Μτφρ. Ν.Χ. Χουρμουζιάδης. χ.χ. Λυσία Λόγος εναντίον του Ερατοσθένη. Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις. Αθήνα: ΟΕΔΒ.

Αν μου επιτρέπετε, σκοπεύω τώρα να σας εκθέσω τα σχετικά με το Θηραμένη, όσο μπορώ συντομότερα. Σας παρακαλώ να με ακούσετε, για το συμφέρον και το δικό σας και της πόλης. Και μην περάσει από τη σκέψη κανενός ότι, ενώ είναι υπόδικος ο Ερατοσθένης, εγώ αντικανονικά κατηγορώ το Θηραμένη. Έχω την πληροφορία ότι ο κατηγορούμενος θα χρησιμοποιήσει στην απολογία του αυτό το επιχείρημα: πως δηλαδή ήταν φίλος μ' εκείνον και συνυπεύθυνος για τις ίδιες πολιτικές πράξεις. Τότε οπωσδήποτε θα φτάσει και στο σημείο, φαντάζομαι, να ισχυριστεί ότι, ανήκοντας στην ίδια πολιτική μερίδα με το Θεμιστοκλή, φρόντισε να οικοδομηθούν τα τείχη, αφού μαζί με το Θηραμένη φρόντισε να κατεδαφιστούν. Δε μου φαίνεται, όμως, ότι αυτοί οι δύο άνθρωποι ήταν της ίδιας κατηγορίας. Ο ένας οικοδόμησε τα τείχη παρά την αντίδραση των Λακεδαιμονίων, ενώ ο άλλος τα κατεδάφισε έχοντας εξαπατήσει τους πολίτες. Έτσι, αυτό που έχει συμβεί στην πόλη είναι το αντίστροφο απ' ό,τι θα περίμενε κανείς. Κανονικά δηλαδή θα άξιζε μαζί με το Θηραμένη να έχουν εξοντωθεί και οι οπαδοί του, εκτός και αν κανενός οι πράξεις ήταν αντίθετες από εκείνου. Εδώ όμως βλέπω ότι και οι απολογίες αναφέρονται σ' εκείνον και όσοι ήταν συνεργάτες του προσπαθούν να αποσπάσουν τιμές, λες και εκείνος ήταν ο δημιουργός πολλών καλών και όχι μεγάλων κακών.

Αυτός, πρώτα πρώτα, είχε μεγάλο μέρος της ευθύνης για την πρώτη ολιγαρχική κυβέρνηση, αφού σας έπεισε να ψηφίσετε το πολίτευμα των τετρακοσίων. Ο πατέρας του, που ήταν ένας από τους προβούλους, έκανε τα ίδια, ενώ αυτόν, επειδή τον θεωρούσαν ότι επιδοκίμαζε απόλυτα την πολιτική τους, οι ολιγαρχικοί τον όρισαν στρατηγό. Και όσο διάστημα είχε κάποιο κύρος, έδειχνε να μένει πιστός στις υποθέσεις της πόλης. Όταν όμως άρχισε να διαπιστώνει ότι ο Πείσανδρος, ο Κάλλαισχρος και μερικοί άλλοι αποχτούσαν μεγαλύτερη από αυτόν δύναμη, ενώ παράλληλα η δημοκρατική μερίδα του λαού σας δεν έδειχνε διάθεση να τους ακολουθήσει, τότε και από φθόνο για εκείνους και από φόβο σ' εσάς, συνεργάστηκε με τον Αριστοκράτη. Και επειδή ήθελε να δώσει την εντύπωση ότι ήταν πιστός στο δημοκρατικό λαό σας, με τις κατηγορίες του προκάλεσε την εκτέλεση του Αντιφώντα και του Αρχεπτόλεμου, παρόλο που ήταν στενότατοι φίλοι του. Και έφτασε σε τέτοιο σημείο φαυλότητας, ώστε ταυτόχρονα και εσάς υποδούλωσε, για να κερδίσει την εμπιστοσύνη εκείνων, και τους φίλους του εξόντωσε, για να κερδίσει τη δική σας.

Με όλες τις τιμές και τις εξαιρετικές διακρίσεις που αποχτούσε, ενώ ο ίδιος έδωσε την υπόσχεση να σώσει την πόλη, ο ίδιος την κατάστρεψε: είπε ότι ανακάλυψε ένα τέχνασμα σπουδαίο και αποτελεσματικό (υποσχέθηκε να κλείσει ειρήνη, χωρίς ούτε ομήρους να δώσει ούτε τα τείχη να κατεδαφίσει ούτε τα πλοία να παραδώσει), αλλά δε δέχτηκε να το ανακοινώσει σε κανένα, μόνο ζήτησε να του έχετε εμπιστοσύνη. Και σεις, Αθηναίοι, μολονότι το Συμβούλιο του Άρειου Πάγου έπαιρνε τα κατάλληλα μέτρα για τη σωτηρία της πόλης και πολλοί αντιδρούσαν στις ενέργειες του Θηραμένη, και φυσικά, όλοι σας ξέρατε ότι γενικά οι άνθρωποι κρατούν διάφορα μυστικά μόνο για προστασία από τους εχθρούς, ενώ εκείνος δεν ήθελε να αποκαλύψει ανάμεσα στους συμπολίτες του τα όσα σκόπευε να πει στους εχθρούς ― παρ' όλα αυτά, του εμπιστευτήκατε την πατρίδα, τα παιδιά, τις γυναίκες και τους ίδιους τους εαυτούς σας. Και εκείνος απ' όσα υποσχέθηκε δεν πραγματοποίησε βέβαια τίποτε, αλλά είχε τόσο βαθιά συνειδητοποιήσει ότι η πόλη έπρεπε να ταπεινωθεί και να εξασθενήσει, ώστε σας έπεισε να προβείτε σε ενέργειες που ως τότε κανείς ούτε από τους εχθρούς σας ανάφερε ούτε από τους συμπολίτες σας περίμενε. Και αυτά όχι επειδή πιεζόταν από τους Λακεδαιμόνιους· ο ίδιος αυτοπροαίρετα έδωσε υποσχέσεις και τα τείχη του Πειραιά να κατεδαφίσει και το πολίτευμα που είχατε να καταλύσει. Ήξερε βέβαια πολύ καλά ότι, αν δε χάσετε κάθε ελπίδα, γρήγορα θα ζητήσετε την τιμωρία του.

Και στο τέλος, δικαστές, δεν άφησε να πραγματοποιηθεί η απαραίτητη συνέλευση του λαού, παρά μόνο όταν είχε τηρήσει με επιμέλεια την προθεσμία που του είχαν ορίσει εκείνοι, οπότε έστειλε και έφερε από τη Σάμο τα πλοία που ήταν μαζί με το Λύσανδρο, και έτσι εγκαταστάθηκε στην πόλη μας το στρατόπεδο των εχθρών. Τότε ακριβώς, κάτω από αυτές τις συνθήκες, και ενώ ήταν παρόντες ο Λύσανδρος, ο Φιλοχάρης και ο Μιλτιάδης, κάλεσαν την εκκλησία του δήμου για την αναθεώρηση του πολιτεύματος, έτσι που κανείς από τους ρήτορες να μην μπορεί να αντιδράσει ή να τους απειλήσει, και εσείς να μην αποφασίσετε αυτά που σύμφεραν στην πόλη, αλλά να ψηφίσετε τα όσα σχεδίαζαν εκείνοι. Σηκώθηκε λοιπόν τότε ο Θηραμένης και πρότεινε να αναθέσετε τη διακυβέρνηση της πόλης σε τριάντα άντρες και να υιοθετήσετε το πολιτικό σύστημα που παρουσίασε ο Δρακοντίδης. Εσείς όμως, παρόλο που βρισκόσασταν κάτω από τέτοια πίεση, δείχνατε με τις φωνές σας ότι δε σκοπεύετε να δεχτείτε τις προτάσεις τους. Γιατί ξέρατε ότι εκείνη τη μέρα είχατε συγκεντρωθεί για να αποφασίσετε για τη δουλεία ή την ελευθερία σας. Και ο Θηραμένης, δικαστές, (και για όλα αυτά θα έχω μάρτυρες εσάς τους ίδιους) δήλωσε ότι ο ίδιος δε δίνει καμιά σημασία στις αποδοκιμασίες σας, επειδή ήξερε ότι πολλοί από τους Αθηναίους ακολουθούσαν την ίδια πολιτική μ' αυτόν, και εξάλλου οι προτάσεις του έβρισκαν σύμφωνους το Λύσανδρο και τους Λακεδαιμόνιους. Μετά από εκείνον σηκώθηκε ο Λύσανδρος, που είπε πολλά και διάφορα και ακόμα ότι σας είχε απέναντί του ένοχους για παράβαση των συνθηκών, και ότι, επομένως, τώρα δεν πρόκειται να αποφασίσετε για το πολίτευμα, αλλά για τη σωτηρία σας, αν δε συμμορφωθείτε με τις προτάσεις του Θηραμένη. Απ' όσους βρίσκονταν στη συνέλευση, όσοι ήταν τίμιοι πολίτες, επειδή είχαν αντιληφθεί τη σκευωρία και το αδιέξοδο, άλλοι έμειναν εκεί και σώπασαν, ενώ άλλοι σηκώθηκαν και έφυγαν, έχοντας τουλάχιστο τη συναίσθηση ότι δεν ψήφισαν τίποτε επιζήμιο για την πόλη. Και μόνο ελάχιστοι, που ήταν και φαύλοι και κακόβουλοι, επιδοκίμασαν με την ψήφο τους τις εντολές που είχαν δοθεί. Συγκεκριμένα, είχαν πάρει γραμμή να ψηφίσουν δέκα άντρες που είχε υποδείξει ο Θηραμένης, δέκα που πρότειναν αυτοί που είχαν χρηματίσει έφοροι και δέκα από τους παρόντες. Αντιλαμβάνονταν τόσο καλά την αδυναμία σας και ήταν τόσο βέβαιοι για τη δύναμή τους, ώστε ήξεραν από πριν τα όσα θα διεξάγονταν στη συνέλευση. Και για όλα αυτά δε χρειάζεται να δώσετε πίστη σ' εμένα αλλά σ' εκείνον, αφού όλα όσα έχω πει τα ανάφερε στην απολογία του μπροστά στη βουλή, προσβάλλοντας κυριολεκτικά και τους εξόριστους, με τον ισχυρισμό ότι είχαν γυρίσει πίσω χάρη στη μεσολάβησή του, ενώ δεν έδειχναν κανένα ενδιαφέρον οι Λακεδαιμόνιοι, προσβάλλοντας και τους πολιτικούς συνεργάτες του με τον ισχυρισμό ότι, παρόλο που ήταν υπεύθυνος για όλα όσα είχαν γίνει, όπως ακριβώς σας έχω εκθέσει, τον μεταχειρίζονταν μ' αυτό τον τρόπο, ενώ και ο ίδιος είχε εκδηλώσει έμπρακτα την αξιοπιστία του και εκείνοι είχαν δεσμευτεί απέναντι του με όρκους.

Και μολονότι ήταν υπεύθυνος για τόσα και άλλα κακά και αισχρά, και παλιά και πρόσφατα, και μικρά και μεγάλα, θα τολμήσουν αυτοί να δηλώσουν ότι είναι φίλοι του. Και όμως ο Θηραμένης θανατώθηκε όχι από το ενδιαφέρον του για σας αλλά από τη φαυλότητά του. Τιμωρήθηκε δίκαια στην περίοδο της ολιγαρχίας (αφού την είχε κιόλας καταλύσει), όπως θα μπορούσε να τιμωρηθεί και σε περίοδο δημοκρατίας. Δύο φορές σας υποδούλωσε, περιφρονώντας αυτά που είχε και επιδιώκοντας αυτά που δεν είχε· χρησιμοποιώντας για πρόσχημα την πιο ωραία λέξη, δίδασκε με το παράδειγμά του τις χειρότερες πράξεις.

Μτφρ. Σ. Τζουμελέας. [1939] χ.χ. Λυσίας. Λόγοι. Μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Ας ομιλήσω τώρα δι' ολίγων και περί του Θηραμένους. Σας παρακαλώ δε να με ακούσετε μετά προσοχής και χάριν εμού και χάριν της πόλεως. Και ουδείς ας μη φαντασθή τούτο, δηλαδή ότι κατηγορώ τον Θηραμένη ενώ δικάζεται ο Ερατοσθένης. Το κάμνω αυτό, διότι πληροφορούμαι ότι ο κατηγορούμενος εις την απολογίαν του αυτό θα ισχυρισθή, δηλαδή ότι ήτο φίλος του Θηραμένους, και μετείχε των πράξεων αυτού. Έχω την γνώμην ότι, αν έζη επί της εποχής του Θεμιστοκλέους ουδόλως θα διισχυρίζετο ότι συνετέλεσεν εις την ανοικοδόμησιν των τειχών, αφού συνέπραττε μετά του Θηραμένους διά να καταστραφούν. Διότι μου φαίνεται ότι οι δύο αυτοί άνδρες δεν εγένοντο άξιοι της ιδίας τιμής. Διότι ο μεν Θεμιστοκλής ωκοδόμησεν αυτά παρά την θέλησιν των Λακεδαιμονίων, ο δε Θηραμένης εξαπατήσας τους συμπολίτας του κατέστρεψε ταύτα. Κατήντησε λοιπόν να συμβή εις την πόλιν το εναντίον από εκείνο το οποίο ήτο φυσικόν να συμβή. Διότι δίκαιον μεν ήτο και ο Θηραμένης και οι φίλοι του να τιμωρηθούν διά της μεγαλυτέρας τιμωρίας, εκτός εάν τις ήτο μεν προσωπικός του φίλος, αλλά διεφώνει προς τα πολιτικά φρονήματα και τας πράξεις αυτού. Τώρα όμως βλέπω ότι οι δικαζόμενοι εις τας απολογίας των επικαλούνται την φιλίαν εκείνων, και ότι οι φίλοι του κρίνονται άξιοι τιμών, ωσάν να ήτο αίτιος μεγάλων αγαθών, και να μη εγένετο αίτιος μεγάλων συμφορών. Διότι ούτος πρώτον μεν εγένετο ο κυριώτερος αίτιος της προτέρας ολιγαρχίας πείσας σας να προτιμήσετε το πολίτευμα των τετρακοσίων. Και ο μεν πατήρ αυτού γενόμενος είς εκ των δέκα Προβούλων έπραττε τα ίδια, ο Θηραμένης δε θεωρούμενος ότι διέκειτο ευνοϊκώς προς την εγκαθιδρυθείσαν ολιγαρχίαν εξελέγη υπό των Τετρακοσίων στρατηγός. Και ως ότου μεν ετιμάτο, ήτο πιστός εις τους ολιγαρχικούς. Όταν όμως έβλεπεν ότι ο Πείσανδρος και ο Κάλλαισχρος και άλλοι προετιμώντο περισσότερον αυτού υπό των Τετρακοσίων, και ότι ο λαός δεν ήθελε πλέον να υπακούη εις αυτούς, τότε πλέον φθονών εκείνους και φοβούμενος σας, μετέσχε των έργων του Αριστοκράτους. Θέλων δε να φαίνεται ότι είναι πιστός εις την δημοκρατίαν, κατηγορών εγένετο αίτιος του φόνου των φιλτάτων Αντιφώντος και Αρχεπτολέμου, εις τόσην δε μοχθηρίαν έφθασεν, ώστε θεωρούμενος πιστός εις εκείνους κατέστρεψε σας, πιστευόμενος δε υφ' υμών κατέστρεψε τους φίλους. Ενώ δε ετιμάτο, και κατελάμβανε τα μεγαλύτερα αξιώματα, αν και αυτοπροαιρέτως υπεσχέθη ότι θα σώση την πόλιν, ο ίδιος την κατέστρεψε με το να διαβεβαιοί ότι έχει εξεύρει κάτι μέγα και αξιόλογον. Υπέσχετο δε ότι θα κάμη ειρήνην με τους Σπαρτιάτας χωρίς να δώση ομήρους, χωρίς να καταστρέψη τα τείχη, και χωρίς να παραδώση τον στόλον· δεν ηθέλησε δε εις ουδένα να ανακοινώση το μυστικόν, πώς θα κατώρθωνε ταύτα, και μας συνεβούλευσε να έχωμεν πεποίθησιν εις αυτόν. Σεις δε, συμπολίται, ενώ η βουλή του Αρείου Πάγου εφρόντιζε διά την σωτηρίαν της πόλεως, και διεφώνουν πολλοί προς τον Θηραμένη, αν και εγνωρίζατε ότι οι άνθρωποι φυλάττουν μυστικά μόνον από τους εχθρούς, εκείνος δε δεν ηθέλησε να ανακοινώση εις τους συμπολίτας του, όσα έμελλε να είπη εις τους εχθρούς, όμως παρεδώσατε εις αυτόν την πατρίδα σας, και τους παίδας σας, και τας γυναίκας σας, και τον εαυτόν σας. Εκείνος δε, από όσα μεν υπέσχετο ουδέν έπραξεν, εσκέφθη όμως ότι πρέπει να κάμη τόσον μικράν και ασθενή την πόλιν, ώστε, όσα ούτε οι εχθροί ποτέ ανέφερον, ούτε οι πολίται εφαντάσθησαν, σας εξηνάγκασε να πράξετε χωρίς να αναγκάζεται υπό των Λακεδαιμονίων, αλλ' εξ ιδίας προαιρέσεως υποσχεθείς εις αυτούς ταύτα, δηλαδή την καταστροφήν των οχυρώσεων του Πειραιώς, και την κατάργησιν του πολιτεύματος, διότι καλώς εγνώριζεν ότι, εάν δεν χάσετε κάθε ελπίδα, ταχέως θα τον τιμωρήσετε.

Και τελευταίον, κύριοι δικασταί, δεν επέτρεψε να συνέλθη πρότερον η συνέλευσις του λαού αλλά παρεφύλαξε επιμελώς την περίστασιν, και προσεκάλεσε μεν από την Σάμον τον στόλον του Λυσάνδρου, εισήγαγε δε εις την πόλιν το πεζικόν στράτευμα των Λακεδαιμονίων. Τότε δε, ότε τοιαύτη είχε δημιουργηθή κατάστασις, και ευρίσκοντο εν Αθήναις ο Λύσανδρος, ο Φιλοχάρης, και ο Μιλτιάδης, συνεκάλεσαν τον λαόν να αποφασίση την μεταβολήν του πολιτεύματος, ίνα μη κανείς ρήτωρ εναντιωθή εις αυτούς, και τους απειλήση, και ίνα μη αποφασίσετε σεις τα συμφέροντα εις την πόλιν, αλλ' ίνα ψηφίσετε, όσα εις εκείνους αρέσουν. Αφού ανήλθεν εις το βήμα ο Θηραμένης σας διέταξε να παραδώσετε την πόλιν εις τριάκοντα άνδρας, και να έχετε το πολίτευμα του οποίου εισήγησιν ενώπιόν σας έκαμεν ο Δρακοντίδης. Σεις όμως, αν και ευρίσκεσθε εις τοιαύτην οικτράν κατάστασιν διά θορύβου απεδοκιμάζετε αυτόν δηλούντες ότι δεν θα πράξετε τα υπ' αυτού προτεινόμενα. Διότι εγνωρίζατε ότι κατ' εκείνην την ημέραν συνήλθετε να αποφασίσετε αν θέλετε να είσθε δούλοι ή ελεύθεροι. Ο Θηραμένης όμως, κύριοι δικασταί, (και σας τους ιδίους επικαλούμαι μάρτυρας των λεγομένων μου) είπεν ότι δεν τον ενδιαφέρει ο θόρυβος, επειδή γνωρίζει ότι οι συμφωνούντες με αυτόν Αθηναίοι είναι πολλοί, και επειδή εις όσα λέγει συμφωνούν ο Λύσανδρος και οι Λακεδαιμόνιοι· ύστερον από εκείνον ανελθών εις το βήμα ο Λύσανδρος είπε και άλλα πολλά και ότι μας θεωρεί παραβάτας των συμφωνηθέντων, και ότι δεν πρόκειται δι' ημάς περί πολιτεύματος, αλλά περί σωτηρίας, εάν δεν εκτελέσωμεν, όσα ο Θηραμένης προέτεινεν. Όσοι από τους ευρισκομένους εις την συνέλευσιν ήσαν άνδρες αγαθοί εννοήσαντες τας ραδιουργίας και συνεννοήσεις των ολιγαρχικών, και την επιτακτικήν ανάγκην (να ψηφισθούν τα προτεινόμενα υπό του Θηραμένους) εσιώπων, μερικοί δε ανεχώρησαν έχοντες τουλάχιστον αναπεπαυμένην την συνείδησίν των ότι ουδέν κακόν διά την πόλιν εψήφισαν· ολίγοι δε τινές μοχθηροί και κακόβουλοι εψήφισαν τα διαταχθέντα. Διότι είχε παραγγελθή εις αυτούς να ψηφίσουν δέκα, τους οποίους προέτεινεν ο Θηραμένης, δέκα, τους οποίους υπεδείκνυον οι διορισθέντες έφοροι, και δέκα από τους παρόντας· τόσον και την αδυναμίαν μας έβλεπον, και την δύναμίν των εγνώριζον, ώστε εκ των προτέρων εγνώριζον όσα θα συμβούν εις την συνέλευσιν. Ταύτα δε δεν πρέπει να τα πιστεύση κανείς διότι τα λέγω εγώ, αλλά να τα πιστεύση διότι τα είπε εκείνος, διότι πάντα όσα έχουσι ειπωθή υπ' εμού, τα έλεγεν εκείνος απολογούμενος εν τη Βουλή (των Τριάκοντα) μεμφόμενος μεν τους εξορίστους (ολιγαρχικούς) διότι εξ αιτίας του επανήλθον (εις την πατρίδα) ενώ ουδόλως οι Λακεδαιμόνιοι εφρόντιζον (δι' αυτούς), μεμφόμενος δε και τους μετέχοντας εις την κυβέρνησιν (των Τριάκοντα) διότι ενώ αυτός είχε γίνει, διά των μέσων που είχε εκθέσει, ο αίτιος όλων των συμβάντων, τοιαύτας αμοιβάς απολαμβάνει αν και έχει δώσει εμπράκτως εις αυτούς πολλάς αποδείξεις πίστεως και έχει συνορκισθή μετ' εκείνων. Κι επειδή έχει γίνη αίτιος τοσούτων και άλλων κακών και αισχρών πράξεων και εις το παρελθόν και προ μικρού, και μικρών και μεγάλων (κακών), θα έχωσι την τόλμην αυτοί καίτοι ήσαν φίλοι του να αποφανθώσιν ότι δεν απέθανεν ο Θηραμένης (αγωνιζόμενος δι' υμάς) αλλά ένεκα της φαυλότητός του και ότι δικαίως υπέστη μεν την ποινήν εις τον καιρόν της ολιγαρχίας (διότι πρότερον κατέλυσεν αυτήν), δικαίως δε ήθελε τιμωρηθή εν καιρώ δημοκρατίας διότι δύο φοράς σας κατέστησε δούλους, επειδή, τα μεν παρόντα κατεφρόνει τα δε απόντα επεθύμει και διότι μεταχειριζόμενος το κάλλιστον όνομα (της ελευθερίας) κατέστη διδάσκαλος φοβερωτάτων έργων.

Μτφρ. Γ.Α. Ράπτης. 2003. Λυσίας. ΙΙ, Καταγγελτικοί Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Πρόλογος Χ. Τσολάκης. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Εμπρός, λοιπόν, θα αναφερθώ τώρα και στο Θηραμένη με λίγα λόγια. Και σας παρακαλώ να με προσέξετε και για το καλό μου και για το καλό της πόλης. Και μην περάσει από το μυαλό κανενός σας αυτό, ότι εγώ δηλαδή κατηγορώ το Θηραμένη ενώ δικάζεται ο Ερατοσθένης. Γιατί, έχω πληροφορίες ότι αυτά θα υποστηρίξει στην απολογία του αυτός, ότι δηλαδή ήταν φίλος του Θηραμένη και ότι συμμετείχε σε ό,τι έκανε εκείνος. Πράγματι, νομίζω ότι αυτός, αν ζούσε την εποχή του Θεμιστοκλή, θα προσποιούνταν ότι ενήργησε πώς να ανεγερθούν τα τείχη, ενώ τώρα με το Θηραμένη πώς θα γκρεμισθούν. Μου φαίνεται, όμως, ότι αυτοί οι δυο άνδρες (Θεμιστοκλής και Θηραμένης) δεν είναι καθόλου ισάξιοι. Γιατί, ο Θεμιστοκλής έκτισε τα τείχη κόντρα στη θέληση των Λακεδαιμονίων, αυτός όμως τα γκρέμισε αφού εξαπάτησε τους συμπολίτες μας. Γιατί, συντέλεσε να συμβεί στην πόλη το αντίθετο από ό,τι ήταν φυσικό να γίνει. Ήταν, ακόμη, δίκαιο να έχετε τιμωρήσει και τους φίλους του Θηραμένη, εκτός κι αν κάποιος τύχαινε να κάνει αντίθετα από ό,τι εκείνος. Τώρα, όμως, βλέπω ότι οι απολογίες των κατηγορουμένων αναφέρονται αβανταδόρικα σ' αυτόν και τους φίλους του να προσπαθούν να τιμηθούν λόγω της γνωριμίας τους, λες και έγινε πρόξενος (ο Θηραμένης) για πολλά καλά κι όχι για τις μεγάλες συμφορές στην πόλη. Αυτός όμως, αρχικά είναι ο κατεξοχήν υπεύθυνος της πρώτης δικτατορίας, αφού σας έπεισε να προτιμήσετε το ολιγαρχικό πολίτευμα των Τετρακοσίων. Ακόμα και ο πατέρας του συνέβαλε σ' αυτά, αφού ήταν ένας από τους προπομπούς της ως πρόβουλος, ενώ ο ίδιος ο Θηραμένης εκλέχτηκε στρατηγός από αυτούς γιατί θεωρούνταν ανεπιφύλακτα άκρως ολιγαρχικός. Μάλιστα, όσο κατείχε το αξίωμα, παρέμενε πιστός στους ολιγαρχικούς. Όταν, όμως, είδε ότι τον υπερκέρασαν ο Πείσανδρος και ο Κάλλαισχρος και κάποιοι άλλοι και ότι ο δημοκρατικός λαός δεν άντεχε ούτε καν να τους ακούει, τότε ακριβώς, λόγω του φθόνου προς τους άλλους (στρατηγούς) και του φόβου από σας, μεταπήδησε στην παράταξη του Αριστοκράτη. Θέλοντας, μάλιστα, να δείξει την αφοσίωσή του στη δημοκρατία, κατηγόρησε τους πρώην φίλους του Αντιφώντα και Αρχεπτόλεμο και πέτυχε τη θανατική τους καταδίκη. Έφτασε, έτσι, σε τέτοιο βαθμό διαστροφής, ώστε στην αρχή με την προσήλωσή του σ' εκείνους υποδούλωσε εσάς, ενώ με τη μεταστροφή του προς την πλευρά σας καταδίκασε σε θάνατο τους φίλους του. Και ενώ ήταν σε αξίωμα και απολάμβανε τις μέγιστες τιμές, υποσχόμενος από μόνος του ότι θα σώσει την πόλη, ο ίδιος την κατέστρεψε διαβεβαιώνοντας ότι έχει εφεύρει κάτι μεγάλο και πολύ αξιόλογο. Υποσχόταν δηλαδή να συνάψει ειρήνη (με τους Σπαρτιάτες) χωρίς να δώσει ομήρους κι ούτε να γκρεμίσει τα τείχη κι ούτε να παραδώσει το στόλο. Δεν ήθελε να κοινολογήσει αυτά σε κανέναν ακόμη και απλά ζητούσε να του έχουν εμπιστοσύνη. Και σεις, άνδρες Αθηναίοι, ενώ η βουλή του Αρείου Πάγου προωθούσε συμφωνία σωτηρίας για την πόλη και ενώ πολλοί αντιδρούσαν στα κόλπα του Θηραμένη, αν και το γνωρίζατε ότι οι άλλοι άνθρωποι φυλάγουν μυστικά μόνο από τους εχθρούς ενώ ο ίδιος στους συμπολίτες του δεν ήθελε να τα ανακοινώσει αυτά που επρόκειτο να πει στους εχθρούς, όμως του εμπιστευτήκατε αφελέστατα την πατρίδα, τα παιδιά, τις γυναίκες σας και τους ίδιους σας τους εαυτούς. Αυτός, απ' όσα υποσχέθηκε, τίποτα δεν έκανε, αλλά έτσι του κόλλησε ότι πρέπει να γίνει μικρή και αδύναμη η πόλη μας ώστε, για όσα δεν πέρασαν από το μυαλό ούτε των εχθρών ποτέ ως τώρα ούτε κανείς συμπολίτης μας φαντάστηκε, αυτά ακριβώς σας έπεισε να κάνετε, χωρίς καμιά πίεση από τους Λακεδαιμονίους, αλλά ύστερα από προσωπικές του υποσχέσεις σ' αυτούς, δηλαδή να γκρεμίσουμε ολόγυρα τα τείχη του Πειραιά και να προβούμε σε μεταπολίτευση, έχοντας βαθιά την επίγνωση ότι, αν δε χάσετε όλες σας τις ελπίδες, συντομότατα θα τον καθαρίζατε. Και το τελευταίο, άνδρες δικαστές, δεν επέτρεψε να συγκληθεί νωρίτερα η εκκλησία του δήμου, έως ότου ήρθε η με επιμέλεια αναμενόμενη απ' αυτούς ευκαιρία, και έστειλε και κάλεσε το στόλο από τη Σάμο με αρχηγό το Λύσανδρο και έμπασε μέσα στη πόλη το πεζικό των εχθρών. Σ' αυτή ακριβώς την περίσταση (υπό καθεστώς ομηρίας) και με παρόντες το Λύσανδρο, το Φιλοχάρη και το Μιλτιάδη, συγκάλεσαν το λαό να αποφασίσει για τη μορφή του πολιτεύματος (που έπρεπε να έχει η Αθήνα), για να μη μπορεί να αντιδράσει (για την οφθαλμοφανή εκτροπή) κανένας ρήτορας ούτε να τους απειλήσει και εσείς να μην αποφασίσετε με γνώμονα το συμφέρον της πόλης αλλά να συνταχθείτε με τις ορέξεις τους. Αφού ανέβηκε, μάλιστα, στο βήμα ο Θηραμένης, σας πρόσταξε να αναθέσετε τη διακυβέρνηση της πόλης σε τριάντα άνδρες και να προτιμήσετε το πολίτευμα που εισηγήθηκε σε σας ο Δρακοντίδης. Εσείς, όμως, ακόμη και κάτω από αυτές τις συνθήκες «τον κράζατε» και του διαμηνύατε ότι δε συμφωνούσατε μ' αυτά· γιατί, είχατε βαθιά συναίσθηση ότι εκείνη την ημέρα συνεδριάζατε με το ψευτοδίλημμα δουλεία–ελευθερία. Κι ο Θηραμένης, άνδρες δικαστές (και γι' αυτό θα επικαλεστώ ως μάρτυρες εσάς τους ίδιους), έλεγε ότι ούτε καν λογαριάζει τις δικές σας διαμαρτυρίες, γιατί ήξερε ότι αυτοί από τους Αθηναίους που σκέπτονταν όμοια μ' αυτόν ήταν πολλοί και, ακόμη, ότι συμφωνούν με όσα λέει τόσο ο Λύσανδρος όσο και οι Λακεδαιμόνιοι. Μετά από αυτόν, αφού ανέβηκε στο βήμα, ο Λύσανδρος είπε άλλα πολλά, είπε επιπλέον ότι σας θεωρεί παραβάτες της ανακωχής και ότι δε συνεδριάζετε τώρα για τη μορφή του πολιτεύματος αλλά για τη σωτηρία σας (ή όχι), αν δε συμμορφωθείτε με όσα ο Θηραμένης διέταζε.

Από όσους μετείχαν στη λαϊκή συνέλευση, οι αξιοπρεπείς άνδρες, επειδή κατάλαβαν την παγίδα και τα προαποφασισμένα, παρέμεναν εκεί με βαθιά περίσκεψη και άλλοι αποχώρησαν αμέσως, έχοντας τουλάχιστον τη συνείδησή τους επαναπαυμένη ότι δεν αποφάσισαν τίποτε το κακό για την πόλη. Κάποιοι λίγοι και φαύλοι από υστεροβουλία ψήφισαν όσα τους είχαν διαταχθεί. Είχε δηλαδή προταθεί σ' αυτούς να ψηφίσουν δέκα άνδρες ως άρχοντες τους οποίους είχε υποδείξει ο Θηραμένης, άλλους δέκα που θα πρότειναν οι διορισμένοι έφοροι, και δέκα απ' αυτούς που θα υποδείκνυε η συνέλευση. Γιατί, τόσο πολύ καθαρά έβλεπαν τη δική σας αδυναμία και γνώριζαν τη δική τους παντοδυναμία, ώστε ήξεραν από νωρίτερα τα αποτελέσματα της λαϊκής σας συνέλευσης. Και δεν πρέπει να πιστεύετε εμένα μόνο γι' αυτά αλλά τον ίδιο (το Θηραμένη)· γιατί, όλα όσα ειπώθηκαν τώρα από μένα, τα είπε απολογούμενος (αργότερα) στη βουλή, κατηγορώντας τους εξορίστους, διότι επανήλθαν από την εξορία με δική του πρωτοβουλία και χωρίς καμιά συμβολή των Λακεδαιμονίων, κατηγορώντας και όσους μετείχαν στην άσκηση της (ολιγαρχικής) εξουσίας διότι, αν και αυτός είχε γίνει πρόξενος όλων των εξελίξεων με τις μεθοδεύσεις που σας εξέθεσα εγώ, τους βρίσκει μπροστά του τώρα έτσι (εχθρικά διακείμενους), παρόλο που έμπρακτα είχε προσφέρει πολλές αποδείξεις προσήλωσης σ' αυτούς και ως αντίδωρο είχε πάρει απ' αυτούς ένορκες διαβεβαιώσεις αφοσίωσης (στην ολιγαρχία και στην αλληλοϋποστήριξη). Δυστυχώς, αν και έχει γίνει υπαίτιος τόσων και άλλων κακών και αισχρών και παλαιότερα και τώρα και μικρών και μεγάλων, θα τολμήσουν να εμφανιστούν ως φίλοι του υποστηρίζοντας ότι ο Θηραμένης σκοτώθηκε αγωνιζόμενος για σας, αλλά πλήρωσε για την φαυλότητά του και δίκαια τιμωρήθηκε κατά τη διάρκεια της ολιγαρχίας (γιατί νωρίτερα την κατέλυσε) και δίκαια, ακόμη, θα τιμωρούνταν σε περίοδο δημοκρατίας. Γιατί, δυο φορές σας υποδούλωσε, απαξιώνοντας τη δημοκρατία και επιθυμώντας το άλλο πολίτευμα, αφού έγινε διδάσκαλος των χειρότερων έργων επενδύοντάς τα με το ωραιότερο όνομα.