Μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος. 2002. Πλάτων. Πολιτεία. Εισαγωγικό σημείωμα, μετάφραση, ερμηνευτικά σημειώματα. Αθήνα: Πόλις.

Τότε λοιπόν τους ποιητές μονάχα θα πρέπει να επιβλέπουμε και να τους υποχρεώνουμε να αποτυπώνουν στα έργα τους το αγαθό ήθος, ειδαλλιώς να μη συνθέτουν στην πόλη μας ποιήματα, ή θα χρειαστεί να επιβλέπουμε και τους άλλους τεχνίτες και να τους εμποδίζουμε τούτο τον κακό χαρακτήρα, τον ακόλαστο, τον μικροπρεπή, τον παράταιρο να τον απεικονίζουν στους ζωγραφικούς πίνακές τους, στα οικοδομήματα ή σε οποιοδήποτε άλλο έργο, και σ' όποιον δεν είναι ικανός να το κάνει αυτό να μην του επιτρέπουμε να ασκεί στην πόλη μας την τέχνη του, προκειμένου οι φύλακές μας να μην ανατρέφονται μέσα σε απεικονίσεις του κάκου σαν μέσα σε κακό λιβάδι τσιμπολογώντας απο 'δω κι απο 'κει λίγο–λίγο κάθε μέρα και δοκιμάζοντας πολλά ώσπου τελικά, δίχως να αντιληφθούμε πώς, να σωρεύσουν στην ψυχή τους ένα πελώριο κακό, αλλά να αναζητούμε τεχνίτες με έμφυτη την ικανότητα να ανιχνεύουν την ομορφιά και την ευπρέπεια, ώστε οι νέοι, σαν μέσα σ' έναν τόπο υγιεινό, να αντλούν ωφέλεια από τα πάντα, καθώς οτιδήποτε από τα όμορφα έργα θα αγγίζει τα μάτια ή τα αυτιά τους θα είναι σαν αύρα από έναν τόπο καλό που θα φέρνει υγεία, και χωρίς καν να το καταλάβουν, από παιδιά κιόλας, θα τους οδηγεί να μοιάσουν, να φιλιώσουν και να ταιριάξουν με το λόγο που κλείνει μέσα της η ομορφιά;

Τούτη η αγωγή, είπε, θα ήταν ομορφότερη από κάθε άλλη.

Άραγε, είπα, Γλαύκων, γι' αυτό η αγωγή με τη μουσική και την ποίηση είναι η πιο σημαντική, επειδή ο ρυθμός και η μελωδία εισχωρούν στα τρίσβαθα της ψυχής κι αδράχνοντάς την με δύναμη μεγάλη φέρνουν μέσα της ευπρέπεια και της δίνουν ομορφιά, άμα κάποιος ανατραφεί σωστά, ενώ, αν δεν συμβεί αυτό, γίνεται το αντίθετο; Και μια παραπέρα αιτία δεν είναι ότι όποιος έχει ανατραφεί όπως πρέπει θα προσέξει αμέσως οποιαδήποτε ατέλεια, οτιδήποτε δεν είναι όμορφα φτιαγμένο ή η φυσική ανάπτυξή του δεν έχει όμορφα ξεδιπλωθεί, και δυσανασχετώντας, δικαίως, γι' αυτό όσα μεν είναι ωραία θα τα παινεύει και θα τα χαίρεται, και κλείνοντάς τα μέσα στην ψυχή του θα τρέφεται από αυτά και θα πλάθεται καλός και άξιος, ενώ όσα είναι άσχημα θα τα κατακρίνει, όπως είναι το σωστό, και θα τα απεχθάνεται από νέος κιόλας, προτού καν να είναι σε θέση να αντιληφθεί για ποιον ακριβώς λόγο συμβαίνει αυτό, κι όταν κάποτε ο λογισμός έλθει, εκείνος, έχοντας έτσι ανατραφεί, θα τον καλωσορίσει αμέσως αναγνωρίζοντάς τον από τη συγγενικότητα που έχει μαζί του. Έτσι δεν είναι;

Η γνώμη μου, είπε, είναι ότι ακριβώς γι' αυτούς τους λόγους η αγωγή πρέπει να βασίζεται στη μουσική και την ποίηση.

Είναι, είπα, όπως όταν αρχίζαμε να μαθαίνουμε γράμματα. Νιώθαμε τότε ότι θα είχαμε κάνει σημαντική πρόοδο, όταν θα μπορούσαμε να αναγνωρίζουμε τα γράμματα, που είναι λιγοστά, σε όλες τις λέξεις, στις οποίες εναλλακτικά εμφανίζονται, και δίναμε σ' αυτά την ίδια προσοχή, αδιακρίτως αν ήταν γραμμένα μικρά ή μεγάλα, χωρίς να το νομίζουμε αυτό κάτι άχρηστο αλλά προσπαθώντας να τα διακρίνουμε παντού, έχοντας κατανοήσει ότι δεν θα μαθαίναμε ανάγνωση προτού να το κατορθώναμε αυτό.

Αλήθεια.

Δεν αληθεύει επίσης ότι και τις εικόνες των γραμμάτων, ας πούμε επάνω σε μια υδάτινη επιφάνεια ή σ' έναν καθρέφτη, δεν θα είμαστε σε θέση να τις διακρίνουμε προτού μπορέσουμε να διακρίνουμε τα ίδια τα γράμματα; Κι αυτές οι δύο ικανότητες δεν ανήκουν στην ίδια τεχνική γνώση και άσκηση;

Βεβαιότατα, είπε.

Τότε λοιπόν, μα τους θεούς, δεν είναι σωστό αυτό που λέω, ότι δηλαδή δεν πρόκειται να λάβουμε ολοκληρωμένη καλλιέργεια, ούτε εμείς ούτε αυτοί για τους οποίους ισχυριζόμαστε ότι πάμε να τους δώσουμε παιδεία, εννοώ τους φύλακες, προτού να μπορούμε να διακρίνουμε τα σχήματα της σωφροσύνης, της ανδρείας, της μεγαλοψυχίας, της αξιοπρέπειας κι όσα πάνε χέρι–χέρι με αυτά, όπως πάλι και τα αντίθετά τους, παντού όπου αυτά εναλλακτικά εμφανίζονται και υπάρχουν, μέσα στο καθετί στο οποίο υπάρχουν; Κι επίσης προτού να μπορούμε να τα αντιλαμβανόμαστε και αυτά και τις απεικονίσεις τους χωρίς να τα περιφρονούμε, είτε τα ανιχνεύουμε σε κάτι μικρό είτε και σε κάτι μεγάλο, αλλά θεωρώντας ότι αποτελούν αντικείμενα μιας και της αυτής τέχνης και άσκησης;

Αναπόφευκτα, είπε.

Επομένως, είπα, όποιος συμβαίνει και μέσα στην ψυχή να έχει ευγενικά γνωρίσματα και η εξωτερική εμφάνιση του να είναι ανάλογη και να ταιριάζει με εκείνα καθώς θα έχει βγει από το ίδιο καλούπι, άραγε δεν θα 'ταν αυτό το πιο όμορφο θέαμα για όποιον έχει μάτια να βλέπει;

Ασφαλώς θα ήταν.

Κι αλήθεια, δεν είναι το πιο όμορφο αυτό που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο μας είναι επιθυμητό;

Φυσικά.

Τότε ο καλλιεργημένος άνθρωπος είναι αυτός που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο θα 'νιωθε έρωτα για τέτοιους ανθρώπους. Ενώ απεναντίας για κάποιον που δεν θα είχε μέσα του αρμονία δεν θα ένιωθε έρωτα.

Δεν θα ένιωθε, είπε, έρωτα γι' αυτόν, αν υστερούσε σε κάποιο ψυχικό χάρισμα· αν όμως υστερούσε σωματικά σε κάτι, αυτό θα το υπόφερνε και δεν θα αποτελούσε λόγο να μη θέλει να τον αγαπά.

Καταλαβαίνω, είπα· το λες επειδή έχεις ή είχες κάποτε έναν τέτοιο αγαπημένο, και το δέχομαι. Πες μου όμως τούτο: υπάρχει κάποια συνάφεια ανάμεσα στη σωφροσύνη και την υπέρμετρη ηδονή;

Μα πώς να υπάρχει; Αυτή σε βγάζει από τα λογικά σου όσο κι η λύπη!

Με τις υπόλοιπες όμως αρετές;

Με κανέναν τρόπο.

Όμως με την αλαζονεία και την ακολασία;

Με αυτές βεβαίως.

Κι έχεις να αναφέρεις κάποια ηδονή που να 'ναι μεγαλύτερη και εντονότερη από τη σαρκική;

Δεν έχω, είπε· ούτε κάποια που να σου παίρνει τα μυαλά περισσότερο.

Αλλά ο σωστός έρωτας δεν είναι να 'χεις ερωτευθεί κάτι ευγενικό κι όμορφο μ' έναν τρόπο που να 'χει φρόνηση και αρμονία;

Βεβαιότατα, είπε εκείνος.

Δεν πρέπει, επομένως, να αφήνουμε τίποτα παράφορο, τίποτα συγγενικό με την ακολασία να πλησιάζει τον σωστό έρωτα.

Δεν πρέπει να το αφήνουμε να πλησιάσει.

Άρα δεν πρέπει να αφήσουμε να πλησιάσει αυτή η ηδονή, ούτε να 'χουν σχέση με αυτήν ο εραστής κι ο αγαπημένος, αν είναι να αγαπούν και να αγαπιούνται αληθινά.

Δεν πρέπει, μα το Δία, Σωκράτη, να πλησιάσει.

Έτσι, καθώς φαίνεται, θα θεσπίσεις νόμο στην πολιτεία που πάμε να ιδρύσουμε, ότι ο εραστής θα φιλάει τον αγαπημένο και θα 'ναι μαζί του και θα τον αγγίζει σαν να ήταν παιδί του για χάρη της Ομορφιάς, εφόσον τον πείθει, κατά τα άλλα όμως, ότι η συναναστροφή του με εκείνον για τον οποίο θα ενδιαφερόταν πρέπει να είναι τέτοια ώστε να μη δώσει ποτέ την εντύπωση ότι η σχέση τους προχωρεί παραπάνω από αυτό το σημείο. Διαφορετικά θα θεωρηθεί ακαλλιέργητος, άνθρωπος δίχως αίσθηση του ωραίου.

Έτσι, είπε.

Άραγε, είπα, δεν νομίζεις κι εσύ ότι τη διερεύνησή μας για τη μουσική και την ποίηση την έχουμε ολοκληρώσει; Εν πάση περιπτώσει έχει καταλήξει εκεί που πρέπει να καταλήγει: στον έρωτα για την ομορφιά.

Συμφωνώ, είπε.

Μτφρ. Ι.Ν. Γρυπάρης. χ.χ. Πλάτων. Πολιτεία. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Πρόλογος Ε. Παπανούτσος. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Και μόνο τάχα τους ποιητάς πρέπει να επιβλέπωμε και να τους αναγκάζωμε να βάζουν στα ποιήματά τους την εικόνα του χρηστού ήθους, ειδεμή να μην κάνουν τον ποιητή στην πολιτεία μας; Ή δεν θα έπρεπε το ίδιο να κάνωμε και για τους άλλους τεχνίτες και να τους εμποδίζωμε ν' αποτυπώνουν είτε στις εικόνες, είτε στα οικοδομήματα είτε σε οποιοδήποτε άλλο κατασκεύασμά τους, τον χαρακτήρα εκείνο του άσχημου, του ακόλαστου, του ανελεύθερου, του πρόστυχου, και εκείνος που δεν θα ήταν ικανός να συμμορφωθή, να μην του επιτρέπωμε να μένη στην πόλη μας, από φόβο μήπως οι πολεμισταί μας, μεγαλώνοντας μέσα σε εικόνες της ασχήμιας, σαν μέσα σε κακό χορτάρι, και πολλά από τα πολλά, λίγο–λίγο κάθε μέρα, κορφολογώντας και βόσκοντας, καταντήση στο τέλος, δίχως να το νοιώσουν, να φορτώσουν την ψυχή τους μ' ένα μεγάλο και φοβερό κακό; Ή δεν θα 'πρεπε απεναντίας να ζητούμε ναύρωμε τεχνίτες, που από φυσικού τους να 'ναι ικανοί να εξιχνιάζουν τη φύση του καλού και του ωραίου, ώστε οι νέοι μας, ζώντας σα μέσα σ' ένα τόπο υγιεινό, να ωφελούνται από το κάθε τι με το να δέχωνται και με τα μάτια και με την ακοή εντυπώσεις από έμορφα πάντα έργα, όπως από τους υγιεινούς τόπους την αύρα της υγείας, και έτσι ευθύς από την παιδική ηλικία να οδηγούνται ανεπαίσθητα στην αγάπη και τη μίμηση του καλού και στην τέλεια αφομοίωση μαζί του;

Αυτός πραγματικώς θα ήταν ο καλύτερος τρόπος της ανατροφής των.

Γι' αυτούς λοιπόν τους λόγους, δεν είναι, αγαπητέ μου Γλαύκων, το κυριώτερο μέρος της ανατροφής η μουσική, επειδή ο ρυθμός και η αρμονία διαπερνούν ως τα τρίσβαθα την ψυχή και την καταεξουσιάζουν μ' όλη τους τη δύναμη, και φέρνουν μαζί τους την εμορφιά και την κάνουν έμορφη, αν είναι ορθός ο τρόπος της ανατροφής, ειδεμή, το εναντίο; Και για το λόγο ακόμη πως εκείνος, που ανατραφή καθώς πρέπει με τη μουσική, θα είναι σε θέση να αισθάνεται με όλη τη λεπτότητα τις ελλείψεις και τις ατέλειες που θάχουν τα δημιουργήματα της τέχνης ή και της φύσεως και να δοκιμάζη όλη του τη δυσαρέσκεια απ' αυτές, και γι' αυτό θα εγκρίνη όλα τα ωραία και με ευχαρίστηση θα τα δέχεται στην ψυχή του και μ' αυτά θα τρέφεται και μ' αυτά θα τελειοποιήται σε κάθε αρετή, ενώ απεναντίας θα ψέγη και θ' αποστρέφεται με τα όλα του κάθε τι άσχημο από νέο παιδί ακόμα, πριν να μπορή να εξηγήση την αποστροφή του με τον ορθό λόγο, που όταν κατόπι έρθη, αυτός ο ορθός λόγος, θα τον αγκαλιαστή σαν παλιός γνώριμος και σχετικός που του ήταν από τη μουσική του μόρφωση;

Γι' αυτούς τους λόγους μου φαίνεται και μένα πως γίνεται η μόρφωση με τη μουσική.

Ώστε ακριβώς λοιπόν όπως συμβαίνει και με τα γράμματα και την ανάγνωση, που τότε μόνο θα είμαστε τέλεια καταρτισμένοι, όταν δεν θα μας ξέφευγε κανένα από τα λίγα που είναι ψηφία σε όλους τους συνδυασμούς, χωρίς κανένα είτε μικρό είτε μεγάλο να περιφρονούσαμε, πως τάχα δεν ήταν ανάγκη να το γνωρίζαμε, αλλ' απεναντίας βάζαμε όλα τα δυνατά μας να τα ξεχωρίζαμε παντού. Γιατί αλλοιώς ποτέ δεν θα γενόμαστε καλοί γραμματικοί, πριν να το κατορθώναμε αυτό.

Αλήθεια.

Ώστε κι αν τύχαινε να δούμε είτε απάνω στην επιφάνεια του νερού, είτε μέσα σε καθρέφτη τις εικόνες των γραμμάτων, θα μπορούσαμε ποτέ να τα αναγνωρίσωμε, αν δεν ξέραμε αυτά τα ίδια γράμματα, αφού και στη μια και στην άλλη περίσταση η ίδια επιστήμη και σπουδή χρειάζεται;

Και βέβαια δεν θα μπορούσαμε.

Το ίδιο, για όνομα του θεού, δεν θα μπορούσα λοιπόν να πω και για τη μουσική μόρφωση, πως δηλαδή ποτέ δεν θα γινόμαστε καλοί μουσικοί, ούτε εμείς οι ίδιοι, ούτε εκείνοι που λέμε πως τους ανατρέφαμε για φρουρούς μας, αν πριν δεν γνωρίσωμε κατά βάθος τις ιδέες της εγκράτειας και της ανδρείας και της ελευθεριότητος και της μεγαλοψυχίας και όλες τις συγγενείς μ' αυτές αρετές, καθώς ακόμη και τις ενάντιες κακίες, κι αν δεν τις διακρίναμε με την πρώτη τη ματιά παντού όπου παρουσιάζουνται και αυτές οι ίδιες και οι εικόνες των, είτε σε μικρό είτε σε μεγάλο, χωρίς τίποτε να παραβλέπωμε, αλλά να νομίζωμε πως η ίδια επιστήμη και μελέτη χρειάζεται για όλες τις μορφές των;

Δε μπορεί παρά έτσι να είναι.

Όταν λοιπόν συμπέση να υπάρχουν και στην ψυχή χρηστά ήθη και στο σώμα ανάλογες ιδιότητες του ιδίου τύπου, δεν θα ήταν αυτό το ωραιότερο θέαμα για κείνον που θα μπορούσε να το χαρή;

Και πολύ μάλιστα.

Αλλά το πολύ έμορφο είναι βέβαια και το πιο αξιαγάπητο.

Πως όχι;

Τους όσο μπορεί λοιπόν τέτοιους ανθρώπους, δεν είναι δυνατό βέβαια να μην τους αγαπά ο αληθινός μουσικός· δεν θα αγαπούμε όμως έναν, αν δεν είχε αυτή την αρμονία ψυχής και σώματος.

Όχι βέβαια, αν είχε ελαττωματική την ψυχή· αν όμως το ελάττωμα ήταν στο σώμα μόνο, πιστεύω πως θα 'στρεγε να τον αγαπά.

Α, εννόησα· θα έχης, φαίνεται, ή θα είχες κανένα τέτοιο φίλο και δεν επιμένω· λέγε μου όμως ένα άλλο· υπάρχει καμιά σχέση μεταξύ της εγκρατείας και της υπερβολικής ηδονής;

Και πώς, αφού η υπερβολική ηδονή κάνει τον άνθρωπο έξω φρενών, όχι λιγώτερο από την υπερβολική οδύνη;

Αλλά τουλάχιστο με καμιάν άλλη αρετή;

Με καμιά.

Τι δε; με τη διαφθορά και την ακολασία;

Μ' αυτές μάλιστα.

Μεγαλύτερην όμως και εντονώτερη ηδονή από του σαρκικού έρωτα ξέρεις καμιάν άλλη να μου πης;

Όχι· ούτε καμιάν άλλη πιο μανιώδη.

Ο αληθινός όμως έρως δεν είναι ν' αγαπά κανείς έναν κόσμιο και ωραίο νέο με τρόπο κόσμιο και μουσικό;

Βεβαιότατα!

Δεν πρέπει λοιπόν ν' αφήνωμε να πλησιάζη τον αληθινό έρωτα τίποτε, που να είναι παράφορο, ή που να έχη σχέση με την ακολασία;

Πραγματικώς δεν πρέπει.

Δεν πρέπει λοιπόν να γίνη καθόλου δεκτή αύτη η ηδονή, αλλά ν' αποκλειστή τελείως από τις σχέσεις μεταξύ εραστών και ερωμένων;

Ναί, Σωκράτη· πρέπει τελείως ν' αποκλειστή.

Έτσι λοιπόν θα νομοθέτησης στην πόλη που συνοικίζομε, ν' αγαπά και ν' αφοσιώνεται βέβαια ο εραστής και να πλησιάζη το νεαρό του φίλο σα να ήταν γυιος του, επί καλού πάντα, αν είναι σύμφωνος και κείνος· όσο για τ' άλλα, να είναι τέτοια η συμπεριφορά του, ώστε ποτέ να μη δώση υποψία πως προχωρεί και παραπάνω· ειδεμή, θα έχη να περάση για άμουσος και απειρόκαλος.

Έτσι είναι.

Δε νομίζεις λοιπόν τώρα και συ πως τελείωσαν όσα είχαμε να πούμε για τη μουσική μόρφωση; Γιατί υποθέτω να τελείωσε εκεί ακριβώς που έπρεπε να τελειώση· γιατί πρέπει βέβαια κάθε λόγος για τη μουσική μόρφωση να τελειώνη με τον έρωτα του ωραίου.

Συμφωνώ.