Μτφρ. Γ.Δ. Ζευγώλης. 1979. Ξενοφώντος Κύρου Ανάβασις, Η κάθοδος των Μυρίων. Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις. Αθήνα: ΟΕΔΒ.

Κατόπι συγκεντρώθηκε ο στρατός, κι έλεγαν όλοι να εκλέξουν έναν αρχηγό. Μόλις πήραν αυτή την απόφαση, πρότειναν τον Ξενοφώντα. Κι επειδή φαινόταν καθαρά πως θα τον εκλέξουν, αν κανένας φέρει το ζήτημα σε ψηφοφορία, ο Ξενοφών σηκώθηκε και μίλησε έτσι: «Σαν άνθρωπος που είμαι, στρατιώτες, με συγκινεί η εκτίμησή σας. Σας χρωστώ ευγνωμοσύνη γι' αυτό, και εύχομαι να δώσουν οι θεοί να μπορέσω να σας κάμω κάτι καλό. Το να εκλέξετε όμως εμένα αρχηγό σας, ενώ βρίσκεται εδώ άντρας Σπαρτιάτης, μου φαίνεται πως δεν είναι ωφέλιμο για σας, και δυσκολότερα θα πετύχετε από τους Σπαρτιάτες κάτι που θα χρειάζεστε. Νομίζω ακόμα πως αυτό για μένα είναι επικίνδυνο. Γιατί βλέπω πως και ενάντια στην πατρίδα μου δεν έπαψαν να πολεμούν, παρά όταν την ανάγκασαν να παραδεχτεί πέρα για πέρα πως οι Λακεδαιμόνιοι την εξουσιάζουν. Όταν το παραδέχτηκαν αυτό, μονομιάς σταμάτησαν τον πόλεμο, και δεν πολιόρκησαν πια από κει κι ύστερα την πόλη. Αν λοιπόν εγώ, παρ' όλο που τα βλέπω αυτά, φαινόμουν πως, όπου μπορώ, εκεί προσπαθώ να αδυνατίσω την εξουσία τους, σκέφτομαι μήπως πολύ γρήγορα με κάμουν να βάλω γνώση. Όσο για τη σκέψη που κάνατε, πώς δηλαδή θα γίνονται λιγότερες εξεγέρσεις, όταν υπάρχει ένας αρχηγός παρά όταν υπάρχουν πολλοί, να ξέρετε καλά πως αν εκλέξετε άλλον δε θα με βρείτε εμένα να απειθαρχώ. Γιατί έχω τη γνώμη πως εκείνος που αντιστέκεται στον αρχηγό του στην περίοδο του πολέμου, αυτός αντιστέκεται στην ίδια τη σωτηρία του. Αν όμως εκλέξετε εμένα, δε θα παραξενευτώ αν βρείτε μερικούς δυσαρεστημένους και μαζί σας και μαζί μου». Όταν τα είπε αυτά, σηκώθηκαν πολύ περισσότεροι κι έλεγαν πως αυτός πρέπει να γίνει αρχηγός. Ο Αγασίας μάλιστα ο Στυμφάλιος είπε πως θα ήταν αστείο, αν τα πράγματα ήταν όπως τα έθεσε ο Ξενοφών. «Θα θυμώσουν οι Λακεδαιμόνιοι, αν εκείνοι που βρίσκονται σ' ένα συμπόσιο δεν εκλέξουν Σπαρτιάτη να το διευθύνει; Αν αυτό είναι έτσι, είπε, τότε φυσικά ούτε λοχαγοί δεν μπορούμε να είμαστε εμείς, επειδή καταγόμαστε από την Αρκαδία». Τότε οι στρατιώτες θορυβώντας επιδοκίμασαν, γιατί ο Αγασίας είχε μιλήσει σωστά. Ο Ξενοφών όμως, επειδή έβλεπε πως ήταν ανάγκη να αντισταθεί περισσότερο, σηκώθηκε κι είπε: «Για να βεβαιωθείτε, στρατιώτες, σας ορκίζομαι σε όλους τους θεούς και τις θεές πως εγώ μόλις κατάλαβα τη γνώμη σας, έκανα θυσίες για να μάθω αν ήταν ωφέλιμο και σε σας να μου αναθέσετε αυτό το αξίωμα, και σε μένα να το αναλάβω. Και οι θεοί μου έδωσαν με τις θυσίες τόσο φανερά σημάδια, ώστε κι ένας άνθρωπος που δεν έχει ιδέα από μαντική, θα μπορούσε να καταλάβει πως εγώ πρέπει να σταθώ μακριά από τη διοίκηση του στρατού».

Μτφρ. Α. Τζάρτζανος. 1938. Ξενοφώντος Κύρου Ανάβασις. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Η δε στρατιά συνήλθε και όλοι ομοφώνως επρότειναν να εκλέξουν ένα αρχηγόν και αφού τούτο απεφασίσθη, επρότειναν τον Ξενοφώντα. Όταν δε πλέον εφαίνετο καθαρά, ότι θα τον εκλέξουν, εάν ετίθετο το ζήτημα εις ψηφοφορίαν, εσηκώθη ο Ξενοφών και είπε τα εξής: «Εγώ, ω άνδρες, ευχαριστούμαι μεν, διότι τιμώμαι από σας, αφού είμαι άνθρωπος, και σας ευχαριστώ δια τούτο και εύχομαι εις τους θεούς να με αξιώσουν να γίνω δια σας αίτιος κάποιου καλού. Το να προτιμηθώ όμως εγώ από σας ως άρχων, ενώ παρευρίσκεται εδώ ανήρ Λακεδαιμόνιος, νομίζω ότι ούτε εις σας είναι συμφέρον τούτο, τουναντίον μάλιστα εξ αιτίας τούτου δυσκολώτερον ηθέλετε επιτύχει κάτι εκ μέρους αυτών, εάν ηθέλετε έχει ανάγκην τινός∙ αφ' ετέρου δεν είμαι βέβαιος, εάν τούτο είναι ασφαλές δι' εμέ. Διότι γνωρίζω ότι και εναντίον της πατρίδος μου δεν έπαυσαν να πολεμούν, παρά αφού την ηνάγκασαν να αναγνωρίση ομοφώνως την ηγεμονίαν των Λακεδαιμονίων. Αφού δε ανεγνώρισαν τούτο, αμέσως έπαυσαν να πολεμούν κατ' αυτών και δεν επολιόρκησαν επί μακρότερον χρόνον την πόλιν. Εάν λοιπόν εγώ, καίτοι γνωρίζω ταύτα, ήθελον φανή ότι, όπου δύναμαι, εκεί προσπαθώ να μειώσω την εξουσίαν των, τότε φοβούμαι μήπως πολύ γρήγορα ήθελον σωφρονισθή υπ' αυτών. Ως προς εκείνο δε το οποίον σεις σκέπτεσθε, ότι δηλαδή ολιγώτεραι στάσεις θα εγίνοντο, εάν ένας ήθελεν άρχει και όχι πολλοί, να είσθε βέβαιοι ότι, εάν μεν εκλέξητε άλλον, εμέ ποτέ δεν θα με εύρετε στασιάζοντα∙ διότι έχω την γνώμην, ότι εκείνος ο οποίος στασιάζει εν καιρώ πολέμου κατά του άρχοντος, ούτος στασιάζει εναντίον της ιδίας αυτού σωτηρίας∙ εάν δε εκλέξετε εμέ, δεν ήθελον παραξενευθή εάν ηθέλετε εύρει κάποιον δυσφορούντα και εναντίον σας και εναντίον μου».

Αφού λοιπόν είπεν αυτά, πολύ περισσότεροι εσηκώνοντο και έλεγον, ότι αυτός πρέπει και όχι άλλος να άρχη. Ο Αγασίας δε ο Στυμφάλιος είπεν ότι θα ήτο γελοίον, εάν το πράγμα είχεν ούτως∙ «θα οργισθούν οι Λακεδαιμόνιοι, προσέθηκεν, αν συνδαιτημόνες συνελθόντες εις συμπόσιον δεν εκλέξουν προϊστάμενον του συμποσίου Λακεδαιμόνιον; Διότι, εάν τούτο βεβαίως έχη τοιουτοτρόπως, είπε, δεν πρέπει ούτε λοχαγοί να είμεθα ημείς, καθώς φαίνεται, διότι είμεθα Αρκάδες». Τότε λοιπόν, επειδή ωμίλησεν ορθώς ο Αγασίας, οι στρατιώται μετά θορύβου επεδοκίμασαν τους λόγους του. Και ο Ξενοφών, επειδή έβλεπεν, ότι υπήρχεν ανάγκη περισσοτέρων εξηγήσεων, λαβών τον λόγον είπεν: «Αλλ', ω άνδρες, δια να βεβαιωθήτε, σας ορκίζομαι εις το όνομα όλων των θεών και θεαινών, ότι εγώ βεβαίως ευθύς μόλις αντελήφθην την περί εμού απόφασίν σας, θυσιάζων ηρώτησα τους θεούς, εάν θα ήτο καλόν εις σας να μου αναθέσετε αυτό το αξίωμα και εγώ να το δεχθώ. Και οι θεοί τόσον φανερά σημεία έδωσαν εις εμέ δια των θυσιών, ώστε όχι μόνον ένας μάντις, αλλά και ένας άπειρος της μαντικής θα ηδύνατο να γνωρίση ότι έπρεπε να απόσχω της γενικής αρχηγίας του στρατεύματος».