Μτφρ. Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλος. 1980. Πλάτωνος Θεαίτητος. Εισαγωγή, αρχαίο και νέο ελληνικό κείμενο. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Φιλοσοφίας.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ούτε να χαθούν τα κακά είναι δυνατόν, Θεόδωρε, γιατί είναι ανάγκη να υπάρχη κάτι αντίθετο στο καλό, ούτε πάλι γίνεται να έχουν τον τόπο τους στους θεούς, αλλά περιτριγυρίζουν κατ' ανάγκη τη θνητή φύση κι αυτόν εδώ τον τόπο. Γι' αυτό και πρέπει να προσπαθή κανείς να φεύγη απ' εδώ, όσο μπορεί πιο γρήγορα, προς τα εκεί. Και η φυγή αυτή σημαίνει ομοίωση με το θεό, όσο τούτο γίνεται. Ομοίωση πάλι θα ειπή, να γίνης δίκαιος και όσιος με φρόνηση και με γνώση. Όμως δεν είναι εύκολο, καλέ μου, να πείσης τον άλλον πως δεν πρέπει για την αιτία που νομίζουν οι πολλοί ν' αποφεύγη την κακία και να επιδιώκη την αρετή. Αυτοί λένε πως πρέπει κανείς το ένα να το κάνη και το άλλο να το αποφεύγη, για να μην τον έχη ο κόσμος για κακόν αλλά για καλόν άνθρωπο. Αυτά για μένα είναι, όπως λέει ο λόγος, φλυαρία για γραΐδια. Αντίθετα η αλήθεια είναι αυτή εδώ: ο θεός δεν είναι με κανένα τρόπο άδικος, αλλά τόσο δίκαιος όσο γίνεται, και τίποτα δεν είναι πιο όμοιο μ' αυτόν παρά όποιος από μας γίνει όσο μπορεί πιο δίκαιος. Εδώ έγκειται το αληθινό μεγαλείο του ανθρώπου, αλλά και η μηδαμινότητα και η ανανδρία του. Η γνώση αυτού του πράγματος είναι σοφία και αρετή αληθινή, η άγνοιά του πάλι αμάθεια και κακία ολοφάνερη. Όλα τα άλλα όμως που περνούν για σπουδαία πράγματα και για σοφίες, όταν τα βρίσκωμε σ' εκείνους που έχουν πολιτική εξουσία είναι φορτικά, όταν πάλι στους τεχνίτες είναι βάναυσα. Αυτόν λοιπόν που είναι άδικος και λέει ή κάνει ανόσια καλύτερα να μην τον αφήνωμε να μεγαλώση με την πανουργία του. Γιατί οι άνθρωποι αυτού του είδους χαίρονται για την πανουργία τους και νομίζουν πως εμείς λέμε ότι αυτοί δεν είναι για πέταμα, αυτοί που είναι το άχθος της γης, αλλά είναι άνδρες όπως πρέπει να είναι για να ανεβούν ψηλά μέσα στην πόλη. Πρέπει λοιπόν να ειπούμε την αλήθεια: είναι τόσο πιο πολύ ό,τι δεν πιστεύουν πως είναι, όσο πιο πολύ δεν το πιστεύουν· γιατί δεν ξέρουν ποια τιμωρία υπάρχει για την αδικία, πράγμα που πιο πολύ απ' όλα θα έπρεπε να το ξέρουν. Γιατί η τιμωρία δεν είναι όπως την νομίζουν, πληγές και θάνατοι, πράγματα πού πολλές φορές τα αποφεύγουν αν και είναι άδικοι, αλλά είναι κάτι που δεν μπορούν να το ξεφύγουν.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Τι εννοείς ;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Αν και ορθώνονται, φίλε μου, μέσα στον κόσμο δύο παραδείγματα, το ένα θειο και απόλυτα ευδαιμονισμένο, το άλλο άθεο και απόλυτα άθλιο, δεν βλέπουν ότι είναι έτσι, και από ηλιθιότητα και έσχατη ανοησία δεν καταλαβαίνουν ότι με τις άδικες πράξεις τους γίνονται όμοιοι με το ένα, ανόμοιοι όμως με το άλλο. Γι' αυτό τιμωρούνται να κάνουν ζωή όμοια με το παράδειγμα που ακολουθούν. Κι αν τους πούμε πως αν δεν απαλλαχθούν από την πανουργία τους και πεθάνουν, τότε ο τόπος εκείνος που είναι καθαρός από κακά δεν θα τους δεχθή, αλλά θα έχουν πάντα τη ζωή που ταιριάζει στη διαγωγή τους, όντας κακοί ανάμεσα σε κακούς, αυτά δα είναι που σαν φοβεροί και πανούργοι άνθρωποι θα τα πάρουν για λόγια κάποιων ανόητων.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Ασφαλώς, Σωκράτη μου.

Μτφρ. Β.Ν. Τατάκης. [1955] χ.χ. Πλάτων. Θεαίτητος. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

ΣΩ. Μα, Θεόδωρε, δεν είναι δυνατόν να εξαφανιστή το κακό ―γιατί είναι ανάγκη να υπάρχη πάντα κάτι αντίθετο στο αγαθό― ούτε όμως να στήση την έδρα του ανάμεσα στους θεούς. Από τη μοίρα του το κακό τριγυρνά τη θνητή φύση και τούτον εδώ τον κόσμο μας. Γι' αυτό δα και πρέπει να προσπαθούμε να φεύγωμε από εδώ προς τα εκεί το ταχύτερο. Και φυγή είναι η ομοίωση με το θεό, όσο είναι δυνατόν· και ομοίωση, να γίνεται κανείς δίκαιος και όσιος με καθαρή σκέψη. Δεν είναι όμως, άριστε άνθρωπε, καθόλου εύκολο πράγμα να πείσης ότι δεν πρέπει, για τους λόγους που λέγει ο πολύς κόσμος, να αποφεύγη κανείς το κακό, να επιδιώκη την αρετή, ότι γι' αυτούς τους λόγους πρέπει να καλλιεργή το ένα, και το άλλο όχι, για να δημιουργή τη γνώμη ότι δεν είναι κακός αλλά καλός. Είναι φανερό σε μένα πως αυτά είναι το παραμύθι της γριάς, όπως λένε. Το σωστό όμως ας το πούμε έτσι: ο θεός δεν είναι άδικος από καμμιά άποψη με κανένα τρόπο, αλλά είναι όσο γίνεται δικαιότατος, και τίποτε δεν του είναι ομοιότερο από όσο εκείνος από μας που γίνεται με τη σειρά του όσο μπορεί δικαιότατος. Αυτό είναι το μέτρο της αληθινής ικανότητας ενός ανθρώπου, και της μηδαμινότητός του· αυτό δείχνει αν του λείπη η ανθρώπινη αξία. Να ξέρης αυτό, είναι αληθινή σοφία και αρετή, να μην το ξέρης, ολοφάνερη αμάθεια και κακία. Όλα τα άλλα που νομίζονται σπουδαίες ικανότητες και σοφίες, όταν εκδηλώνονται στις πολιτικές εξουσίες, είναι χυδαία, όταν στις τέχνες, βάναυσα. Όποιος λοιπόν κάνει αδικίες και λέγει ή κάνει ανόσια, είναι πολύ καλύτερο να μη δεχόμαστε πως είναι φοβερός άνθρωπος με την πανουργία του· γιατί οι άνθρωποι αυτοί χαίρονται με την κατηγορία που τους κάνομε και φαντάζονται πως ακούν ότι δεν είναι κούφια κεφάλια, περιττά βάρη της γης, αλλά άνδρες όπως πρέπει να είναι μέσα στην πόλη όσοι θα ζήσουν ασφαλισμένοι. Πρέπει λοιπόν να τους πούμε την αλήθεια, ότι τόσο περισσότερο είναι αυτό που δεν φαντάζονται πως είναι, όσο δεν το φαντάζονται. Γιατί δεν ξέρουν ποια είναι η τιμωρία της αδικίας, πράγμα που καθόλου δεν πρέπει να αγνοούν. Η τιμωρία δεν είναι αυτή που νομίζουν, οι δαρμοί και οι θάνατοι ―απ' αυτά κάποτε τίποτε δεν παθαίνουν αν και κάνουν αδικίες― αλλά εκείνη που τους είναι αδύνατο να ξεφύγουν.

ΘΕΟ. Ποιάν εννοείς ακριβώς;

ΣΩ. Ενώ υπάρχουν, φίλε μου, υποδείγματα μέσα στην πραγματικότητα, το ένα το θείο ευδαιμονέστατο, το άλλο το χωρίς θεό αθλιέστατο, μη βλέποντας ότι έτσι είναι, από την ηλιθιότητα και τον έσχατο παραλογισμό τους δεν παίρνουν είδηση πως με τις άδικες πράξεις τους γίνονται όλο και περισσότερο όμοιοι με το δεύτερο και ανόμοιοι με το πρώτο. Η τιμωρία που πληρώνουν είναι ότι ζουν τη ζωή που διάλεξαν, αυτήν με την οποία όλο και γίνονται όμοιοι. Αν τώρα τους πούμε πως αν δεν βγάλουν αποπάνω τους αυτή τους την ικανότητα, και όταν αποθάνουν δεν θα τους δεχτή εκείνος ο καθαρός από κακά τόπος, αλλά εδώ στη γη θά 'χουν πάντα συντροφιά εκείνους που τους μοιάζουν ―όντας κακοί με κακούς θα αναστρέφωνται― όλα τούτα, επιτήδειοι και πανούργοι όπως είναι, θα τα ακούσουν σα λόγια ανόητων ανθρώπων.

ΘΕΟ. Έτσι ακριβώς είναι, Σωκράτη.