Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1958. Ισοκράτους Περί αντιδόσεως. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Πρέπει λοιπόν να έχωμεν και διά τους λόγους την ιδίαν γνώμην, την οποίαν έχομεν και περί των άλλων, και να μη κρίνωμεν διαφορετικά τα ίδια πράγματα, ούτε να φαινώμεθα ότι διακείμεθα δυσμενώς προς τοιούτον πράγμα, το οποίον από όλα τα αγαθά τα οποία υπάρχουν εις τον άνθρωπον είναι αίτιον πλείστων αγαθών. Πράγματι με τα άλλα μεν χαρακτηριστικά, τα οποία έχομεν, όπως και προηγουμένως είπον, καθόλου δεν διαφέρομεν των ζώων, αλλ' είμεθα μάλιστα κατώτεροι πολλών και κατά την ταχύτητα και κατά την δύναμιν και τας άλλας ικανότητας δράσεως· επειδή όμως απεκτήσαμεν την ικανότητα του να πείθωμεν αλλήλους και να καθιστώμεν γνωστάς εις ημάς τους ιδίους τας αποφάσεις μας, όχι μόνον απηλλάγημεν του να ζώμεν όπως τα άγρια θηρία, αλλά συγκεντρωθέντες και πόλεις εκτίσαμεν και νόμους εθέσαμεν και τέχνας εύρομεν και σχεδόν όλας τας εφευρέσεις μας ο λόγος είναι εκείνος ο οποίος μας επέτρεψε να τας φέρωμεν εις αίσιον πέρας. Διότι ο λόγος ενομοθέτησε περί των δικαίων και αδίκων και των καλών και αισχρών, άνευ του καθορισμού των οποίων δεν θα ηδυνάμεθα να κατοικώμεν μετ' αλλήλων. Διά του λόγου και τους κακούς εξελέγχομεν και τους αγαθούς εγκωμιάζομεν. Διά του λόγου μορφώνομεν τους έχοντας ανάγκην μορφώσεως και δοκιμάζομεν τους νοήμονας· διότι το να ομιλή τις όπως πρέπει θεωρούμεν ως μέγιστον σημείον της ορθής σκέψεως, και λόγος αληθής, σύμφωνος προς τον νόμον και προς την δικαιοσύνην, είναι εικών ψυχής υγιούς και ευπειθούς. Διά της βοηθείας του λόγου συζητούμεν και περί των δυναμένων να αμφισβητηθούν και ερευνώμεν περί των αγνοουμένων. Διότι τα επιχειρήματα, με τα οποία πείθομεν τους άλλους, μεταχειριζόμεθα, όταν σκεπτώμεθα, και ονομάζομεν ρήτορας εκείνους, οι οποίοι δύνανται να ομιλούν ενώπιον του πλήθους, θεωρούμεν δε ως συνετούς εκείνους, οι οποίοι δύνανται να συζητούν με τον εαυτόν των άριστα περί των διαφόρων υποθέσεων. Εάν δε πρέπει εν συντομία να ομιλήσω περί της δυνάμεως ταύτης, θα εύρωμεν ότι ουδέν εξ εκείνων τα οποία γίνονται με σύνεσιν γίνεται άνευ της βοηθείας του λόγου, αλλ' ότι ο λόγος είναι ο οδηγός όλων και των πράξεων και των σκέψεων και ότι κατ' εξοχήν χειρίζονται αυτόν εκείνοι οι οποίοι είναι πάρα πολύ νοήμονες. Χωρίς λοιπόν να λάβη ο Λυσίμαχος υπ' όψιν κανέν από αυτά, ετόλμησε να κατηγορή εκείνους που επιθυμούν να αποκτήσουν εκείνο το οποίον είναι αιτία τόσον πολλών και τόσον σπουδαίων αγαθών.

Μτφρ. Θ. Παπακωνσταντίνου & Ε. Πανέτσος. χ.χ.Ισοκράτης. Λόγοι. III, Περί Αντιδόσεως, Παραγραφή προς Καλλίμαχον, Αιγινητικός, Κατά Λοχίτου, Προς Ευθύνουν. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Πρέπει λοιπόν και όσον αφορά τους λόγους ομοίως να σκεπτώμεθα όπως ακριβώς και διά τα άλλα, και να μη έχωμεν αντίθετον γνώμην περί των ομοίων πραγμάτων, ουδέ να διακείμεθα ολοφάνερα δυσμενώς απέναντι εις αυτό, το οποίον εξ όλων όσα ενυπάρχουν εις την ανθρωπίνην φύσιν είναι αίτιον πλείστων αγαθών. Διότι όσον αφορά μεν τα άλλα, τα οποία έχομεν και τα οποία ήδη και πρότερον ανέφερα, ουδόλως των ζώων διαφέρομεν, αλλά πολλών και κατά την ταχύτητα και κατά την δύναμιν και κατά τα άλλα προτερήματα είμεθα κατώτεροι. Επειδή δε εις ημάς εμφύτως υπάρχει το να πείθωμεν αλλήλους και να διευκρινίζωμεν μεταξύ μας εκείνα τα οποία επιθυμούμεν, όχι μόνον απηλλάγημεν από το να ζώμεν ως θηρία, αλλά και αφού συνήλθομεν επί το αυτό, ιδρύσαμεν πόλεις και νόμους εθέσαμεν και τέχνας επενοήσαμεν και σχεδόν εις όλα, όσα διά της ικανότητός μας μετά τέχνης έχουν κατασκευασθή, ο έναρθρος λόγος είναι εκείνος, ο οποίος συνειργάσθη με ημάς εις την κατασκευήν των.

Διότι ούτος περί των δικαίων και των αδίκων και των καλών και των αισχρών ενομοθέτησε μέτρα, τα οποία, εάν δεν είχον καλώς καθορισθή, δεν θα ήτο δυνατόν εις ημάς να αποτελέσωμεν κοινωνία. Διά τούτου και τους κακούς επιπλήττομεν και τους αγαθούς εγκωμιάζομεν.Διά τούτου και τους ανοήτους εκπαιδεύομεν και τους φρονίμους υποβάλλομεν εις δοκιμήν. Διότι τον λόγον θεωρούμεν, όπως πρέπει, μέγιστον σημείον της ορθοφροσύνης· ο αληθής και σύμφωνος με τους νόμους και σύμφωνος με το δίκαιον λόγος είναι εικών ψυχής αγαθής και πιστής. Δι' αυτού και περί εκείνων, τα οποία είναι αμφισβητήσιμα, αγωνιζόμεθα και δι' όσα αγνοούμεν σκεπτόμεθα, διότι τους πειστικούς λόγους, με τους οποίους λέγοντες πείθομεν τους άλλους, αυτούς τους ιδίους μεταχειριζώμεθα όταν σκεπτώμεθα, και ρητορικούς μεν ονομάζομεν τους ανθρώπους που είναι ικανοί να ομιλούν ενώπιον πλήθους, σώφρονας δε θεωρούμεν εκείνους, οι οποίοι εις στενόν κύκλον συζητούν περί διαφόρων ζητημάτων άριστα. Εάν δε πρέπη γενικώς περί της δυνάμεως ταύτης να είπω, ουδέν εξ όσων πράττονται μετά φρονήσεως θα εύρωμεν να γίνεται άνευ λόγου, αλλά θα εύρωμεν να είναι ηγεμών όλων και των έργων και των διανοημάτων ο λόγος, και μάλιστα ότι κάνουν χρήσιν αυτού οι εξαιρετικά νουνεχείς. Εξ όλων αυτών ουδέν λαβών υπ' όψει ο Λυσίμαχος ετόλμησε να κατηγορή εκείνους που επιθυμούν τοιούτον πράγμα, το οποίον είναι αίτιον τόσον πολλών και τόσον μεγάλων αγαθών.