Μτφρ. Σ. Τζουμελέας. [1939] χ.χ. Λυσίας. Λόγοι. Μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Τι σκεπτόμενοι λοιπόν σεις θα δυνηθήτε να εγκρίνητε την εκλογήν του; Θα κρίνετε ότι δεν έχει πράξει αδίκημα; Αλλά έχει πράξει μέγιστον αδίκημα εναντίον της πόλεως· αλλά θα εγκρίνητε την εκλογήν του σκεπτόμενοι ότι εις το μέλλον θα είναι καλύτερος; Αφού βέβαια δειχθή καλύτερος εις την πόλιν από ότι έως τώρα εδείχθη, έπειτα ας έχη την αξίωσιν να είναι βουλευτής, αφού δηλαδή διαπράξη εις την πόλιν φανερόν τι αγαθόν όπως τότε καταφανώς ηδίκησεν αυτήν. Διότι κατά την κρίσιν όλων των ανθρώπων φρονιμώτερον είναι να αποδίδη τις χάριτας εις οιονδήποτε ύστερον από τα έργα του. Διότι άλλως μου φαίνεται ότι μεν είναι φοβερόν, εάν διά τας μέχρι τούδε μεν αδικίας του ουδέποτε θα τιμωρηθή, διά τας μελλούσας δε προς την πόλιν ευεργεσίας του θα έχη εκ των προτέρων αμειφθή. Αλλ' άραγε διά τούτο πρέπει να εγκριθή η εκλογή του; Ίνα δηλαδή γίνουν καλύτεροι οι πολίται βλέποντες ότι όλοι τιμώνται ομοίως; Αλλά υπάρχει κίνδυνος και οι χρηστοί να παύσουν να πράττουν αγαθάς πράξεις, αν εννοήσουν ότι τιμώνται εξ ίσου με τους πονηρούς. Επειδή νομίζουν ότι οι τιμώντες τους κακούς δεν τιμούν τους αγαθούς. Αξίζει δε και το εξής να έχετε υπ' όψιν σας, ότι εάν τις επρόδωσε φρούριον, ή πολεμικόν πλοίον, ή στρατόπεδον τι εις το οποίον συνέβαινε να ευρίσκεται ένα μέρος μόνον εκ των πολιτών, ετιμωρείτο με την μεγαλυτέραν τιμωρίαν, ούτος δε αν και επρόδωσεν ολόκληρον την πόλιν, σκέπτεται όχι πώς να μη τιμωρηθή, αλλά παρασκευάζεται πώς θα τιμηθή. Και όμως δικαίως βέβαια θα έπρεπε να κρίνεται εκείνος ο οποίος φανερά επρόδωσε την ελευθερίαν, καθώς έκαμεν ούτος, όχι περί του εάν πρέπει να είναι βουλευτής, αλλά, περί του αν πρέπει να είναι δούλος και περί του αν πρέπει να στερηθή της περιουσίας του.

Πληροφορούμαι ότι αυτός ισχυρίζεται ότι, εάν ήτο αδίκημα τι το να μη παρουσιασθή εις την κρίσιμον εκείνην περίστασιν, θα υπήρχε περί του πράγματος αυτού ωρισμένος νόμος καθώς υπάρχουν νόμοι δι' έκαστον αδίκημα. Διότι νομίζει ότι σεις δεν θα καταλάβητε ότι, ένεκα του μεγέθους του αδικήματος ουδείς νόμος περί τούτου εθεσπίσθη. Διότι ποίος ποτέ ρήτωρ θα εσκέπτετο, ή ποίος νομοθέτης θα ήλπιζεν ότι κάποιος πολίτης θα διαπράξη τόσον μέγα έγκλημα; Δεν θα εθεσπίζετο λοιπόν νόμος αναγράφων την επιβαλλομένην τιμωρίαν εις τον εγκαταλείποντα την πόλιν κινδυνεύουσαν, αφού εθεσπίσθη νόμος αναγράφων ότι μεγάλως αδικεί ο εγκαταλείπων την τάξιν καθ' ον χρόνον δεν κινδυνεύει η πόλις, αλλά άλλους αναγκάζει να κινδυνεύουν; Θα εθεσπίζετο και θα παραεθεσπίζετο, εάν κανείς εφαντάζετο ότι ήτο δυνατόν κάποιος από τους πολίτας να διαπράξη ποτέ τοιούτον φοβερόν έγκλημα.

Ποίος δε δεν θα σας κατηγορήση δικαίως, εάν τους μετοίκους μεν ετιμήσατε επαξίως της πόλεως, διότι εβοήθησαν τον λαόν περισσότερον από ό,τι ήτο επιβεβλημένον εις αυτούς να την βοηθήσουν, τούτον δε δεν θα τιμωρήσετε, ο οποίος, παρά το επιβεβλημένον εις αυτόν καθήκον να βοηθήση την πόλιν, την επρόδωσεν, αν όχι διά μεγαλυτέρας τιμωρίας τουλάχιστον απορρίπτοντες την εκλογήν του. Ενθυμηθήτε δε ότι από παλαιοτάτης εποχής τιμάτε εκείνους οι οποίοι ωφέλησαν την πόλιν, και καταφρονείτε τους κακούς. Διότι έδειξαν οι πρόγονοί μας και τα δύο ταύτα, δηλαδή ότι πρέπει να τιμώμεν τους αγαθούς και να περιφρονώμεν τους κακούς όχι χάριν εκείνων οι οποίοι προϋπήρξαν μάλλον παρά χάριν της μελλούσης γενεάς, ίνα οι νέοι προθυμοποιώνται με πάντα τρόπον να γίνωνται αγαθοί, κατ' ουδένα δε τρόπον να επιχειρούν να γίνωνται κακοί. Ακόμη έχετε υπ' όψιν σας και το εξής: διά ποίους όρκους νομίζετε ότι θα φροντίση ούτος ο οποίος εμπράκτως επρόδωσε τους πατρώους θεούς; Ή πώς είναι δυνατόν ως βουλευτής να σκεφθή και να αποφασίση ωφέλιμον τι διά το κράτος, ο οποίος ουδέ να ελευθερώση την πατρίδα εσκέφθη; Ή ποίον μυστικόν είναι δυνατόν να φυλάξη, ο οποίος δεν εθεώρησε άξιον να εκτελέση τα εις όλους γνωστά καθήκοντα του πολίτου; Πώς δε αρμόζει ούτος, ο οποίος ουδέ τελευταίος εις τους κινδύνους ήλθε, πρωτύτερα από τους εργασθέντας και σώσαντας την ελευθερίαν να τιμηθή έστω και διά του εσχάτου αξιώματος; Άτοπον δε θα ήτο, εάν ούτος μεν πάντας τους πολίτας περιεφρόνησε, σεις δε τούτον ένα όντα δεν αποδοκιμάσετε μη εγκρίνοντες την εκλογήν του.

Βλέπω δε ότι μερικοί τώρα μεν παρασκευάζονται να βοηθούν τούτον και να σας παρακαλούν, επειδή εμέ δεν ηδύναντο να πείσουν να μη κάμω την κατηγορίαν, τότε όμως, ότε εκινδυνεύετε σεις τον μέγιστον κίνδυνον και ηγωνίζεσθε τους μεγίστους αγώνας, και βραβείον των αγώνων ήτο αυτή η δημοκρατία και έπρεπε να σπεύση προς βοήθειαν, όχι μόνον υπέρ του βουλευτικού αξιώματος αλλά και υπέρ της ελευθερίας, τότε δεν παρεκάλουν αυτόν να βοηθήση και σας και ολόκληρον την πόλιν και να μη προδώση ούτε την πατρίδα, ούτε την βουλήν, της οποίας τώρα έχει την αξίωσιν να γίνη μέλος, ενώ ουδέν δικαίωμα έχει, διότι άλλοι έσωσαν και την βουλήν και την ελευθερίαν. Ο μόνος βέβαια, κύριοι βουλευταί, που δεν δύναται να αγανακτή, εάν ακυρώσητε την εκλογήν του, είναι αυτός, διότι δεν στερείτε αυτόν σεις τώρα της τιμής να είναι βουλευτής, αλλά ο ίδιος τότε εστέρησε τον εαυτόν του, ότε δεν έκρινεν άξιον να παραταχθή ένοπλος μαζί σας, διά να πολεμήση χάριν αυτής (της βουλής) καθώς τώρα έσπευσε προθύμως ίνα διά του κλήρου μετάσχη αυτής.

Φρονώ ότι αρκετά έχω είπει, αν και πολλά βέβαια παρέλειψα. Έχω όμως πεποίθησιν ότι σεις και άνευ των παραλειφθέντων θα εννοήσετε και θα αποφασίσετε το συμφέρον εις την πόλιν. Διότι δεν πρέπει σεις να ζητήτε άλλας αποδείξεις περί εκείνων, οι οποίοι είναι άξιοι να είναι βουλευταί, παρά τον εαυτόν σας, έχοντες υπ' όψιν σας τίνα διαγωγήν απέναντι της πόλεως δείξαντες εκρίθητε άξιοι να είσθε βουλευταί. Διότι αι πράξεις αυτού δεν δύνανται να χρησιμεύσουν ως υπόδειγμα εις τους άλλους, και ουδόλως συμφωνούν προς την φύσιν της δημοκρατίας (της απαιτούσης να θυσιάζη ο πολίτης τα ίδια συμφέροντα χάριν των κοινών).

Μτφρ. Γ.Α. Ράπτης. 2003. Λυσίας. ΙΙ, Καταγγελτικοί Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Πρόλογος Χ. Τσολάκης. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Με ποιο σκεπτικό λοιπόν θα μπορούσατε να τον εγκρίνετε; Ποιο από τα δυο, (θα κρίνετε) ότι δεν έχει αδικήσει; Μα έχει κάνει τις μεγαλύτερες αδικίες για την πατρίδα. Αλλά (θα κρίνετε σκεπτόμενοι) ότι θα γίνει καλύτερος; Γι' αυτό λοιπόν, αφού πρώτα αποδειχτεί καλύτερος για την πόλη, έπειτα ας έχει την αξίωση να είναι βουλευτής, αφού δηλαδή κάνει κάποιο φανερό καλό, όπως ακριβώς τότε έκανε κακό. Γιατί, πιο φρόνιμο είναι αργότερα να αποδίδει κάποιος τις ευεργεσίες στον καθένα. Γιατί, μου φαίνεται ότι είναι φοβερό, αν ποτέ δεν τιμωρηθεί για όσες αδικίες έκανε, ενώ για όσες ευεργεσίες πρόκειται να κάνει θα έχει τιμηθεί. Αλλά άραγε γι' αυτό πρέπει να τον εγκρίνετε, για να γίνουν καλύτεροι οι πολίτες βλέποντας ότι όλοι τιμούνται όμοια; Όμως (υπάρχει) κίνδυνος και οι καλοί (άνθρωποι) να σταματήσουν τις αγαθές πράξεις, αν αισθάνονται ότι οι τιποτένιοι τιμούνται όμοια, επειδή πιστεύουν ότι οι ίδιοι που τιμούν τους κακούς λησμονούν τους καλούς. Αξίζει δε να αναλογιστείτε και το εξής, ότι θα δεχόταν τη μεγαλύτερη τιμωρία κάποιος, αν πρόδωσε κάποιο φρούριο ή πολεμικό πλοίο ή κάποιο στρατόπεδο, στο οποίο τύχαινε να βρίσκεται κάποιο μέρος των πολιτών, ενώ αυτός, αν και πρόδωσε ολόκληρη την πόλη, ετοιμάζεται όχι μόνο πώς να (μη) τιμωρηθεί αλλά και πώς θα τιμηθεί. Κι όμως, δίκαια εκείνος που φανερά πρόδωσε την ελευθερία, όπως ακριβώς αυτός, θα περνούσε από δοκιμασία όχι για το (αν πρέπει) να γίνει βουλευτής, αλλά για το (αν πρέπει) να γίνει δούλος και να στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα.

Μαθαίνω ότι αυτός υποστηρίζει πως, αν ήταν αδικία το να μην παρουσιαστεί (στο στρατό) εκείνη την κρίσιμη στιγμή, θα υπήρχε για αυτό (το ζήτημα) συγκεκριμένος νόμος, όπως (υπάρχουν) νόμοι και για άλλες αδικίες. Γιατί, δεν πιστεύει ότι εσείς θα καταλάβετε πως εξαιτίας του μεγέθους της αδικίας δε θεσπίστηκε κανένας νόμος γι' αυτό. Γιατί, ποιος ρήτορας ποτέ θα αναλογιζόταν ή ποιος νομοθέτης θα περίμενε ότι κάποιος πολίτης θα έκανε τόσο μεγάλο αδίκημα; Δε θα θεσπιζόταν, λοιπόν, νόμος ότι αδικεί πολύ, αν κάποιος εγκατέλειπε την παράταξη στο στρατό, ενώ αυτή δε θα βρισκόταν σε κίνδυνο, αλλά απειλούσε άλλους μ' αυτό, και δε θεσπιζόταν, αν κάποιος εγκατέλειπε την πόλη σε ώρα κινδύνου; Σίγουρα (θα θεσπιζόταν νόμος), αν κανείς νόμιζε ότι κάποιος πολίτης θα κάνει ποτέ τέτοια αδικία.

Και ποιος εύλογα δε θα σας κατηγορήσει, αν από τη μια τιμήσατε τους μετοίκους της πόλης όπως αξίζει, γιατί βοήθησαν το λαό περισσότερο από όσο έπρεπε, κι από την άλλη δε θα τιμωρήσετε αυτόν, γιατί πρόδωσε την πόλη παρά το καθήκον του, αν όχι με μεγαλύτερη τιμωρία, τουλάχιστον με την τωρινή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων;

Και αναλογιστείτε ότι πάντοτε τιμάτε (αυτούς) που έγιναν ευεργέτες για την πόλη και περιφρονείτε τους κακούς. Γιατί, και τα δύο αυτά επικράτησαν, όχι για χάρη των προγόνων αλλά (για χάρη) των απογόνων, για να προθυμοποιούνται να γίνονται καλοί και με κανέναν τρόπο να μην επιχειρούν να γίνονται κακοί. Ακόμη, αναλογιστείτε ποιους όρκους θα σεβαστεί αυτός που έμπρακτα πρόδωσε τους θεούς των προγόνων; Ή πώς είναι δυνατό να σκεφτεί κάτι (ωφέλιμο) για την πόλη (αυτός) που δε σκέφτηκε ούτε να ελευθερώσει την πατρίδα; Ή ποιο απόρρητο (είναι δυνατό) να φυλάξει (αυτός) που δε θεώρησε άξιο να εκτελέσει ούτε τα καθήκοντά (του); Πώς είναι φυσικό αυτός, που ούτε τελευταίος δεν ήρθε στους κινδύνους, πριν από αυτούς που έφεραν σε πέρας το σκοπό τους (ελευθερία πατρίδας) έτσι να τιμηθεί; Απάνθρωπο θα ήταν να μην αποδοκιμάσετε αυτόν που είναι ένας, ενώ αυτός υποτίμησε όλους τους πολίτες.

Και βλέπω κάποιους που τώρα ετοιμάζονται να τον βοηθήσουν και να σας παρακαλέσουν, επειδή δε μπορούσαν να πείσουν εμένα. Τότε όμως, όταν εσείς κινδυνεύατε και κάνατε τους μεγαλύτερους αγώνες και το βραβείο ήταν η δημοκρατία και έπρεπε να αποφασίσει όχι μόνο για το βουλευτικό αξίωμα αλλά και για την ελευθερία, τότε δεν τον παρακαλούσαν να βοηθήσει και εσάς και το σύνολο της πόλης και να μην προδώσει ούτε την πατρίδα ούτε την βουλή, της οποίας έχει τώρα την αξίωση να γίνει (μέλος), παρόλο που (δεν πρέπει) να γίνει, γιατί άλλοι έκαναν το καθήκον τους. Ο μόνος λοιπόν, κύριοι βουλευτές, που δε θα αγανακτούσε δίκαια, αν δεν πάρει (το βουλευτικό αξίωμα) είναι αυτός. Γιατί, δε στερείτε εσείς τώρα την τιμή από αυτόν αλλά ο ίδιος τότε (τη) στέρησε από τον εαυτό του, όταν δεν έκρινε άξιο να ταχθεί στο πλευρό σας, για να υπερασπιστεί αυτήν (την βουλή), όπως ακριβώς τώρα ήρθε με προθυμία για να εκλεγεί (βουλευτής).

Νομίζω ότι έχουν ειπωθεί αρκετά, αν και πολλά παρέλειψα βέβαια. Αλλά νομίζω ότι εσείς και χωρίς αυτά (τις παραλείψεις) θα καταλάβετε αυτά που συμφέρουν την πόλη. Γιατί, δεν πρέπει να χρησιμοποιείτε άλλες αποδείξεις για εκείνους που αξίζει να είναι βουλευτές παρά τους εαυτούς σας, τι λογής όντας για την πόλη κριθήκατε άξιοι για βουλευτές. Γιατί, οι πράξεις αυτού αποτελούν καινοφανές παράδειγμα και είναι ξένες με κάθε δημοκρατικό πολίτευμα.