Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1958. Ισοκράτους Περί αντιδόσεως. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Αυτή μεν λοιπόν είναι η μορφή της πνευματικής μορφώσεως. Εγώ δε νομίζω ότι σεις καλύτερα ηθέλετε αντιληφθή την δύναμιν αυτής, εάν ήθελον εκθέσει εις σας τας υποσχέσεις τας οποίας δίδομεν εις εκείνους, οι οποίοι θέλουν να μας πλησιάζουν. Λέγομεν λοιπόν εις αυτούς, ότι εκείνοι οι οποίοι πρόκειται να διακριθούν είτε εις τους λόγους είτε εις την πράξιν είτε εις παν άλλο είδος ασχολίας, πρέπει ευθύς εξ αρχής να είναι πλουσίως προικισμένοι υπό της φύσεως διά την εργασίαν, την οποίαν εξέλεξαν, έπειτα δε να λάβουν την μόρφωσιν και την επιστήμην, η οποία αρμόζει εις εκάστην εργασίαν, τρίτον δε να γίνουν έμπειροι και ασκηθούν ως προς την χρήσιν και την πρακτικήν εφαρμογήν αυτών· διότι διά των μέσων τούτων εις παν είδος δραστηριότητος κατορθώνει τις να γίνη τέλειος και να ξεπεράση πολύ τους άλλους. Εξ όλων τούτων προκύπτει ότι εκείνο το οποίον έχουν καθήκον και οι δύο, και οι διδάσκοντες και οι μανθάνοντες, είναι οι μεν μαθηταί να εισφέρουν εις την μελέτην τα αναγκαία φυσικά προτερήματα, οι δε διδάσκαλοι να είναι ικανοί να παιδεύσουν τους ούτω προικισμένους, κοινόν δε καθήκον και των δύο η πρακτική εφαρμογή των γνώσεων· διότι πρέπει οι μεν διδάσκαλοι να κατευθύνουν προσεκτικά τους μαθητάς των, οι δε μαθηταί να παρακολουθήσουν με φροντίδα ενεργητικήν τας συμβουλάς τας οποίας τους δίδουν. Αυτά μεν λοιπόν είναι εκείνα, τα οποία λέγομεν δι' όλα τα επαγγέλματα· εάν δε κανείς αφήσας κατά μέρος τα άλλα ήθελε με ερωτήσει, ποίον εκ τούτων έχει την μεγαλυτέραν σημασίαν διά την ρητορικήν μόρφωσιν, ήθελον απαντήσει εις αυτόν, ότι τα φυσικά προτερήματα είναι ανυπέρβλητα και ξεπερνούν όλα τα άλλα· διότι εκείνος ο οποίος έχει διάνοιαν κατάλληλον να ευρίσκη, να μανθάνη, να κοπιάζη και να ενθυμήται, την δε φωνήν και την καθαρότητα της απαγγελίας τοιαύτην, ώστε όχι μόνον διά των λόγων του, αλλά και διά της επιτυχούς διατάξεως τούτων να πείθη τους ακούοντας, προσέτι δε εάν έχη τόλμην, όχι τοιαύτην, η οποία μαρτυρεί αναισχυντίαν, αλλ' εκείνην η οποία συνοδεύεται με σωφροσύνην και παρασκευάζει την ψυχήν, ώστε να μη έχη ολιγώτερον θάρρος, όταν ομιλεί ο ρήτωρ ενώπιον όλων των πολιτών παρά όταν σκέπτεται καθ' εαυτόν, ποίος αγνοεί, ότι λαβών τοιαύτην μόρφωσιν, όχι τελείαν, αλλ' επιφανειακήν, οποίαν πας τις δύναται να λάβη, ούτος θα γίνη τοιούτος ρήτωρ, οποίος δεν γνωρίζω αν υπάρχη άλλος μεταξύ των Ελλήνων; Εξ άλλου γνωρίζομεν ότι εκείνοι οι οποίοι είναι κατώτεροι κατά τα φυσικά προτερήματα των προηγουμένων, προέχουν δε κατά την εμπειρίαν και την άσκησιν, γίνονται ανώτεροι όχι μόνον των εαυτών των, αλλά και εκείνων οι οποίοι είναι μεν προικισμένοι με εξαίρετα φυσικά προτερήματα, έχουν όμως παραμελήσει πάρα πολύ τους εαυτούς των· ώστε καθέν εκ των δύο τούτων προτερημάτων (φύσις–άσκησις) δύναται να κάμη ένα άνθρωπον ικανόν να ομιλή και να πράττη, αλλά και τα δύο ηνωμένα εις έν άτομον δύνανται να καταστήσουν τούτο ανυπέρβλητον υπό των άλλων. Αυτήν μεν λοιπόν την γνώμην έχω εν σχέσει προς τα φυσικά προτερήματα και την άσκησιν· όσον αφορά όμως εις την μόρφωσιν (αγωγήν) δεν δύναμαι να είπω τα ίδια, διότι η δύναμίς της δεν είναι ούτε ίση, ούτε ανάλογος προς τα προηγούμενα προσόντα (φύσιν και άσκησιν). Εάν πράγματι κάποιος ήθελε ακούσει προσεκτικά όλα τα μαθήματα περί ευγλωττίας και κατείχεν όλας τας λεπτομερείας περί αυτής καλύτερον από όλους τους άλλους, αλλ' εμφανιζόμενος ενώπιον του όχλου, εάν ήθελε στερηθή ενός μόνον, δηλαδή της τόλμης, δεν θα ηδύνατο ουδέ μίαν λέξιν να είπη.

Μτφρ. Θ. Παπακωνσταντίνου & Ε. Πανέτσος. χ.χ.Ισοκράτης. Λόγοι. III, Περί Αντιδόσεως, Παραγραφή προς Καλλίμαχον, Αιγινητικός, Κατά Λοχίτου, Προς Ευθύνουν. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Ο μεν λοιπόν τύπος της φιλοσοφίας τοιούτος περίπου είναι. Νομίζω δε, ότι σεις ηθέλατε κατανοήσει ακόμη περισσότερον αυτήν, εάν αναπτύξω τας υποσχέσεις, τας οποίας παρέχομεν προς τους επιθυμούντας να μαθητεύσουν πλησίον μας. Λέγομεν δηλαδή, ότι πρέπει οι μέλλοντες να διακρίνωνται ή ως προς τους λόγους ή ως προς τας πράξεις ή ως προς τας άλλας εργασίας, πρώτον μεν να έχουν φυσικήν δεξιότητα προς τούτο, το οποίον έτυχε να εκλέξουν, έπειτα να εκπαιδευθούν και να γίνουν κάτοχοι της επιστήμης, η οποία αναφέρεται εις έκαστον, τρίτον να γίνουν τελείως έμπειροι και να ασκηθούν περί την χρησιμότητα και ωφελιμότητα αυτών· διότι έτσι εις όλας τας εργασίας θα γίνουν τέλειοι και πολύ διαφέροντες των άλλων. Επιβάλλεται δε και εις τους μεν και εις τους δε, δηλ. και εις τους διδάσκοντας και εις τους μαθητάς, ως ιδιαιτέρα υποχρέωσις εις τους πρώτους να προσέλθουν έχοντες την φύσιν τοιαύτην, οποία πρέπει, εις τους δευτέρους να δύνανται να εκπαιδεύσουν τους τοιούτους, κοινόν δε έργον αμφοτέρων η περί την εμπειρίαν άσκησις. Πρέπει δηλ. οι μεν επιμελώς να επιτηρούν τους εκπαιδευομένους οι δε με υπομονήν να υπακούουν εις τα παραγγελλόμενα. Αυτά λοιπόν είναι εκείνα που δι' όλας τας τέχνας λέγομεν· εάν δε κανείς παραιτούμενος των άλλων ήθελε μ' ερωτήσει, ποίον εκ τούτων έχει μεγίστην δύναμιν διά την ρητορικήν μόρφωσιν, θα απεκρινόμην, ότι το της φύσεως είναι ανυπέρβλητον και πολύ διαφέρει όλων, διότι ο έχων την μεν ψυχήν ικανήν να επινοήση και να μάθη και να κοπιάση και να απομνημονεύση, την δε φωνήν και την άρθρωσιν τοιαύτην, ώστε όχι μόνον διά των λεγομένων, αλλά και διά της αρμονικότητος τούτων να πείθη τους ακούοντας, ακόμη δε και την τόλμην, όχι εκείνην, η οποία φανερώνει αναισχυντίαν, αλλ' εκείνην, η οποία μετά σωφροσύνης παρασκευάζει την ψυχήν τοιουτοτρόπως, ώστε ουδόλως ολιγώτερον να έχη τις θάρρος όταν ομιλή ενώπιον όλων των πολιτών παρά όταν κατ' ιδίαν σκέπτεται, ποίος δεν γνωρίζει ότι, εάν ο τοιούτος τύχη παιδείας όχι της απολύτως τελείας αλλά της συνήθους και κοινής εις όλους, θα γίνη ρήτωρ τοιούτος, οποίος αγνοώ αν κανείς εκ των Ελλήνων έχη γίνει; Και όμως γνωρίζομεν, ότι και εκείνοι που έχουν κατωτέραν φυσικήν δεξιότητα τούτων, ένεκα δε της ασκήσεως και της μορφώσεως υπερέχουν, γίνονται ανώτεροι όχι μόνον των εαυτών των, αλλά και εκείνων, οι οποίοι έχουν εξαιρετικά φυσικά χαρίσματα, έχουν όμως παραμελήσει τελείως τον εαυτόν των· ώστε το καθένα εξ αυτών (φυσική δεξιότης και μόρφωσις) δύναται να κάνη ικανόν ρήτορα και πολιτικόν, αμφότερα δε συνδυαζόμενα εις τον αυτόν άνθρωπον θα τον καθίστων ανυπέρβλητον εν συγκρίσει προς τους άλλους. Περί μεν της φυσικής δεξιότητος και της ασκήσεως αυτά γνωρίζω, περί δε της παιδείας δεν δύναμαι να εκφέρω τοιαύτην γνώμην, διότι ούτε ομοίαν ούτε σχετικήν προς ταύτας έχει την δύναμιν. Διότι εάν τις ήθελε ακούσει λεπτομερώς όλα γενικώς τα περί ρητορικής μαθήματα και ήθελε καταστή τελειότερος των άλλων, θα εγίνετο ίσως λογογράφος χαριέστερος των πολλών· εάν όμως ευρίσκετο ενώπιον λαϊκής συγκεντρώσεως, αν ήθελε στερηθή τούτου μόνον, δηλ. της τόλμης, ούτε να αρθρώση λέξιν θα ηδύνατο.