Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ. Αριστοτέλης. Πολιτικά. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Ότι λοιπόν πρέπει να υπάρχη νομοθετική πρόνοια διά την παιδείαν και ότι αύτη πρέπει να καταστή κοινή, απεδείχθη διά των ανωτέρω· τις όμως είναι η (προσήκουσα) παιδεία και κατά τίνα τρόπον (35) πρέπει οι νέοι να εκπαιδεύωνται, δεν πρέπει να μείνη ακαθόριστον· διότι σήμερον υπάρχει διαφωνία ως προς τα έργα άτινα θα αποτελέσουν αντικείμενα σπουδής, καθ' όσον δεν παραδέχονται πάντες ότι τα αυτά πρέπει να μανθάνουν ούτε όταν την αρετήν, ούτε όταν τον άριστον βίον επιδιώκουν, ουδέ είναι καθωρισμένον εάν η εκπαίδευσις πρέπει να αποβλέπη μάλλον εις την ανάπτυξιν του πνεύματος ή εις την διάπλασιν του ήθους της ψυχής. (40) Εκ των συγκεχυμένων τούτων απόψεων παρακωλύεται η ορθή παιδεία και εξ ουδενός καθίσταται φανερόν τι πρέπει να επιδιώκεται, τα προς τον βίον χρήσιμα ή τα προς αρετήν αποβλέποντα ή τα περιττά· διότι έκαστον τούτων κατέστη αντικείμενον [1337b] διαφόρων κρίσεων. Και περί μεν των προς αρετήν τεινόντων ουδεμία υπάρχει ομοφωνία, διότι δεν τιμούν πάντες την αυτήν αρετήν και συνεπώς ευλόγως διαφέρονται ως προς την αντίληψιν των εις αυτήν τεινόντων.

Και το ότι μεν εκ των χρησίμων πρέπει να διδάσκωνται τα αναγκαία, (5) δεν αμφισβητείται· φανερόν όμως είναι ότι, διακρινομένων των έργων εις έργα προσήκοντα και μη προσήκοντα εις ελευθέρους, δεν πρέπει να διδάσκωνται πάντα, αλλ' εκείνα εκ των χρησίμων τα οποία δεν είναι φόβος να καταστήσουν τον μετέχοντα τούτων βάναυσον. Βάναυσον δε έργον πρέπει τούτο να θεωρούμεν και βαναύσους τέχνας και μαθήσεις εκείνας, (10) όσαι καθιστούν το σώμα των ελευθέρων ή την ψυχήν ή την διάνοιαν άχρηστον διά τας πράξεις της αρετής. Διό και βαναύσους αποκαλούμεν τας τέχνας εκείνας, όσαι περιάγουν το σώμα εις χειροτέραν κατάστασιν, και τας επί μισθώ εργασίας· διότι αύται απασχολούν την διάνοιαν και ταπεινήν καθιστούν ταύτην. (15) Αλλά και των ελευθερίων επιστημών η σπουδή μέχρις ενός σημείου προβαίνουσα δεν είναι ανελεύθερον έργον, ενώ τουναντίον η άκρα προσήλωσις προς εκμάθησιν τούτων εις την εντέλειαν καθίσταται υπαιτία των προειρημένων επιβλαβών συνεπειών, έχει όμως πολλήν την διαφοράν και το «τίνος ένεκεν» πράττει τις ή μανθάνει τι· διότι εάν πράττη ή μανθάνη τι χάριν εαυτού ή των φίλων του ή της αρετής, (20) δεν είναι ανελεύθερον· ο δε το αυτό τούτο πράττων χάριν των άλλων θα ηδύνατο να θεωρηθή ως ασκών βάναυσον και δουλικόν έργον.

Τα καθιερωμένα λοιπόν μαθήματα, καθώς και πρότερον ελέχθη, επαμφοτερίζουν. Είναι δε τέσαρες περίπου οι κλάδο» τους οποίους συνήθως διδάσκουν, «γράμματα», «γυμναστική», «μουσική», και (25) τέταρτον η ιχνογραφία, την οποίαν τινές διδάσκουν· και τα μεν γράμματα διδάσκονται επειδή είναι χρήσιμα εις τον βίον και πολλών αναγκών εις πολλάς περιστάσεις εξυπηρετικά, η δε γυμναστική ως συντελεστική προς την ανδρείαν. Διά την ανάγκην όμως της μουσικής, θα ηδύνατο τις να ευρεθή εις αμηχανίαν. Διότι σήμερον οι μεν πλείστοι απολαύουν αυτής χάριν απλής τέρψεως, οι δε παλαιοί είχον τάξει αυτήν ως στοιχείον παιδείας, (30) καθ' όσον αυτή η φύσις απαιτεί, όπερ πολλάκις ελέχθη, όπως ο άνθρωπος δύναται όχι μόνον ορθώς εις τα έργα του να ενασχολήται, αλλά και καλώς της σχολής του να χρησιμοποιή τον χρόνον· διότι, ίνα και πάλιν επανέλθωμεν εις αυτήν, η φύσις είναι η βάσις πάσης μαθήσεως. Διότι εάν εις αμφότερα πρέπει να καταγινώμεθα, προτιμοτέρα δε της ενασχολήσεως είναι η μη ενασχόλησις εις τα αναγκαία και εγγύτερα προς τον τελικόν σκοπόν, (35) οφείλομεν να επιζητώμεν διά τίνων ενασχολήσεων άλλως πρέπει να διάγωμεν τον χρόνον τούτον της σχολής. Διότι ο χρόνος ούτος δεν πρέπει να διάγεται εν παιδιαίς, καθ' όσον τότε η παιδιά θα προεβάλλετο ως τελικός σκοπός του βίου ημών, κατ' ανάγκην. Εάν δε τούτο είναι άτοπον βεβαίως, μάλλον κατά τον χρόνον της εργασίας δέον να κάμνωμεν χρήσιν των παιδιών, (καθ' όσον ο κοπιάζων έχει ανάγκην αναπαύσεως, η παιδιά είναι τρόπος τις αναπαύσεως, (40) η δε εργασία συντελείται διά κόπου και συντόνου συγκεντρώσεως των δυνάμεων)· διά τούτο πρέπει εις την κατάλληλον ώραν να εισάγωμεν την χρήσιν των παιδιών, κατά ένα τρόπον προσάγοντες ταύτην ως φάρμακον αναψυχής· διότι η τοιαύτη κίνησις της ψυχής είναι ανακούφισις [1338a] και συνοδευομένη υπό της ευχαριστήσεως είναι εν ταυτώ και ανάπαυσις. Αλλ' η του βίου διατριβή εν σχολή πιστεύεται ότι (5) και καθ' εαυτήν περιέχει την ευχαρίστησιν και την ευδαιμονίαν και το ζην μακαρίως. Ταύτα όμως δεν υπάρχουν εις τους εργαζομένους, αλλ' εις τους σχολάζοντας· διότι ο εργαζόμενος ένεκεν σκοπού τινός εργάζεται, όστις κατά την αντίληψίν του δεν έχει πραγματοποιηθή, η δε ευδαιμονία είναι (πραγματοποιημένος) τελικός σκοπός, και ταύτην πάντες την φαντάζονται απηλλαγμένην λύπης και μετά της ηδονής συνδεδεμένην. Ταύτην όμως την ηδονήν δεν θεωρούν πάντες την αυτήν, αλλ' ιδίαν περί αυτής έχει έκαστος αντίληψιν και προς την ιδιοσυγκρασίαν του σύμφωνον, ο δε άριστος θεωρεί τοιαύτην την αρίστην και την από των ευγενεστάτων παραγομένην. Συνεπώς είναι φανερόν ότι (10) πρέπει διά την κατά τον χρόνον της σχολής διατριβήν να μανθάνη τις ωρισμένα πράγματα και να παιδεύεται κατά ταύτα, και η εκπαίδευσις αύτη και τα μαθήματα ταύτα χάριν εαυτού να γίνωνται, διά δε την εργασίαν να μανθάνη τα απαιτούμενα ως αναγκαία και χάριν των άλλων. Διό και οι παλαιότεροι έταξαν εις την παιδείαν την μουσικήν, όχι ως τι των προς τον βίον αναγκαίων (15) (διότι ουδεμίαν υλικήν ανάγκην εξυπηρετεί), ουδέ ως χρήσιμον (ως τα γράμματα άτινα χρειάζονται προς εξοικονόμησιν των απαιτουμένων και προς την του οίκου διοίκησιν και προς πάσαν ειδίκευσιν, και προς πολλάς πολιτικάς πράξεις· πιστεύεται δε ότι και η ιχνογραφία είναι χρήσιμος, ως επιτρέπουσα την ορθοτέραν των καλλιτεχνικών έργων εκτίμησιν), ουδέ ως την γυμναστικήν, (20) την συντελεστικήν εις την υγείαν και την αλκήν του σώματος (καθ' όσον ούτε το έν ούτε το άλλο βλέπομεν να γίνεται εκ της μουσικής). Υπολείπεται λοιπόν ότι η μουσική είναι χρήσιμος διά την κατά τον χρόνον της σχολής διατριβήν, εις τούτο δε φαίνεται αποβλέποντες (οι παλαιότεροι) παρεισήγαγον ταύτην, και τάσσουν αυτήν διά τον βίον, τον οποίον θεωρούν ότι πρέπει να διάγουν οι ελεύθεροι. Διά τούτο δε ο Όμηρος ούτως απεφάνθη:

(25) Μα τέτοιον
πού είναι σωστό να τον καλείς στο γιορτινό τραπέζι
·

και ούτω, αφού προανέφερε άλλους τινας,που κράζουν τον τραγουδιστή, λέγει:

αυτόν, πού όλους ευφραίνει.

Και αλλαχού δε λέγει ο Οδυσσεύς ότι ο άριστος τρόπος να διέρχεται τις τον βίον του είναι όταν, καθ' ον χρόνον διαχύνεται η ευφροσύνη, «οι συνδαιτυμόνες εν τοις ανακτόροις (30) ακροάζωνται του αοιδού καθήμενοι εις την σειράν».

Ότι λοιπόν υπάρχει παιδεία τις, κατά την οποίαν πρέπει να εκπαιδεύωνται τα τέκνα όχι διότι αποβλέπει εις την πρακτικήν σκοπιμότητα ή εις την αναγκαιότητα, αλλά διότι εμπρέπει εις ελευθέρους άνδρας και εις ευγένειαν ψυχής, είναι αποδεδειγμένον. Περί των ζητημάτων δε εάν αύτη είναι μία ή πλείονες τον αριθμόν, και τίνες αύται και διά ποίων μέσων επιτυγχάνονται, ύστερον ας ομιλήσωμεν· νυν δε προς αυτήν την κατεύθυνσιν τοσούτον (35) ευρισκόμεθα προκεχωρημένοι, ώστε να έχωμεν και εκ των αρχαίων τεκμήρια τινά, προερχόμενα εκ της παιδείας την οποίαν είχον καθιερώσει· η δε μουσική καθιστά τούτο δήλον. Φανερόν επίσης και τίνα των χρησίμων πρέπει να εκμανθάνουν οι νέοι, όχι μόνον διά την ειδικήν τούτων χρησιμότητα, αλλά και λόγω του ότι (40) πολλών άλλων μαθημάτων την χρησιμότητα διευκολύνουν, ως η των γραμμάτων μάθησις· ομοίως δε και την ιχνογραφίαν, όχι διά να μη σφάλλουν περί την εκτίμησιν των υπό των ιδίων αγοραζομένων και διά να είναι ανεξαπάτητοι [1338b] κατά την αγοράν και την πώλησιν ειδών οικιακής διακοσμήσεως, αλλά μάλλον διότι η σπουδή αύτη καθιστά τον άνθρωπον ικανόν εις την θεωρητικήν του σωματικού κάλλους απόλαυσιν· αλλ' εκτός τούτων, η πανταχού αναζήτησις του χρησίμου ήκιστα αρμόζει εις τους μεγαλοψύχους και τους ελευθέρους. Επειδή δε απεδείχθη ότι προηγουμένως διά των εθών και είτα διά του λόγου πρέπει να συντελήται η (5) εκπαίδευσις, και το σώμα πρότερον να αφορά και είτα το πνεύμα, είναι φανερόν εκ τούτων ότι πρέπει κατά πρώτον τα τέκνα να παραδοθούν εις την επιμέλειαν του γυμναστού και του παιδοτρίβου· εκ τούτων δε η πρώτη μεν προικίζει δι' ωρισμένων ποιοτήτων το σώμα, η δευτέρα δε αναπτύσσει ωρισμένας δεξιότητας.

Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1989. Αριστοτέλους Πολιτικά. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.

Ότι, λοιπόν, πρέπει να υπάρχει ειδική νομοθεσία για την παιδεία και ότι πρέπει αυτή να είναι η ίδια για όλους, έγινε φανερό από τα παραπάνω. Αλλά δεν πρέπει να διαφεύγει την προσοχή μας, (35) ποια πρέπει να είναι αυτή η παιδεία και με ποιο σύστημα πρέπει να εκπαιδεύονται οι νέοι. Γιατί σήμερα υπάρχει διαφωνία ως προς το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που πρέπει να εφαρμοσθεί, αφού δεν παραδέχονται όλοι ότι τα ίδια πρέπει να μαθαίνουν οι νέοι ούτε όταν την αρετή, ούτε όταν τον άριστο βίο πρόκειται να επιδιώξουν, ούτε είναι ξεκαθαρισμένο αν η παιδεία πρέπει να έχει στόχο της την ανάπτυξη του πνεύματος μάλλον ή την διάπλαση του ήθους της ψυχής. (40) Από τις συγκεχυμένες αυτές γνώμες παρεμποδίζεται η ανεύρεση του σωστού παιδαγωγικού συστήματος και δε μπορούμε να ξεύρουμε τι πρέπει να επιδιώκουμε: τα χρήσιμα για τη ζωή, τα σχετικά με την απόκτηση αρετής, ή τα περιττά στολίδια; Γιατί το καθένα απ' αυτά έχει τους υποστηριχτές και τους επικριτές του. [1337b] Κι ούτε για τα σχετικά με την αρετή υπάρχει ομοφωνία αφού δεν τιμούν όλοι την ίδια αρετή, αλλά ο καθένας έχει διαφορετική έννοια γι' αυτή κι επομένως δικαιολογημένα διαφωνούν για τον τρόπο με τον οποίο αυτή ασκείται.

Δεν υπάρχει, βέβαια, αμφισβήτηση ότι από τα χρήσιμα πρέπει να διδάσκονται τ' αναγκαία για τη ζωή. (5) Επίσης είναι φανερό ότι, επειδή τα έργα χωρίζονται σ' εκείνα που ταιριάζουν σε ελεύθερους και σ' εκείνα που δεν ταιριάζουν σ' αυτούς, δεν πρέπει να διδάσκονται όλα, αλλά όσα από τα χρήσιμα δεν υπάρχει φόβος να κάνουν αυτόν που τα μαθαίνει βάναυσο. Και βάναυσο έργο, βάναυση τέχνη και βάναυση μάθηση πρέπει να θεωρούμε (10) όσα κάνουν το σώμα ή την ψυχή ή το νου των ελεύθερων ανθρώπων άχρηστα για τις χρήσεις και τις πράξεις της αρετής. Γι' αυτό τις τέτοιες τέχνες που χειροτερεύουν την κατάσταση του σώματος, ονομάζουμε βάναυσες, όπως και τις δουλειές που πληρώνονται, επειδή απασχολώντας τη διάνοια την κάνουν αδρανή και ταπεινή. (15) Η σπουδή όμως μερικών ελευθέριων επιστημών ως ένα σημείο δεν είναι ανελεύθερο έργο, ενώ αντίθετα το να αφοσιωθεί κανείς σ' αυτές για την τέλεια εκμάθησή τους γίνεται αιτία να πάθει τις βλάβες που αναφέραμε προηγουμένως. Υπάρχει επίσης μεγάλη διαφορά και «στο γιατί» κάνει ή μαθαίνει κάποιος κάτι. Γιατί, αν πράττει ή μαθαίνει κάτι για χάρη του εαυτού του ή των φίλων του ή της αρετής, δεν είναι ανελεύθερο. (20) Εκείνος όμως που καταγίνεται μ' αυτό το ίδιο για χατήρι άλλων, θα μπορούσε να νομισθεί ότι ασκεί έργο βάναυσο και άξιο δούλου.

Τα καθιερωμένα, επομένως, μαθήματα, όπως ειπώθηκε και προηγουμένως, είναι αμφιλεγόμενα. Τέσσερα περίπου είναι τα είδη των μαθημάτων με τα οποία συνηθίζουν να εκπαιδεύουν τους νέους: τα γράμματα, η γυμναστική, η μουσική και τέταρτο η ιχνογραφία που την διδάσκουν μερικοί. (25) Την γραμματική και την ιχνογραφία τις διδάσκουν επειδή είναι χρήσιμες και εξυπηρετούν πολλές ανάγκες της ζωής. Τη γυμναστική επειδή συντείνει στην ανδρεία. Όσον αφορά τη μουσική θα μπορούσε κανείς να διατυπώσει απορία σήμερα για ποιο λόγο διδάσκεται, αφού στη σημερινή εποχή οι περισσότεροι την χρησιμοποιούν για διασκέδαση. (30) Οι αρχαίοι όμως νομοθέτες την είχαν ορίσει σαν παράγοντα της παιδείας γιατί η ίδια η φύση αποζητεί, όπως είπαμε πολλές φορές, ο άνθρωπος να μη μπορεί να χρησιμοποιεί μονάχα σωστά το χρόνο της εργασίας, αλλά να περνά ωραία και το χρόνο της ανάπαυσής του. Επειδή η φύση, για να το ξαναπούμε και πάλι, είναι η αρχή όλων των πραγμάτων.

Γιατί, αν είναι αναγκαία και τα δύο, προτιμότερη δεν είναι η απασχόληση με κάτι αλλά η ανάπαυση και τελικά πρέπει να αναζητούμε πώς θα μπορούσαμε να περνούμε ευχάριστα τις ώρες της ξεκούρασής μας. (35) Όχι βέβαια παίζοντας, γιατί τότε το παιχνίδι θ' αποτελούσε αναγκαστικά τον τελικό σκοπό της ζωής μας. Αλλά, αφού αυτό είναι αδύνατο, και μάλλον το παιχνίδι είναι χρήσιμο σαν ανάπαυλα της δουλειάς, (αφού αυτός που κοπιάζει έχει ανάγκη από ανάπαυση και το παιχνίδι γίνεται για χάρη της ανάπαυσης, η δε εργασία γίνεται με κόπο και ένταση των δυνάμεών μας). (40) Πρέπει, λοιπόν, να μπάζουμε στη ζωή μας, παραμονεύοντας την κατάλληλη στιγμή, τα παιχνίδια, σα να είναι φάρμακα αναψυχής. [1338a] Γιατί η τέτοιας λογής κίνηση της ψυχής είναι ανακούφιση κι όταν συνοδεύεται από ευχαρίστηση είναι συγχρόνως και ανάπαυση. Κι η ανάπαυση φαίνεται να κλείνει μέσα της την ηδονή, την ευδαιμονία και τη μακάρια ζωή.

Αλλά αυτό το κατέχουν όχι αυτοί που εργάζονται αλλά αυτοί που δεν έχουν καμιάν ασχολία. Γιατί ο εργαζόμενος εργάζεται για κάποιο σκοπό που, (5) κατά τη γνώμη του, δεν έχει φτάσει στο τέρμα του, ενώ η ευδαιμονία είναι σκοπός που έχει πραγματοποιηθεί και όλοι τη φαντάζονται ενωμένη με την ηδονή κι απαλλαγμένη από τη λύπη. Η ηδονή όμως αυτή δεν είναι για όλους η ίδια, αλλά ο καθένας τη φαντάζεται σύμφωνα με τη δική του γνώμη και τη δική του ιδιοσυγκρασία, και ο άριστος τη φαντάζεται σαν άριστη και προερχόμενη από τα ωραιότατα επιτεύγματα. (10) Ώστε είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει και στην περίοδο της ανάπαυσής μας να μαθαίνουμε μερικά πράγματα, κι αυτές τις γνώσεις και τα μαθήματα να τα διδαχθούμε για χάρη του εαυτού μας, ενώ για την εργασία να μαθαίνουμε όσα είναι αναγκαία και για χάρη των άλλων.

Για το λόγο αυτό οι πρόγονοί μας είχαν συμπεριλάβει τη μουσική στην παιδεία, όχι σαν κάτι αναγκαίο (15) (γιατί δεν εξυπηρετεί καμιάν ανάγκη), ούτε σαν κάτι χρήσιμο (όπως π.χ. τα γράμματα που χρειάζονται στον καθένα για την απόκτηση χρημάτων, στη διαχείριση του σπιτιού του, την ειδική μόρφωση και την πολιτική του δραστηριότητα. Ακόμη και η ιχνογραφία θεωρείται χρήσιμη για να κρίνει κανείς καλύτερα τα έργα των καλλιτεχνών), (20) ούτε όπως τη γυμναστική που, συντείνει στην υγεία και τη δύναμη του σώματος (αφού, ούτε το ένα ούτε το άλλο βλέπουμε να πετυχαίνεται με τη μουσική). Μας απομένει, λοιπόν, να δεχθούμε ότι η μουσική μάς είναι χρήσιμη για να περνούμε ευχάριστα τις ώρες της αναψυχής μας. Αποβλέποντας σ' αυτό το σκοπό, επομένως, περιλάβανε τη μουσική στην παιδεία οι παλιοί νομοθέτες, αφού αυτό που χαραχτηρίζει την ευχάριστη ανάπαυση των ελεύθερων ανθρώπων είναι η μουσική. Γι' αυτό κι ο Όμηρος έγραψε το στίχο:

(25) Τέτοιον σωστό είναι να καλείς σε γιορτινό τραπέζι
Κι έτσι αφού αναφέρει πιο μπροστά μερικούς άλλους
που κάλεσαν τραγουδιστή
προσθέτει:

αυτόν που ευφραίνει όλους
Και σ' άλλα μέρη της «Οδύσσειας» ο Οδυσσέας λέει ότι ο άριστος τρόπος να περνά κανείς τη ζωή του, είναι να ευφραίνονται οι άνθρωποι και

Ν' ακούνε τον τραγουδιστή στου παλατιού το δώμα,
οι καλεσμένοι στη σειρά, που πρέπει καθισμένοι

(30) Από τα παραπάνω έγινε φανερό πως υπάρχει κάποια παιδεία που πρέπει να διδάξουμε στους γυιους μας, όχι επειδή έχει πρακτική σκοπιμότητα ούτε επειδή είναι αναγκαία, αλλά επειδή είναι αντάξια ελεύθερων και με καλή αγωγή πολιτών. Αν η παιδεία αυτή είναι μια ή περισσότερες και ποιες είναι και με ποιο τρόπο πετυχαίνονται, γι' αυτό το θέμα θα μιλήσουμε αργότερα. Για την ώρα έχουμε φθάσει στο σημείο να έχουμε κάποια μαρτυρία για την καθιερωμένη από τους αρχαίους παιδεία που μέρος της ήταν η μουσική.

Επίσης έχει αποδειχθεί ότι μερικά από τα χρήσιμα μαθήματα όπως π.χ. τη γραμματική πρέπει να τα διδάσκουμε στα παιδιά, όχι μονάχα επειδή είναι χρήσιμα καθ' εαυτά, (40) αλλά επειδή μέσω αυτών είναι ενδεχόμενο ν' αποκτήσουν κι άλλες γνώσεις. Ομοίως και την ιχνογραφία πρέπει να τους διδάσκουμε, όχι για να μη κάνουν λάθη στην εκτίμηση των πραγμάτων που αγοράζουν για τον εαυτό τους, ούτε για να μη τους εξαπατούν όταν αγοράζουν ή πουλούν έπιπλα και οικιακά σκεύη, [1338b] αλλά μάλλον επειδή η μόρφωση αυτή κάνει τους ανθρώπους πιο ευαίσθητους στην εκτίμηση των ωραίων σωμάτων. Το να ζητεί κανείς παντού το χρήσιμο ελάχιστα ταιριάζει στους μεγαλόψυχους κι ελεύθερους ανθρώπους. Αφού, λοιπόν, αποδείχτηκε πιο μπροστά ότι πρέπει να προηγηθεί η βασιζόμενη στα έθιμα εκπαίδευση από εκείνη που βασίζεται στη λογική, (5) καθώς και η εκπαίδευση του σώματος πριν από την εκπαίδευση του νου, γίνεται φανερό απ' αυτά πως πρέπει να παραδίνουμε τα παιδιά πρώτα στο γυμναστή και στον προπονητή γιατί ο πρώτος θα φροντίσει για την καλή διάπλαση του σώματος κι ο άλλος για τις πρακτικές ασκήσεις.