Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1958. Ισοκράτους Περί αντιδόσεως. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Έχω δε να σας δείξω και τα μέρη, όπου είναι δυνατόν να ίδουν οι θέλοντες τους πολυπράγμονας και εκείνους οι οποίοι είναι άξιοι των κατηγοριών, αι οποίαι απευθύνονται υπό των αντιπάλων μου εναντίον των σοφιστών. Διότι εις τας πινακίδας, αι οποίαι είναι εκτεθειμέναι υπό των αρχόντων είναι ανάγκη να υπάρχουν, εις μεν τας εκτειθεμένας υπό των θεσμοθετών και οι δύο, και οι αδικούντες την πόλιν και οι συκοφαντούντες, εις δε τας εκτειθεμένας υπό των ένδεκα, οι εγκληματίαι κοινού δικαίου και οι ηθικοί αυτουργοί τούτων, και εις τας εκτειθεμένας υπό των τεσσαράκοντα, οι αδικούντες τους ιδιώτας και οι μη δικαίως κατηγορούντες. Εις ταύτας τούτον μεν και τους φίλους του θα εύρητε γραμμένους εις πολλάς, εμέ δε και τους έχοντας την ιδίαν με εμέ ασχολίαν δεν θα μας εύρητε εις καμμίαν τούτων γραμμένους, αλλά θα εύρητε ότι έχομεν κανονίσει τας αναμεταξύ μας σχέσεις ούτως ώστε δεν έχομεν ανάγκην των ενώπιόν σας δικαστικών αγώνων. Λοιπόν οι άνθρωποι, οι οποίοι είναι μακράν από τας υποθέσεις ταύτας, ζουν βίον όχι ακόλαστον και δεν κατηγορούνται διά καμμίαν άλλην αισχράν πράξιν, πώς δεν πρέπει να επαινώνται μάλλον παρά να σύρωνται εις τα δικαστήρια; Διότι είναι φανερόν ότι τοιαύτα διδάσκομεν τους μαθητάς μας, τα οποία ημείς οι ίδιοι εφαρμόζομεν εις την διαγωγήν μας.

Από όσα δε πρόκειται να είπω θα αντιληφθήτε σαφέστερον, ότι είμεθα μακράν από του να διαφθείρωμεν τους νέους. Διότι, αν επράττομεν κάτι τέτοιο, δεν θα ήτο ο Λυσίμαχος ο οποίος θα εστενοχωρείτο διά λογαριασμόν των, ούτε άλλος κανείς εκ των ομοίων του, αλλά θα εβλέπατε τους πατέρας και οικείους των μαθητών μου να αγανακτούν, να με καταγγέλλουν και να ζητούν ικανοποίησιν εκ μέρους ημών. Τώρα δε εκείνοι μεν μας φέρουν τα παιδιά των και πληρώνουν χρήματα και χαίρουν, όταν βλέπουν αυτά να περνούν μαζί μας την ημέραν των, οι δε συκοφάνται μας διαβάλλουν και μας παρέχουν στενοχωρίας· ποίοι δε περισσότερον από αυτούς ήθελον ίδει πολλούς πολίτας να διαφθείρωνται και να γίνωνται κακοί; Διότι γνωρίζουν ότι αυτοί μεταξύ των τοιούτων πολιτών βασιλεύουν, ενώ υπό των καλών και αγαθών και σωφρόνων εξαφανίζονται, όταν συλληφθούν. Ώστε ούτοι μεν σκέπτονται ορθώς, όταν ζητούν να καταστρέψουν όλας αυτάς τας μελέτας, αι οποίαι κατά την γνώμην των θα κάμουν καλυτέρους τους ανθρώπους, και αυστηροτέρους διά τα εγκλήματά των και τας συκοφαντίας των. Αλλ' εις σας αρμόζει να ενεργήτε κατά τρόπον όλως διόλου αντίθετον προς αυτούς και να θεωρήτε ότι αύται είναι αι άρισται των ασχολιών, τας οποίας βλέπετε να πολεμούν ούτοι πάρα πολύ.

Μτφρ. Θ. Παπακωνσταντίνου & Ε. Πανέτσος. χ.χ.Ισοκράτης. Λόγοι. III, Περί Αντιδόσεως, Παραγραφή προς Καλλίμαχον, Αιγινητικός, Κατά Λοχίτου, Προς Ευθύνουν. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Δύναμαι δε να δείξω και τόπους, εις τους οποίους δύνανται οι επιθυμούντες να ίδουν τους πολυπράγμονας και εκείνους που είναι ένοχοι των κατηγοριών, τας οποίας αποδίδουν ούτοι εις τους σοφιστάς. Δηλ. εις τας σανίδας, αι οποίαι εκτίθενται υπό των αρχόντων, απαραίτητον είναι εις μεν τας των θεσμοθετών να συμπεριλαμβάνωνται οι ανήκοντες και εις τας δύο κατηγορίας, δηλαδή και οι αδικούντες την πόλιν και οι συκοφάνται, εις δε τας (σανίδας) των ένδεκα οι διαπράξαντες κακουργήματα και οι αναμεμιγμένοι εις αυτά, και εις τας σανίδας των τεσσαράκοντα οι αδικούντες εις ιδιωτικάς υποθέσεις και οι ψευδώς καταγγέλοντες· εις αυτάς δύνασθε να εύρετε τούτον μεν και τους φίλους τούτου εις πολλάς εγγεγραμμένους, εμέ δε και τους έχοντας το αυτό με εμέ επάγγελμα εις ουδεμίαν εκ τούτων θα εύρετε να συμπεριλαμβανώμεθα, αλλά τοιουτοτρόπως ρυθμίζομεν τα ατομικά μας ζητήματα, ώστε ουδόλως να φοβούμεθα τους δικαστικούς αγώνας που διεξάγονται ενώπιόν σας. Και όμως δεν αρμόζει μάλλον να επαινούνται παρά να κατακρίνωνται εκείνοι που μήτε εις τας πράξεις ταύτας είναι αναμεμιγμένοι, μήτε ακολάστως ζουν, μήτε ουδεμίαν άλλην αισχράν πράξιν έχουν διαπράξει; Διότι φανερόν είναι, ότι τοιαύτα εις τους μαθητάς μας διδάσκομεν, οποία ακριβώς και ημείς οι ίδιοι πράττομεν.

Επι πλέον θα κατανοήσετε σαφέστερα εξ όσων πρόκειται να λεχθούν, ότι πόρρω απέχομεν του να διαφθείρωμεν τους νέους, διότι εάν τοιούτο τι εκάναμεν, δεν θα ελυπείτο ο Λυσίμαχος δι' αυτούς, ουδ' άλλος ουδείς εκ των ομοίων του, αλλά θα εβλέπατε τους γονείς των μαθητών μας και τους συγγενείς ν' αγανακτούν και να καταγγέλλουν και να ζητούν να τιμωρηθώμεν. Τώρα όμως εκείνοι μεν παρουσιάζουν εις ημάς τα παιδιά των και χρήματα πληρώνουν και χαίρουν οσάκις βλέπουν αυτά να περνούν την ημέραν των μαζί μας, οι δε συκοφάνται διαβάλλουν και ενοχλούν ημάς, μερικοί δε εξ αυτών ευχαρίστως θα έβλεπον πολλούς εκ των πολιτών να διαφθείρωνται και να γίνωνται πονηροί, διότι ξεύρουν καλά, ότι μεταξύ τοιούτων αυτοί θα κυριαρχούν, υπό δε των καλών και αγαθών και νουνεχών πολιτών ότι καταστρέφονται, οσάκις συλληφθώσι. Ώστε αυτοί μεν ορθώς σκέπτονται, όταν επιδιώκουν να καταστρέψουν όλας τας τοιαύτας ενασχολήσεις, διά των οποίων νομίζουν, ότι εάν γίνουν (οι πολίται) τελειότεροι ηθικώς, θα είναι ολεθριώτεροι διά τας συκοφαντίας και πονηρίας αυτών (δηλ. των συκοφαντών), σεις δε αρμόζει να πράττετε τα αντίθετα προς αυτούς και να θεωρήτε, ότι είναι ωραιότατα εκ των επαγγελμάτων εκείνα, τα οποία θα εβλέπατε αυτούς να καταπολεμούν.