Μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος. 1987. Πλάτωνος Ευθύδημος. Αθήνα.

Αυτή ήταν η συζήτηση, Κρίτωνα, κι αφού ανταλλάξαμε λίγες λέξεις ακόμη, φύγαμε. Φρόντισε να βρεις τρόπο να γίνεις κι εσύ μαθητής τους, μια και οι άνθρωποι αυτοί ισχυρίζονται ότι μπορούν να διδάξουν οποιονδήποτε δεχτεί να πληρώσει χρήματα, κι ότι ούτε το φυσικό ενός ανθρώπου ούτε η ηλικία του θα τον εμποδίσουν να αποκτήσει εύκολα τη σοφία τους, αφού ―κάτι που πρέπει κυρίως εσύ να το ακούσεις― με αυτό δεν παρεμποδίζεται, λένε, καθόλου η επιχειρηματική δραστηριότητά του.

ΚΡ. Εμένα, Σωκράτη, στ' αλήθεια μου αρέσει να ακούω συζητήσεις και πολύ μ' ευχαριστεί να μαθαίνω, φοβάμαι όμως πως είμαι κι εγώ ένας απ' αυτούς που δεν μοιάζουν στον Ευθύδημο αλλά που, όπως έλεγες, θα προτιμούσαν να τους αντικρούουν οι άλλοι παρά να αντικρούουν αυτοί άλλους χρησιμοποιώντας τέτοια επιχειρήματα. Και παρόλο που το θεωρώ αστείο να δασκαλεύω εγώ εσένα, θέλω ωστόσο να σου μεταφέρω κάτι που άκουσα. Μάθε λοιπόν ότι εκεί που περπατούσα με πλησίασε κάποιος απ' αυτούς που έφευγαν από σας, άνθρωπος που τον έχουν για πολύ σοφό, από τους πιο διαπρεπείς νομομαθείς, και μου λέει: «Εσύ, Κρίτωνα, δεν παρακολουθείς τα μαθήματα αυτών των σοφών;» ― Μα την αλήθεια όχι, του είπα εγώ, είχε τόσον κόσμο που δεν τα κατάφερα να φτάσω μπροστά να τους ακούσω. ― «Κι όμως», είπε, «άξιζε να τους ακούσεις». ― Πώς έτσι; ρώτησα εγώ. ― «Να, θα άκουγες τους πιο ικανούς σήμερα στις συζητήσεις αυτού του είδους». Κι εγώ τον ρώτησα: Εσένα πώς σου φάνηκαν; ― «Πώς αλλιώς, παρά όπως και σε κάθε άλλον, όταν ακούει τέτοια υποκείμενα να λένε σαχλαμάρες και να καταπιάνονται κατά τρόπο ανόητο με πράγματα εντελώς ανούσια», απάντησε εκείνος (και μεταχειρίστηκε σχεδόν αυτές τις ίδιες λέξεις). ― Κι όμως, είπα τότε εγώ, είναι όμορφο πράγμα ή φιλοσοφία. ― «Από πού κι ως πού, άνθρωπέ μου, είναι όμορφο; Τίποτα δεν αξίζει. Κι αν ήσουν μάλιστα εκεί, θα ντρεπόσουν, νομίζω, για το φίλο σου·γιατί δεν στέκει στην αξιοπρέπειά του να κάθεται και να συζητάει με ανθρώπους που λένε ό,τι τους έρθει και αρπάζονται από την κάθε λέξη. Κι όπως σου 'λεγα πρωτύτερα, οι άνθρωποι αυτοί θεωρούνται σήμερα από τους πρώτους… Είναι όμως γεγονός, Κρίτωνα», είπε, «ότι και η ίδια η φιλοσοφία και οι άνθρωποι που ασχολούνται με αυτήν είναι ασήμαντοι και γελοίοι». Εγώ πάντως, Σωκράτη, δεν νομίζω πως είχε δίκιο που κατηγορούσε τη φιλοσοφία, ούτε αυτός ούτε οποιοσδήποτε άλλος την κατηγορεί. Για το ότι όμως δέχεσαι να συζητάς με τέτοια υποκείμενα μπροστά σε τόσον κόσμο, ηγνώμη μου είναι ότι σωστά σε κάκιζε.

ΣΩ. Κρίτωνα, οι άνθρωποι αυτοί είναι εκπληκτικοί. Εντούτοις, δεν ξέρω ακόμα τι να πω. Τι ήταν αυτός που σε πλησίασε και σου κατηγορούσε τη φιλοσοφία; Ήταν απ' αυτούς που υπερασπίζονται υποθέσεις στα δικαστήρια, κανένας ρήτορας φοβερός, ή μήπως από εκείνους που φτιάχνουν τους λόγους και στέλνουν έπειτα τους ρήτορες να υπερασπιστούν την υπόθεση στο δικαστήριο;

ΚΡ. Ρήτορας σε καμία περίπτωση, μα τον Δία, κι ούτε νομίζω ότι ο άνθρωπος αυτός έχει ποτέ του εμφανιστεί σε δικαστήριο· λένε όμως ότι τα πράγματα αυτά τα ξέρει, μα τον Δία, πολύ καλά κι ότι γράφει φοβερούς λόγους.

ΣΩ. Τώρα κατάλαβα·ακριβώς γι' αυτούς είχα σκοπό να σου μιλήσω ευθύς αμέσως. Είναι, Κρίτωνα, εκείνοι για τους οποίους ο Πρόδικος λέει ότι βρίσκονται στα σύνορα ανάμεσα στο φιλόσοφο και τον πολιτικό, νομίζουν όμως πως είναι οι πιο σοφοί απ' όλους τους ανθρώπους και επί πλέον ότι και πάρα πολλοί άλλοι τους περνούν για σοφούς, έτσι ώστε οι μόνοι που τους στέκονται εμπόδιο και δεν αφήνουν να γίνει καθολική αυτή η εκτίμηση είναι εκείνοι που ασχολούνται με τη φιλοσοφία. Νομίζουν, λοιπόν, πως αν καταφέρουν να δημιουργήσουν στον κόσμο την εντύπωση ότι οι φιλόσοφοι δεν αξίζουν απολύτως τίποτα, δεν θα υπάρξει πια κανένας να τους αμφισβητήσει τα πρωτεία της σοφίας. Πιστεύουν, βλέπεις, πραγματικά ότι αυτοί είναι οι πιο σοφοί, κι όταν τύχει να υστερήσουν σε κάποια συζήτηση, τους φταίει ο Ευθύδημος και οι φίλοι του. Περνούν τους εαυτούς τους για πολύ σοφούς, κι είναι φυσικό· ασχολούνται λίγο με τη φιλοσοφία, λίγο με την πολιτική, για πολύ ευνόητους λόγους: ανακατεύονται και με τα δύο όσο μόνο χρειάζεται για να απολαμβάνουν τη σοφία τους μακριά από κινδύνους και αγώνες.

ΚΡ. Εσύ, Σωκράτη, τι γνώμη έχεις γι' αυτούς; Λένε τίποτα; Δεν ξέρω, αλλά τα λόγια τους δείχνουν να έχουν κάποια ευπρέπεια· τι λες;

ΣΩ. Τωόντι, Κρίτωνα, έτσι είναι· γιατί έχουν πιο πολλή ευπρέπεια παρά αλήθεια. Δεν είναι, βλέπεις, εύκολο να τους πείσεις ότι όχι μόνο οι άνθρωποι αλλά και γενικά όλα τα άλλα, όσα βρίσκονται ανάμεσα σε δύο πράγματα από τα οποία το ένα είναι κακό και το άλλο καλό και μετέχουν και στα δύο, τελικά γίνονται καλύτερα από το ένα, το κακό, και χειρότερα από το άλλο, το καλό. Και ότι όσα μετέχουν σε δύο καλά, που όμως δεν τείνουν και τα δύο στο ίδιο πράγμα, αυτά γίνονται τελικά χειρότερα και από τα δύο σε ό,τι αφορά αυτό για το οποίο καθένα χωριστά από εκείνα τα δύο είναι καλό. Και μόνο όσα έχουν συγκροτηθεί από δύο κακά, που όμως δεν τείνουν και τα δύο στο ίδιο πράγμα, μόνο αυτά είναι καλύτερα και από το ένα και από το άλλο κακό στα οποία μετέχουν. Αν δεχτούμε, λοιπόν, ότι η φιλοσοφία είναι κάτι καλό, και η πολιτική δράση επίσης ―με διαφορετικούς, βέβαια, στόχους η καθεμιά― οι άνθρωποι αυτοί, με το να μετέχουν και στο ένα και στο άλλο και να βρίσκονται στο ενδιάμεσο των δύο, δεν έχουν καμία ιδιαίτερη αξία ― γιατί είναι και από τα δύο κατώτεροι· αν πάλι το ένα από τα δύο είναι καλό και το άλλο κακό, τότεκι αυτοί είναι ανώτεροι από το ένα και κατώτεροι από το άλλο· αν, τέλος, είναι και τα δύο κακά, τότε ίσως να έχουν κάποια βάση τα λόγια τους·διαφορετικά, σε καμία περίπτωση. Και δεν νομίζω πως θα παραδεχτούν ότι είναι και τα δύο κακά ούτε ότι το ένα απ' αυτά είναι κακό και το άλλο καλό. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, οι άνθρωποι αυτοί, καθώς μετέχουν και στο ένα και στο άλλο, δηλαδή στη φιλοσοφία και στην πολιτική, είναι κατώτεροι και από τα δύο ως προς εκείνο που δίνει στην καθεμιά απ' αυτές την αξία της, κι έτσι, ενώ στην πραγματικότητα έρχονται τρίτοι, αξιώνουν να θεωρούνται οι πρώτοι. Οφείλουμε πάντως να δείχνουμε κατανόηση γι' αυτή τους την επιθυμία και να μη δυσανασχετούμε αλλά να τους θεωρούμε αυτό που πράγματι είναι. Γιατί, αλήθεια, πρέπει να βλέπουμε με συμπάθεια κάθε άνθρωπο που εκφράζει μια οποιαδήποτε λογική άποψη και προσπαθεί να τη διαμορφώσει ικανοποιητικά.

ΚΡ.Εγώ, Σωκράτη, όπως πάντοτε σου το λέω, δεν ξέρω τι να κάνω με τους γιους μου. Ο ένας, βέβαια, είναι μικρός ακόμη, ο Κριτόβουλος όμως μεγάλωσε πια και χρειάζεται κάποιον που θα του φανεί πραγματικά χρήσιμος. Και μου συμβαίνει κάθε φορά που είμαι μαζί σου να αισθάνομαι ότι ήταν τρέλα μου που κοίταξα ένα σωρό πράγματα για χάρη των παιδιών, λ.χ. το γάμο μου, ώστε να έχουν μια μητέρα με όσο το δυνατό πιο ευγενική καταγωγή, ή την περιουσία, ώστε να έχουν τη μεγαλύτερη δυνατή οικονομική άνεση, κι απεναντίας τη μόρφωσή τους την παραμέλησα. Αλλά όταν πάλι γυρίζω και βλέπω τον έναν ή τον άλλο απ' αυτούς που ισχυρίζονται ότι μπορούν να μορφώσουν ανθρώπους, τρομάζω: Εξετάζοντάς τους έναν έναν προσεκτικά μου φαίνονται, για να σου πω την αλήθεια, εντελώς ακατάλληλοι γι' αυτή τη δουλειά. Δεν βλέπω, λοιπόν, γιατί να παρακινήσω το παιδί στη φιλοσοφία.

ΣΩ. Μα, αγαπητέ Κρίτωνα, δεν ξέρεις ότι σε κάθε επάγγελμα οι ασήμαντοι είναι πολλοί και ανάξιοι, ενώ, απεναντίας, οι σπουδαίοι λίγοι και πολύτιμοι; Τη γυμναστική ή το εμπόριο ή τη ρητορική ή τη στρατιωτική τέχνη δεν τα θεωρείς καλά πράγματα;

ΚΡ. Ασφαλώς, ούτε συζήτηση.

ΣΩ. Τι γίνεται όμως; Σε καθένα από αυτά δεν βλέπεις ότι οι πιο πολλοί απ' όσους ασχολούνται με αυτά είναι γελοίοι σε σύγκριση με το έργο που έχουν να επιτελέσουν;

ΚΡ. Ναι, μα τον Δία, είναι πολύ σωστό αυτό που λες.

ΣΩ. Είναι όμως λόγος αυτός για να αποφύγεις όλ' αυτά τα επαγγέλματα και να τα απαγορέψεις στο γιο σου;

ΚΡ. Δεν θα ήταν σωστό, Σωκράτη.

ΣΩ. Μην κάνεις, λοιπόν, Κρίτωνα, κάτι που δεν είναι σωστό. Αφήνοντας κατά μέρος εκείνους που ασκούν τη φιλοσοφία ως επάγγελμα ―άσχετα αν είναι καλοί ή κακοί― προσπάθησε να εξετάσεις σωστά και καλά τη φιλοσοφία αυτή καθαυτή· κι αν σχηματίσεις την εντύπωση ότι πρόκειται για κάτι ασήμαντο, να αποτρέψεις από αυτή όχιμόνο τα παιδιά σου αλλά και κάθε άλλον άνθρωπο· αν όμως βρίσκεις ότι είναι όπως τη νομίζω κι εγώ, μη διστάσεις να την ακολουθήσεις και να καταπιαστείς, καθώς λένε, «κι εσύ και τα παιδιά σου» με αυτή.

Μτφρ. Β.Ν. Τατάκης. χ.χ. Πλάτωνος Ευθύδημος. Αρχαίο κείμενο, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Αυτές, Κρίτων, και άλλες μικροκουβέντες εκάναμε και φύγαμε. Κοίταξε λοιπόν πώς να σπουδάσης μαζί μου κοντά τους. Γιατί εκείνοι λένε πως είναι ικανοί να διδάξουν όποιον θέλει να πληρώση, και ότι ούτε το φυσικό του, ούτε η ηλικίαεμποδίζει κανέναν, οποιονδήποτε, να αποκτήση εύκολα τη σοφία τους. Και μάλιστα, πράγμα που ενδιαφέρει κυρίως εσένα να το ακούσης, λένε πως καθόλου δεν εμποδίζεται κανείς να κοιτάζη τις επιχειρήσεις του.

ΚΡ. Και βέβαια, Σωκράτη, μου αρέσει να παρακολουθώ συζητήσεις και ευχαρίστως θα διδασκόμουν, φοβούμαι όμως, πως είμαι και εγώ από εκείνους που δεν είναι όμοιοι με τον Ευθύδημο. Είμαι από εκείνους που όπως τώρα δα και συ έλεγες, πιο ευχάριστα θα δέχονταν έλεγχο με τέτοιου είδους συλλογισμούς, παρά να ελέγχουν.

Μου φαίνεται φυσικά γελοίο να σε νουθετώ εγώ, όμως θέλω να σου μεταδώσω όσα άκουσα. Γνώριζε πως κάποιος απ' αυτούς που ήταν μαζί σας, βγαίνοντας ήλθε κοντά μου στον περίπατο, κάποιος που νομίζει πως είναι πολύ σοφός, ένας απ' αυτούς τους φοβερούς στους λόγους των δικαστηρίων και μου είπε: Κρίτων, δεν πηγαίνεις καθόλου να ακούσης τούτους τους σοφούς; ― Μα το Δία όχι, είπα εγώ· από το πολύ πλήθος δεν τα κατάφερα να σταθώ κοντά για να ακούσω.

Και όμως, είπε, άξιζε να ακούσης.

Μα γιατί; είπα εγώ.

Να, θα άκουες να συζητούν άνθρωποι, που σήμερα είναι οι πιο σοφοί σε τέτοιες συζητήσεις.

Κι εγώ είπα: Πως σου φάνηκαν λοιπόν;

Πως να μου φανούν; είπεν εκείνος. Είπαν πράγματα σαν αυτά που μπορεί να ακούη κανείς πάντα τους ανθρώπους αυτού του είδους να φλυαρούν, και να καταγίνονται με τρόπο ανάξιο με πράγματα που δεν έχουν καμμιά αξία.

Έτσι απάνω κάτω είπε και με αυτές τις λέξεις. Κι εγώ του είπα: Όμως η φιλοσοφία είναι όμορφο πράγμα.

Ποιο είναι όμορφο, είπεν, ευλογημένε μου. Δεν έχει καμμιά αξία. Κι αν ήσουν τώρα σ' αυτή τη συζήτηση, φαντάζομαι πως θα ντρεπόσουν πολύ και για λογαριασμό του φίλου σου. Τόσο πολύ παράλογος ήταν, θέλοντας να παραδώση τον εαυτό του σε ανθρώπους, που δεν τους νοιάζει καθόλου τι λένε, μόνο αρπάζονται από όποια λέξη. Και αυτοί, όπως τώρα έλεγα, είναι σήμερα από τους πρώτους. ― Τι τα θες, Κρίτων, είπε, και η ίδια η ασχολία αυτή και οι άνθρωποι, που καταγίνονται μ' αυτήν είναι κατώτεροι και εντελώς γελοίοι.

Εγώ, Σωκράτη, έβλεπα πως δεν είχε δίκιο να ψέγη την ασχολία, ούτε αυτός ούτε οποιοσδήποτε άλλος την ψέγει· το να καταδέχεται όμως κανείς να συζητά με τέτοιους μπροστά σε πολύ κόσμο, έβλεπα πως δίκαια το κατηγορούσε.

ΣΩ. Θαυμάσιοι είναι, Κρίτων, αυτού του είδους οι άνθρωποι. Δεν ξέρω όμως ακόμη τι πρέπει να πω. Από ποιους ήταν αυτός που σε πλησίασε και κατηγορούσε τη φιλοσοφία; Από αυτούς που είναι πολύ ικανοί να βγάζουν λόγους στα δικαστήρια, κανένας ρήτορας, ή από εκείνους που στέλνουν άλλους στα δικαστήρια, από κείνους που φτιάνουν τους λόγους με τους οποίους οι ρήτορες υποστηρίζουν την υπόθεσή τους;

ΚΡ. Καθόλου ρήτορας, μα το Δία, ούτε νομίζω πως παρουσιάστηκεποτέ ως τώρα στο δικαστήριο· λένε όμως πως είναι έμπειρος αυτών των πραγμάτων και, μα το Δία, πως είναι πολύ ικανός και φτιάνει και σπουδαίους λόγους.

ΣΩ. Τώρα μπήκα στο νόημα. Γι' αυτούς ακριβώς ήθελα τώρα δα να μιλήσω κι εγώ. Αυτοί είναι, Κρίτων, που ο Πρόδικος είπε πως στέκονται στα σύνορα του φιλοσόφου και του πολιτικού και φαντάζονται πως είναι πιο σοφοί από όλους τους ανθρώπους·κι όχι μόνο τούτο, μα πως και πολλοί τους πιστεύουν τέτοιους. Τόσο που το μόνο εμπόδιο για να απολαύσουν την εκτίμηση όλων, φαντάζονται πως τουςείναι μόνο όσοι καταγίνονται με τη φιλοσοφία. Φαντάζονται λοιπόν πως αν δημιουργήσουν για τους φιλοσόφους τη γνώμη, ότι δεν αξίζουν τίποτε, χωρίς καμμιά αμφισβήτηση θα κερδίσουν πια στη γνώμη όλων τα νικητήρια στη σοφία. Γιατί πιστεύουν στ' αλήθεια ότι είναι σοφώτατοι, κι όταν σε καμμιά ιδιωτική συζήτηση τους μαγκώση κανείς, πιστεύουν πωςγια την αποτυχία τους φταίνε οι οπαδοί του Ευθύδημου. Και είναι φυσικό να πιστεύουν πως είναι πολύ σοφοί. Γιατί λένε ότι κατέχουν με μέτρο τη φιλοσοφία, με μέτρο και τα πολιτικά· πολύ εύλογη σκέψη, αφού έτσι έχουν και από τα δυο όσο χρειάζεται και χαίρονται τουςκαρπούς της σοφίας όντας μακριά από κινδύνους και αγώνες.

ΚΡ. Λοιπόν, Σωκράτη, η γνώμη σου ποια είναι; Έχουν καμμιά αξία τα λόγια τους; Δεν ξέρω, αλλά το επιχείρημά τους έχει κάποια ευπρέπεια.

ΣΩ. Και έτσι ακριβώς είναι, Κρίτων, μάλλον ευπρέπεια παρά αλήθεια. Γιατί δεν είναι εύκολο να τους πείση κανείς πως και οι άνθρωποι και όσα άλλα βρίσκονται στα σύνοραδυο πραγμάτων και τυχαίνει να μετέχουν και στα δυο, πως όσα μετέχουν σε κακό και σε καλό, από κείνο γίνονται καλύτερα από τούτο χειρότερα. Κι όσα μετέχουν σε δυο καλά που δεν τείνουν στο ίδιο πράγμα, γίνονται χειρότερα κι από τα δυο, για το σκοπό στον οποίον απέβλεπε το καθένα από κείνα τα δυο που τα αποτέλεσαν. Κι όσα αποτελέστηκαν από δυο κακά, που δεν αποβλέπουν στο ίδιο, και είναι στη μέση, μόνο αυτά είναι ανώτερα από το καθένα από τα δυο εκείνα, από τα οποία έχουν ένα μέρος. Αν λοιπόν η φιλοσοφία είναι καλό πράγμα και η πολιτική πράξη επίσης, αλλά αλλού τείνει η καθεμιά τους, κι αυτοί μετέχουν και στα δυο αυτά και βρίσκωνται στη μέση, δε λένε τίποτε ― γιατί είναι κι από τα δυο κατώτεροι· αν όμως το ένα είναι καλό και το άλλο κακό, τότε είναι ανώτεροι από τους οπαδούς του κακού, κατώτεροι από τους οπαδούς του καλού. Αν πάλι και τα δυο είναι κακά, τότε πια θα είχαν δίκιο, αλλιώτικα καθόλου. Αλλά δε νομίζω πως θα δέχονταν αυτοί ούτε ότι και τα δυο αυτά είναι κακά, ούτε ότι το ένα είναι κακό και το άλλο καλό. Μόνο στ' αλήθεια αυτοί, μετέχοντας και στα δυο είναι κατώτεροι και στα δυο, σε κείνο για το οποίο η κάθε μια τους, και η πολιτική και η φιλοσοφία, είναι άξιες, και ενώ στην πραγματικότητα είναι τρίτοι, επιδιώκουν να νομίζωνται πρώτοι. Πρέπει όμως να τους συγχωρήσωμε αυτή τους τη φιλοδοξία και να μη θυμώνουμε μαζί τους, να τους παίρνωμε όμως για κείνο πού πραγματικά είναι. Γιατί πρέπει να καλοδεχόμαστε οποιονδήποτε που λέγει έστω και κάτι λίγο με φρόνηση και μοχθεί εργαζόμενος γενναία.

ΚΡ. Αλήθεια, Σωκράτη, κι εγώ ο ίδιος, όπως στο λέγω πάντα, βρίσκομαι σε στενοχώρια για τα παιδιά μου, τι να κάμω. Όσο για τον νεώτερο, είναι και μικρός ακόμα· ο Κριτόβουλος όμως είναι πια σε ηλικία και έχει ανάγκη από κάποιον που να του είναι ωφέλιμος. Εγώ λοιπόν, όταν βρίσκωμαι μαζί σου, έρχομαι σε τέτοια ψυχική διάθεση, ώστε μου φαίνεται τρέλλα που σκοτίστηκα τόσο πολύ για ένα σωρό άλλα πράγματα για τα παιδιά μου, και στο γάμο μου, για να βγουν από μητέρα πολύ μεγάλης γενιάς, και στην περιουσία, για να είναι πολύπλούσιοι, και αμέλησα τη μόρφωσή τους. Μα όταν γυρίσω και δω κανέναν απ' αυτούς που διαλαλούν πως μπορούν να μορφώνουν ανθρώπους, τα χάνω, και καθένας απ' αυτούς μου φαίνεται, όσο τον σκέπτομαι, πως είναι πολύ αλλόκοτος, για να πω σε σένα τουλάχιστο την αλήθεια. Ώστε δεν ξέρω πώς να προτρέψω το γιο μου στη φιλοσοφία.

ΣΩ. Δεν ξέρεις, αγαπητέ Κρίτων, ότι σε όλες τις ασχολίες οι ασήμαντοι και χωρίς καμμιάν αξία είναι πολλοί και λίγοι οι σπουδαίοι και με μεγάλη αξία; Πες μου, η γυμναστική δε σου φαίνεται καλό πράγμα, και το εμπόριο και η ρητορική και η στρατηγία;

ΚΡ. Βεβαιότατα, σε μένα ναι.

ΣΩ. Ε, τι; σε κάθε μια από αυτές δε βλέπεις πόσο γελοίοι είναι οι πολλοί στο έργο της κάθε μιας;

ΚΡ. Ναι, μα το Δία, έχεις πολύ δίκιο.

ΣΩ. Και λοιπόν; επειδή είναι έτσι, και συ ο ίδιος θα αποφύγης αυτές τις ασχολίες και το παιδί σου θα το αποτρέψης;

ΚΡ. Δε φαίνεται σωστό, Σωκράτη, όχι.

ΣΩ. Μην κάνης λοιπόν, Κρίτων, εκείνο πού δεν πρέπει. Άσε να πάνε στο καλό τους αυτούς πού ασχολούνται με τη φιλοσοφία, είτε καλοί είναι, είτε κακοί, και βασάνισε το ίδιο το πράγμα καλά–καλά. Και αν στον έλεγχο σου φαίνεται κατώτερο, απότρεπε κάθε άνθρωπο, όχι μόνο τα παιδιά σου. Αν όμως σου φαίνεται όπως εγώ το νομίζω, να το κυνηγάς με θάρρος και να το ασκής, κι όπως το λέγει η παροιμία: «και συ και τα παιδάκια σου».