Μτφρ. Δ. Λυπουρλής. 2002. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. Βιβλίο Β'. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Σημάδι αποδεικτικό των έξεων πρέπει να θεωρούμε την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις πράξεις μας. (5) Αυτό θα πει: Όποιος μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, είναι άνθρωπος σώφρων· ακόλαστος είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί· επίσης: ο άνθρωποςπου στέκεται να αντιμετωπίσει όλα τα επικίνδυνα πράγματα και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση ή, έστω, δεν τον δυσαρεστεί, είναι ανδρείος· δειλός είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί. Και όλα αυτά γιατί η ηθική αρετή σχετίζεται στην πραγματικότητα με την ευχαρίστηση και με τη δυσαρέσκεια: η ευχαρίστηση μας εξωθεί να κάνουμε ευτελή πράγματα, (10) η δυσαρέσκεια μας κρατάει μακριά από τα όμορφα πράγματα. Γι' αυτό και είναι ανάγκη ―όπως το λέει ο Πλάτωνας― να έχει πάρει κανείς ήδη από μικρός εκείνη την αγωγή που θα τον κάνει να ευχαριστιέται και να δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει· αυτή είναι η σωστή παιδεία.

Έπειτα, αν λάβουμε υπόψη μας ότι οι αρετές έχουν σχέση με τις πράξεις και με τα πάθη και ότι κάθε πάθοςκαι κάθε πράξη συνοδεύεται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια, (15) να άλλος ένας λόγος, σκέφτομαι, να πούμε ότι η αρετή βρίσκεται σε σχέση με την ευχαρίστηση και με τη δυσαρέσκεια. Το πράγμα γίνεται φανερό και από τις τιμωρίες, που γίνονται μέσω αυτών· οι τιμωρίες είναι, πράγματι, ένα είδος θεραπείας, και οι θεραπείες γίνονται, φυσικά, με τα αντίθετα.

Επίσης, όπως είπαμε και πριν από λίγο, ο ιδιαίτερος χαρακτήρας κάθε ψυχικής έξης σχετίζεται με το (και προσδιορίζεται από το) είδος των πραγμάτων από τα οποία αυτή γίνεται χειρότερη ή καλύτερη (20) ― η ποιότητα των ανθρώπων ευτελίζεται ανάλογα με τη στάση τους απέναντι στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα πράγματα, ανάλογα δηλαδή με το κυνήγι και την αποφυγή αυτών που δεν πρέπει, τη στιγμή που δεν πρέπει, με τον τρόπο που δεν πρέπει ― και όσα άλλα λέμε σ' αυτού του είδους τις περιπτώσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που κάποιοι ορίζουν τις αρετές ως καταστάσεις απάθειας, κατά κάποιο τρόπο, και γαλήνιας αταραξίας· (25) δεν τα λένε όμως σωστά, γιατί έτσι μιλούν απλά και γενικότροπα και δεν λένε «με ποιον τρόπο πρέπει», «με ποιον τρόπο δεν πρέπει», «πότε» και όσα άλλα λέμε σχετικά. Μένει λοιπόν ως θεμελιώδης πρόταση ότι αυτού του είδους η αρετή έχει τη δύναμη να πράττει το καλύτερο σε σχέση με τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα, ενώ η κακία (εν σχέσει με τα ίδια αυτά πράγματα) πράττει τα αντίθετα.

Μπορεί όμως, θαρρώ, και με τα εξής ακόμη επιχειρήματα να γίνει φανερό ότι η αρετή και η κακία έχουν σχέση με τα ίδια πράγματα. (30) Τρία είναι τα πράγματα που επιδιώκουμε, τρία και αυτά που κοιτάζουμε να αποφεύγουμε: το ωραίο, το συμφέρον, το ευχάριστο, κι από την άλλη τα αντίθετα τους: το άσχημο, το επιζήμιο, το δυσάρεστο· σε όλα αυτά ο αγαθός άνθρωπος πετυχαίνει το σωστό, ενώ ο κακός αποτυχαίνει. Ιδίως σε ό,τι αφορά στην ευχαρίστηση. (35) Αυτή υπάρχει σε όλα τα ζώα· όπου υπάρχει διαδικασία επιλογής και προτίμησης, η ευχαρίστηση είναι το απαραίτητο παρακολούθημα· [1105a] ακόμη και το ωραίο και το συμφέρον έχουν την όψη του ευχάριστου. Συνυπάρχει, επίσης, μαζί μας από τη νηπιακή μας ηλικία· γιαυτό και είναι δύσκολο να διώξουμε από μέσα μας αυτό το πάθος, από το οποίο έχει διαποτισθεί η ζωή μας. Και τις πράξεις μας, άλλωστε, τις μετρούμε, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, με μέτρο το ευχάριστο και το δυσάρεστο. (5) Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο όλη μας η φιλοσοφική έρευνα δεν μπορεί παρά να είναι γι' αυτά, αφού δεν είναι καθόλου μικρή η σημασία που έχει για τις πράξεις μας το να αισθανόμαστε σωστά ή λανθασμένα τη χαρά και τη λύπη.

Και για να χρησιμοποιήσουμε τον λόγο του Ηράκλειτου, είναι δυσκολότερο να παλέψεις με την ηδονή παρά με το θυμό, η επιστήμη όμως και η αρετή έχουν πάντοτε να κάνουν με το δυσκολότερο, γιατί τότε το καλό γίνεται καλύτερο. (10) Και γι' αυτόν επομένως το λόγο όλη η συζήτηση για την αρετή και για την πολιτική τέχνη είναι συζήτηση για το ευχάριστο και για το δυσάρεστο, αφού αυτός που ξέρει να χειρίζεται σωστά το ευχάριστο και το δυσάρεστο θα γίνει καλός, ενώ αυτός που τα χειρίζεται άσχημα θα γίνει κακός.

Για το ότι λοιπόν η αρετή σχετίζεται με το ευχάριστο και με το δυσάρεστο· για το ότι οι πράξεις που τη γεννούν είναι επίσης αυτές που την αυξάνουν (15) αλλά και την καταστρέφουν (αν γίνονται με διαφορετικό τρόπο)· για το ότι, τέλος, η αρετή πραγματώνεται με πράξεις σαν αυτές από τις οποίες προήλθε, ας θεωρηθούν αρκετά όσα είπαμε.

Μτφρ. Α. Δαλέζιος. [1949–50] 1975. Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Η ηδονή και η λύπη, αι παρομαρτούσαι εις τας πράξεις μας, είναι τεκμήριον των ψυχικών καταστάσεών μας, (5) διότι, όστις απέχει από τας σωματικάς ηδονάς και χαίρει διά τούτο, είναι σώφρων, όστις όμως λυπείται, είναι ακόλαστος. Ομοίως, όστις υπομένει τους κινδύνους και ευχαριστείται δι' αυτό, είναι ανδρείος, όστις δε λυπείται είναι δειλός. Διότι η ηθική αρετή περιστρέφεται περί τας ηδονάς και τας λύπας. (10) Διότι χάριν της ηδονής εκτελούμεν τας ποταπάς πράξεις, ένεκα δε της λύπης απέχομεν από τας καλάς. Διά τούτο, καθώς λέγει ο Πλάτων, πρέπει να λαμβάνη κανείς από την νεαράν ηλικίαν του τοιαύτην αγωγήν, ώστε να χαίρη και να λυπήται δι' όσα πρέπει, διότι αυτή είναι ορθή εκπαίδευσις.

Πλην τούτου, δεδομένου ότι αι αρεταί περιστρέφονται περί τας πράξεις και τα παθήματα και ότι εις κάθε πάθημα και κάθε πράξιν παρομαρτεί (15) ηδονή ή λύπη, και δι' αυτόν ακόμη τον λόγον ίσως η αρετή να περιστρέφεται περί τας ηδονάς και τας λύπας. Τούτο διαπιστώνουν και αι τιμωρίαι, αι οποίαι γίνονται δι' αυτών, διότι είναι και αυταί είδος θεραπευτικών μέσων, η δε θεραπεία ενός κακού προέρχεται συνήθως εξ εκείνου, το οποίον του είναι αντίθετον. Ομοίως πάσα ψυχική κατάστασις κινείται εκ φύσεως, ως είπαμεν και ανωτέρω, (20) εκτός εκείνου ή πέριξ εκείνου, το οποίον δύναται να την βελτιώση ή να την χειροτερεύση. Δηλαδή μερικοί άνθρωποι γίνονται ποταποί λόγω των ηδονών και των οδυνών, εφ' όσον τας επιδιώκουν ή τας αποφεύγουν ή, εφ' όσον επιδιώκουν ό,τι οφείλουν ν' αποφύγουν, ή πράττουν τούτο, όταν δεν πρέπη ή ουχί καθώς πρέπει και όσα προστίθενται εις τανωτέρω. Διά τούτο ορίζουν τινές τας αρετάς ως καταστάσεις απαθείας (25) ή ηρεμίας (αταραξίας). Αλλά τούτο δεν είναι ορθόν, διότι ομιλούν απολύτως, εφ' όσον παραλείπουν να είπουν πώς και υπό ποίας συνθήκας πρέπει κανείς να ενεργή ή όχι, και αφίνουν κατά μέρος όλους τους άλλους σχετικούς προσδιορισμούς. Όθεν παραδεχόμεθα ως αρχήν το ότι, όσον αφορά τας ηδονάς και τας λύπας, αρετή είναι η ικανότης τού να εκτελούμεν πράξεις αγαθάς, κακία δε το αντίθετον.

Τούτο διακριβούται περισσότερον εκ των επομένων. (30) Δοθέντος ότι τρία είναι ταντικείμενα των επιδιώξεών μας και τρία των αποδοκιμασιών μας, το ηθικόν αγαθόν, το ωφέλιμον και το ευχάριστον ή το προκαλούν ηδονήν, και αντιθέτως το κακόν, το βλαβερόν και το δυσάρεστον ήτοι το προκαλούν λύπην, ο αγαθός είναι βέβαιος περί του αποτελέσματος, ενώ ο κακός αστοχεί του σκοπού του, ιδίως καθόσον αφορά την ηδονήν. Διότι η ηδονή είναι κοινή (35) εις όλα τα ζώα και συνοδεύει απάσας τας εκτελουμένας κατ' ελευθέραν εκλογήν ενεργείας μας, [1105a] διότι και το καλόν και το ωφέλιμον φαίνονται συνδεόμενα μεθ' ηδονής. Έπειτα, το ηδονικόν συναίσθημα συναυξάνεται εις όλους μας ήδη από της νηπιακής ηλικίας μας, διό και είναι δύσκολον να το αποσβέσωμεν, διότι η σφραγίς αυτού εναποτίθεται εις την ψυχήν μας βαθύτατα καθ' όλον μας τον βίον. Επομένως, κατά την εκτέλεσιν οιασδήποτε πράξεώς μας μεταχειριζόμεθα ως κανόνα την ηδονήν ή την λύπην, (5) άλλοι μεν περισσότερον, άλλοι δε ολιγώτερον. Είναι λοιπόν απαραίτητον, όπως ολόκληρος η μελέτη μας εκταθή εις το σημείον τούτο, διότι δεν έχει μικράν σημασίαν το να γνωρίζωμεν, εάν αι ηδοναί και λύπαι μας δικαιολογούνται ή όχι εξ εκείνου, το οποίον δοκιμάζομεν έναντι του αγαθού και του κακού. Τέλος, καθώς λέγει ο Ηράκλειτος, είναι δυσκολώτερον να κατανικά κανείς την ηδονήν παρά την οργήν. (10) Όσον δυσκολώτερον είναι έν πράγμα, τόσον περισσότερον απαιτεί τέχνην και αρετήν, διότι εν τη περιπτώσει ταύτη το καλόν γίνεται καλύτερον. Ώστε η μελέτη, η αφορώσα τόσον εις τας ηδονάς όσον και εις τας λύπας, περιστρέφεται περί την αρετήν και την πολιτικήν. Διότι όστις μεταχειρίζεται αυτάς ορθώς είναι αγαθός, όστις δε τας μεταχειρίζεται εσφαλμένως, κακός.

Ας θεωρήσωμεν λοιπόν, όσα είπαμεν, αρκετά, δηλαδή ότι η αρετή σχετίζεται με τας ηδονάς και τας οδύνας, ότι αι αυταί αιτίαι, αίτινες την δημιουργούν, είναι επίσης εκείναι, αι οποίαι την αναπτύσσουν (15) και την καταστρέφουν, εν περιπτώσει αντιθέτων επιδράσεων, και τέλος ότι τα ευνοούντα την αρετήν αίτια είναι επίσης και αντικείμενον της δράσεώς της.