Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ. Αριστοτέλης. Πολιτικά. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Διό όχι μόνον την προειρημένην απορίαν δύναται τις να επιλύση διά τούτων, αλλά και την αμέσως μετ' αυτής συναπτομένην, ποία τουτέστι των κυριαρχικών δικαιωμάτων δέον να έχουν οι ελεύθεροι και το πλήθος των πολιτών (τοιούτοι δε είναι όσοι, μήτε (25) πλούσιοι μήτε αξίωμά τι κατά κληρονομικήν ευγένειαν, ή κατ' άλλο προτέρημα έχουν). Ούτω, το να μετέχουν αυτοί των μεγίστων αρχών δεν παρέχει ασφάλειαν· διότι επιρρεπείς όντες εις την αδικίαν και τας παραλόγους πράξεις κατ' ανάγκην αυτοί εις τα μεν θα αδικούν, εις τα δε θα παρεκτρέπωνται· αλλ' άφ ετέρου επίφοβον είναι να μη παραχωρήται εις αυτούς το δικαίωμα να μετέχουν της εξουσίας· διότι όταν οι πολλοί είναι εστερημένοι πολιτικής τιμής και πένητες, (30) κατ' ανάγκην η πόλις αύτη είναι πλήρης πολεμίων: Υπολείπεται λοιπόν ότι πρέπει να μετέχουν ούτοι του βουλεύεσθαι και κρίνειν. Διά τούτο δε ακριβώς και ο Σόλων και τινές των άλλων νομοθετών παρέχουν μεν εις τον λαόν το δικαίωμα συμμετοχής εις τας αρχαιρεσίας και εις τον έλεγχον των αρχόντων, δεν επιτρέπουν όμως την κατά μόνας άσκησιν ουδεμιάς αρχής εις τινα του πλήθους. Διότι οι πολλοί, ως σύνολον, (35) έχουν επί το αυτό συνερχόμενοι ικανήν αίσθησιν και αναμιγνυόμενοι με τους καλυτέρους, ωφελιμώτεροι γίνονται εις τας πόλεις, ως ακριβώς και η μη καθαρά τροφή αναμιγνυομένη μετά της καθαράς καθιστά το όλον μίγμα χρησιμώτερον ή η ολίγη καθαρά· κεχωρισμένως όμως έκαστος ατελώς κατ' άτομον κρίνει. Η πρώτη δε απορία την οποίαν το πολιτικόν τούτο σύνταγμα εγείρει, (40) είναι ότι θα εβασίζετο επί της υποθέσεως ότι ομοίως αγαθός κριτής είναι και εκείνος όστις θα έκρινε τις ιάτρευσεν ορθώς και ο ιατρός, του οποίου έργον είναι να ιατρεύση και να καταστήση υγιά τον καταπονούμενον εκ της κατεχούσης αυτόν νόσου· το αυτό δε δύναται εν προκειμένω να εκταθή και [1282a] επί των άλλων τεχνών και συστημάτων γνώσεων. Αλλ' όμως ως ο ιατρός πρέπει να δίδη ευθύνας εις τους ιατρούς, ούτω και οι άλλοι εις τους ομοίους. Αλλ' ιατρός είναι και ο εμπειρικώς ασκών την τέχνην ταύτην και ο επιστήμων και τρίτος ο περί την τέχνην ταύτην πεπαιδευμένος (διότι υπάρχουν (5) μερικοί τοιούτοι και περί τας άλλας γενικώς πάσας τας τέχνας, αναγνωρίζομεν δε το δικαίωμα του κρίνειν ουδέν ήττον εις τους πεπαιδευμένους περί τέχνην τινα ή εις τους επιστήμονας ταύτης). Ομοίως, ούτως έχει και προκειμένου περί της εκλογής των αρχόντων· διότι και το να εκλέξη τις ορθώς είναι έργον των ειδημόνων· ούτω προκειμένου να εκλεγή γεωμέτρης αρμόδιοι να εκλέξουν τούτον είναι οι γεωμέτραι, προκειμένου να εκλεγή κυβερνήτης πλοίου, (10) αρμόδιοι είναι οι κυβερνήται πλοίων· διότι και εάν περί ωρισμένων έργων και τεχνών έχουν γνώσιν τινα και ιδιώται, όμως η γνώσις αύτη δεν είναι όση η των ειδικών. Συνεπώς επί τη βάσει του συλλογισμού τούτου δεν θα έπρεπε να κατασταθή το πλήθος κυρίαρχον ούτε επί των αρχαιρεσιών ούτε επί του ελέγχου των αρχόντων. Αλλ' ίσως πάντα ταύτα δεν λέγονται ορθώς, (15) και διά τον προειρημένον λόγον, εάν το πλήθος δεν είναι σύνολον ανδραπόδων (θα είναι δηλαδή έκαστος μεν ατομικώς κριτής χείρων των ειδότων, άπαντες όμως εν συνόλω επί το αυτό συνελθόντες ή καλύτεροι ή ουχί χείρονες των ειδότων), αφ' ετέρου δε διότι περί ωρισμένων πραγμάτων ή πράξεων, ούτε μόνον ο κατασκευαστής ούτε και άριστα ούτος θα έκρινεν, ή οι γνωρίζοντες τα έργα ταύτα, αλλά μη κατέχοντες την τέχνην· επί παραδείγματι, (20) προκειμένου περί οικίας η γνώσις αυτής δεν ανήκει μόνον εις τον κατασκευάσαντα, αλλά και καλύτερον περί αυτής θα κρίνη ο χρησιμοποιών ταύτην, (χρησιμοποιεί δε ταύτην ο οικονόμος), και καλύτερον γνωρίζει το πηδάλιον ο κυβερνήτης του πλοίου ή ο κατασκευάζων τούτο τέκτων, και το συμπόσιον ο δαιτυμών και ουχί ο μάγειρος. Και αύτη μεν η απορία δύναται τις να συμπεράνη ότι ούτω λύεται ικανοποιητικώς. Υπάρχει όμως άλλη συνακολουθούσα ταύτην· (25) φαίνεται δηλονότι άτοπον να είναι επί των μειζόνων κυρίαρχοι οι κατωτέρας ποιότητος πολίται ή οι έγκριτοι, ο δε έλεγχος και η εκλογή των αρχόντων είναι τα σπουδαιότατα, ταύτα δε εις ωρισμένας, ως ελέχθη, πολιτείας ανατίθενται εις τον λαόν, διότι πάντων τούτων κυρίαρχος είναι η εκκλησία του δήμου· και μολοντούτο της μεν εκκλησίας του δήμου μετέχουν και (30) διασκέπτονται περί των κοινών και δικάζουν από των κατωτάτων τιμημάτων και της τυχούσης ηλικίας πολίται, ταμίαι όμως και στρατηγοί και των λοιπών ανωτάτων αξιωμάτων λειτουργοί καθίστανται μόνον οι των μεγάλων τιμημάτων πολίται. Αλλά καθ' όμοιον τρόπον θα ηδύνατο τις να επιλύση και ταύτην την απορίαν ― διότι και ο θεσμός ούτος έχει ίσως ορθώς· διότι ούτε ο δικαστής, ούτε ο βουλευτής, ούτε το μέλος της εκκλησίας του δήμου (35) είναι άρχων, αλλά το δικαστήριον και η βουλή και ο δήμος, έκαστος δε των απαρτιζόντων απλούν μόριον είναι, λέγω δε μόριον τον βουλευτήν, το μέλος της εκκλησίας του δήμου και τον δικαστήν. Ώστε δικαίως κυρίαρχον επί των μειζόνων καθίσταται το πλήθος και ο δήμος και η βουλή και το δικαστήριον εκ πολλών απαρτίζονται και το τίμημα (40) πάντων τούτων είναι μεγαλύτερον ή το τίμημα των καθ' ένα και κατ' ολίγους αρχόντων τας μεγάλας αρχάς. Και ταύτα μεν επαρκώς [1282b] οπωσδήποτε διηυκρινίσθησαν· η δε κατά πρώτον διατυπωθείσα απορία ουδέν έτερον καθιστά ούτω φανερόν, ως το ότι πρέπει οι νόμοι ορθώς κείμενοι να είναι οι κυρίαρχοι, οι δε άρχοντες, είτε είς είτε περισσότεροι είναι, επί τούτων να είναι κυρίαρχοι, εφ' όσον αδυνατούν επακριβώς να ορίζουν οι νόμοι, (5) λόγω του ότι δεν είναι εύκολον εν τη γενική αποφάνσει του νόμου να ορίζηται λεπτομερώς και επί πάντων η θέλησις τούτου. Οποίοι όμως πρέπει να είναι οι ορθώς κείμενοι νόμοι, ουδέν μέχρι τούδε εδηλώθη, αλλ' εξακολουθεί να παραμένη η εν αρχή απορία· άλλωστε και ασχέτως τούτου, αν και κατ' ανάγκην όμοιοι κατά ποιόν προς το ποιόν της πολιτείας θα είναι και οι νόμοι, φαύλοι ή σπουδαίοι, δίκαιοι η άδικοι, (10) φανερόν είναι βεβαίως, ότι πρέπει να είναι οι νόμοι σύμφωνοι προς τας θεμελιώδεις αρχάς του πολιτεύματος· αλλ' εάν αληθεύη τούτο, είναι φανερόν ότι οι κατά τα ορθά πολιτεύματα νόμοι κατ' ανάγκην είναι δίκαιοι, οι δε κατά τα παρεκβατικά κατ' ανάγκην ουχί δίκαιοι.

Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1989. Αριστοτέλους Πολιτικά. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.

Με τέτοιους συλλογισμούς θα διευκολυνόμαστε να λύσουμε την προηγούμενη απορία κι αυτήν που αποτελεί λογική συνέπεια της: Ποια πρέπει να είναι τα κυριαρχικά δικαιώματα των ελεύθερων ανθρώπων και του πλήθους των πολιτών; (Και τέτοιοι είναι εκείνοι που δεν είναι πλούσιοι, (25) και δεν φημίζονται καθόλου για την αρετή τους). Το να μετέχουν στα μεγαλύτερα αξιώματα είναι επικίνδυνο (αφού από έλλειψη εντιμότητας και φρονιμάδας, μπορεί να διαπράξουν αδικίες ή να κάμουν σφάλματα). Αλλά το να μη μετέχουν πάλι και να μη μπορούν να ζυγώσουν την εξουσία είναι φοβερό. (30) Γιατί η πόλη στην οποία υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στερημένοι των πολιτικών δικαιωμάτων και φτωχοί, είναι αναπόφευκτα γεμάτη από εχθρούς. Στην περίπτωση αυτή η μόνη λύση είναι να μετέχουν στη βουλή και στα δικαστήρια. Γι' αυτό δίκαια ο Σόλων και μερικοί άλλοι νομοθέτες τούς επιτρέπουν να μετέχουν ομαδικά, στην εκλογή των αρχόντων και στις λογοθεσίες τους, χωρίς να τους επιτρέπουν να ασκούν ατομικά την εξουσία. (35) Γιατί αν ενωθούν όλοι μαζί αποκτούν ικανοποιητικό πολιτικό αισθητήριο κι αναμιγνυόμενοι με τους καλύτερους πολίτες ωφελούν τις πολιτείες, όπως ένα μη καθαρό τρόφιμο ανακατεμένο μ' ένα καθαρό κάμνει όλη την τροφή πιο χρήσιμη από τη λίγη. Το κάθε άτομο όμως χωριστά δε μπορεί παρά να εκφέρει ατελή γνώμη.

Όμως μια τέτοια τακτοποίηση της πολιτείας προκαλεί πρώτα–πρώτα την εξής απορία: (40) Μπορεί να σκεφθεί κάποιος ότι αρμόδιος για να κρίνει αυτόν που έκαμε σωστή θεραπεία, είναι εκείνος που έχει γιατρέψει κι έχει κάμει καλά τον άρρωστο από την αρρώστια για την οποία γίνεται λόγος. Κι αυτός είναι ο γιατρός. [1282a] Το ίδιο συμβαίνει και με τις άλλες τέχνες και για κάθε τι όπου είναι απαραίτητη η εμπειρία. Όπως δηλ. ο γιατρός πρέπει να λογοδοτεί σε γιατρούς, έτσι κι άλλοι πρέπει να δίνουν λόγο στους ομότεχνούς τους. Στον όρο «γιατρός» δεν περιλαμβάνεται μονάχα ο επιστήμονας, αλλά κι αυτός που έχει κάμει πρακτική εξάσκηση, «ο αρχιτεχνίτης», και τρίτος κατά σειρά, ο άνθρωπος που έχει κάποιαν ιδέα ιατρικής. (5) Γιατί οι ερασιτέχνες αυτού του είδους υπάρχουν σ' όλες σχεδόν τις τέχνες. Κι αναγνωρίζουμε ίσο δικαίωμα κρίσεως τόσο στους καλλιεργημένους ερασιτέχνες όσο και στους επαγγελματίες γιατρούς.

Έπειτα θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ίδιες αρχές ισχύουν και στις εκλογές, αφού η ορθή εκλογή είναι έργο των ειδικών, όπως π.χ. όσοι έχουν γνώσεις γεωμετρίας να εκλέγουν ένα γεωμέτρη κι οι κυβερνήτες πλοίων τον πλοίαρχο. (10) Και μολονότι σε μερικές δουλειές και τέχνες, έχουν δικαίωμα ψήφου και μερικοί ιδιώτες, η γνώμη τους δεν έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από τη γνώμη των ειδικών. Σύμφωνα, επομένως, μ' αυτό το συλλογισμό, δε θα έπρεπε ν' αφήνουμε το λαό να πρωταγωνιστεί ούτε στις εκλογές των αρχόντων, ούτε στην εκτίμηση των ευθυνών τους.

(15) Ίσως όμως όλα αυτά τα επιχειρήματα να μην είναι σωστά, πρώτα–πρώτα για το λόγο που είπαμε παραπάνω, ότι δηλ. η νοοτροπία του λαού δεν είναι πολύ δουλική (αφού ο καθένας απομονωμένος από τους άλλους, θα είναι βέβαια, κατώτερος από τους ειδικούς, αν όμως συγκεντρωθούν όλοι μαζί θα είναι καλύτεροι κριτές ή τουλάχιστον όχι χειρότεροι από τους ειδικούς) κι ακόμη επειδή, όσον αφορά μερικά πράγματα, εκείνος που τα κατασκευάζει δεν είναι ο μόνος κι ο καλύτερος κριτής. Υπάρχουν δηλ. τέχνες των οποίων τα προϊόντα μπορούν να τα εκτιμήσουν κι αυτοί που δεν τα άσκησαν πρακτικά: (20) Ένα σπίτι π.χ. δεν μπορεί να το κρίνει μονάχα εκείνος που το έχτισε, αλλά θα το εκτιμήσει καλύτερα εκείνος που θα το χρησιμοποιήσει (και το χρησιμοποιεί ο αρχηγός της οικογένειας). Επίσης κι ένας πλοίαρχος θα κρίνει καλύτερα ένα τιμόνι από τον κατασκευαστή του, και τα φαγητά ενός συμποσίου όσοι θα συμμετάσχουν σ' αυτό κι όχι ο μάγειρος.

Η λύση, λοιπόν, της παραπάνω απορίας, θα φανεί χωρίς αμφιβολία ικανοποιητική. Αλλά παρουσιάζεται μια άλλη στενά συνυφασμένη μ' αυτήν: (25) φαίνεται δηλ. ανόητο οι μετριότητες να παίρνουν τελεσίδικες αποφάσεις για θέματα πολύ ενδιαφέροντα κι όχι οι ξεχωριστοί πολίτες. Γιατί, φυσικά, οι λογοδοσίες των αρχόντων και οι εκλογές για την κατάληψη αξιωμάτων είναι σοβαρότατα ζητήματα. Κι αυτά, όπως είπαμε, μερικές πολιτείες, τα παραχωρούν στο λαό, αφού η εκκλησία του δήμου ασκεί κυριαρχική εξουσία σ' όλα αυτά. Βέβαια, όλα τα μέλη αυτής της συνέλευσης, για να έχουν το δικαίωμα να παίρνουν αποφάσεις και να δικάζουν, (30) πρέπει να έχουν, άσχετα με την ηλικία κάποια μέτρια περιουσία. Αλλά για να γίνουν ταμίες και στρατηγοί, ή για να καταλάβουν τα πιο υψηλά αξιώματα, πρέπει να έχουν μεγάλα εισοδήματα.

Με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να λύσει κανείς κι αυτή την απορία επειδή ίσως έχει τεθεί σωστά. Γιατί στην πραγματικότητα ούτε ο δικαστής, ούτε ο βουλευτής, ούτε το μέλος της εκκλησίας του δήμου ασκούν την εξουσία, (35) αλλά τα δικαστήρια, η βουλή κι ο λαός. Ο καθένας απ' αυτούς που αναφέραμε είναι ένα μικρό μόριο των διαφόρων αρχών. (Εννοώ δε λέγοντας μόριο τον βουλευτή, το μέλος της εκκλησίας του δήμου και τον δικαστή). Ώστε είναι δίκαιο οι πολλοί να αποφασίζουν κυριαρχικά για τα πιο σοβαρά ζητήματα, αφού από τους πολλούς αποτελούνται ο λαός, η βουλή και τα δικαστήρια. (40) Και το γενικό εισόδημα όλων αυτών μαζί είναι μεγαλύτερο από το εισόδημα του καθενός χωριστά κι από το εισόδημα των λίγων που έχουν το δικαίωμα να ανέρχονται στα πιο μεγάλα αξιώματα.

[1282b] Τα παραπάνω ας θεωρηθούν τακτοποιημένα μ' αυτό τον τρόπο. Όσο για το θέμα που θεωρήσαμε πρωταρχικό, είναι προφανές ότι άλλη λύση δεν υπάρχει, εκτός από το να καταστήσουμε κυρίαρχους της πόλης τους καλώς κειμένους νόμους. Και ο άρχοντας (είτε είναι ένας, είτε περισσότεροι) πρέπει να παίρνει αποφάσεις (5) μόνο στις περιπτώσεις που οι νόμοι δεν είναι δυνατό να καθορίζουν με ακρίβεια, γιατί δεν είναι εύκολο να νομοθετήσει κανείς για όλα. Πάντως το ποιοι πρέπει να είναι ο νόμοι που τους χαρακτηρίζουμε «ορθώς κειμένους» δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμη κι έτσι η αρχική απορία μας παραμένει άλυτη. Εξάλλου, όπως τα πολιτεύματα, αναγκαστικά και οι νόμοι πρέπει να είναι κακοί ή καλοί, δίκαιοι ή άδικοι. (10) Αλλά το εξής είναι φανερό: οι νόμοι στα κανονικά πολιτεύματα πρέπει αναγκαστικά να είναι δίκαιοι, σ' αυτά όμως που αποτελούν παρέκκλισή τους, δεν είναι δυνατό να είναι δίκαιοι.