώς κάνουν οι ψευδομάρτυρες· αλήθεια, πού δεν θα διέπρατταν αδίκημα, αφού μπορούν και στο δικαστήριο; Επίσης τα πιο ατιμωτικά αδικήματα. Επίσης αν διέπραξε αδίκημα σε βάρος αυτού που τον ευεργέτησε· γιατί στην περίπτωση αυτή έχουμε περισσότερα αδικήματα: (15) πρώτον κάνει κακό στον ευεργέτη του, δεύτερον δεν του ανταποδίδει το καλό που του χρωστάει. Είναι επίσης μεγαλύτερο αδίκημα αυτό που γίνεται κατά παράβαση των άγραφων κανόνων του δικαίου· γιατί δείχνει ανώτερο άνθρωπο, αν είναι κανείς δίκαιος δίχως να τον υποχρεώνει τίποτε ― οι γραπτοί νόμοι έχουν το στοιχείο του υποχρεωτικού, οι άγραφοι όχι. Από μιαν άλλη άποψη: αν το αδίκημα έγινε παρά τους γραπτούς νόμους· γιατί αυτός που διαπράττει αδικήματα αδιαφορώντας για τις ανησυχητικές συνέπειες και για τις προβλεπόμενες ποινές, θα έκανε βέβαια και τα αδικήματα για τα οποία δεν προβλέπονται ποινές.

(20) Είπαμε λοιπόν όσα είχαμε να πούμε για τα βαρύτερα και για τα λιγότερο βαριά αδικήματα.

Μτφρ. Η.Φ. Ηλιού. 1984. Η Ρητορική του Αριστοτέλη. Αθήνα: Κέδρος.

Όσο μεγαλύτερη είναι η άδικη διάθεση του δράστη τόσο βαρύτερο είναι και το αδίκημα. (25) Και γι' αυτό είναι πολύ βαρειά τα αδικήματα εκείνα που, εκ πρώτης όψεως, φαίνονται ασήμαντα, όπως ήταν εκείνο που γι' αυτό ο Καλλίστρατος τον Μενάλωπο, ότι δηλ. καταχράσθηκε από τους κατασκευαστές του ναού τρεις ιερές δεκάρες. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις δίκαιες πράξεις. Ενώ η σημασία των άδικων πράξεων μετριέται με τη δύναμη που μ' αυτές δείχνει ο δράστης στο να διαπράττει αδικήματα. Κι αλήθεια, όποιος έχει κλέψει ιερά χρήματα, έστω και μόνο τρεις δεκάρες, είναι ικανός να διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα. Η σοβαρότητα λοιπόν μιας άδικης πράξης άλλες φορές κρίνεται με το παραπάνω κριτήριο (30) και άλλες από το μέγεθος της βλάβης που προήλθεν απ' αυτήν.

Έτσι, βαρύτατη είναι κείνη η άδικη πράξη, που η τιμωρία της δεν είναι ίση μ' αυτήν, αλλά πάντοτε μικρότερη. Επίσης εκείνη που δεν παίρνει γιατρειά, επειδή είναι δύσκολο και μάλιστα αδύνατο να τιμωρηθεί ο δράστης όσο του αξίζει. Επίσης και κείνη που το θύμα της δεν είναι δυνατόν να δικαιωθεί δικαστικά. Επειδή η πράξη αυτή δεν παίρνει γιατρειά. Κι αλήθεια, η καταδίκη και η τιμωρία είναι μια μορφή θεραπείας.

Επίσης όταν εκείνος που αδικήθηκε και έπαθε, (35) προξενήσει από τη λύπη του μεγάλο κακό στον ίδιο τον εαυτό του. [1375a] Έτσι ο Σοφοκλής όταν αγόρευε για τον Ευκτήμονα που, επειδή τον είχαν προσβάλει βαριά αυτοκτόνησε, υποστήριξε πως και ο κατηγορούμενος δεν έπρεπε να υποστεί μικρότερη τιμωρία από κείνη που ο παθών είχεν επιβάλει στον εαυτό του.

Βαρύ ακόμα είναι το αδίκημα που ο δράστης, μόνο αυτός, ή πρώτος, ή αυτός και λίγοι άλλοι διέπραξαν. Επίσης βαρύ είναι το να κάνει κανείς κατ' επανάληψη το ίδιο αδίκημα. Επίσης βαρύ είναι το αδίκημα που δίνει αφορμή στο να ζητηθούν και να θεσπισθούν ειδικά προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα. (5) Έτσι στο Άργος επιβάλλουν εξαιρετικά βαρειά τιμωρία σε όποιον γίνει αφορμή να ψηφισθεί νέος νόμος ή να χτίσουν νέα φυλακή.

Βαρύτερο επίσης είναι το πιο θηριώδες αδίκημα, καθώς και το προμελετημένο. Ακόμα και κείνο που η αφήγησή του προκαλεί περισσότερο τον τρόμο παρά τον οίκτο. Εύκολο είναι ακόμα να μεταχειρισθεί ο ρήτορας επιχειρήματα όπως τα ακόλουθα: Ότι ο δράστης παραβίασε και καταπάτησε πάρα πολλές υποχρεώσεις του, (10) όρκους, υποσχέσεις δια χειραψίας, λόγους τιμής, υποχρεώσεις που απορρέουν από το δεσμό του γάμου. Επειδή έτσι, παριστάνει πως πρόκειται για συρροή πολλών αδικημάτων, κι αυτό το πράγμα είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικό.

Το αδίκημα είναι βαρύτερο, όταν εκτελείται στον τόπο όπου τιμωρούνται οι ένοχοι αδικημάτων. Αυτό έχει εφαρμογή στους ένοχους ψευδομαρτυρίας. Αλήθεια, σε ποιο μέρος τάχα δεν θα διέπρατταν οι άνθρωποι αυτοί αδικήματα όταν και μέσα στα δικαστήρια τα εκτελούν; Βαρειά είναι ακόμα τα ατιμωτικά αδικήματα. Επίσης και κείνα που διαπράττει κανείς εναντίον του ευεργέτη του. Επειδή τότε διαπράττει συγχρόνως δυο αδικήματα. (15) Το ένα, που του κάνει κακό. Και το άλλο, που δεν του κάνει, όπως του χρωστάει, καλό.

Βαρύ ακόμα είναι και το αδίκημα εκείνο που αποτελεί παράβαση του άγραφου νόμου. Επειδή το να 'ναι κανείς δίκαιος χωρίς να καταναγκάζεται, είναι ανωτερότητα. Αλλά, στους γραπτούς νόμους, συμμορφώνεται κανένας επειδή καταναγκάζεται. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τους άγραφους νόμους. Από μιαν άλλη άποψη όμως βαρύτερη είναι η παραβίαση των γραπτών νόμων. Αλήθεια, όποιος διαπράττει αδίκημα, μόλο που αυτό επισύρει σοβαρές συνέπειες και ποινές, είναι βέβαια ικανός να διαπράξει και κείνα που δεν συνεπάγονται τιμωρία. (20) Αυτά είχαμε να πούμε για το βαθμό βαρύτητας των διαφόρων αδικημάτων.