Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1988. Πλάτωνος Νόμοι. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.

Τιμή για μας σημαίνει να ακολουθούμε από τη μια μεριά τα καλύτερα, κι από την άλλη να αγωνιζόμαστε να διορθώσουμε με όλες μας τις δυνάμεις τα χειρότερα, εφόσον επιδέχονται βελτίωση.

Λοιπόν, ο άνθρωπος από τη φύση του δεν κατέχει κανένα απόκτημα ανώτερο από την ψυχή για να τον βοηθά να αποφεύγει το κακό και να ανιχνεύει και να διαλέγει το καλύτερο απ' όλα. Κι αφού το διαλέξει πάλι να θέλει να ζει την υπόλοιπη ζωή του έχοντας το για σύντροφό του. Για αυτά όλα της δώσαμε την δεύτερη θέση στην απονομή των τιμών, και την τρίτη ―όπως είναι εύκολο να το αντιληφθεί ο καθένας― θα την απονείμουμε, όπως είναι φυσικό, στο σώμα. Ποιες και τίνος είδους είναι αυτές οι τιμές, νομίζω πως πρέπει να τις εξαγγείλουμε ενδεικτικά: σώμα που να του αξίζει απονομή τιμών δεν είναι ούτε το ωραίο, ούτε το δυνατό, ούτε το γρήγορο, ούτε το μεγάλο, ούτε αυτό που έχει καλή υγεία ―μολονότι πολλοί έχουν αυτή τη γνώμη― και βέβαια ούτε τα αντίθετά τους, αλλά τα σώματα που κατέχουν στο σωστό μέτρο όλες αυτές τις ιδιότητες, αυτά είναι τα σωφρονέστερα και συγχρόνως τα πιο ασφαλή σχετικά με τη μακροβιότητα. Γιατί τα πρώτα αποχαυνώνουν τις ψυχές και τις αποθρασύνουν και τα δεύτερα τις κάνουν ταπεινές και ανελεύθερες. Συμβαίνει δηλαδή το ίδιο που συμβαίνει με την απόχτηση χρημάτων και κτημάτων που η εχτίμησή τους γίνεται με την ίδια αναλογία. Όταν δηλαδή το καθένα απ' αυτά είναι υπέρογκα προκαλούν έχθρες και ταραχές στις πόλεις, κι ανάμεσα στους ιδιώτες, η δε έλλειψή τους προκαλεί συνήθως δουλοπρέπεια. Ας μη γίνεται, λοιπόν, κανείς φιλοχρήματος για ν' αφήσει όσο μπορεί πιο πλούσια τα παιδιά του, αφού ούτε για τα ίδια τα παιδιά ούτε για την πόλη είναι το καλύτερο. Γιατί η περιουσία των νέων που δεν προκαλεί κολακείες, χωρίς να τους στερεί τα απαραίτητα, είναι η πιο αρμονική κι η πιο καλύτερη απ' όλες, αφού συμφωνώντας μαζί μας και ταιριάζοντας με όλα κάνει να περνούμε τη ζωή μας χωρίς λύπες. Στα παιδιά του πρέπει ν' αφήνει κανείς πολλή αιδημοσύνη και όχι χρυσάφι. Έχουμε όμως τη γνώμη πως θ' αφήσουμε στους νέους την αρετή αυτή με το να τους κάνουμε παρατηρήσεις όταν φέρονται με αναισχυντία. Αλλ' αυτό δεν κατορθώνεται με τη συμβουλή που δίνουμε τώρα στους νέους, λέγοντάς τους ότι ο νέος πρέπει να σέβεται το κάθε τι. Κι όμως ο σώφρων νομοθέτης, στους ηλικιωμένους θα έπρεπε μάλλον να κάμει συστάσεις να ντρέπονται τους νέους και προ πάντων να προσέχουν μήπως τυχόν κανείς απ' αυτούς δει ή ακούσει κάποιο γέρο να κάνει ή να λέει τίποτε αισχρό, γιατί όπου οι γέροι είναι αναίσχυντοι, είναι αναγκαίο κι οι νέοι να φέρονται εκεί με πολύ μεγαλύτερη αναίδεια. Γιατί το καλύτερο είδος διαπαιδαγωγήσεως των νέων αλλά και των ίδιων των ηλικιωμένων δεν είναι το να δίνει κανείς συμβουλές, αλλά να φαίνεται πως σ' όλη τη διάρκεια της ζωής του κάμνει πράξη, όσα ακριβώς λέει νουθετώντας τους άλλους. Όποιος πάλι τιμά και σέβεται τους συγγενείς και τους προστάτες θεούς της οικογένειάς του, που προστατεύουν όλη τη γενιά που έχει το ίδιο αίμα, είναι φυσικό να έχει ευνοϊκούς τους γενέθλιους θεούς όταν σπέρνει τα παιδιά του. Σχετικά με τους φίλους και τους συντρόφους στις κοινωνικές συναναστροφές, θα διατηρεί καλές σχέσεις, αν θεωρεί μεγαλύτερες και σοβαρότερες τις υπηρεσίες τους, σ' αυτόν απ' όσο τις θεωρούν εκείνοι, κι από τ' άλλο μέρος με το να θεωρεί μικρότερες τις δικές του εκδουλεύσεις στους φίλους και τους συντρόφους του. Όσον αφορά την πόλη και τους συμπολίτες του, πολύ καλύτερος είναι εκείνος, που, πάνω κι από τους Ολυμπιακούς και όλους γενικά τους πολεμικούς και ειρηνικούς αγώνες, θα δεχόταν να φανεί νικητής στην εξυπηρέτηση των νόμων της πατρίδας του, ότι δηλαδή έγινε πιστός υπηρέτης τους σ' όλη του τη ζωή περισσότερο απ' όλους τους ανθρώπους. Για τους φιλοξενούμενους πάλι ας νομίζει ότι τους προστατεύουν τα πιο ιερά συμβόλαια. Όλα δηλαδή που αφορούν τους ξένους κι όλες οι αδικίες που γίνονται σε βάρος τους από τους πολίτες έχουν μεγαλύτερη εξάρτηση από εκδικητή θεό. Γιατί, αφού ο ξένος είναι έρημος από συγγενείς και φίλους προκαλεί περισσότερη λύπηση και στους ανθρώπους και στους θεούς. Εκείνος, επομένως, που έχει τη δύναμη να τιμωρήσει περισσότερο, τον βοηθεί με μεγαλύτερη προθυμία, αλλά πιο πολλή δύναμη απ' όλους έχει ο προστάτης θεός ή δαίμων της φιλοξενίας του καθενός που πιστεύει στον Ξένιο Δία. Απαιτείται, λοιπόν, μεγάλη προσοχή, και από εκείνον που δεν είναι πολύ προβλεπτικός, ώστε να μη κάμει κανένα σφάλμα αναφορικά με τους ξένους σ' όλη την πορεία της ζωής του. Όμως το πιο μεγάλο από τα σφάλματα απέναντι των φιλοξενουμένων και των συμπατριωτών μας είναι, για όλους τους ανθρώπους, το σφάλμα το σχετικό με τους ικέτες, εκείνους δηλαδή που προκαλούν να τους βοηθήσουμε. Γιατί ο θεός, που ο ικέτης επικαλέσθηκε την προστασία του, εξαπατήθηκε με την μη εκτέλεση των υποσχέσεων που του δόθηκαν, αυτός ο θεός γίνεται υπέροχος φύλακας του ξένου, ώστε είναι αδύνατο να μείνει ανεκδίκητος οποιοσδήποτε για όσα έπαθε.

Μτφρ. Κ. Φίλιππας. [1964] 1975. Πλάτωνος Νόμοι (ή περί νομοθεσίας πολιτικός). Αρχαίο κείμενο, μετάφραση, σημειώσεις. Πρόλογος Κ.Δ. Γεωργούλης. Αθήνα: Πάπυρος.

Με μια λέξη λοιπόν: τιμή για μας είναι αφ' ενός μεν να ακολουθή κανείς τα καλύτερα, αφ' ετέρου δε να προσπαθή με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να βελτιώση τα χειρότερα, εφ' όσον είναι επιδεκτικά βελτιώσεως.

Ο άνθρωπος, λοιπόν, δεν διαθέτει απ' τη φύση του καλύτερο πράμα από την ψυχή, στο ν' αποφεύγη μεν το κακό, ν' ανιχνεύη δε και να ξεχωρίζη το καλό, και αφού το ξεχωρίση να θέλη να ζη με τη συντροφιά του στον υπόλοιπο βίο του. Να γιατί την κατετάξαμε δεύτερη κατά σειράν στην απονομή τιμών, τρίτη δε ―αυτό δα θα το καταλάβαινε ο καθένας― την τιμή του σώματος, όπως είναι φυσικό. Πρέπει όμως, εξ άλλου, να εξετάσωμε τι είδους τιμές του απονέμονται, και ποιες απ' αυτές είναι αληθινές και ποιες ψεύτικες· κι' αυτό είναι δουλειά του νομοθέτου. Μου φαίνεται, λοιπόν, ότι οι τιμές αυτές είναι οι εξής και του εξής είδους ― θα σας τις αναφέρω ενδεικτικώς: άξιο τιμής είναι το σώμα όχι το ωραίο, ούτε το δυνατό, ούτε αυτό που είναι γρήγορο, ούτε μεγάλο, ούτε ακόμη αυτό που έχει υγεία ―αν και πολλοί είναι της γνώμης αυτής― και φυσικά ούτε τα αντίθετα τούτων, αλλά εκείνα τα σώματα που εγγίζουν το σωστό μέτρο όλων αυτών των ιδιοτήτων, αυτά είναι κατά πολύ πιο εγκρατή και ασφαλή· διότι τα μεν κάνουν τις ψυχές πομπώδεις και υπεροπτικές, ενώ τα άλλα ταπεινές και ανελεύθερες. Το ίδιο δηλαδή όπως συμβαίνει και με την κατοχή πλούτου και αγαθών, που είναι πράγματι, η εκτίμησις των οποίων γίνεται κατά τον ίδιο τρόπο: δηλαδή, όταν το κάθε ένα απ' αυτά είναι υπέρογκο, προκαλεί έχθρα και επαναστάσεις στις πόλεις και στα άτομα, όταν δε δεν υπάρχη καθόλου, συνεπάγεται ως επί το πλείστον δουλείαν. Ας μη κυνηγάη λοιπόν κανείς τα πλούτη για χάρη των παιδιών του, δηλαδή για να τα καταστήση όσο μπορεί πιο πλούσια· διότι αυτό δεν είναι το καλύτερο ούτε για κείνα ούτε για την πόλη. Διότι για τους νέους, η περιουσία που δεν προκαλεί κολακείες, αλλά και δεν τους αποστερεί από τα αναγκαία, αυτή είναι από όλες η καλύτερη και πιο αρμονική· διότι με το να είναι σε όλα σύμφωνη και σε αρμονία με μας, μας εξασφαλίζει βίο απηλλαγμένο από λύπες. Όσον αφορά, λοιπόν, τα παιδιά, πρέπει να τους αφήνη κανείς όχι χρυσάφι, αλλά αιδώ. Νομίζομε όμως πως θα μεταδώσωμε στους νέους την αρετή αυτή με το να τους επιπλήττωμε όταν κάνουν πράξεις αναίσχυντες· αλλ' αυτό δεν επιτυγχάνεται με την υπόδειξη που κάνομε τώρα στους νέους, λέγοντάς τους ότι «ο νέος οφείλει να σέβεται τον καθένα». Ο έμφρων νομοθέτης όμως, στους γεροντότερους μάλλον θά' πρεπε να συνιστούσε να σέβωνται τους νέους, και να προσέχουν πάνω απ' όλα μη τυχόν ποτέ κανείς από τους νέους ιδή ή ακούση κανένα τους να κάνη ή να λέη κάτι αισχρό, διότι εκεί που οι γέροντες αναισχυντούν, είναι αναπόφευκτο εκεί οι νέοι να δείχνωνται ακόμη πιο αναίσχυντοι· διότι η καλύτερη διαπαιδαγώγησις των νέων, αλλά και αυτών των ιδίων, είναι, όχι το να δίνη κανείς συμβουλές, αλλά να εφαρμόζη ο ίδιος σ' όλη του τη ζωή, κατά τρόπον έκδηλο, όλες εκείνες τις συμβουλές που θα 'δινε σ' έναν άλλο νουθετώντας τον. Εκείνος δε που τιμά και σέβεται τους συγγενείς του, με τους οποίους συνδέεται από τους προστάτας θεούς της οικογενείας, και με τους οποίους έχει εκ φύσεως το ίδιο αίμα, είναι λογικό να κερδίση την εύνοια των γενεθλίων θεών στη σπορά των παιδιών του. Όσον αφορά τους φίλους και τους συντρόφους στις κοινωνικές του σχέσεις, θα κερδίση την ευμένειά τους, με το να θεωρή πολύ πιο σημαντικές και μεγαλύτερες τις υπηρεσίες που προσφέρουν εκείνοι σ' αυτόν, από ό,τι (το θεωρούν) οι ίδιοι, κι' από την άλλη μεριά, με το να θεωρή μικρότερες τις δικές του εξυπηρετήσεις προς τους φίλους και τους συντρόφους του. Ως προς την πόλη τώρα και τους συμπολίτας, θα είναι κατά πολύ καλύτερος εκείνος, ο οποίος περισσότερο κι' απ' τους Ολυμπιακούς ―και όλους γενικά― τους αγώνας, τους πολεμικούς και τους ειρηνικούς, θα διάλεγε τη δόξα του να νικά στην εξυπηρέτηση των νόμων της πατρίδος του, με το να τους έχη υπηρετήσει σε όλη του τη ζωή κατά τον καλύτερο τρόπο από όλους τους ανθρώπους. Όσον αφορά τους ξένους, εξ άλλου, θα πρέπει να τους θεωρή σαν να είναι τα πιο ιερά συμβόλαια· διότι μπορεί να πη κανείς ότι σχεδόν όλα όσα τους αφορούν και όλα τα αδικήματα που γίνονται εις βάρος των ξένων, εν συγκρίσει με εκείνα που διαπράττονται εναντίον των συμπολιτών, έχουν πολύ περισσότερη εξάρτηση από τον εκδικητή θεό. Διότι καθώς είναι μόνος κι' έρημος από φίλους και συγγενείς, ο ξένος, προκαλεί περισσότερο τον οίκτο στους θεούς και στους ανθρώπους. Αυτός, λοιπόν, που μπορεί να τιμωρήση περισσότερο, βοηθεί με μεγαλύτερη προθυμία, πιο πολύ δε απ' όλους μπορεί ο προστάτης της φιλοξενίας θεός ή δαίμων του καθενός, οι οποίοι ακολουθούν τον Ξένιο Δία. Χρειάζεται λοιπόν πολύ μεγάλη προσοχή κανείς, έστω κι' αν είναι ελάχιστα προβλεπτικός, ώστε να βαδίση στο δρόμο της ζωής του, μέχρι τέλους, χωρίς να διαπράξη κανένα σφάλμα έναντι των ξένων. Αλλά μεγαλύτερο κι' από τα σφάλματα έναντι των συμπατριωτών και των ξένων είναι, για κάθε άνθρωπο, το σφάλμα που διαπράττεται έναντι των ικετών. Διότι ο θεός, του οποίου την προστασία επεκαλέσθη ο ικέτης ―και εξηπατήθη εν συνεχεία στις υποσχέσεις που του έδωσαν―, ο θεός αυτός γίνεται ο κατ' εξοχήν φύλακας του παθόντος, και μάλιστα σε σημείο να μη αφήση ανεκδίκητο τον εξαπατηθέντα για όσα υπέστη αυτός.