Μτφρ. Στ. Μπαζάκου–Μαραγκουδάκη. 1967. Ισοκράτης. Πανηγυρικός, Φίλιππος. Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις. Αθήνα: ΟΕΔΒ.

Ό,τι λοιπόν ήθελα να ειπωθή από την αρχή είναι αυτά που είπα. Τώρα ήρθε η ώρα να αναπτύξω και το ίδιο μου το θέμα. Λοιπόν, η γνώμη μου είναι πως πρέπει, χωρίς να παραμελήσης κανένα από τα δικά σου τα συμφέροντα, να προσπαθήσης να συμβιβάσης μεταξύ τους την πόλη των Αργείων, την πόλη των Σπαρτιατών, την πόλη των Θηβαίων και την πόλη τη δική μας. Γιατί, αν αυτές μπορέσης και συμφιλιώσης, εύκολα ύστερα θα κάνης και τις άλλες να ομονοήσουν· γιατί όλες είναι κάτω από την εξουσία αυτών των πόλεων και σε κάθε τους κίνδυνο σε μια από τις τέσσερες τους καταφεύγουν ―σ' όποια τους έρθη βολικά― και από αυτήν παίρνουν βοήθεια. Ώστε, αν τέσσερες μονάχα πόλεις πείσης να λογικευτούν, όλες τις άλλες θα τις απαλλάξης από ένα πλήθος συμφορές.

Πολύ καλά θα καταλάβης ότι δεν έχεις το δικαίωμα να αδιαφορήσης για καμιά από τις πόλεις που σου είπα, αν αναλογιστής τι σου έκαναν άλλοτε αυτές για τους προγόνους σου. Τότε θα βρης πως κάθε μια από αυτές έδειξε αισθήματα αγνής φιλίας και σας πρόσφερε σοβαρές υπηρεσίες. Το Άργος πρώτα–πρώτα είναι η πατρίδα σου, και έχεις υποχρέωση να ενδιαφερθής γι' αυτό τουλάχιστο όσο για τους γονείς σου. Η Θήβα ύστερα τιμάει το γενάρχη σας και με θρησκευτικές γιορτές και με θυσίες περισσότερο από τους άλλους τους θεούς.

Ο Σπαρτιάτες πάλι στους απογόνους εκείνου έδωσαν μια για πάντα τη βασιλεία και όλη την εξουσία. Τέλος η πόλη η δικιά μας, καθώς μας βεβαιώνουν οι παλιές μας παραδόσεις, έγινε αφορμή τόσο για την αθανασία του Ηρακλή ― το πώς, εύκολο είναι να το μάθης καμιά άλλη φορά· τώρα δεν είναι ώρα να στο πω ― όσο και για τη σωτηρία των παιδιών του: Μόνη αντιμετώπισε τεράστιους κινδύνους ενάντια στη δύναμη του Ευρυσθέα, και σταμάτησε την αλαζονεία και την έπαρση εκείνου γλιτώνοντας σύγκαιρα και τα παιδιά του Ηρακλή από τους φόβους που τα κυνηγούσαν ασταμάτητα. Και για τις πράξεις μας αυτές το σωστό είναι να μας χρωστούν ευγνωμοσύνη όχι μονάχα αυτοί που τότε σώθηκαν, αλλά και οι τωρινοί απόγονοί τους, γιατί σ' εμάς χρωστάνε τη ζωή τους, αλλά και τα αγαθά που απολαμβάνουν τώρα: Αν τότε εκείνοι δεν είχαν σωθή, ετούτοι εδώ δε θα μπορούσαν ούτε να υπάρξουν.

Αφού λοιπόν τόσο ευεργετική στάθηκε η παρουσία όλων αυτών των πόλεων, δεν έπρεπε ποτέ ούτε με μια από αυτές να 'ρθης σε προστριβή. Όμως όλοι από το φυσικό μας πιότερο πέφτομε σε σφάλματα παρά κάνομε το σωστό. Γι' αυτό λοιπόν τα περασμένα γεγονότα σε όλους μας είναι σωστό να καταλογιστούν. Στο μέλλον όμως να προσέξης τίποτα τέτοιο να μη ξανασυμβή και να σκεφτής στα σοβαρά τι καλό θα μπορούσες να τους προσφέρης, που θα είναι αντάξιο και στη δικιά σου φήμη και στα ευεργετήματα που έκαμαν εκείνες. Και είναι για σένα πραγματική ευκαιρία: Τη στιγμή που εσύ θα ανταποδίδης χάρη που χρωστούσες στις πόλεις, ακριβώς επειδή πολύς καιρός μεσολάβησε από τότε που αυτές σε ευεργέτησαν, θα σχηματίσουνε τη γνώμη ότι πρώτος εσύ αρχίζεις τις ευεργεσίες. Και είναι θαυμάσιο να δίνης την εντύπωση πως ευεργέτησες τις πιο μεγάλες πόλεις την ώρα που τον εαυτό σου περισσότερο παρά εκείνες ωφελείς. Πέρα όμως από αυτά, εάν με κάποια από αυτές έχης έρθει στο παρελθόν σε δυσάρεστες σχέσεις, τώρα θα διαλύσης κάθε συννεφιά: Οι ευεργεσίες του παρόντος φέρνουν τη λησμονιά στις αμοιβαίες αδικίες που ανήκουν πια στο παρελθόν. Άλλωστε είναι ολοφάνερο ότι όλοι οι άνθρωποι θυμούνται περισσότερο τα ευεργετήματα που δέχονται πάνω στις συμφορές τους. Βλέπεις δα και πόσο έχουν ταλαιπωρηθή από τον πόλεμο και πόσο μοιάζουν με τους ανθρώπους που πολεμούν μεταξύ τους: Και εκείνους, όσο φουντώνει ο θυμός και η οργή, κανείς δε θα μπορούσε να τους συμφιλιώση· όταν όμως θα έχουν κάμει το κακό ο ένας στον άλλο, τότε πια και θα χωριστούν οριστικά χωρίς κανένας να μεσολαβήση. Είμαι λοιπόν βέβαιος ότι το ίδιο θα συμβή και με τις πόλεις, αν δε βιαστής εσύ να τις φροντίσης.

Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1951. Ισοκράτους Προς Φίλιππον. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

[Στη μετάφραση έχει παραληφθεί μία περίοδος.]

Διά τα ζητήματα ακριβώς αυτά θα κάμω τώρα λόγον. Λέγω δηλαδή ότι πρέπει συ καμμίαν μεν από τας ιδικάς σου υποθέσεις να μη παραμελήσης, να προσπαθήσης δε να συμφιλιώσης μεταξύ των τας πόλεις (κράτη) των Αργείων, των Λακεδαιμονίων, των Θηβαίων και την ιδικήν μας. Διότι, αν δυνηθείς να συνενώσης ταύτας, πολύ εύκολα θα κάμης και τας άλλας να ομονοήσουν· διότι όλαι αι μικρότεραι πόλεις ευρίσκονται υπό την επιρροήν των τεσσάρων πόλεων που ανέφερα και, όταν κάποιος φόβος τας πιέζη, καταφεύγουν εις μίαν των τεσσάρων τούτων πόλεων και από αυτάς λαμβάνουν βοήθειαν. Ώστε, αν πείσης τέσσαρας μόνον πόλεις να σκέπτωνται ορθώς, θα απαλλάξης και τας άλλας από πολλάς συμφοράς.

Ήθελες δε αντιληφθή ότι καμμίαν από τας πόλεις ταύτας δεν πρέπει να παραμελήσης, αν ήθελες ενθυμηθή την συμπεριφοράν των απέναντι των προγόνων σου· διότι θα εύρης ότι εκάστη τούτων έδειξε προς αυτούς μεγάλην φιλίαν και προσέφερεν εις αυτούς μεγάλας ευεργεσίας. Διότι το μεν Άργος είναι η πατρίς σου, διά το οποίον δίκαιον είναι να προνοήσης τόσον πολύ, όσον αρμόζει βέβαια να φροντίζη κανείς διά τους γονείς του· οι Θηβαίοι έπειτα τον γενάρχην σας τιμούν με ιεράς πομπάς εις τους ναούς και με θυσίας περισσοτέρας από όσας προσφέρουν εις τους άλλους θεούς· οι δε Λακεδαιμόνιοι εις τους απογόνους εκείνου έχουν δώσει διά παντός και την βασιλείαν και την ηγεμονίαν. Η ιδική μας πόλις εξ άλλου, καθώς λέγουν αι παλαιαί παραδόσεις, εις τας οποίας πιστεύομεν, έγινε μεν αιτία της αθανασίας του Hρακλέους ―κατά ποίον δε τρόπον, εις σε μεν είναι εύκολον να μάθης, δι' εμέ δε δεν είναι κατάλληλος η ευκαιρία να εκθέσω―, συνετέλεσε δε επίσης εις την σωτηρίαν των τέκνων του. Μόνη δηλαδή αντιμετωπίσασα μεγίστους κινδύνους ένεκα της μεγάλης δυνάμεως του Ευρυσθέως και εκείνον διεφύλαξεν από την ταπείνωσιν και τα τέκνα του απήλλαξεν από τας διαρκείς απειλάς του Ευρυσθέως. Διά τας ευεργεσίας ταύτας είναι δίκαιον όχι μόνον οι σωθέντες τότε να μας χρεωστούν ευγνωμοσύνην, αλλά και οι σημερινοί απόγονοί των, επειδή εξ αιτίας μας ζουν και κατέχουν τα αγαθά, τα οποία απολαμβάνουν· διότι, αν δεν εσώζοντο οι πρόγονοί των τότε, δεν θα υπήρχε καθόλου η δυνατότης να γεννηθούν οι απόγονοί των.

Αφού λοιπόν αι πόλεις αύται έδειξαν τόσον ευεργετικήν συμπεριφοράν προς την πατρίδα σου, έπρεπε συ να μη έλθης ποτέ εις καμμίαν σύγκρουσιν προς αυτάς. Αλλά όλοι εκ φύσεως φερόμεθα προς το να παραμελούμεν μάλλον τα καθήκοντά μας παρά να τα εκτελούμεν. Ώστε όσα μεν έχουν γίνει πρωτύτερα δίκαιον είναι να τα θεωρήσωμεν ως κοινά σφάλματα όλων μας, κατά δε τον υπόλοιπον χρόνον πρέπει να φροντίσωμεν πώς δεν θα σου συμβεί τίποτε παρόμοιον και να σκεφθώμεν, ποίαν ευεργεσίαν αφού προσφέρης εις τας πόλεις αυτάς, ήθελες φανή άξιος και του εαυτού σου και των ευεργεσιών που αι πόλεις εκείναι έχουν προσφέρει. Και η περίστασις είναι κατάλληλος προς τούτο· διότι, ενώ συ θα αποδίδης την ευγνωμοσύνην που χρεωστείς, αι πόλεις εκείναι θα νομίσουν, επειδή επέρασε τόσος χρόνος, ότι συ πρώτος κάμνεις αρχήν των ευεργεσιών προς αυτάς. Είναι δε σκόπιμον να φαίνεσαι ότι ευεργετείς τας μεγίστας των πόλεων, ενώ ωφελείς ουχί ολιγώτερον τον εαυτόν σου παρά εκείνας. Εάν δε εξ άλλου με κάποιαν από τας πόλεις αυτάς ήλθες εις σύγκρουσιν, θα διαλύσης όλας τας δυσαρεσκείας ταύτας· διότι αι ευεργεσίαι που γίνονται κατά τον παρόντα χρόνον συντελούν ώστε να λησμονηθούν τα προηγούμενα αμοιβαία σφάλματά μας. Προς τούτοις και τούτο είναι φανερόν, ότι όλοι οι άνθρωποι διατηρούν την ανάμνησιν των ευεργεσιών που λαμβάνουν εις την δυστυχίαν των. Βλέπεις δε πόσον έχουν ταλαιπωρηθή εξ αιτίας του πολέμου και πόσον ομοιάζουν με ανθρώπους που έχουν περιπλακή εις αγώνα σώματος προς σώμα. Διότι και εκείνους, όταν μεν αυξάνη η οργή των, κανείς δεν ήθελε συμφιλιώσει, αλλ' όταν κάμουν ο ένας εις τον άλλον μέγα κακόν, τότε επέρχεται οριστική διάστασις μεταξύ αυτών, αφού κανείς δεν φροντίζει να τους συμφιλιώση. Αυτό βέβαια νομίζω ότι θα κάμουν και αι πόλεις αύται, αν συ δεν φροντίσης ενωρίτερον δι' αυτάς.