Μτφρ. Ε. Πανέτσος. 1959. Ισοκράτης. Λόγοι. IV, Αρχίδαμος, Παναθηναϊκός, Τραπεζικός. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Αυτά έχοντες υπ' όψιν οφείλετε να μη βιασθήτε σε συμφωνίες ατιμωτικές, μήτε και να φανήτε, ότι λαβαίνετε αποφάσεις για την πατρίδα με μεγαλύτερη απερισκεψία από ό,τι κάνετε για τα άλλα ζητήματα. Να φέρετε ακόμη εις την μνήμην σας, ότι κατά το παρελθόν, εάν εις κάποιαν πολιορκουμένην σύμμαχον πόλιν και ένας μόνο Λακεδαιμόνιος έσπευδε να τη βοηθήση, όλοι θα ήσαν σύμφωνοι ότι εις αυτόν ωφείλετο η σωτηρία τους. Και για τους περισσοτέρους μεν από τους τοιούτους μπορούν να σας διηγηθούν οι γεροντότεροι, όμως τους πλέον ονομαστούς μπορώ κι εγώ να σας τους αναφέρω. Ο Πεδάριτος λ.χ. έπλευσε με το πλοίον του εις την Χίον και τους έσωσε την πόλιν· ο Βρασίδας εισήλθε εις την Αμφίπολιν, διωργάνωσε περί εαυτόν ολίγους πολιορκουμένους και ενίκησε εις την μάχην τους πολιορκούντας που ήσαν πολλοί· τέλος ο Γύλιππος ήλθε εις βοήθειαν των Συρακοσίων και όχι μόνον εκείνους έσωσε, αλλά και την στρατιωτικήν δύναμιν, που τους είχε περιορίσει και κατά ξηράν και κατά θάλασσαν, την συνέλαβε ολόκληρον αιχμάλωτον. Και όμως πώς δεν είναι αίσχος τότε μεν ο καθένας από ημάς να είναι ικανός να διαφυλάττη τις ξένες πόλεις και σήμερα όλοι μαζί να μην είμαστε ικανοί μήτε να καταβάλωμεν προσπάθειαν να διαφυλάξωμεν την ιδικήν μας; Και την μεν Ευρώπην και την Ασίαν να την έχουμε γεμίσει με τρόπαια πολεμούντες χάριν άλλων, υπέρ δε της πατρίδος, που την εξευτελίζουν τόσον αναιδώς, να μην έχουμε να δείξουμε ούτε μίαν μάχην αξίαν λόγου; Και ενώ άλλες πόλεις υπέμειναν χάριν της ιδικής μας ηγεμονίας τις σκληρότατες πολιορκίες, εμείς οι ίδιοι να νομίζουμε, ότι δεν πρέπει να δοκιμάσουμε ούτε την παραμικρή κακοπάθεια, για να μην αναγκασθούμε να κάνουμε τίποτε παρά το δίκαιον, παρά να παρουσιαζόμαστε στα μάτια του κόσμου, ότι διατηρούμε ζεύγη ίππων με τόσα έξοδα, ακόμη και σήμερα, και να δεχόμαστε να συνάψουμε ειρήνη, σαν να έχουμε περιέλθει εις την εσχάτην ανάγκην και σαν να μας έλειψε και το καθημερινό ψωμί μας;

Και το θλιβερώτερο απ' όλα είναι ότι, ενώ μας θεωρούν, ότι είμαστε οι Έλληνες οι πιο σκληραγωγημένοι, να συζητούμε για την κατάσταση με λιγώτερο θάρρος από τους άλλους. Διότι ποιους ανθρώπους γνωρίζομε, που ν' αξίζη να τους αναφέρη κανείς, οι οποίοι ενικήθησαν μίαν φοράν και εδοκίμασαν μίαν επιδρομήν και παρεδέχθησαν τόσον ανάνδρως να εκτελέσουν όλα όσα τους επιβάλλει ο εχθρός; Και πώς μπορούν ν' ανθέξουν εις τας δυστυχίας επί πολύν χρόνον τέτοιοι άνθρωποι; Και ποιος θα μας το συγχωρήση ποτέ τούτο, ότι δηλαδή, ενώ οι Μεσσήνιοι επολιορκήθησαν χάριν ταύτης της χώρας επί είκοσι έτη, παραιτούμεθα αυτής τόσο γρήγορα συνθηκολογούντες και λησμονούμεν ακόμη και τις παραδόσεις των προγόνων, και την χώραν που εκείνοι απέκτησαν με τόσους κόπους και κινδύνους, αυτήν εμάς να μας καταφέρουν με λόγια να μας την πάρουν;

Σ' αυτά μερικοί δεν δίνουν καμμιά σημασία, αδιαφορούν για όλες αυτές τις ατιμώσεις και προτείνουν γνώμες, που θα οδηγήσουν την πόλιν εις εξευτελισμούς. Και με τόση προθυμία προσπαθούν να σας παρασύρουν να παραδώσετε την Μεσσήνην, ώστε ετόλμησαν να εκθέσουν διά μακρών τόσο την αδυναμίαν της πόλεώς μας όσο και την δύναμιν των εχθρών, και ζητούν απ' αυτούς που εκφέρουν αντίθετον γνώμην ν' απαντήσουν, από πού περιμένουμε να μας έλθη βοήθεια και παρακινούμε να γίνη πόλεμος.

Εγώ όμως θεωρώ ως την μεγαλυτέραν και ασφαλεστέραν συμμαχίαν το να πράττουν οι άνθρωποι τα δίκαια, διότι το πιθανόν είναι, ότι θα έχουν μαζί τους και την εύνοιαν των θεών, εάν βέβαια πρέπει κανείς να βγάζη συμπεράσματα διά τα μέλλοντα απ' όσα έχουν γίνει ως τώρα· εκτός αυτής το να υπάρχη καλή διοίκησις και να ζουν με εγκράτειαν και να είναι πρόθυμοι να πολεμούν προς τους εχθρούς μέχρι θανάτου και τίποτε να μη θεωρούν τόσο βαρύ, όσο το να τους κακολογούν οι συμπολίται τους· όλα αυτά τα έχομεν εμείς εις ανώτερον βαθμόν από τους άλλους ανθρώπους. Με αυτούς εγώ θα πολεμούσα με πολύ μεγαλυτέραν ευχαρίστησιν παρά μαζί με πολλές μυριάδες· διότι ξέρω, ότι και οι πρώτοι που ήλθαν από εμάς εις αυτήν εδώ την χώραν, υπερίσχυσαν των άλλων όχι με τας πολυαρίθμους δυνάμεις των, παρά με τας αρετάς που έχω αναφέρει. Το συμπέρασμά μου είναι ότι δεν πρέπει να φοβούμαστε τους εχθρούς διά τούτο, επειδή δηλαδή είναι πολλοί, τουναντίον να έχουμε πολύ περισσότερον θάρρος για το άλλο, όταν δηλαδή βλέπουμε, ότι ημείς μεν υπεμείναμεν τας συμφοράς, όπως κανείς άλλος λαός έως σήμερα, και μένομεν πιστοί και εις τους νόμους μας και εις τις συνήθειες, όπως τα ωρίσαμε αυτά απ' την αρχή· βλέπομε αντιθέτως εκείνους, ότι δεν είναι εις θέσιν ουδέ τας ευτυχίας να υπομείνουν παρά δεν ξέρουν τι κάνουν, και άλλοι μεν καταλαμβάνουν τις πόλεις των συμμάχων τους και άλλοι κάνουν τα αντίθετα, άλλοι μαλώνουν με τους γείτονάς τους για τα σύνορα και άλλοι καλύτερα το έχουν να φθονούν ο ένας τον άλλον, παρά να πολεμούν προς ημάς. Ώστε απορώ μ' αυτούς που ζητούν μεγαλύτερες συμμαχίες από τα σφάλματα, που διαπράττουν οι εχθροί μας.

Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1953. Ισοκράτους Αρχίδαμος, Κατά σοφιστών. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Ταύτα λοιπόν πρέπει έχοντες κατά νουν σας να μη ρίψητε τους εαυτούς σας εις αισχράς συμφωνίας, ούτε να φανήτε ότι σκέπτεσθε με μεγαλυτέραν οκνηρίαν διά την πατρίδα παρά διά τα άλλα ζητήματα. Να ενθυμηθήτε δε ότι κατά τον παρελθόντα χρόνον, εάν ένας μόνος Λακεδαιμόνιος ήθελε βοηθήσει κάποιαν πολιορκουμένην πόλιν εκ των συμμαχικών πόλεων, υπό όλων ήθελεν ομολογηθή ότι εξαιτίας τούτου επετεύχθη η σωτηρία αυτής. Και τους μεν περισσοτέρους εκ των τοιούτων ανδρών δύναται τις να μάθη παρά των γεροντοτέρων, τους δε ονομαστοτάτους εξ αυτών εγώ θα αναφέρω. Ο Πεδάριτος μεν δηλαδή, αφού εισέπλευσεν εις την Χίον, διέσωσε την πόλιν ταύτην· ο Βρασίδας, αφού εισήλθεν εις την Αμφίπολιν και συνήθροισεν ολίγους εκ των πολιορκουμένων πέριξ αυτού, ενίκησε τους πολιορκούντας που ήσαν πάρα πολλοί· ο Γύλιππος δε, αφού έσπευσεν εις βοήθειαν των Συρακουσίων, όχι μόνον εκείνους διέσωσε, αλλά και την δύναμιν, η οποία εκυριάρχει αυτών και κατά γην και κατά θάλασσαν ολόκληρον συνέλαβεν αιχμάλωτον. Και πράγματι πώς δεν είναι αισχρόν τότε μεν ένας μόνον από ημάς να είναι εις θέσιν να διαφυλάττη τας ξένας πόλεις, τώρα δε όλοι ούτε να δυνάμεθα ούτε να προσπαθώμεν να σώζωμεν την ιδικήν μας; Και την μεν Ευρώπην και την Ασίαν να γεμίσωμεν με τρόπαια πολεμούντες διά τους άλλους, διά δε την πατρίδα μας, η οποία τόσον φανερά υβρίζεται, να φαινώμεθα ότι ούτε μίαν μάχην αξίαν λόγου δεν έχουμε συνάψει; Αλλά αι άλλαι μεν πόλεις, διά την ιδικήν μας αρχήν να έχουν υπομείνει τας σκληράς πολιορκίας, ημείς δε οι ίδιοι να νομίζωμεν ότι δεν πρέπει ούτε την ελαχίστην ταλαιπωρίαν να υποφέρωμεν διά να μη αναγκασθώμεν να κάμωμεν τίποτε παρά το δίκαιον, αλλά ζεύγη μεν ίππων πολυδαπάνων να φαινώμεθα ότι ακόμη και τώρα τρέφομεν, να κάμωμεν δε την ειρήνην κατά τοιούτον τρόπον όπως εκείνοι οι οποίοι φθάνουν εις την εσχάτην ανάγκην να στερώνται των καθημερινών μέσων της ζωής των;

Το δε χείριστον όλων είναι ότι, ενώ θεωρούμεθα ότι είμεθα οι φιλοπονώτατοι των Ελλήνων, θα φανώμεν ότι θα σκεφθώμεν δι' αυτά κατά τρόπον οκνηρότερον από τους άλλους. Διότι ποίους γνωρίζομεν, τους οποίους και είναι άξιον να μνημονεύσωμεν, οι οποίοι, αφού άπαξ ηττήθησαν και έγινε μία μόνον εισβολή εις την χώραν των, τόσον ανάνδρως ωμολόγησαν ότι θα εκτελέσουν τας διαταγάς των εχθρών των; Πώς δε οι τοιούτοι επί πολύν χρόνον δυστυχούντες ήθελον υπομείνει με καρτερικότητα την δυστυχίαν των; Ποίοι δε δεν ήθελον εκτιμήσει ημάς, διότι, ενώ οι Μεσσήνιοι διά την χώραν ταύτην επί είκοσιν έτη επολιορκήθησαν, ημείς τόσον ταχέως συμφώνως προς τας συνθήκας ηθέλομεν παραιτηθή ταύτης και ούτε τους προγόνους μας δεν ηθέλομεν ενθυμηθή, αλλά την χώραν την οποίαν εκείνοι με κόπους και κινδύνους απέκτησαν, ταύτην ημείς ηθέλομεν χάσει πεισθέντες υπό λόγων;

Μερικοί χωρίς να λάβουν καθόλου υπ' όψιν των ταύτα, αλλά περιφρονήσαντες παντός είδους εντροπήν, μας συμβουλεύουν να πράξωμεν τοιαύτα, διά των οποίων θα προσάψωμεν εις την πόλιν μεγάλην καταισχύνην. Με τόσην δε προθυμίαν προσπαθούν να μας παρασύρουν εις το να εγκαταλείψωμεν την Μεσσήνην, ώστε ετόλμησαν να ομιλήσουν διεξοδικά και διά την αδυναμίαν της πόλεως και την δύναμιν των εχθρών μας και μας προτρέπουν να αποκριθώμεν εις τους εναντιουμένους προς αυτούς, από πού ελπίζομεν ότι θα έλθη η βοήθεια και προτρέπομεν να διεξάγωμεν πόλεμον.

Εγώ πάντως νομίζω ότι μεγίστη και ασφαλεστάτη συμμαχία είναι να πράττωμεν τα δίκαια, διότι εύλογον είναι και η εύνοια των θεών να είναι με το μέρος τούτων (που πράττουν δίκαια), εάν πρέπει να συμπεράνη κανείς διά τα μέλλοντα να συμβούν από όσα ήδη έχουν συμβή, προς τούτοις δε το να διοικώμεθα καλώς ως κράτος και να ζώμεν σωφρόνως και το να έχωμεν την διάθεσιν να πολεμώμεν μέχρι θανάτου εναντίον των εχθρών και να μη νομίζωμεν κανέν τόσον φοβερόν όσο το να κακολογούμεθα υπό των συμπολιτών μας· ταύτα δε τα προτερήματα υπάρχουν εις ημάς περισσότερον παρά εις τους άλλους ανθρώπους. Με αυτούς τους ανθρώπους που έχουν τοιαύτας αντιλήψεις εγώ πολύ ευχαριστότερον ήθελον πολεμεί παρά με πολλάς μυριάδας ανθρώπων με διαφορετικάς αντιλήψεις· διότι γνωρίζω ότι και οι πρώτοι εξ ημών, οι οποίοι έφθασαν εις την χώραν ταύτην, δεν υπερίσχυσαν των άλλων διά του πλήθους των, αλλά διά των αρετών που ανέφερα προηγουμένως. Ώστε δεν αξίζει να φοβώμεθα τους εχθρούς, διότι είναι πολλοί, αλλά να ερχώμεθα εναντίον των με πολύ περισσότερον θάρρος, όταν βλέπωμεν ότι ημείς οι ίδιοι κατά τοιούτον τρόπον υπεφέραμεν τας συμφοράς, όπως δεν τας υπέφερε κανείς ποτέ έως τώρα, μένοντες σταθεροί εις τους νόμους και τα έθιμά μας, όπως τα καθιερώσαμεν εξ αρχής, οι δε άλλοι να μη δύνανται να υποφέρουν ούτε τας ευτυχίας των· ούτοι ευρίσκονται εν ταραχή και άλλοι μεν καταλαμβάνουν τας συμμαχικάς πόλεις, άλλοι δε πράττουν τα αντίθετα με αυτούς, άλλοι διαπληκτίζονται με τους γείτονάς των διά ζητήματα συνόρων, άλλοι δε εμφορούνται από ζηλοτυπίαν μεγαλυτέραν αναμεταξύ των παρά από έχθραν απέναντί μας. Ώστε παραξενεύομαι δι' εκείνους που ζητούν μεγαλυτέραν συμμαχίαν από τα σφάλματα που διαπράττουν οι εχθροί μας.