Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ. Αριστοτέλης. Πολιτικά. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.
Ούτω, ως προς την ύπαρξιν μεν της πόλεως ή πάντα ή μερικά τουλάχιστον εκ των στοιχείων τούτων δύνανται ορθώς να διεκδικήσουν την αναγνώρισίν των ως συντελεστικών στοιχείων, (25) ως προς την αγαθήν όμως και ευδαίμονα ζωήν η παιδεία και η αρετή τα μάλιστα δικαίως θα ηδύναντο να διεκδικήσουν τα δικαιώματά των, καθώς και πρότερον ελέχθη. Επειδή δε, ούτε οι ίσοι μεν προς αλλήλους αλλ' ενιαίον σύνολον αποτελούντες πρέπει να μετέχουν εξ ίσου πάντων ανεξαιρέτως των πολιτικών αξιωμάτων, ούτε πάλιν ανίσως οι άνισοι καθ' έν μόνον αγαθόν, κατ' ανάγκην όπου τοιούτον τι συμβαίνει, το πολίτευμα είναι παρεκβατικόν. Ως δε και ελέχθη, (30) πάντες οι διεκδικούντες τα αξιώματα της πόλεως, από μιας μεν απόψεως δικαίως διεκδικούν ταύτα, απολύτως όμως ουχί δικαίως· ούτω οι μεν πλούσιοι θεωρούν τας αυτών αξιώσεις δικαίας, επειδή εις αυτούς ανήκει το περισσότερον μέρος της χώρας· η δε χώρα είναι κοινόν αγαθόν· επί πλέον δε και διότι αυτοί εις τας δοσοληψίας των είναι ως επί το πλείστον αξιοπιστότεροι των άλλων. Επί αναλόγων αφ' ετέρου επιχειρημάτων οι ελεύθεροι και ευγενείς στηριζόμενοι διεκδικούν εν τη πόλει κυριαρχίαν· (35) διότι οι εξ επιφανεστέρων γενών καταγόμενοι είναι πολίται ανώτεροι από τους εξ αφανών γενών καταγομένους, και παρ' εκάστη πόλει εξαιρετική τιμή απονέμεται εις τους οίκους των ευγενών· στηρίζουν δε ούτοι τας διεκδικήσεις των και επί της ευλόγου πίστεως ότι καλύτεροι είναι οι εκ των καλυτέρων γονέων γεννηθέντες· διότι «ευγένεια» είναι αρετή γένους. Καθ' όμοιον λοιπόν τρόπον σκεπτόμενοι θα είπωμεν, ότι και η αρετή δικαίως διεκδικεί δικαιώματα εν τη πόλει· διότι παραδεχόμεθα ότι η δικαιοσύνη είναι κοινωνική αρετή, την οποίαν πάσαι αι άλλαι οφείλουν να ακολουθούν. (40) Αφ' ετέρου όμως και οι πλείονες δικαίως δύνανται να διεκδικούν έναντι των ολιγωτέρων την κυρίαρχον εξουσίαν· διότι και ούτοι εν συνόλω και ισχυρότεροι και πλουσιώτεροι και καλύτεροι των ολιγωτέρων είναι. Αλλ' επί τη υποθέσει ότι [1283b] πάσαι αι ανωτέρω τάξεις υπάρχουν εν μια πόλει, έγκριτοι, πλούσιοι, ευγενείς και άλλο πλήθος πολιτών, άρα γε θα διαμφισβητήται και πάλιν τίνες πρέπει να κατέχουν την κυρίαρχον εξουσίαν, ή ουδεμία επί τούτου διαφωνία θα υπάρχη πλέον; Αναντίρρητος θα ήτο κατ' αρχήν η κρίσις (5) εάν ελέγομεν ότι άρχοντες πρέπει να είναι εν εκάστω πολιτεύματι εκείνοι των οποίων το κύριον πλεονέκτημα επικρατεί· διότι τα πολιτεύματα διαφέρουσιν αλλήλων· ούτω εις τούτο μεν άρχουν οι πλούσιοι, εις εκείνο οι σπουδαίοι άνδρες και ομοίως άλλοι εις έκαστον άλλο. Αλλ' εάν αι ανωτέρω τάξεις υπάρχουν ταυτοχρόνως εν τινι πόλει, οποία πολιτική δύναμις ανήκει εις εκάστην εξ αυτών; Ούτω, (10) εάν οι έχοντες την αρετήν σπουδαίοι πολίται είναι κατ' αριθμόν πάρα πολύ ολίγοι, κατά τίνα τρόπον θα μοιρασθή καλώς μεταξύ τούτων των τόσον ολίγων η κυρίαρχος εξουσία; Ή το «ολίγοι» δέον να κριθή εν σχέσει προς το πολιτικόν έργον, εάν δηλαδή καίτοι ολίγοι έχουν την ικανότητα να διοικώσι καλώς; Ή υπό το «ολίγοι» δέον να εννοήσωμεν τόσοι κατ' αριθμόν, ώστε να εξαρκούν εις πάσας τας ανάγκας ευνομουμένης πόλεως; Επί πλέον όμως εγείρεται και μία άλλη απορία κατά πάντων εκείνων, οίτινες επί της οικείας έκαστοι υπεροχής στηριζόμενοι διεκδικούν τα πολιτικά αξιώματα· (15) ότι τουτέστιν ουδέν κατ' ουσίαν δίκαιον επικαλούνται οι ένεκα του πλούτου των αξιούντες να είναι διαρκώς άρχοντες· και ομοία κατόπιν κατά των ευγενών. Διότι εάν είς εκ των πρώτων είναι πλουσιώτερος όλων ομού των άλλων, ο είς αυτός προφανώς κατά το αυτό δίκαιον θα δικαιούται να κυβερνά όλους ομού τους άλλους. Ομοίως και ο κατά την ευγένειαν υπερέχων θα δικαιούται να κυβερνά πάντας τους (20) επί τη βάσει των δικαιωμάτων του ελευθέρου πολίτου διεκδικούντας τα πολιτικά αξιώματα.
Εις το αυτό καταλήγομεν ομοίως συλλογιζόμενοι και επί των αριστοκρατικών πολιτευμάτων των βασιζομένων επί της αρετής των πολιτών· διότι εάν είς οιοσδήποτε υπερέχη κατά την αρετήν των άλλων, όσοι εν τω πολιτεύματι τούτω είναι σπουδαίοι, κατά το αυτό δίκαιον ούτος πρέπει να κυβερνά πάντας. Αλλά το αυτό δίκαιον εφαρμόζεται και προκειμένου περί του πλήθους, εάν δεχθώμεν ότι αυτό έχει δικαίωμα εις την κυρίαρχον εξουσίαν, διότι, (25) καθ' α ελέχθη, οι πολλοί είναι καλύτεροι των ολίγων. Ούτω, εάν είς ή πλείονες μεν του ενός, ολιγώτεροι όμως των πολλών είναι καλύτεροι των άλλων, αυτοί περισσότερον παρά το πλήθος των πολιτών έχουν δικαίωμα εις την κυρίαρχον εξουσίαν της πόλεως. Εκ τούτων λοιπόν συνάγεται, ότι ουδείς εκ των ανωτέρω όρων του δικαίου είναι ορθός, εφ' εκάστου των οποίων στηρίζοντες έκαστοι τα δικαιώματά των αξιούν αυτοί μεν να άρχουν, (30) πάντες δε οι άλλοι να άρχωνται. Η τοιαύτη όμως αξίωσις είναι ήκιστα ορθή· διότι τόσον προς τους διεκοικούντας την αρχήν της πόλεως ένεκα της αρετής των, όσον και προς τους ένεκα του πλούτου των τα αυτά αξιούντας, δύνανται αι πλειονότητες να αντιτάσσουν το εξής: ότι ουδέν αποκλείει το να είναι οι πολυαριθμότεροι πολίται καλύτεροι των ολίγων, ουχί κατ' άτομον, αλλ' ως σύνολον.
(35) Συνεπώς ομοίως δέον να απαντήσωμεν και προς την ανωτέρω ερώτησιν, την παρά τίνων απορούντων προβαλλομένην, οίτινες ερωτούν εάν ο προτιθέμενος να θεσπίση τους ορθοτάτους των συντακτικών νόμων νομοθέτης πρέπει να αποβλέπη προς το συμφέρον των καλυτέρων πολιτών ή προς το των πλειόνων, όταν ούτοι ως σύνολον λαμβανόμενοι είναι καλύτεροι των άλλων. (40) Υπό το «ορθόν» όμως δέον να εξυπακούηται και το «κατά το ίσον»· το δε «κατά το ορθόν» ίσον πολίτευμα αποβλέπει προς το συμφέρον και ολοκλήρου της πόλεως και προς το κοινόν των πολιτών. Πολίτης δε γενικώς μεν καλείται ο έχων και ασκών το δικαίωμα του άρχειν και άρχεσθαι, [1284a] καθ' έκαστον όμως πολίτευμα δεν λαμβάνεται υπό την αυτήν, αλλ' υπό διάφορον έννοιαν· κατά δε το άριστον εν τέλει πολίτευμα πολίτης είναι ο δυνάμει έχων την ικανότητα και εξ οικείας διαθέσεως προτιθέμενος να άρχηται και να άρχη αποβλέπων προς τον κατ' αρετήν βίον.
Ας υποθέσωμεν όμως ότι υπάρχει εν τινι πόλει πολίτης τις υπερέχων υπερβολικά κατ' αρετήν ή πλείονες μεν του ενός (5) ανεπαρκείς όμως κατ' αριθμόν όπως καταλάβουν πάσας τας διά του πολιτεύματος καθιερωμένας θέσεις αρχόντων, επί πλέον δε ότι η διαφορά της αρετής των τοιούτων είναι τόση, ώστε, είτε πλείονες του ενός είναι αυτοί, είτε είς μόνος, να υπερέχη ασυγκρίτως όλων ομού των άλλων κατά την αρετήν και κατά την πολιτικήν επιστήμην και ικανότητα· εάν λοιπόν υπάρχουν τοιούτοι, ουδόλως οφείλομεν να θεωρήσωμεν αυτούς ως αποτελούντας μέρος πόλεως ίσα δικαιώματα έχοντες με τα άλλα αυτής μέρη, επειδή τότε αυτοί θα είναι οι αδικούμενοι, εάν κρίνωνται ως άξιοι των ίσων με τους άλλους, ενώ τόσον πολύ άνισοι εν συγκρίσει προς αυτούς είναι κατά την (10) αρετήν και την πολιτικήν μεγαλοφυίαν διότι πας τοιούτος προφανές είναι ότι είναι ανάλογος προς θεόν απέναντι των ανθρώπων. Συνεπώς προφανές είναι ότι και η νομοθεσία πρέπει κατ' ανάγκην να αποβλέπη μόνον εις τους κατά το γένος και την πολιτικήν δύναμιν ίσους, επειδή κατά των τοιούτων των καθ' υπερβολήν υπερεχόντων ανδρών δεν ισχύει νόμος· διότι αυτοί είναι νόμος. Και πράγματι γελοίος θα ήτο εκείνος όστις θα (15) απεπειράτο να νομοθετή κατ' αυτών· διότι εις τον τοιούτον νομοθέτην θα έδιδον ούτοι την απάντησιν την οποίαν, ως είπεν ο Αντισθένης, έδωσαν οι λέοντες προς τους λαγωούς δημηγορούντας και αξιούντας ίσα να έχουν πάντες δικαιώματα. Διά την αυτήν δε αιτίαν και τον οστρακισμόν θεσπίζουν αι δημοκρατούμεναι πόλεις, επειδή αυταί υπέρ πάσας τας άλλας θεωρούνται ως κατ' εξοχήν επιδιώκουσαι την ισότητα. (20) Ούτω εξωστράκιζον εκ της πόλεως επί ωρισμένον χρόνον όσους έβλεπον υπερέχοντας των άλλων κατά την πολιτικήν δύναμιν, είτε διότι ήσαν πλούσιοι, είτε διότι είχον πολλούς κομματικούς φίλους, είτε διότι εξ άλλου τινος λόγου ήσαν πολιτικώς ισχυροί. Διά τοιαύτην δε αιτίαν μυθολογείται ότι και οι Αργοναύται εγκατέλειψαν τον Ηρακλέα, διότι ως κατά πολύ υπερέχοντα των άλλων συμπλωτήρων ηρνείτο η Αργώ να τον μεταφέρει (25) μετά των άλλων. Συνεπώς οφείλομεν να δεχθώμεν ότι δεν είναι ορθή η επίκρισις των επί τη τοιαύτη ενεργεία κατακρινόντων το τυραννικόν πολίτευμα και μάλιστα την δοθείσαν συμβουλήν υπό του Περιάνδρου εις τον Θρασύβουλον. Λέγεται δηλαδή ότι προς τον αποσταλέντα, παρά του Θρασυβούλου πρεσβευτήν όπως ζητήση συμβουλήν περί του τρόπου της διοικήσεως των πολιτών προς διατήρησιν του τυραννικού αξιώματος, ο Περίανδρος ρητήν μεν απάντησιν ουδεμίαν έδωσε, οδηγήσας όμως αυτόν εις εσπαρμένον αγρόν (30) ισοπέδωνε την επιφάνειαν του σπαρτού αποκόπτων τας κορυφάς των υπερεχόντων σταχύων. Όθεν, αγνοούντος μεν του πρεσβευτού τον λόγον του γενομένου, αναγγείλαντος όμως το συμβάν, συνεπέρανεν ο Θρασύβουλος ότι διά της τοιαύτης πράξεως ο Περίανδρος υπεδείκνυεν εις αυτόν ότι πρέπει να φονεύη τους υπερέχοντας υπηκόους του. Τούτο λοιπόν το μέτρον όχι μόνον εις τους τυράννους συμφέρει, ουδέ μόνον οι τύραννοι μεταχειρίζονται τούτο, (35) αλλά και εις τα ολιγαρχικά και δημοκρατικά πολιτεύματα επικρατεί ως μέσον αμύνης· διότι ο οστρακισμός την αυτήν δύναμιν έχει, περικόπτων τρόπον τινα και φυγαδεύων τους υπερέχοντας. Το αυτό δε μέσον μετέρχονται και κατά των πόλεων και των εθνών οι καθιστάμενοι κυρίαρχοι της πολεμικής δυνάμεως τούτων· οίον οι μεν Αθηναίοι κατά των Σαμίων και (40) Χίων και των Λεσβίων, τους οποίους, ευθύς ως ισχυροποιηθέντες εξησφάλισαν την ηγεμονίαν, εταπείνωσαν παρά τας συνθήκας· δι' ομοίας δε και ο [1284b] βασιλεύς των Περσών μεθόδου εκωλόβωσε την δύναμιν των Μήδων και των Βαβυλωνίων και πάντων των άλλων, όσοι ήσαν έμπλεοι γενναίου φρονήματος, επειδή υπήρξαν ποτέ και αυτοί ηγεμόνες. Το μέτρον τούτο της αμύνης εις πάντα, και εις αυτά ακόμη τα ορθά πολιτεύματα, είναι εν χρήσει· και τα μεν (5) παρεκβατικά χρησιμοποιούν τούτο προς το ίδιον των κρατούντων συμφέρον, το αυτό όμως συμβαίνει και εις τα πολιτεύματα, των οποίων σκοπός είναι το κοινόν αγαθόν. Σαφή δε απόδειξιν τούτου παρέχει εκτός άλλων και το παράδειγμα των άλλων τεχνών και επιστημών· διότι ούτε ζωγράφος παρά τους κανόνας της συμμετρίας πειράται να ζωγραφίση εικόνα ζώντος ανθρώπου έχοντος μέλος τι του σώματος καθ' υπερβολήν μέγα, έστω και (10) αν τούτο είναι εξαιρετικώς ωραίον, ούτε ναυπηγός να ναυπηγή ασύμμετρον την πρύμναν ή άλλο τι μέρος του πλοίου, ούτε τέλος ο μουσικοδιδάσκαλος νομίζει ορθόν να επιτρέψη να μετέχη του χορού ο καθ' υπερβολήν μεγαλοφωνότερος, και καλλιφωνότερος των άλλων χορευτών. Συνεπώς διά τούτον μεν τον λόγον ουδέν εμποδίζει τους μονάρχας να είναι σύμφωνοι προς τας μη μοναρχουμένας πόλεις, εάν μεταχειρίζωνται το αμυντικόν τούτο μέσον, (15) επειδή ειλικρινώς πιστεύουν ότι το μοναρχικόν πολίτευμα είναι ωφέλιμον εις τας πόλεις των. Διό και το προβαλλόμενον υπέρ του οστρακισμού επιχείρημα περιέχει πολιτικόν τι δίκαιον κατά των ομολογουμένως υπερεχόντων ανδρών. Πάντως όμως θα ήτο προτιμότερον εάν ο νομοθέτης συνέτασσεν ευθύς εξ αρχής κατά τοιούτον τρόπον το πολίτευμα, ώστε να μη παρίσταται ανάγκη χρήσεως τοιούτου θεραπευτικού μέσου·εάν δε παρά παν μέτρον προνοίας συμβή να αναφυή τοιούτος ανήρ, (20) τότε πλέον επιτρέπεται η χρήσις τοιούτου τινός διορθωτικού μέσου, όπως επιτευχθή η διόρθωσις της ασυμμετρίας. Του μέσου όμως τούτου δεν εγίνετο η προσήκουσα ορθή παρά των πόλεων χρήσις· διότι μετεχειρίζοντο τους οστρακισμούς ουχί προς το συμφέρον του οικείου πολιτεύματος, αλλά προς ίδιον κομματικόν όφελος. Ούτω φανερόν καθίσταται ότι εις τα παρεκβατικά ειδικώς πολιτεύματα το μέτρον τούτο είναι ωφέλιμον και δίκαιον, δεν είναι όμως και γενικώς αυτό εξ ίσου δίκαιον. (25) Πολλήν όμως απορίαν παρέχει και τούτο: τι πρέπει να γίνη, αν εν τω αρίστω πολιτεύματι αναφανή ανήρ τις υπερέχων ουχί κατά τα άλλα αγαθά, κατά την ισχύν τουτέστιν ή κατά τον πλούτον ή κατά την πολυφιλίαν, αλλά κατά την αρετήν; Διότι ουδείς βεβαίως θα ισχυρισθή ότι πρέπει τον τοιούτον να εξορίσουν και να απομακρύνουν της πόλεως, (30) αλλ' ούδ' ότι αρμόζει οι άλλοι οι κατώτεροί του να άρχωσι του τοιούτου· διότι μία τοιαύτη αξίωσις δεν θα παρήλλασσεν εκείνης καθ' ην μερίζοντες τα πολιτικά αξιώματα θα απήτουν να άρχωσι του Διός. Υπολείπεται λοιπόν, όπερ και προς το φυσικόν άλλωστε δίκαιον συμβιβάζεται, να πείθωνται πάντοτε προθύμως εις τον τοιούτον, ώστε ισόβιοι βασιλείς θα είναι αυτοί εις τας πόλεις.
Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1989. Αριστοτέλους Πολιτικά. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.
Σχετικά, λοιπόν, για την ύπαρξη της πόλης μπορούμε να πούμε ότι συζητήσαμε σωστά όλες τις απόψεις ή μερικές από αυτές. (25) Αλλά αν πρόκειται να εξασφαλίσουμε την καλή ζωή, πρέπει να συζητήσουμε οπωσδήποτε με μεγάλη προσοχή τα προβλήματα της εκπαίδευσης και της αρετής, όπως είπαμε και προηγουμένως. Κι επειδή ούτε εκείνοι που είναι ίσοι σε κάτι πρέπει να θεωρούνται ίσοι σε όλα, ούτε κι εκείνοι που είναι άνισοι σ' ένα σημείο, πρέπει να είναι άνισοι σε όλα, όλα τα είδη των πολιτευμάτων στα οποία δεν εφαρμόζονται τα παραπάνω αποτελούν παραποιήσεις των κανονικών. (30) Ειπώθηκε ήδη και προηγουμένως ότι όλες οι αξιώσεις αυτών που διεκδικούν τα αξιώματα είναι δίκαιες από κάποιαν άποψη, αλλά όχι κι από όλες τις απόψεις. Οι πλούσιοι έχουν δίκιο, γιατί κατέχουν τη μεγαλύτερη έκταση της γης ―και η χώρα είναι κοινό αγαθό― και στις συναλλαγές τους εμπνέουν περισσότερη εμπιστοσύνη επειδή τηρούν γενικά τις συμφωνίες τους. Οι ελεύθεροι και ευγενείς επειδή η κοινωνική τους θέση τους φέρνει τον ένα κοντά στον άλλο (35) (αφού θεωρούνται αξιολογότεροι πολίτες οι ευγενείς από εκείνους που έχουν ταπεινή καταγωγή και η ευγένεια, σε όλους τους λαούς, είναι αντικείμενο εκτιμήσεως). Άλλος λόγος επίσης είναι ότι είναι φυσικό οι απόγονοι των καλυτέρων να είναι κι αυτοί καλύτεροι από τους άλλους, αφού η ευγενική καταγωγή είναι οικογενειακή αρετή. Επίσης θα πούμε ότι είναι δίκαιες, κατά τη γνώμη μας, οι αξιώσεις, εκείνων, που υποστηρίζουν ότι η αρετή πρέπει να διεκδικήσει πολιτικά δικαιώματα, επειδή νομίζουμε ότι η δικαιοσύνη είναι κοινωνική αρετή, κι ότι είναι ανάγκη να την ακολουθούν οι άλλες αρετές. (40) Αλλά είναι εξ ίσου αληθινό ότι και οι πολλοί μπορούν να εγείρουν διεκδικήσεις κατά των λίγων γιατί εκείνοι που αποτελούν την πλειοψηφία, συγκρινόμενοι στο σύνολό τους με την μειοψηφία είναι πιο δυνατοί, πιο πλούσιοι και καλύτεροι.
[1283b] Συνεπώς, αν υποθέσουμε ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται συγκεντρωμένοι στην ίδια πόλη, κι εννοώ π.χ. τους ενάρετους, τους πλούσιους, τους ευγενείς κι όλο τον άλλο όγκο των πολιτών, θα εγερθεί αμφισβήτηση ποιοι πρέπει να ασκούν την εξουσία ή όχι; (5) Στο καθένα, φυσικά, από τα πολιτεύματα που αναφέραμε, το ποιος πρέπει να κυβερνήσει είναι πάνω από κάθε αμφισβήτηση (αφού αυτοί που θα ασκήσουν κάποια αρχή είναι διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο: Π.χ. ορισμένα αξιώματα ταιριάζουν στους πλούσιους, άλλα στους ενάρετους ανθρώπους και ούτω καθεξής). Αλλ' όμως πρέπει να εξετάσουμε πώς θα κανονίσουμε αυτό το ζήτημα όταν υπάρχουν στην πόλη όλες αυτές οι κατηγορίες του πληθυσμού ταυτοχρόνως. (10) Αν λ.χ. οι ενάρετοι είναι ελάχιστοι, πώς θα μοιράσουμε τ' αξιώματα; Πρέπει να εξετάσουμε το μικρό αριθμό τους συγκριτικά με το έργο που μπορούν να προσφέρουν και να δούμε αν είναι ικανοί να διοικούν την πόλη ή μήπως είναι τόσο πολλοί ώστε να σχηματίσουμε μ' αυτούς μια πόλη; Αλλά παρουσιάζεται μια δυσκολία σχετική με όσους έχουν αξιώσεις πάνω στα αξιώματα και τις τιμές της πολιτείας. (15) Θα μπορούσε να έχει κανείς τη γνώμη ότι δεν έχουν δίκιο όσοι έχουν την αξίωση να κυβερνούν επειδή είναι πλούσιοι. Το ίδιο κι εκείνοι που έχουν ευγενική καταγωγή. Γιατί είναι φανερό, ότι κάποιος που είναι πλουσιώτερος απ' όλους τους άλλους, σύμφωνα μ' αυτό το δίκαιο, θα πρέπει μόνος αυτός απ' όλους να καταλάβει την εξουσία. Το ίδιο θα ήταν δυνατόν να ισχύσει και γι' αυτόν που έχει ανώτερο βαθμό ευγενικής καταγωγής, σχετικά με όσους διεκδικούν αξιώματα σαν ελεύθεροι πολίτες. (20) Το ίδιο θα συμβεί, χωρίς αμφιβολία, στα αριστοκρατικά πολιτεύματα, που στηρίζονται στην αρετή των πολιτών. Γιατί αν κάποιος πολίτης είναι ανώτερος, απ' όλους που θεωρούνται σπουδαίοι σ' αυτό το πολίτευμα, αυτός πρέπει να κυβερνήσει σύμφωνα με το ίδιο δίκαιο. Αλλά κι αν σύμφωνα μ' αυτήν την αρχή και το πλήθος πρέπει να κατέχει την εξουσία, (25) αφού οι πολλοί είναι ισχυρότεροι από τους λίγους. Αν όμως ένας ή περισσότεροι γίνουν ισχυρότεροι από τους πολλούς, αυτοί πρέπει να κατέχουν την εξουσία κι όχι το πλήθος.
Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν καθαρά ότι κανένα από τα επιχειρήματα εκείνων που έχουν την αξίωση να καταλάβουν οι ίδιοι την εξουσία κι οι άλλοι να γίνουν υπήκοοί τους, δεν είναι ορθό. (30) Γιατί σ' εκείνους που έχουν την αξίωση να είναι κυρίαρχοι του πολιτεύματος για την αρετή τους, και σ' εκείνους που έχουν την ίδια αξίωση για τα πλούτη τους, οι λαϊκές μάζες θα μπορούσαν να αντιτάξουν μια σωστή δικαιολογία: τίποτε δεν εμποδίζει κάποτε το πλήθος να είναι καλύτερο και πλουσιώτερο από τους λίγους, θεωρούμενο όχι σαν άτομα ξεχωριστά, αλλά σαν σύνολο: (35) Αυτό μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε με τον ακόλουθο τρόπο την ζητημένη απορία που διατυπώνουν μερικοί: εκφράζουν δηλ. κάποιοι την απορία αν ο νομοθέτης που θέλει να θεσπίσει τους πιο δίκαιους νόμους, πρέπει να νομοθετήσει σύμφωνα με το συμφέρον των καλύτερων ή των περισσότερων, όταν αντιμετωπίζει το παραπάνω δίλημμα. (40) Η λέξη «δίκαιο» πρέπει να σημαίνει «δίκαιο σύμφωνα με την ισότητα» και αυτό που είναι «δίκαιο σύμφωνα με την ισότητα» πρέπει ν' αποβλέπει στο κοινό συμφέρον της πόλης και το κοινό συμφέρον των πολιτών. Πραγματικά πολίτης, είναι εκείνος που κυβερνά και κυβερνιέται με τη σειρά του, [1284a] αλλά η θέση του ποικίλλει ανάλογα με κάθε πολιτικό σύστημα, αλλά στο καλύτερο από όλα είναι εκείνος που μπορεί να εκλέγει ελεύθερα να κυβερνιέται και να κυβερνά ζώντας μια ζωή σύμφωνη με την αρετή.
Όμως, αν υπάρχει ένας, ή περισσότεροι, (5) αλλά όχι αρκετοί για να συμπληρώσουν όλα τα αξιώματα της πόλης, που η ανωτερότητά τους στην αρετή δεν μπορεί να συγκριθεί με την αρετή ή την πολιτική δύναμη όλων μαζί των άλλων, είτε είναι περισσότεροι είτε ένας μονάχα, δεν πρέπει να τους περιλάβουμε στους πολίτες της πόλης. Γιατί θα τους αδικήσουμε, αναγνωρίζοντάς τους δικαιώματα ίσα, (10) ενώ η αρετή και η πολιτική ικανότητά τους τους καθιστούν άνισους. [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει τμήμα του κειμένου]. Απ' αυτό συμπεραίνουμε ότι η νομοθεσία αφορά αναγκαστικά στους ίσους και ως προς την γέννηση και την πολιτική δύναμη, ενώ για τέτοιες ανώτερες προσωπικότητες δεν υπάρχει νόμος. Αφού οι ίδιοι είναι νόμος. Και θα ήταν γελοίο να προσπαθήσει να κάμει νόμους εναντίον τους. (15) Θα μπορούσαν τότε αυτοί να δώσουν την ίδια απάντηση που, όπως λέει ο Αντισθένης, έδωσαν τα λιοντάρια στους λαγούς όταν δημηγορούσαν και απαιτούσαν να έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα.
Για το λόγο αυτό οι δημοκρατικές πολιτείες θεσπίζουν τον εξοστρακισμό. Αυτές δηλ. οι πόλεις επιδιώκουν πάνω απ' όλα την ισότητα, (20) κι έτσι αυτούς που υπερείχαν και ασκούσαν επιρροή με τα πλούτη ή την απόκτηση πολλών πολιτικών φίλων ή κάποιαν άλλη πολιτική ισχύ, τους εξοστράκιζαν και τους εξόριζαν από την πόλη ορισμένο χρονικό διάστημα. Η μυθολογία αναφέρει ότι για την ίδια αιτία εγκατάλειψαν οι Αργοναύτες τον Ηρακλή: το πλοίο «Αργώ» αρνήθηκε να τον μεταφέρει μαζί με τους άλλους, (25) επειδή ήταν πολύ ανώτερος από το άλλο πλήρωμα. Γι' αυτό δεν πρέπει να νομίζουμε απόλυτα σωστές τις επικρίσεις κατά του τυραννικού πολιτεύματος και τη συμβουλή του Περιάνδρου στον Θρασύβουλο. (Λέγεται δηλ. ότι ο Περίανδρος δεν είπε τίποτε στον κήρυκα που ήρθε να ζητήσει τη συμβουλή του, (30) αλλά περιορίστηκε στο να κόψει τα κεφάλια των σταχυών που ήταν πιο ψηλά για να ισοπεδώσει έτσι το χωράφι. Ο κήρυκας, που δεν κατάλαβε τη σημασία αυτής της χειρονομίας, ανέφερε το γεγονός στον Θρασύβουλο, που αντελήφθηκε ότι έπρεπε να σκοτώσει τους ανθρώπους που ήταν ανώτεροι από τους άλλους).
Πραγματικά αυτή η μέθοδος δε συμφέρει μονάχα τους τυράννους, ούτε την χρησιμοποιούν μονάχα οι τύραννοι, (35) αλλά το ίδιο συμβαίνει και στα ολιγαρχικά και τα δημοκρατικά καθεστώτα. Γιατί ο εξοστρακισμός φέρνει, τρόπον τινά, το ίδιο αποτέλεσμα, να ξεκόβει δηλ. από τους άλλους και να εξορίζει τους ανώτερους ανθρώπους. Το ίδιο κάνουν ακόμη και στις πόλεις και τα έθνη εκείνοι που κατέχουν την εξουσία: Οι Αθηναίοι π.χ. έκαμαν το ίδιο στους κάτοικους της Σάμου, της Χίου και της Λέσβου (40) (αφού μόλις εξασφάλισαν την κυριαρχία τους, τους ταπείνωσαν παραβιάζοντας τις συνθήκες). [1284b] Κι ο βασιλιάς των Περσών αποδεκάτισε πολλές φορές τους Μήδους και τους Βαβυλώνιους και τους άλλους λαούς που είχε υποτάξει, επειδή ήταν πολύ περήφανοι για την ισχύ που είχαν κάποτε.
Ο τρόπος αυτός της άμυνας εφαρμόζεται από όλα τα πολιτεύματα κι απ' αυτά που θεωρούνται σωστά. (5) Γιατί τα από παρέκκλιση του κανόνα σχηματισμένα πολιτεύματα, εφαρμόζουν αυτή τη μέθοδο φροντίζοντας για το δικό τους συμφέρον, αλλά με τον ίδιο τρόπο ενεργούν και τα συστήματα που αποβλέπουν στο συμφέρον του συνόλου. Είναι φανερό ότι το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες τέχνες και επιστήμες: Γιατί ούτε ο ζωγράφος θ' αφήσει ένα άτομο που ζωγραφίζει με το ένα πόδι υπερβολικά μεγάλο, έστω κι αν έχει ξεχωριστή ομορφιά, γιατί ζημιώνει τη συμμετρία του συνόλου, (10) ούτε ο ναυπηγός την πρύμνη ή άλλο μέρος του πλοίου να ξεπεράσει τον κανόνα της συμμετρίας, ούτε ο μαέστρος μιας χορωδίας, θα αφήσει να τραγουδά μαζί με τα άλλα μέλη της εκείνον που έχει την πιο δυνατή και πιο γλυκειά φωνή.
Τίποτε, λοιπόν, δεν εμποδίζει τους μονάρχες να συμφωνούν απόλυτα με τις πόλεις τους, (15) όταν η μέθοδος αυτή ενισχύει και τη δική τους δύναμη και εξυπηρετεί συγχρόνως και το συμφέρον της πόλης των. Επομένως, όσον αφορά τις ανεγνωρισμένες προσωπικότητες, η επιχειρηματολογία υπέρ του εξοστρακισμού, έχει κάποια πολιτική δικαίωση. Θα ήταν ίσως προτιμότερο, ο νομοθέτης να τακτοποιήσει από την αρχή το πολιτικό του σύστημα έτσι ώστε να μην έχει ανάγκη από τέτοια θεραπεία. Μα «στο δεύτερο ταξίδι, αν γίνει», όπως λέει κι η παροιμία, υπάρχει τρόπος να διορθωθεί το σύστημα. (20) Κάτι τέτοιο όμως δε θα μπορούσε να συμβεί σχετικά με τις πόλεις. Γιατί οι κυβερνήτες δεν αποβλέπανε στο συμφέρον της δικής τους πολιτείας αλλά στο κομματικό τους όφελος χρησιμοποιώντας τον εξοστρακισμό. Και στα κατά παρέκκλιση πολιτεύματα, είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η μέθοδος και συμφέρει και δίκαιη είναι, αλλά χωρίς αμφιβολία δεν είναι δίκαιη σύμφωνα με τη σωστή σημασία του όρου. (25) Όμως η χρησιμοποίησή του στην τέλεια πολιτεία γεννά πολλές απορίες: Όταν παρουσιασθεί ένας πολίτης όχι μόνον ανώτερος στα άλλα αγαθά, δηλ. στην πολιτική δύναμη, τα πλούτη και τους πολυάριθμους κομματικούς φίλους, αλλά στην αρετή, τι πρέπει να κάνουμε; Γιατί βέβαια δεν μπορούμε να πούμε ότι πρέπει να τον εξοστρακίσουμε και να τον εξορίσουμε σ' άλλο μέρος, (30) ούτε όμως και να τον αφήσουμε να καταλάβει την εξουσία, αφού αυτό θα έμοιαζε σα να έχουμε την αξίωση ο Δίας να μοιρασθεί μαζί μας τα αξιώματα. Δε μας απομένει, λοιπόν, παρά εκείνο που είναι και πιο φυσικό, να υπακούουμε όλοι ευχαρίστως σ' ένα τέτοιο άντρα, κι έτσι άνθρωποι όμοιοι μ' αυτόν θα είναι σ' όλη τους τη ζωή βασιλιάδες στις πόλεις.