Μτφρ. Β. Καλαμπαλίκης. 1975. Ξενοφώντος Κύρου Παιδεία. Αρχαίο κείμενο, μετάφραση, σημειώσεις. Εισαγωγή Ν. Μπουγάς. Αθήνα: Πάπυρος.

Καθώς πέρασαν έτσι τα χρόνια, ο Κύρος, γέρος πια, γυρίζει στην Περσία για έβδομη φορά από τότε που έγινε βασιλιάς. Ο πατέρας και η μητέρα του, όπως ήταν φυσικό, είχαν πεθάνει από καιρό. Ο Κύρος τέλεσε τις καθιερωμένες θυσίες και σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα έθιμα μπήκε πρώτος στο χορό των Περσών και μοίρασε δώρα σ' όλους, όπως συνήθιζε. Μετά κοιμήθηκε στα ανάκτορα και είδε το παρακάτω όνειρο. Του φάνηκε ότι παρουσιάστηκε μπροστά του κάποιος ανώτερος από άνθρωπο και του είπε: Ετοιμάσου Κύρε, γιατί όπου νάναι φεύγεις για τους θεούς. Μόλις είδε αυτό το όνειρο, ξύπνησε και ήταν σχεδόν σίγουρος ότι πλησίαζε πια το τέλος της ζωής του. Τότε πήρε αμέσως σφάγια και θυσίασε στον πατέρα Δία, στον Ήλιο και στους άλλους θεούς πάνω στα υψώματα, όπως θυσιάζουν οι Πέρσες, κάνοντας την ακόλουθη προσευχή: Θεέ των πατέρων μου Δία, και Ήλιε, και όλοι οι θεοί, δεχτείτε αυτές τις θυσίες ως επισφράγιση για τις πολλές και καλές μου πράξεις, καθώς και ως ευχαριστήρια γιατί μου φανερώσατε με τις θυσίες, με τα ουράνια σημεία, με τις οιωνοσκοπίες και τις μαντείες, τι έπρεπε να κάνω και τι να αποφεύγω. Σας οφείλω επίσης μεγάλη ευγνωμοσύνη, γιατί κι εγώ γνώριζα το δικό σας για μένα ενδιαφέρον και σε καμιά περίπτωση στις επιτυχίες μου δέν ξέχασα ότι είμαι άνθρωπος. Σας παρακαλώ και τώρα να χαρίσετε ευτυχία στα παιδιά μου, στη γυναίκα μου, στους φίλους και στην πατρίδα μου, καθώς και σε μένα ένα θάνατο αντάξιο με τη ζωή που μου δώσατε. Ο Κύρος μετά απ' αυτά γύρισε σπίτι του· του φάνηκε πως θέλησε ν' αναπαυτεί κι έπεσε στο κρεβάτι. Στην κατάλληλη ώρα ήρθαν οι αρμόδιοι και του είπαν να κάνει το λουτρό του. Εκείνος τους απάντησε ότι με ευχαρίστηση θα συνέχιζε την ανάπαυση. Την ώρα του δείπνου οι υπεύθυνοι ετοίμασαν το τραπέζι· όμως δεν είχε όρεξη για φαγητό, του φαινόταν μόνο ότι διψούσε και ήπιε με προθυμία.

Μτφρ. Σ. Τζουμελέας. χ.χ. Ξενοφών. Κύρου Παιδεία. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Ι–IV. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Αφού έτσι πέρασε ο καιρός, επήγε ο Κύρος γέρος πια για έβδομη φορά στη Περσία, αφότου κατέκτησε τη βασιλεία. Ο πατέρας του και η μητέρα του προ πολλού βέβαια, όπως ήταν φυσικό, είχαν πεθάνει. Ο Κύρος πρόσφερε τις συνηθισμένες θυσίες, έκαμε την αρχή του χορού μεταξύ των Περσών, σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα έθιμα, και μοίρασε σ' όλους δώρα, όπως συνήθιζε να κάνη. Όταν δε κοιμήθηκε στα ανάκτορα, είδε το εξής όνειρο: Του φάνηκε ότι τον πλησίασε κάποιος ψηλότερος από τους συνηθισμένους ανθρώπους και του είπε «Ετοιμάσου, Κύρε, γιατί τώρα θα πας στους θεούς». Μόλις είδε το όνειρο αυτό, εξύπνησε και ενόμιζε ότι σχεδόν γνωρίζει πως έφτασε το τέλος της ζωής του. Αμέσως λοιπόν επήρε τα ζώα που προωρίζοντο για τη θυσία, πρόσφερε θυσία στον προστάτη των προγόνων του Δία, στον Ήλιο και στους άλλους θεούς επί της Ακροπόλεως, όπως συνηθίζουν να προσφέρουν τις θυσίες τους οι Πέρσες, και έκαμε την εξής προσευχή: «Δία προστάτη των προγόνων μου και Ήλιε και όλοι οι άλλοι θεοί, δεχθήτε τις θυσίες αυτές, και ως ευχαριστήριες για τις πολλές και μεγάλες πράξεις μου, και ως θυσίες ευγνωμοσύνης γιατί μου φανερώνατε, και με τα σφάγια των θυσιών και με σημεία του ουρανού και με οιωνούς και με μαντείες, όσα έπρεπε να κάνω και όσα δεν έπρεπε. Πολύ σας ευγνωμονώ, γιατί και εγνώριζα πως φροντίζετε για μένα, και ποτέ δεν περηφανεύτηκα για την ευτυχία μου. Σας παρακαλώ και τώρα να δώσετε στα παιδιά μου, στη γυναίκα μου και στους φίλους μου ευτυχία, και σε μένα δώσετε να πεθάνω ευτυχής όπως και έζησα ευτυχισμένος». Ο Κύρος λοιπόν αφού έκαμε αυτά και γύρισε στο παλάτι του, επιθύμησε να κοιμηθή, και κοιμήθηκε. Όταν ήταν καιρός, παρουσιάστηκαν οι ωρισμένοι γι' αυτό το σκοπό, και του είπαν ότι πρέπει να λουστή. Εκείνος τους απάντησε ότι με ευχαρίστηση αναπαύεται. Εκείνοι πάλι που υπηρετούσαν στο τραπέζι, όταν ήταν καιρός, ετοίμασαν το τραπέζι, αλλ' αυτός δε θέλησε να φάη, ενόμισε όμως ότι διψούσε και ήπιε με μεγάλη ευχαρίστηση.