Μτφρ. Ρ. Ρούφος. [1966] 2000. Ξενοφώντος Ελληνικά. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ωκεανίδα. [1η έκδ. Αθήνα: Γαλαξίας].

Στο μεταξύ οι Κορίνθιοι σκέφτονταν ότι δύσκολα θα έβρισκαν σωτηρία: από πριν κιόλας μειονεκτούσαν στρατιωτικά στη στεριά, και τώρα αντιμετώπιζαν επιπλέον και τη δυσμένεια των Αθηναίων· αποφάσισαν λοιπόν να προσλάβουν μισθοφόρους, πεζικό και ιππικό. Με τούτους στις προσταγές τους, κατόρθωσαν και την πόλη τους να προστατεύουν και συνάμα να προκαλούν πολλές ζημίες στους γειτονικούς των εχθρούς· έστειλαν μολοντούτο στη Θήβα να ρωτήσουν αν, πηγαίνοντας εκεί, θα πετύχαιναν τη σύναψη ειρήνης. Οι Θηβαίοι τους αποκρίθηκαν καταφατικά και τους παρήγγειλαν να πάνε· τότε οι Κορίνθιοι παρακάλεσαν να τους αφήσουν να συνεννοηθούν και με τους συμμάχους τους, ώστε όσους από αυτούς ήθελαν να τους συμπεριλάβουν στην ειρήνη, κι όσους πάλι προτιμούσαν πόλεμο να τους αφήσουν να πολεμάνε μόνοι. Οι Θηβαίοι το δέχτηκαν κι αυτό. Τότε οι Κορίνθιοι πήγαν στη Λακεδαίμονα και είπαν:

«Ερχόμαστε σε σας, Λακεδαιμόνιοι, σαν φίλοι σας, με μια παράκληση: αν βλέπετε τρόπο να σωθούμε συνεχίζοντας τον πόλεμο, να μας τον εξηγήσετε κι εμάς· στην περίπτωση όμως που κρίνετε τη θέση μας απελπιστική, αν σας συμφέρει, να κάνετε και σεις ειρήνη ταυτόχρονα μ' εμάς ― γιατί με κανέναν άλλον δεν θα μας ήταν πιο ευχάριστο να σωθούμε μαζί, παρά με σας· αν πάλι λογαριάζετε ότι σας συμφέρει η συνέχιση του πολέμου· σας παρακαλούμε να μας αφήσετε να κάνουμε ειρήνη. Γιατί αν σωθούμε, ίσως κάποτε να σας προσφέρουμε και πάλι υπηρεσίες ― ενώ αν καταστραφούμε, είναι φανερό ότι ποτέ πια δεν θα σας φανούμε χρήσιμοι».

Όταν τ' άκουσαν αυτά οι Λακεδαιμόνιοι, όχι μόνο συμβούλεψαν τους Κορινθίους να κάνουν ειρήνη, αλλά έδωσαν άδεια και στους υπόλοιπους συμμάχους, εφόσον δεν ήθελαν να πολεμήσουν άλλο στο πλευρό τους, να σταματήσουν. Οι ίδιοι, είπαν, θα συνεχίσουν τον πόλεμο ― κι ό,τι θέλει ο θεός ας γίνει· πάντως ποτέ δεν θα δεχτούν να τους πάρουν αυτό που τους είχαν αφήσει οι πατέρες τους: τη Μεσσήνη.

Ύστερα απ' αυτή την απάντηση, οι Κορίνθιοι πήγαν στη Θήβα για τη σύναψη ειρήνης. Οι Θηβαίοι τους ζήτησαν να ορκιστούν και συμμαχία· οι Κορίνθιοι όμως αποκρίθηκαν ότι συμμαχία δεν θα σήμαινε ειρήνη, αλλά μια διαφορετική μορφή πολέμου· ωστόσο οι ίδιοι, είπαν, είχαν έρθει έτοιμοι να συμφωνήσουν μιαν έντιμη ειρήνη ― αν την ήθελαν οι Θηβαίοι. Η άρνησή τους να πολεμήσουν τους ευεργέτες τους, μ' όλο τον κίνδυνο που διέτρεχαν, προκάλεσε τον θαυμασμό των Θηβαίων, που δέχτηκαν να κάνουν ειρήνη μ' αυτούς, με τους Φλιάσιους και μ' όσους είχαν έρθει μαζί τους στη Θήβα, με τον όρο ότι κάθε πόλη θα διατηρούσε τα δικά της εδάφη. Πάνω σ' αυτούς τους όρους δόθηκαν οι όρκοι.

Οι Φλιάσιοι συμμορφώθηκαν με τη συνθήκη κι εξεκκένωσαν τη Θυαμία. Οι Αργείοι όμως, μ' όλο που ορκίστηκαν να κάνουν ειρήνη με τους ίδιους τούτους όρους, προσπάθησαν να πετύχουν να παραμείνουν οι Φλιάσιοι εξόριστοι στο Τρικάρανο, με το επιχείρημα ότι έτσι θα βρίσκονταν στο έδαφός τους· όταν απέτυχαν, το κατέλαβαν κι εγκατέστησαν φρουρά, με τον ισχυρισμό ότι αποτελούσε δικό τους έδαφος ―αυτό που λίγο πρωτύτερα λεηλατούσαν σαν εχθρικό― και δεν δέχτηκαν τη διαιτησία που πρότειναν οι Φλιάσιοι.

Μτφρ. Γ.Α. Ράπτης. 2005. Ξενοφώντος Ελληνικά Δ'–Ζ'. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Οι Κορίνθιοι τότε, αναλογιζόμενοι ότι είναι δύσκολο γι' αυτούς να είναι ασφαλείς, γιατί και στο παρελθόν υστερούσαν σε δυνάμεις στη στεριά και τώρα έχουν γίνει και οι Αθηναίοι αντίπαλοί τους, αποφάσισαν να δημιουργήσουν τάγμα από οπλίτες και ιππείς μισθοφόρους. Και μπαίνοντας επικεφαλής αυτών, από τη μια φρουρούσαν την πόλη τους κι από την άλλη έβλαπταν με εισβολές τους εχθρούς που γειτόνευαν μ' αυτούς· έστειλαν λοιπόν και στη Θήβα ανθρώπους τους για να διερευνήσουν αν θα πετύχαιναν ειρήνη σε περίπτωση που θα τη ζητούσαν. Κι όταν οι Θηβαίοι απάντησαν ότι θα γίνουν δεκτοί, με πρόθεση να συναφθεί ειρήνη, οι Κορίνθιοι ζήτησαν να τους επιτραπεί να πάνε και στους συμμάχους, για να συνάψουν ειρήνη και με όσους θα το επιθυμούσαν, ενώ με όποιους προτιμούσαν τον πόλεμο να τους επιτρέψουν να πολεμήσουν εναντίον τους. Κι όταν οι Θηβαίοι δέχτηκαν να κάνουν και αυτά, οι Κορίνθιοι πήγαν στη Σπάρτη και είπαν τα εξής: «Εμείς, άνδρες Λακεδαιμόνιοι, είμαστε κοντά σας ως φίλοι σας, και επιθυμούμε, αν βλέπετε κάποια σωτηρία για μας, αν επιμένουμε να πολεμούμε, να την πείτε και σε μας· αν όμως αναγνωρίζετε ότι βρισκόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση, αν βέβαια συμφέρει και σε σας, ας συνάψετε μαζί μας ειρήνη· γιατί με κανέναν δε θα σωζόμασταν πιο ευχάριστα απ' ό,τι με σας· αν πάλι εσείς κρίνετε ότι σας συμφέρει να είσθε σε εμπόλεμη κατάσταση, σας παρακαλούμε να επιτρέψετε σε μας να συνάψουμε ειρήνη. Γιατί, αν σωθούμε, ίσως κάποτε σε κάποια καίρια στιγμή σας βοηθήσουμε πάλι· αν όμως τώρα καταστραφούμε, ασφαλώς ποτέ δε θα σας είμαστε χρήσιμοι».

Όταν τα άκουσαν αυτά οι Λακεδαιμόνιοι, και τους Κορινθίους τους συμβούλευσαν να συνάψουν ειρήνη και στους άλλους συμμάχους που δεν ήθελαν μαζί τους να συνεχίσουν τον πόλεμο επέτρεψαν να αποσυρθούν. Οι ίδιοι είπαν ότι πολεμώντας θα κάνουν ό,τι αρέσει στο θεό· και δε θα ανεχθούν ποτέ να στερηθούν τη Μεσσήνη που πατροπαράδοτα ανήκει σ' αυτούς. Οι Κορίνθιοι μετά από αυτά επισκέφτηκαν τη Θήβα για τη σύναψη της ειρήνης· αλλά οι Θηβαίοι απαίτησαν από αυτούς να υπογράψουν και συμμαχία μαζί τους· εκείνοι όμως απάντησαν ότι η συμμαχία δεν είναι ειρήνη, αλλά άλλη μορφή πολέμου· κι αν συμφωνούν, υποσχέθηκαν να τους (ξανα)επισκεφθούν για να συνάψουν ειρήνη. Οι Θηβαίοι τους παραδέχτηκαν γιατί, αν και διέτρεχαν κίνδυνο, δε δέχονταν να εμπλακούν σε πόλεμο με τους ευεργέτες τους, και συμφώνησαν οι Κορίνθιοι και οι Φλειάσιοι και όσοι άλλοι μαζί τους είχαν έλθει στη Θήβα να συνάψουν ειρήνη με τον όρο ο καθένας να είναι κύριος της πατρίδας του. Και μ' αυτούς τους όρους έγινε η ειρήνη. Οι Φλειάσιοι λοιπόν, με βάση τους προβλεπόμενους όρους της ειρήνης, αποσύρθηκαν αμέσως από τη Θυαμία· και οι Αργείοι που είχαν ορκισθεί να ισχύει η ειρήνη με τους ίδιους όρους, επειδή δεν μπορούσαν να πετύχουν να παραμείνουν οι εξόριστοι των Φλειασίων στο Τρικάρανο, που το είχαν στη δική τους περιοχή, αφού το κατέλαβαν, εγκατέστησαν φρουρούς, υποστηρίζοντας ότι αυτό είναι δικό τους μέρος, ενώ πριν από λίγο το λεηλατούσαν ως εχθρικό, και ενώ οι Φλειάσιοι ζητούσαν να προσφύγουν σε διαιτησία, εκείνοι το αρνούνταν.