Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1993. Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.
Πότε χρειάζεται κανείς φίλους στην ευτυχία ή στην δυστυχία του; Τους ζητά και στις δύο περιπτώσεις, γιατί οι δυστυχισμένοι έχουν ανάγκη από βοήθεια, κι οι ευτυχισμένοι από συντρόφους που συζούν μαζί τους και τους ευεργετούν, γιατί η επιθυμία τους συνίσταται στο να παρέχουν τις ευεργεσίες τους. Είναι, λοιπόν, πιο αναγκαίο να έχει φίλους στη δυστυχία του, (25) αφού χρειάζεται χρήσιμους φίλους, αλλά από ηθική άποψη ωραιότερο είναι να αισθάνεται την ανάγκη φίλων στην ευτυχία του, γιατί σ' αυτή την περίπτωση αναζητεί ενάρετους ανθρώπους, γιατί είναι προτιμότερο να παρέχει σ' αυτούς τις ευεργεσίες του και να τους συναναστρέφεται. Κι είναι η παρουσία των φίλων γλυκειά και στην ευτυχία και στη δυστυχία, γιατί όσο υποφέρουν από οδύνη ανακουφίζεται, (30) όταν συμπάσχουν μαζί τους κι οι φίλοι. Γιατί και θα μπορούσε ν' αμφιβάλλει κανείς, αν οι φίλοι σηκώνουν κι αυτοί κατά κάποιο τρόπο το βάρος ή, αντίθετα, αν λιγοστεύει τον πόνο η ευχάριστη παρουσία τους κι η πεποίθηση ότι συμμετέχει σ' αυτόν.
Αλλά το ζήτημα, αν ανακουφίζονται γι' αυτά ή για κάτι άλλο, ας μη το εξετάσουμε τώρα, αρκεί το ότι ανακουφίζονται πραγματικά. (35) Φαίνεται ότι η επίδραση που οφείλεται στην παρουσία είναι ανάμεικτη, [1171b] επειδή το να βλέπει κανείς τους φίλους είναι για τον δυστυχισμένο πολύ ευχάριστο, αφού ο φίλος είναι παρηγοριά και όταν τον βλέπει κανείς και όταν μιλά αν είναι ευαίσθητος. Γιατί ξεύρει τον χαρακτήρα μας καθώς και ό,τι μας προξενεί χαρά ή λύπη. Αλλά, από την άλλη μεριά υποφέρουμε και 'μεις, (5) όταν βλέπουμε τον φίλο μας να λυπάται για τις δυστυχίες μας, επειδή κάθε φίλος θέλει ν' αποφεύγει να προκαλεί λύπη στο φίλο του. Γι' αυτό και οι ανδροπρεπείς από τη φύση τους δεν θέλουν να δίνουν αφορμή στους φίλους τους να συμπάσχουν μαζί τους. Αν όμως δεν αντιλαμβάνονται ότι μονάχα με μια μικρή λύπη των φίλων τους, ανακουφίζουν μια δική τους μεγάλη λύπη, δεν ανέχονται να πάσχει ο φίλος εξαιτίας τους. Γενικά προσπαθούν ν' αποφεύγουν ανθρώπους που έχουν διάθεση να κλαψουρίζουν όλοι μαζί, γιατί κι αυτοί οι ίδιοι δεν έχουν τάση στο να θρηνούν, (10) μονάχα γυναικάκια και άνδρες γυναικωτοί αισθάνονται χαρά να αναστενάζουν μ' αυτούς που πενθούν, και αγαπούν αυτά τα πρόσωπα σα φίλους που συμμετέχουν στη θλίψη τους, αλλά έχει χρέος να μιμείται κανείς τον καλύτερο. Αντίθετα στην ευτυχία η παρουσία των φίλων δεν είναι μόνο ευχάριστη, αλλά γεννά και την ιδέα ότι οι φίλοι χαίρονται για τα δικά μας αγαθά. (15) Γι' αυτό φαίνεται ότι πρέπει να φωνάζουμε πρόθυμα τους φίλους μας, όταν είμαστε ευτυχισμένοι (γιατί είναι ωραίο να ευεργετεί κανείς) και στα ατυχήματά μας να κάνουμε αυτό με δισταγμό (γιατί πρέπει ν' αποφεύγουμε όσο το δυνατό περισσότερο, να παίρνουν μέρος αυτοί στις λύπες μας). Από 'δω και το ρητό:
«Αρκετό να είμαι μονάχος μου εγώ ο δυστυχής».
Τέλος πρέπει να φωνάζουμε προπάντων τους φίλους μας, όταν αυτοί πρόκειται να μας προσφέρουν μια μεγάλη υπηρεσία, χωρίς να ενοχληθούν πολύ. (20) Αντίθετα, πρέπει ίσως να πηγαίνουμε στους φίλους μας απρόσκλητοι και πρόθυμοι, όταν αυτοί είναι δυστυχισμένοι (γιατί είναι καθήκον της φιλίας να εξυπηρετούμε μάλιστα εκείνους που βρίσκονται στην ανάγκη, κι ακόμα όταν αυτοί δεν μας το ζητούν, η τέτοια προθυμία είναι αξιοπρεπέστερη και πιο ευχάριστη κι από τα δύο μέρη). Όταν οι φίλοι μας είναι ευτυχισμένοι, πρέπει να τρέχουμε σ' αυτούς, εφόσον είμαστε ικανοί να τους εξυπηρετήσουμε (γιατί γι' αυτό χρειαζόμαστε τους φίλους). Όταν όμως πρόκειται να ευεργετούμεθα, πρέπει να πηγαίνουμε σ' αυτούς απρόθυμα και αργά (25) (γιατί δεν είναι ωραίο να τρέχει κανείς για να παίρνει οφέλη από τους άλλους). Εννοείται ότι δεν πρέπει κανείς να φαίνεται αγενής αποκρούοντας τις υπηρεσίες που του προσφέρουν οι φίλοι του. Γιατί κι αυτό συμβαίνει κάποτε. Σύμφωνα μ' αυτά την παρουσία των φίλων πρέπει να την ευχόμαστε σε κάθε περίσταση.
Μήπως η συμβίωση δεν είναι για τη φιλία, (30) όπως για τους ερωτευμένους η θέα του λατρεμένου προσώπου, κι όπως οι εραστές προτιμούν την αίσθηση αυτή από κάθε άλλη, εφόσον μέσω αυτής υπάρχει κι απ' αυτήν γεννιέται το ερωτικό συναίσθημα; Γιατί η φιλία είναι ένα είδος κοινότητας. Επίσης όπως διατίθεται κάποιος προς τον εαυτό του, έτσι διατίθεται και στους φίλους του. Επομένως όπως η αίσθηση της ύπαρξης είναι αγαπητή για μας τους ίδιους, έτσι είναι και σχετικά με τους συνανθρώπους μας. (35) Αλλά η δράση που για χάρη της αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξή τους, πραγματοποιείται στη διάρκεια της συμβίωσης [1172a] ώστε η προσπάθεια των φίλων μας απευθύνεται σ' αυτήν. Τέλος ό,τι ο καθένας θεωρεί σαν πραγματικό «Είναι» και σαν τελικό σκοπό της ύπαρξής του, θέλει να το πραγματοποιεί επικοινωνώντας με τους φίλους του. Άλλοι πίνουν μαζί κρασί, άλλοι παίζουν μαζί κύβους, μαζί γυμνάζονται, άλλοι κυνηγούν με τους φίλους τους (5) και άλλοι φιλοσοφούν μαζί τους. Για να μιλήσουμε σύντομα, κάθε τι που αγαπούμε στη ζωή θέλουμε να το πραγματοποιούμε μαζί με τους φίλους μας, επειδή ο καθένας θέλει να ζει μαζί τους και γι' αυτό κάμνει και συμμερίζεται μ' αυτούς κάθε τι που εννοεί με τις λέξεις ζωή και συμβίωση. Γι' αυτό η φιλία ανάμεσα στους φαύλους γίνεται πηγή του κακού (γιατί εφόσον οι φαύλοι είναι επιπόλαιοι, ο ένας συμμετέχει στην κακία του άλλου, (10) και με τον τρόπο αυτό γίνονται όλοι κακοί, αφού εξομοιώνονται ο ένας με τον άλλο). Αντίθετα η ανάμεσα στους ενάρετους ανθρώπους φιλία γίνεται πηγή αγαθού. Καθημερινά αυξάνεται το ηθικό της περιεχόμενο, και η πρόοδος συντελείται τόσο για την άσκηση της αρετής από κοινού, όσο για την αμοιβαία νουθεσία. Ο ένας δέχεται από τον άλλο τις ευχάριστες σ' αυτόν ιδιότητες, και από 'δω προέρχεται και το ρητό:
(15) «Από τους αγαθούς το αγαθό θα μάθεις».
Μτφρ. Α. Δαλέζιος. [1949–50] 1975. Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.
Χρειάζεται κανείς περισσότερον φίλους εις την ευτυχίαν ή εις την δυστυχίαν του; Τους ζητεί και εις τας δύο περιπτώσεις, διότι οι μεν δυστυχούντες έχουν ανάγκην βοηθείας, οι δε ευτυχούντες συντρόφων, μετά των οποίων να συζούν και τους οποίους να ευεργετούν, διότι η επιθυμία των έγκειται εις το να παρέχουν τας ευεργεσίας των. (25) Είναι λοιπόν αναγκαιότερον να έχη τις φίλους εις την δυστυχίαν του, δεδομένου ότι χρειάζεται χρησίμους φίλους, αλλ' υπό ηθικήν έποψιν ωραιότερον είναι να αισθάνεται την ανάγκην φίλων εις την ευτυχίαν του, διότι εν τη περιπτώσει ταύτη θα επιζητή χρηστούς ανθρώπους, δεδομένου ότι είναι προτιμότερον να παρέχη εις αυτούς τας ευεργεσίας του και να συναναστρέφεται μετ' αυτών. Είναι δε η παρουσία αυτή των φίλων γλυκεία και εις την ευτυχίαν και εις την δυστυχίαν, διότι οι υπό της οδύνης κατατρυχόμενοι ανακουφίζονται, (30) όταν συμπάσχουν μετ' αυτών οι φίλοι των. Διό και θα ηδύνατο ν' αμφιβάλλη κανείς, αν οι φίλοι σηκώνουν και αυτοί κατά τινα τρόπον το βάρος ή, τουναντίον, εάν ελαττώνη τον πόνον η ευχάριστος παρουσία των και η πεποίθησις περί της συμμετοχής των εις αυτόν.
Αλλά το ζήτημα, αν ανακουφίζωνται δι' αυτά ή διά κάτι άλλο, ας το αφήσωμεν κατά μέρος∙ αρκεί το ότι ανακουφίζονται πραγματικώς. Φαίνεται δε ότι η επίδρασις, (35) η οφειλομένη εις την παρουσίαν είναι μεικτής φύσεως. Διότι το να βλέπη κανείς [1171b] τους φίλους είναι διά τον δυστυχούντα πολύ ευχάριστον, [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει ένα τμήμα του αρχαίου κειμένου] δεδομένου ότι είναι παρήγορος ο φίλος και ως προς την όψιν και ως προς τους λόγους του, εάν είναι επιδέξιος. Διότι γνωρίζει τον χαρακτήρα μας καθώς και ό,τι μας προξενεί χαράν ή λύπην. Αλλ' αφ' ετέρου πάσχομεν, (5) όταν βλέπωμεν τον φίλον μας να λυπήται διά τα δυστυχήματά μας, διότι κάθε φίλος θέλει ν' απφοεύγη να προξενή λύπην εις τον φίλον του. Διά τούτο και οι εκ φύσως ανδροπρεπείς δεν θέλουν να δίδουν εις τους φίλους των αφορμήν να συμπάσχουν μαζί των. Εάν δε δεν αντιλαμβάνωνται, ότι μόνον διά μιας μικράς λύπης του φίλου των ανακουφίζουν μίαν μεγάλην ιδικήν των λύπην, δεν ανέχονται όπως ο φίλος πάσχη εξ αιτίας των. Εν γένει προσπαθούν ν' αποφεύγουν ανθρώπους έχοντας την διάθεσιν να κλαυθμηρίζουν από κοινού, διότι και αυτοί οι ίδιοι δεν είναι επιρρεπείς (10) προς θρήνον. Μόνον γύναια και άνδρες θηλυπρεπείς αισθάνονται χαράν να συστενάζουν, και αγαπούν αυτά τα πρόσωπα ως φίλους και κοινωνούς των θλίψεών των. Αλλ' οφείλει να μιμήται κανείς τον καλύτερον. Τουναντίον εις την ευτυχίαν η παρουσία των φίλων δεν είναι μόνον γλυκεία, αλλά γεννά και την ιδέαν, ότι οι φίλοι χαίρουν διά τα ιδικά μας αγαθά. (15) Διά τούτο φαίνεται ότι πρέπει να καλούμεν προθύμως τους φίλους μας, όταν ευτυχούμεν (διότι είναι ωραίον το να ευεργετή κανείς), εις δε τα ατυχήματά μας να πράττωμεν τούτο με δισταγμόν (διότι πρέπει ν' αποφεύγωμεν όσον το δυνατόν περισσότερον, όπως ούτοι λαμβάνουν μέρος εις τας θλίψεις μας). Εντεύθεν το ρητόν:
«Αρκετό να είμαι μόνος εγώ δυστυχής».
Τέλος πρέπει να καλούμεν προ πάντων τους φίλους μας, όταν ούτοι μέλλουν να μας παράσχουν μίαν μεγάλην υπηρεσίαν, χωρίς να ενοχληθούν πολύ. (20) Τουναντίον είναι ίσως πρέπον να πηγαίνωμεν προς τους φίλους μας απρόσκλητοι και πρόθυμοι, όταν ούτοι δυστυχούν (διότι είναι καθήκον της φιλίας να εξυπηρετούμεν ιδίως εκείνους, οι οποίοι ευρίσκονται εις την ανάγκην, και ακόμη όταν ούτοι δεν το ζητούν. Η τοιαύτη δε προθυμία είναι αξιοπρεπεστέρα και ευχαριστοτέρα εκατέρωθεν). Όταν δε οι φίλοι μας ευτυχούν, οφείλομεν να σπεύδωμεν προς αυτούς, εφ' όσον είμεθα ικανοί να τους εξυπηρετήσωμεν (διότι δι' αυτό χρειαζόμεθα τους φίλους). Προκειμένου όμως να ευεργετούμεθα, πρέπει να πηγαίνωμεν προς αυτούς απροθύμως και βραδέως (25) (διότι δεν είναι ωραίον το να σπεύδη κανείς ν' αποκομίζη οφέλη παρ' άλλων). Εννοείται, ότι δεν πρέπει κανείς να φαίνεται αγενής αποκρούων τας υπηρεσίας που του προσφέρουν οι φίλοι του. Διότι και τούτο συμβαίνει ενίοτε. Κατά ταύτα η παρουσία των φίλων είναι εις κάθε περίστασιν ευκταία.
Δεν είναι μήπως διά την φιλίαν η συμβίωσις, όπως διά τους ερωτευμένους η θέα του λατρευομένου προσώπου, (30) και όπως οι ερασταί προτιμούν την αίσθησιν ταύτην από κάθε άλλην, εφ' όσον δι' αυτής υφίσταται και εξ αυτής γεννάται το ερωτικόν συναίσθημα; Διότι η φιλία είναι είδος κονότητος. Επίσης, όπως διατίθεταί τις προς τον εαυτόν του, ούτω και προς τους φίλους του. Όθεν όπως η αίσθησις της υπάρξεως είναι προσφιλής δι' ημάς τους ιδίους, ούτω και εν σχέσει προς τους συνανθρώπους μας. (35) Αλλ' η δράσις, χάρις εις την οποίαν αντιλαμβανόμεθα την ύπαρξίν των, λαμβάνει χώραν κατά την συμβίωσιν, [1172a] ούτως ώστε η προσπάθεια των φίλων μας απευθύνεται προς αυτήν. Τέλος, ό,τι ο καθείς θεωρεί ως πραγματικόν Είναι και ως τελικόν της υπάρξεώς του σκοπόν, θέλει να το πραγματοποιή εν επικοινωνία μετά των φίλων του. Άλλοι συμπίνουν, άλλοι παίζουν μαζί κύβους, μαζί γυμνάζονται, άλλοι κυνηγούν με τους φίλους των (5) και άλλοι φιλοσοφούν μαζί των. Εν συντόμω παν ό,τι αγαπώμεν εις την ζωήν, θέλομεν να το πραγματοποιούμεν ομού μετά των φίλων μας, διότι ο καθείς θέλει να ζη μαζί των, διά τούτο κάμνει και συμμερίζεται μετ' αυτών παν ό,τι εννοεί με τας λέξεις ζωή και συμβίωσις. Διά τούτο η μεταξύ των φαύλων φιλία γίνεται πηγή του κακού (διότι εφόσον οι φαύλοι είναι επιπόλαιοι, ο είς συμμετέχει εις την κακίαν του άλλου, (10) και κατά τον τρόπον τούτον γίνονται όλοι κακοί, εφ' όσον εξομοιούνται προς αλλήλους). Τουναντίον η μεταξύ των χρηστών ανθρώπων φιλία γίνεται πηγή αγαθού. Καθημερινώς αυξάνεται το ηθικόν περιεχόμενόν της, η δε πρόοδος συντελείται τόσω διά της από κοινού ασκήσεως της αρετής όσω και διά της αμοιβαίας νουθεσίας. Ο είς ενστερνίζεται παρά του άλλου τας εις αυτόν ευαρέστους ιδιότητας, εντεύθεν δε το ρητόν:
(15) «Το αγαθόν θα μάθης από τους αγαθούς».