Μτφρ. Σ. Τζουμελέας. [1939] χ.χ. Λυσίας. Λόγοι. Μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Ούτος δηλαδή κύριοι βουλευταί, όταν εις την πόλιν υπήρχε η μεγάλη εκείνη συμφορά (την οποίαν σας υπενθυμίζω διότι εξ αιτίας του αναγκάζομαι να πράξω τούτο) διωχθείς εκ της πόλεως υπό των Τριάκοντα μαζί με τους άλλους πολίτας, μέχρι τινός μεν κατώκει εις εξοχικήν τινά οικίαν εις τον αγρόν του, όταν όμως καταλαβόντες την Φυλήν κατήλθον εις τον Πειραιά, και όχι μόνον οι μένοντες εις τους αγρούς, αλλά και οι εις εξορίαν ευρισκόμενοι, άλλοι μεν εις την πόλιν άλλοι δε εις τον Πειραιά συνηθροίζοντο, και έκαστος εβοήθει την πόλιν όσον ηδύνατο, έπραξε τα εναντία εκείνων που έπραξαν οι άλλοι πολίται. Αφού ητοίμασε τα πράγματά του, αναχωρήσας εκ της πατρίδος του μετώκησεν, εις ξένην χώραν και κατώκει εν Ωρωπώ πληρώνων φόρον μετοίκου και έχων προστάτην του ένα εκ των εντοπίων, προτιμήσας να ζη ως μέτοικος εις ξένην χώραν παρά εις την πατρίδα του ως ελεύθερος πολίτης. Ούτος προσέτι δεν μετέβαλε φρονήματα, όπως μετεβλήθησαν μερικοί και από τους πολίτας, όταν είδον υπερισχύοντας τους καταλαβόντας την Φυλήν, ουδέ έκρινεν άξιον να μετάσχη εις καμμίαν από τας επιτυχίας τούτων, διότι ήθελε να επανέλθη εις τας Αθήνας αφού οι δημοκρατικοί φέρουν εις πέρας τον σκοπόν των, παρά να επανέλθη μαζί με αυτούς, αφού κατορθώση τι εξ εκείνων τα οποία συνέφερον εις το κοινόν πολίτευμα δι' όλους τους πολίτας, ούτε έκρινεν άξιον να μεταβή εις τον Πειραιά, ουδαμού δε παρετάχθη υπό των στρατηγών. Και βέβαια εκείνος ο οποίος ετόλμα να σας προδίδη, ενώ έβλεπεν ότι επιτυγχάνετε, τι άρα γε θα έπραττεν εναντίον σας, εάν απετυγχάνετε; Όσοι μεν λοιπόν ένεκα ατομικών συμφορών δεν έλαβον μέρος εις τους τότε κινδύνους της πόλεως, είναι άξιοι κάπως να συγχωρηθούν· διότι ουδείς επιθυμεί την δυστυχίαν του. Όσοι όμως εκουσίως και εσκεμμένως απέσχον των τότε κινδύνων της πόλεως, ουδεμιάς συγγνώμης είναι άξιος· διότι έπραξαν αυτό ουχί ακουσίως, αλλά εκουσίως και με σκοπόν να σας βλάψουν. Κάποια συνήθεια δε κατήντησε να θεωρήται από όλους τους ανθρώπους δίκαιον, δηλαδή διά τα ίδια αδικήματα να αγανακτούν εναντίον εκείνων οι οποίοι αδικούν αν και δύνανται να μη αδικούν, να συγχωρούν δε τους πένητας και αδυνάτους, διότι νομίζουν ότι αυτοί ακουσίως αδικούν. Ούτος λοιπόν ουδεμιάς συγγνώμης είναι άξιος διότι ούτε κατά το σώμα ήτο αδύνατος, ώστε να μη δύναται να υποφέρη τους κόπους, καθώς και σεις το βλέπετε, ούτε πτωχός ήτο, ώστε να μη δύναται να συνεισφέρη χρήματα, όπως εγώ θα αποδείξω. Αλλ' ασφαλώς δεν θα διεγείρετε την έχθραν ουδενός εκ των πολιτών, εάν δεν εγκρίνητε την εκλογήν τούτου, ο οποίος είναι φανερόν ότι επρόδωσεν όχι μόνην την μίαν εκ των διαμαχομένων τότε μερίδων, αλλά και τας δύο, ώστε μήτε υπό των ολιγαρχικών πρέπει να θεωρήται φίλος των (διότι δεν ηθέλησε να τρέξη προς βοήθειάν των), μήτε οι καταλαβόντες τον Πειραιά δημοκρατικοί δύνανται να τον θεωρούν φίλον των· διότι ουδέ με τούτους ηθέλησε να μεταβή εις Φυλήν, και να κατέλθη μαζί των εις Πειραιά, και μάλιστα, αφού έφερε την προσωνυμίαν του πολίτου. Εάν υπολείπωνται πολίται τινές, οι οποίοι έδειξαν την ιδίαν συμπεριφοράν με τον Φίλωνα, μαζί με εκείνους, αν καμμιά φορά (που ο θεός να μη το δώση) πάρουν την κυβέρνησιν του κράτους, ας έχη την αξίωσιν να είναι βουλευτής.

Ότι λοιπόν κατώκει εις τον Ωρωπόν υπό την προστασίαν ενός εκ των εντοπίων, ότι είχεν αρκετήν περιουσίαν, και ότι ούτε με τους δημοκρατικούς, ούτε με τους αριστοκρατικούς, ως στρατιώτης, παρετάχθη ακούσατε πρώτον τους μάρτυρας, διά να εννοήσετε την αλήθειαν των λεγομένων μου.

ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Υπολείπεται λοιπόν εις αυτόν να ισχυρίζεται ότι ένεκα ασθενείας συμβάσης εις αυτόν τότε κατέστη αδύνατον να σπεύση εις τον Πειραιά προς βοήθειαν των εκ Φυλής κατελθόντων, και ότι εξ ιδίας προαιρέσεως εκ της περιουσίας του συνεισέφερε χρήματα εις τον αγώνα υπέρ της δημοκρατίας, ή ότι ώπλισε μερικούς από τους συνδημότας του, καθώς και άλλοι πολλοί πολίται συνεισέφερον χρήματα, και ώπλισαν δι' εξόδων των συνδημότας των, επειδή αυτοί διά ασθένειαν δεν ηδύναντο αυτοπροσώπως να υπηρετήσουν. Διά να μη δυνηθή λοιπόν αυτός να σας εξαπατήση με τα ψεύδη του, και περί τούτων σαφώς τώρα θα σας αποδείξω, επειδή δεν θα μου επιτραπή να ανέλθω εκ δευτέρου εις το βήμα και να ελέγξω όσα αυτός θα είπη. Κάλεσε, παρακαλώ, τον συνδημότην αυτού Διότιμον τον Αχαρνέα και εκείνους οι οποίοι μετ' αυτού εξελέγησαν διά να οπλίσουν τους δημότας (τους Αχαρνείς) από τα χρήματα τα προελθόντα εκ των γενομένων συνεισφορών.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΘΕΝΤΩΝ ΜΕΤΑ ΔΙΟΤΙΜΟΥ

Ούτος λοιπόν όχι μόνον δεν εσκέφθη να ωφελήση την πόλιν ευρισκομένην εις τόσον κρίσιμον περίστασιν διά τον διεξαγόμενον εμφύλιον πόλεμον, αλλά τουναντίον εσκέφθη πώς θα κερδίση από τας συμφοράς μας· ώστε έχων ορμητήριον τον Ωρωπόν και εξ αυτού εκκινών άλλοτε μεν μόνος, άλλοτε δε οδηγών άλλους των οποίων αι συμφοραί σας εξυπηρέτουν τα συμφέροντα περιερχόμενος εις τους αγρούς, και συναντών τους γέροντας, οι οποίοι έμενον εις τους δήμους έχοντες ολίγα μεν τρόφιμα, απαραίτητα όμως διά την συντήρησίν των, αν και ηυνόουν τους δημοκρατικούς, δεν ηδύναντο δε να σπεύσουν προς βοήθειάν των ένεκα του γήρατος, ήρπαζε από αυτούς τα υπάρχοντά τους, περισσότερον φροντίζων αυτός ολίγα να κερδίζη παρά από εκείνους να μη αφαιρή τα υπάρχοντα που ήσαν ελάχιστα· οι οποίοι τώρα διά τον ίδιον λόγον δεν δύνανται να προσέλθουν όλοι να μαρτυρήσουν εναντίον του, διά τον οποίον και τότε δεν ηδύναντο να βοηθούν την πόλιν. Αλλ' όμως δεν πρέπει βέβαια να ωφεληθή ούτος δύο φοράς ένεκα της αδυναμίας εκείνων, και τότε δηλαδή ότε αφήρει τα υπάρχοντα αυτών, και τώρα ότε σεις εξετάζετε τον βίον και τας πράξεις του διά να αποφανθήτε αν είναι δίκαιον να εγκρίνητε την εκλογήν του· αλλά οφείλετε να δώσετε μεγάλην σημασίαν εις την περιουσίαν οιουδήποτε εκ των αδικηθέντων, και οφείλετε να μισήσετε υπερβολικά αυτόν, ο οποίος ετόλμησε να αφαιρή τα υπάρχοντα ανθρώπων εις τους οποίους άλλοι επροθυμοποιούντο να δίδουν ελεημοσύνην διότι τους ελυπούντο διά την πτωχείαν των. Καλέσατε προς τούτο τους μάρτυρας.

ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Δεν δύναμαι εγώ τουλάχιστον να εννοήσω διατί πρέπει σεις να έχετε διαφορετικήν γνώμην περί αυτού από εκείνην την οποίαν έχουν οι συγγενείς του· διότι γνωρίζουν τοιαύτα αμαρτήματα αυτού, ώστε, και αν ουδέν άλλο αμάρτημα είχε διαπράξει, να αρκούν αυτά ώστε να μη εγκριθή η εκλογή του. Όσα μεν του κατηγόρει η μήτηρ του, εν όσω έζη, θα παραλείψω. Συμπεραίνοντες όμως σεις, από όσα έπραξεν η μήτηρ του αποθνήσκουσα ευκόλως θα εννοήσετε την προς αυτήν συμπεριφοράν του. Εκείνη δηλαδή δεν είχε καμμίαν εμπιστοσύνην αποθνήσκουσα να εμπιστευθή τον εαυτόν της εις τούτον, εις τον Αντιφάνην δε, έχουσα πεποίθησιν, χωρίς ουδόλως να είναι συγγενής της έδωσε τρεις μνας διά την κηδείαν της καταφρονήσασα τούτον αν και ήτο παιδί της. Άρα γε δεν φανερώνει τούτο ότι αυτή εγνώριζε καλώς ότι ο υιός της ουδέ διά την συγγένειαν δεν θα εξετέλει τα πρέποντα διά τον ενταφιασμόν της; Και όμως εάν η μητέρα η οποία υπ' αυτής της φύσεως έχει πλασθή να δεικνύη μεγάλην υπομονήν, και όταν ακόμη αδικήται υπό των τέκνων της, και όταν ελαχίστην ωφέλειαν εξ αυτών λαμβάνη να θεωρή ως μεγάλην ευεργεσίαν, διότι κρίνει τας γιγνομένας εις αυτήν αδικίας ή ωφελείας εκ μέρους των τέκνων της έχουσα ως κριτήριον την προς αυτά αγάπην της μάλλον παρά τον έλεγχον διά την προς αυτήν συμπεριφοράν των, ενόμιζεν ότι ούτος είναι δυνατόν να ωφεληθή και από τον θάνατόν της ακόμη, τι πρέπει να σκέπτεσθε περί αυτού; Εκείνος ο οποίος τους συγγενείς του τόσον πολύ αδικεί, φαντάζεσθε βέβαια πόσον περισσότερον θα βλάψη τους άλλους (όταν του δοθή ευκαιρία). Ακούσατε τον ίδιον τον λαβόντα τα χρήματα και θάψαντα αυτήν, και μάθετε εκ της μαρτυρίας αυτού ότι τα λεχθέντα είναι αληθή.

Μτφρ. Γ.Α. Ράπτης. 2003. Λυσίας. ΙΙ, Καταγγελτικοί Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Πρόλογος Χ. Τσολάκης. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Γιατί αυτός, κύριοιβουλευτές, όταν υπήρχε στην πόλη αυτή η μεγάλη συμφορά, την οποία εγώ σας υπενθυμίζω επειδή αναγκάζομαι εξαιτίας του, διωγμένος από τους τριάντα τυράννους από την πόλη με τους άλλους δημοκρατικούς πολίτες, στην αρχή ζούσε στην αγροικία του, όταν όμως κατέβηκαν στον Πειραιά οι δημοκρατικοί από τη Φυλή, κι όχι μόνο εκείνοι από τους αγρούς αλλά και οι εξόριστοι, άλλοι στην πόλη κι άλλοι στον Πειραιά συγκεντρώνονταν και βοηθούσε ο καθένας την πόλη όσο μπορούσε, ο Φίλωνας έκανε τα αντίθετα από όλους τους άλλους συμπολίτες μας.

Γιατί, αφού ετοίμασε τα πράγματά του, το «έστριψε» έξω από την πόλη και καταβάλλοντας το φόρο του μετοίκου έμενε στον Ωρωπό, έχοντας προστάτη αντιπρόσωπό του, επιλέγοντας να ζει ως μέτοικος (έξω από την Αθήνα) παρά να είναι πολίτης μαζί με μας. Επιπλέον, αυτός δεν άλλαξε στάση, όπως (έκαναν) μερικοί πολίτες, όταν είδαν να έχουν επιτυχίες για όσα έκαναν οι προερχόμενοι από τη Φυλή, ούτε έκρινε σκόπιμο να συμμετάσχει σε καμιά από αυτές τις επιτυχίες, επειδή ήθελε να επιστρέψει στη (χώρα του) με την προϋπόθεση ότι (οι δημοκρατικοί) θα είχαν πετύχει το σκοπό τους παρά να επανέλθει μαζί μ' αυτούς, αφού κατορθώσει κάτι από αυτά που συμφέρουν τη δημοκρατία. Ούτε ήρθε στον Πειραιά ούτε μπήκε (εθελοντικά) σε στρατιωτική παράταξη. Και, βέβαια, εκείνος που τολμούσε να σας προδίδει, αν και έβλεπε ότι υπερισχύετε, τι άραγε θα έκανε αν δεν πετυχαίνατε αυτά που θέλαμε; Όσοι λοιπόν λόγω προσωπικής τους συμφοράς δεν πήραν μέρος στους κινδύνους της πόλης είναι άξιοι να τύχουν κάποια συγχώρεση. Γιατί κανείς δε δυστυχεί με τη θέλησή του. Όσοι έκαναν όμως αυτό σκόπιμα (δεν συμμετείχαν), είναι ανάξιοι κάθε συγνώμης. Γιατί αυτό το έκαναν όχι από δυστυχία αλλά από δόλο. Κι έγινε συνήθεια να θεωρείται δίκαιο από όλους τους ανθρώπους για τις ίδιες αδικίες να οργίζονται περισσότερο με εκείνους (που αδικούν), αν και μπορούν να μην το κάνουν, να συγχωρούν δε τους φτωχούς ή τους ανάπηρους, επειδή νομίζουν ότι αυτοί αδικούν ακούσια.

Αυτός λοιπόν δεν αξίζει καμιά συγχώρεση. Γιατί ούτε ανάπηρος ήταν, ώστε να μη μπορεί να εργαστεί σκληρά, όπως κι εσείς βλέπετε, ούτε φτωχός ήταν, ώστε να μη μπορεί να εκτελεί δημόσια υπηρεσία με τα χρήματά του, όπως θ' αποδείξω. Αυτός λοιπόν που όσο είχε τη δυνατότητα να ωφελεί τόσο άθλιος ήταν, πώς λοιπόν δε θα ήταν αντικείμενο μίσους από όλους μας εύλογα; Αλλά βέβαια, εσείς δε θα γίνετε μισητοί από κανέναν πολίτη, αν αποδοκιμάσετε αυτόν, που είναι φανερό ότι πρόδωσε όχι μόνο τους άλλους αλλά και τους δυο, ώστε να μην ταιριάζει να είναι φίλος ούτε αυτών που επικράτησαν στην πόλη (γιατί δε θεώρησε άξιο να έρθει για να πάρει μέρος στους κινδύνους), ούτε (ταιριάζει να είναι φίλος) αυτών που κατείχαν τον Πειραιά. Γιατί ούτε μ' αυτούς ήθελε να γυρίσει από την εξορία, αφού έγινε και ο ίδιος εξόριστος. Βέβαια, αν απομένουν κάποιοι πολίτες που συμμετείχαν στις ίδιες ενέργειες μ' αυτόν, μαζί με εκείνους ας έχει την αξίωση να είναι βουλευτής, αν κάποτε (που να μη γίνει) αναλάβουν τη διακυβέρνηση της πόλης. Ότι λοιπόν κατοικούσε στον Ωρωπό έχοντας προστάτη και ότι απόκτησε αρκετή περιουσία και ότι ούτε στον Πειραιά ούτε στην πόλη παρατάχτηκε σε μάχη, για να μάθετε αρχικά ότι αυτά που λέω είναι αλήθεια, ακούστε τους μάρτυρες.

ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Απομένει λοιπόν σ' αυτόν να πει ότι δήθεν εξαιτίας κάποιας αναπηρίας ήταν αδύνατο να σπεύσει προς βοήθεια στον Πειραιά (και ότι δήθεν) ο ίδιος υποσχέθηκε ή να συνεισφέρει χρήματα στο λαό σας ή να οπλίσει μερικούς από τους συνδημότες του, όπως ακριβώς και πολλοί άλλοι πολίτες μη μπορώντας οι ίδιοι αυτοπροσώπως να παρέχουν υπηρεσίες. Για να μη μπορέσει λοιπόν αυτός να σας εξαπατήσει με ψέματα, και αυτά σαφώς τώρα θα σας αποδείξω, επειδή αργότερα δε θα μου δοθεί η δυνατότητα να ανεβώ στο βήμα για να τον ελέγξω. Κάλεσε, (παρακαλώ), το Διότιμο τον Αχαρνέα και όσους εκλέχτηκαν μαζί για να οπλίσουν τους δημότες με τη βοήθεια των συνεισφορών.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΕΚΛΕΓΜΕΝΩΝ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟ ΔΙΟΤΙΜΟ

Αυτός λοιπόν δε σκέφτηκε πώς να ωφελήσει την πόλη σε τέτοια κρίσιμη στιγμή και περίσταση, αλλά έκανεπροετοιμασίες για το πώς θα κερδίσει κάτι από τις δικές σας συμφορές. (Έτσι), εξορμώντας από τον Ωρωπό, άλλοτε μόνος και άλλοτε οδηγώντας άλλους, για τους οποίους οι δικές σας συμφορές έγιναν ευτυχή συμβάντα, περιπλανώμενος στους αγρούς και συναντώντας τους γέροντες, που έμεναν στους δήμους με λίγα τρόφιμα, απαραίτητα όμως για να συντηρηθούν, που ήταν με το μέρος των δημοκρατικών, ανίκανοι όμως να βοηθήσουν εξαιτίας της ηλικίας, τους αφαιρούσε την περιουσία, προτιμώντας περισσότερο τα μικρά κέρδη από το να μην τους αδικήσει καθόλου. Αυτοί τώρα για τον ίδιο λόγο δε μπορούν όλοι να τον εκδικηθούν, για τον οποίο ακριβώς και τότε δε μπορούσαν να βοηθήσουν την πόλη. Αλλά, όμως, δεν πρέπει αυτός να ωφεληθεί δυο φορές εξαιτίας της αδυναμίας εκείνων, και τότε δηλαδή, όταν αφαιρούσε όσα είχαν, και τώρα που τον περνάτε από κρίση. Αλλά να θεωρήσετε σπουδαίο ζήτημα την παρουσία των αδικημένων και να μισήσετε υπερβολικά αυτόν που τόλμησε να αφαιρέσει τα υπάρχοντα από αυτούς, στους οποίους άλλοι προτίμησαν να δώσουν κάτι από τις περιουσίες τους, επειδή τους ευσπλαχνίστηκαν για τη φτώχεια τους. Καλέστε, (παρακαλώ), τους μάρτυρες.

ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Εγώ λοιπόν δεν καταλαβαίνω, γιατί πρέπει να έχετε διαφορετική γνώμη γι' αυτόν από αυτή που έχουν οι φίλοι. Γιατί, είναι τέτοια τα σφάλματά του, ώστε κι αν δεν είχε κάνει κανένα άλλο, αυτά μόνο επαρκούν για να αποδοκιμαστεί. Για όσα τον κατηγορούσε η μητέρα του, όσο ζούσε, θα παραλείψω (να κάνω λόγο). Όμως συμπεραίνοντας από όσα (η μητέρα του) έκανε πεθαίνοντας, σας είναι εύκολο να κατανοήσετε ποιος ήταν γι' αυτή. Εκείνη δηλαδή δεν τον εμπιστεύτηκε πεθαίνοντας, ενώ στον Αντιφάνη δείχνοντας εμπιστοσύνη, χωρίς να είναι συγγενής (της), έδωσε τρεις αργυρές μνες για την ταφή της μη λαμβάνοντας υπόψη αυτόν, αν και ήταν γιος της. Άραγε (αυτό) δε φανερώνει ότι γνώριζε καλά πως αυτός δε θα έκανε τα πρέποντα για τον ενταφιασμό της; Αν η μητέρα, που από τη φύση της δείχνει ανοχή και όταν αδικείται από τα παιδιά της και που, όταν δεν ωφελείται, (το) θεωρεί μεγάλη (χάρη), γιατί κρίνει ό,τι της συμβαίνει με βάση την αγάπη της μάλλον παρά τον έλεγχο, κι όμως (αν) νόμιζε ότι (ο γιος της) θα αποκομίσει (κάτι) κι από το θάνατό της, τι πρέπει να σκεφτείτε γι' αυτόν; Εκείνος που κάνει τέτοιες αδικίες στους δικούς του (ανθρώπους), τι θα μπορούσε να κάνει στους ξένους; Ακούστε τον ίδιο, που πήρε τα χρήματα κι έθαψε αυτήν, κι έτσι λοιπόν (πιστέψτε) ότι αυτά είναι αλήθεια.