Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ. Αριστοτέλης. Πολιτικά. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Το πρώτον λοιπόν είδος της δημοκρατίας είναι το λαμβάνον τούτο το όνομα εν αναφορά κυρίως προς την ισότητα. Διότι ο θεμελιώδης νόμος της τοιαύτης δημοκρατίας ορίζει ως ισότητα το πολιτικόν εκείνο καθεστώς καθ' ο δεν υπερέχουν των άλλων οι άποροι ή οι εύποροι, ουδέ κυρίαρχος είναι η μία ή η άλλη τάξις, αλλ' αμφότεραι ομοίως έχουν· ((είναι δε τούτο το ακραιφνέστερον είδος της δημοκρατίας)), διότι, (35) εάν βεβαίως, ως τίνες νομίζουν, η ελευθερία και η ισότης κατ' εξοχήν εν τη δημοκρατία υφίστανται, τα μάλιστα τούτο θα επραγματοποιείτο διά της μετά των αυτών δικαιωμάτων συμμετοχής απάντων εις την διακυβέρνησιν των κοινών. Επειδή δε ο δήμος αποτελεί την πλειονότητα, επικρατεί δε η άποψις της πλειονότητος, κατ' ανάγκην το πολίτευμα τούτο είναι δημοκρατία. Έν επίσης είδος δημοκρατίας είναι τούτο: το καθ' ο οι πολίται δικαιούνται εις την ανάληψιν πολιτικών αξιωμάτων βάσει εισοδήματος, (40) εις μικρόν ποσόν οριζομένου· πρέπει όμως και πας ο αποκτών το εισόδημα τούτο να μετέχη εφεξής του κοινού έναντι της πολιτείας δικαιώματος, ως και πας ο αποβάλλων το εισόδημα να αποκλείεται του δικαιώματος. [1292a] Έτερον είτα είδος δημοκρατίας είναι το καθ' ο άπαντες οι πολίται, εκτός των δοσιλόγων, δικαιούνται εις ανάληψιν πολιτικών αξιωμάτων, άρχει δε ο νόμος· έτερον δε το καθ' ο οιοσδήποτε, αρκεί μόνον να είναι εγγεγραμμένος πολίτης, δικαιούται εις ανάληψιν πολιτικού αξιώματος, άρχει δε και ενταύθα ο νόμος. Έτερον δε τέλος είδος δημοκρατίας είναι το κατά τα άλλα (5) μεν τα αυτά, α και τα ανωτέρω, παρέχον δικαιώματα, κυρίαρχος όμως είναι ουχί ο νόμος, αλλ' η πλειονότης, όπερ συμβαίνει όταν κυρίαρχον δύναμιν έχουν τα ψηφίσματα και ουχί ο νόμος. Τούτο δε συμβαίνει εξ αιτίας των δημαγωγών. Διότι εις τας κατά νόμον δημοκρατουμένας πόλεις δεν αναφύεται δημαγωγός, αλλ' οι βέλτιστοι των πολιτών προΐστανται της πόλεως· (10) όπου όμως κυρίαρχοι δεν είναι οι νόμοι, εκεί και οι δημαγωγοί αναφύονται· διότι ο δήμος σύνθετος εκ των πολλών είς γίνεται μονάρχης, επειδή οι πολλοί, ουχί κατ' άτομον, αλλ' ως σύνολον είναι κυρίαρχοι. Ποίαν δε πολυαρχίαν ο Όμηρος εννοεί, λέγων ότι δεν είναι ωφέλιμος, ταύτην ή την συνύπαρξιν πλειόνων αρχόντων αυτοτελών, (15) άδηλον είναι. Ο τοιούτος λοιπόν δήμος, ως εάν ήτο μονάρχης, επιζητεί να ασκή μοναρχικήν εξουσίαν, λόγω του ότι υπ' ουδενός άρχεται νόμου, και αποβαίνει ούτω δεσποτικός· εύλογον λοιπόν να απολαύουν παρ' αυτώ τιμήν και οι κόλακες. Είναι δε η δημοκρατία του είδους αυτού ανάλογος προς τον τυραννικόν τύπον της μοναρχίας, διότι και το ήθος το αυτό είναι, και αμφότερα τα πολιτεύματα ταύτα δυναστευτικά προς τους επιφανεστέρους των πολιτών καθίστανται, (20) και τα ψηφίσματα ενταύθα είναι ό,τι εκεί τα διατάγματα, και ο δημαγωγός και ο κόλαξ το αυτό και αντίστοιχον, εκάτεροι δε παρ' εκατέρω κατ' εξοχήν μεγάλην διαθέτουν δύναμιν, οι μεν κόλακες παρά τοις τυράννοις, οι δε δημαγωγοί παρά τοις τοιούτοις δήμοις. Αίτιοι δε του να έχουν κυρίαρχον ισχύν τα ψηφίσματα και ουχί οι νόμοι, (25) είναι ούτοι, ανάγοντες εις την κρίσιν του δήμου τα πάντα και συμβαίνει να γίνωνται ούτοι μεγάλοι την δύναμιν, διά τον λόγον ότι η μεν κρίσις του δήμου είναι πάντων κυρίαρχος, της του δήμου δε κρίσεως κυρίαρχοι ούτοι, επειδή πείθεται εις τούτους το πλήθος. Προσέτι δε όσοι εισάγουν κατά των αρχόντων κατηγορίας, αξιούν να δικάση ο δήμος· ούτος ασμένως δέχεται την πρόσκλησιν, (30) και ούτω πάσαι αι αρχαί καταλύονται. Εκ τούτων εύλογος δύναται να θεωρηθή η κατάκρισις του λέγοντος ότι ουδέ καν πολίτευμα είναι η τοιαύτη δημοκρατία. Πράγματι δε δεν υπάρχει πολίτευμα εκεί όπου οι νόμοι δεν άρχουν· διότι πάντων μεν πρέπει ο νόμος να άρχη, αι δημόσιαι αρχαί να κρίνουν επί των καθ' έκαστα, και ταύτην την τάξιν δύναται τις να αποκαλέση πολίτευμα. Συνεπώς είναι φανερόν ότι, εάν η δημοκρατία είναι (35) έν εκ των πολιτευμάτων, η τοιαύτη κατάστασις των πολιτικών πραγμάτων, εν η τα πάντα διά ψηφισμάτων διοικούνται, δεν είναι, εν τη κυρία της λέξεως εννοία, δημοκρατία, καθόσον ουδέν ψήφισμα είναι δυνατόν να έχη καθολικόν, οίον το του νόμου, κύρος. Κατά τον τρόπον λοιπόν τούτον καθωρίσθησαν τα της δημοκρατίας είδη.

Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1989. Αριστοτέλους Πολιτικά. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.

Πρώτο, λοιπόν, είδος δημοκρατίας είναι εκείνη που παίρνει τ' όνομά της κυρίως από την ισότητα. Η ισότητα δηλ. σύμφωνα με το νόμο μιας τέτοιας δημοκρατίας, συνίσταται στο ότι οι φτωχοί κι οι πλούσιοι έχουν ίδια δικαιώματα και στο ότι καμιά από τις δυο αυτές ομάδες δεν είναι κυρίαρχη η μια της άλλης, αλλά κι οι δύο είναι όμοιες. (35) Γιατί, αν, όπως παραδέχονται μερικοί, η ελευθερία καθώς κι η ισότητα μπορεί να φτάνουν στο ψηλότερο σημείο τους, μόνο σ' αυτό το πολίτευμα συμβαίνει, αφού όλοι, χωρίς εξαίρεση, οι πολίτες έχουν όμοια δικαιώματα και μετέχουν σ' όλα τ' αξιώματα. Κι όπως ο λαός αποτελεί την πλειοψηφία κι οι αποφάσεις της πλειοψηφίας είναι τελεσίδικες, αναγκαστικά αυτό το σύστημα είναι δημοκρατία.

Το παραπάνω είναι ένα είδος δημοκρατίας. Υπάρχει κι άλλο: εκείνο σύμφωνα με το οποίο μπορεί να καταλάβει κανείς αξιώματα ανάλογα με τα εισοδήματά του, που δεν πρέπει να είναι μεγάλα. Ο κάτοχος αυτών των εισοδημάτων μπορεί να μετέχει στην εξουσία, (40) αν όμως τα χάνει, δεν μπορεί να πάρει κανένα αξίωμα. [1292a] Άλλο είδος δημοκρατίας είναι εκείνο κατά το οποίο μπορούν να αναλάβουν εξουσία όλοι οι μη υπόλογοι σε τίποτε πολίτες. [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει τμήμα του κειμένου] Άλλο είδος δημοκρατίας είναι εκείνο όπου όλοι μπορεί να καταλάβουν αξιώματα, αρκεί να είναι γνήσιοι πολίτες, ανώτατος όμως κυρίαρχος θα είναι ο νόμος. Σε μιαν άλλη μορφή δημοκρατίας, (5) όλες οι άλλες διατάξεις είναι οι ίδιες με την προηγούμενη, εκτός του ότι κυρίαρχος είναι ο λαός κι όχι ο νόμος. [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει τμήμα του κειμένου] Αυτό συμβαίνει εκεί όπου κυριαρχούν οι δημαγωγοί. Γιατί στα νόμιμα δημοκρατικά πολιτεύματα δεν υπάρχουν δημαγωγοί, αλλά την προεδρία της εκκλησίας του δήμου κατέχουν οι πιο ενάρετοι πολίτες. (10) Πάντως όπου η ανώτατη εξουσία δεν ανήκει στους νόμους, εκεί εμφανίζονται οι δημαγωγοί. Γιατί ο λαός γίνεται μονάρχης, ένας και μοναδικός, όταν αποτελείται από πολλούς. Γιατί κυρίαρχοι είναι οι πολλοί, όχι ο καθένας χωριστά, αλλά όλοι μαζί, σαν σύνολο: Και δεν είναι ξεκάθαρο τι θέλει να πει ο Όμηρος χρησιμοποιώντας τη λέξη «πολυκοιρανίη» στο στίχο:

Το να ειν' πολλοί οι αρχηγοί, δεν είναι καλό πράγμα.

Εννοεί αυτό που είπαμε παραπάνω ή την περίπτωση, που, ενώ υπάρχουν πολλοί άρχοντες, ο καθένας κυβερνά χωριστά για λογαριασμό του;

(15) Τέτοιος λαός όμως, επειδή είναι απόλυτος μονάρχης, επιζητεί να βασιλεύσει μόνος, εφόσον απορρίπτει την κυριαρχία του νόμου και γίνεται δεσποτικός και τιμώνται οι κόλακες που τον κολακεύουν. Και μια τέτοια δημοκρατία είναι ανάλογη με την τυραννία ανάμεσα στα μοναρχικά πολιτεύματα. Κι ο χαραχτήρας τους είναι ο ίδιος: και τα δύο συστήματα συμπεριφέρονται δεσποτικά στους άριστους πολίτες. (20) Και τα ψηφίσματα σ' αυτά ισοδυναμούν με διατάγματα, κι ο δημαγωγός κι ο κόλακας έχουν την ίδια κι ανάλογη δύναμη. Κι οι δυο τους ασκούν μεγάλη επίδραση στους αντίστοιχους κυρίους τους, οι κόλακες στους τυράννους κι οι δημαγωγοί στους «λαούς» αυτού του είδους. Εξ αιτίας αυτών των ανθρώπων η υπέρτατη εξουσία ανήκει στα ψηφίσματα κι όχι στο λαό, (25) γιατί τα φέρνουν όλα μπροστά στην εκκλησία του δήμου. Συμβαίνει δηλ. να γίνονται μεγάλοι επειδή ασκεί κυριαρχία σε όλα ο λαός, κι αυτοί να επηρεάζουν τη γνώμη του λαού, επειδή τα πλήθη υπακούουν σ' αυτούς. Ακόμη κι αυτοί που απαγγέλλουν κατηγορίες εναντίον των αρχόντων λένε ότι θα τους δικάσει ο λαός, κι ο λαός ευχαρίστως δέχεται αυτή την πρόκληση. (30) Ώστε μ' αυτό τον τρόπο καταργείται κάθε εξουσία. Και δικαιολογημένα θα μπορούσε να κατακρίνει κάποιος μια δημοκρατία αυτού του είδους ότι δεν έχει κανένα πολίτευμα, αφού εκεί όπου δεν έχουν ισχύ οι νόμοι, δεν υπάρχει πολιτεία. Πράγματι η κυριαρχία του νόμου πρέπει να εκτείνεται σε όλα και για τις ειδικές περιπτώσεις να εκδίδουν αποφάσεις οι άρχοντες και το σύνολο των πολιτών. Επομένως, αν η δημοκρατία είναι στην πραγματικότητα μια μορφή πολιτεύματος, (35) είναι φανερό πως μια τέτοια κατάσταση, στην οποία τα πάντα διοικούνται με ψηφίσματα, δεν είναι δημοκρατία στην κυριολεξία του όρου αφού κανένα διάταγμα δε μπορεί να έχει γενική ισχύ. Ποια, λοιπόν, είναι τα είδη της δημοκρατίας έχουν καθορισθεί μ' αυτό τον τρόπο.