Μτφρ. Ε.Κ. Βενιζέλος. [1940] 1960. Θουκυδίδου Ιστορίαι. Ι–ΙΙ. 2η έκδ. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. (1η έκδ. Οξφόρδη: Οxford University Press).

[7.78.1] Ενώ απηύθυνε τας παραινέσεις ταύτας, ο Νικίας μετέβαινε συγχρόνως από ενός τμήματος του στρατού εις άλλο και οπουδήποτε έβλεπε κενά ή στρατιώτας βαδίζοντας έξω της τάξεως, συνήγεν αυτούς και τους επανέφερεν εις την τάξιν. Το αυτό έπραττε και ο Δημοσθένης δια τα πλησίον του και υπό την διοίκησίν του στρατεύματα, ενώ απηύθυνε προς αυτά ομοίας περίπου παραινέσεις. [7.78.2] Το στράτευμα εβάδιζε διηρημένον εις δύο μεραρχίας σχήματος τετραπλεύρου, της μεν ηγουμένης, υπό την διοίκησιν του Νικίου, της δε επομένης, υπό την διοίκησιν του Δημοσθένους. Οι οπλίται, οι οποίοι κατείχαν τας τέσσαρας πλευράς του τετραπλεύρου, περιέκλειαν εντός αυτού τας μεταγωγικάς υπηρεσίας και το λοιπόν πλήθος. [7.78.3] Όταν έφθασαν εις την διάβασιν του ποταμού Ανάπου, ευρήκαν εκεί τους Συρακουσίους και τους συμμάχους παρατεταγμένους, τους απώθησαν, έγιναν κύριοι της διαβάσεως και εξηκολούθησαν την πορείαν των προς τα εμπρός. Οι Συρακούσιοι τους παρηνώχλουν διαρκώς, το μεν ιππικόν περιιπεύον, οι δε ψιλοί βάλλοντες δι' ακοντίων. [7.78.4] Οι Αθηναίοι, αφού επροχώρησαν κατά την ημέραν ταύτην, σαράντα περίπου σταδίους, κατηυλίσθησαν επί τινος υψώματος. Την επομένην πρωίαν συνέχισαν την πορείαν των και προχωρήσαντες είκοσι περίπου σταδίους, κατέβησαν εις επίπεδον χώρον, όπου εστρατοπέδευσαν, διότι του μέρους όντος κατωκημένου, ήθελαν να λάβουν τροφάς από τας οικίας και παραλάβουν και προμήθειαν ύδατος εκείθεν, διότι η οδός, την οποίαν έμελλαν ν' ακολουθήσουν, εστερείτο, εις διάστημα πολλών σταδίων, επαρκούς τοιούτου. [7.78.5] Αλλ' εν τω μεταξύ, προελάσαντες οι Συρακούσιοι, ησχολούντο κατασκευάζοντες χαράκωμα, δια του οποίου απέφρασσαν την δίοδον που έπρεπε να διέλθουν και η οποία ευρίσκετο επί λόφου αποτόμου, φέροντος το όνομα «Ακραίον Λέπας» (Άδενδρον Ύψωμα), εκατέρωθεν του οποίου υπήρχε κρημνώδης χαράδρα. [7.78.6] Την επιούσαν, οι Αθηναίοι συνέχισαν την πορείαν των, αλλ' οι πολυάριθμοι ιππείς και ακοντισταί των Συρακουσίων και των συμμάχων εμπόδιζαν αυτούς από τα δύο μέρη, ούτοι μεν ρίπτοντες ακόντια, εκείνοι δε παριππεύοντες κατά μήκος των πλευρών της. Οι Αθηναίοι εξηκολούθησαν μαχόμενοι επί πολύ, αλλ' επί τέλους ηναγκάσθησαν να υποχωρήσουν εις το ίδιον στρατόπεδον της προηγουμένης νυκτός. Δεν ευρήκαν όμως πλέον όσα τρόφιμα την προτεραίαν, διότι το εχθρικόν ιππικόν εμπόδιζεν αυτούς ν' απομακρύνωνται του στρατοπέδου, προς συλλογήν τοιούτων.

[7.79.1] Την επομένην πρωίαν εξεκίνησαν πάλιν, επαναλαβόντες την πορείαν των, και προήλασαν εσπευσμένως, δια να φθάσουν εις τον λόφον όπου η δίοδος είχε φραχθή. Εκεί ευρήκαν ενώπιόν των το πεζικόν των Συρακουσίων, παρατεταγμένον όπισθεν του χαρακώματος εις βαθείαν φάλαγγα, ένεκα της στενότητος της θέσεως. [7.79.2] Οι Αθηναίοι επετέθησαν ζητούντες να καταλάβουν το χαράκωμα. Αλλ' οι εχθροί, οι οποίοι ήσαν πολυάριθμοι, έβαλλαν εναντίον των από τας κλιτύας του λόφου, αι οποίαι είναι απότομοι, και, ως είναι φυσικόν, τα άνωθεν ριπτόμενα βλήματα τους έφθαναν εύκολώτερα. Ως εκ τούτου, οι Αθηναίοι, μη δυνάμενοι να εκβιάσουν την διάβασιν, απεσύρθησαν και ανεπαύοντο. [7.79.3] Συνέβη όμως συγχρόνως, όπως συνήθως, κατά την ώραν ταύτην του έτους, ήτοι την προσέγγισιν του φθινοπώρου, καταιγίς μετά βροντών και βροχής, ένεκα της οποίας οι Αθηναίοι απεθαρρύνθησαν έτι μάλλον, θεωρήσαντες ότι όλα αυτά γίνονται κατά θείον θέλημα, δια την καταστροφήν των.

[7.79.4] Ενώ δ' ανεπαύοντο, ο Γύλιππος και οι Συρακούσιοι απέστειλαν απόσπασμα στρατού, όπως αποκλείση αυτούς και εκ των όπισθεν, δια της κατασκευής τείχους εγκαρσίως του δρόμου, δια του οποίου είχαν προελάσει. Αλλ' οι Αθηναίοι απέστειλαν ιδικόν των απόσπασμα και εματαίωσαν την πραγματοποίησιν του σχεδίου. [7.79.5] Κατόπιν τούτου, ολόκληρος ο Αθηναϊκός στρατός απεσύρθη προς το μάλλον πεδινόν μέρος, όπου και κατηυλίσθη. Την επομένην ήρχισαν πάλιν προελαύνοντες, αλλ' οι Συρακούσιοι τους περιεκύκλωσαν και τους επετίθεντο πανταχόθεν, κατατραυματίζοντες πολλούς. Και οσάκις μεν οι Αθηναίοι προέβαιναν εις επίθεσιν, αυτοί απεσύροντο, οσάκις δε υπεχώρουν, εκείνοι επετίθεντο, επιπίπτοντες ίδίως κατά των ευρισκομένων εις την οπισθοφυλακήν και ελπίζοντες, εάν κατώρθωναν να τρέψουν εις φυγήν τμήμα αυτών, να ενσπείρουν τον πανικόν εις όλόκληρον το στράτευμα. [7.79.6] Οι Αθηναίοι αντεστάθησαν επί μακρόν εις τας τοιούτου είδους επιθέσεις, και προχωρήσαντες ακολούθως πέντε ή εξ σταδίους, εστρατοπέδευσαν εις την πεδιάδα. Και οι Συρακούσιοι, εξ άλλου, τους παρήτησαν, και επέστρεψαν εις το στρατόπεδόν των.

Μτφρ. Ε. Λαμπρίδη. 1962. Θουκυδίδου Ιστορία. Πρόλογος, μετάφραση, σχόλια. Εισαγωγή: Ι.Θ. Κακριδής. Ι–IV. Αθήνα: Γκοβόστης.

[7.78.1] Με τέτοια λόγια εγκαρδιώνοντάς τους ο Νικίας οδηγούσε συγχρόνως το στράτευμα, κι αν έβλεπε πουθενά ένα τμήμα σκορπισμένο να μην προχωρεί με τη σωστή παράταξη, το μάζευε και το 'βαζε στη γραμμή· κι ο Δημοσθένης έκανε το ίδιο στους δικούς του, λέγοντάς τους παρόμοια ή σχεδόν τα ίδια. [7.78.2] Και ο στρατός προχωρούσε σε σχηματισμό τετραγώνου, μπροστά πηγαίνοντας το τμήμα του Νικία, και πίσω ακολουθώντας του Δημοσθένη· τα σκευοφόρα και το μεγαλύτερο μέρος των αόπλων και βοηθητικών προχωρούσε στη μέση πλαισιωμένοι από τους βαριά αρματωμένους. [7.78.3] Κι όταν έφτασαν στον Άναπο ποταμό, βρίσκουν τους Συρακουσίους και τους συμμάχους τους παραταγμένους στην εδώθε όχτη του· κι αφού τους έσπρωξαν πίσω και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν, έγιναν κύριοι του ρηχού περάσματος κ' εξακολούθησαν την πορεία τους προς τα εμπρός· οι Συρακούσιοι τους περίτρεχαν από τα πλάγια με το ιππικό τους και τους έριχναν όλη την ώρα και οι ελαφριά οπλισμένοι τους τούς έριχναν με μικρά ακόντια. [7.78.4] Κι αυτή την ημέρα αφού προχώρησαν οι Αθηναίοι ως σαράντα στάδια, κατασκήνωσαν για τη νύχτα κοντά σ' ένα λόφο· και την άλλη μέρα ξεκίνησαν με την αυγή και προχώρησαν ως είκοσι στάδια και κατέβηκαν σ' ένα ίσιωμα κ' έστησαν εκεί στρατόπεδο, θέλοντας κι από τα σπίτια ν' αρπάξουν λίγα φαγώσιμα (γιατί το μέρος ήταν κατοικημένο) και να πάρουν από κει νερό να το κουβαλούνε μαζί τους· γιατί μπροστά τους, στο δρόμο που έμελλαν να πάρουν, δεν υπήρχε μπόλικο νερό για πολλά στάδια. [7.78.4] Οι Συρακούσιοι όμως στο μεταξύ προχώρησαν μπροστά μακρήτερα κ' έφραξαν με τείχος το πέρασμα· αυτό ήταν ένας απότομος λόφος με βαθιές χαράδρες και γκρεμούς από δω κι από κεί και λεγόταν «ακραίον λέπας»· [7.78.6] την άλλη μέρα ξεκίνησαν πάλι οι Αθηναίοι το πρωί, αλλά οι Συρακούσιοι καβαλλάρηδες και οι σύμμαχοί τους και ακοντιστές πολλοί από τις δυο πλευρές τους εμπόδιζαν να προχωρήσουν και τους έριχναν ακόντια και τους περίτρεχαν με τ' άλογα. Και πολέμησαν οι Αθηναίοι πολλήν ώρα, έπειτα όμως γύρισαν πίσω στο ίδιο στρατόπεδο. Και δεν είχαν πια ούτε αρκετά τρόφιμα όπως προτήτερα· γιατί δεν μπορούσαν να ξεμακρύνουν από το στρατόπεδο, κυνηγημένοι από το εχτρικό ιππικό.

[7.79.1] Την άλλη μέρα το πρωί ξεσηκώθηκαν και πήραν πάλι το δρόμο κι άνοιξαν με τη βία πέρασμα για να φτάσουνε στο λόφο που ήτανε φραγμένος με το τείχος· και βρήκανε μπροστά τους, απάνω από το τείχος που τους έφραζε το δρόμο το πεζικό των Συρακουσίων παραταγμένο σε βάθος πολλών ασπίδων· γιατί το μέρος ήτανε στενό. [7.79.2] Κ' έκαναν επίθεση οι Αθηναίοι καταπάνω στο τείχος, και τους χτυπούσαν πολλοί από το λόφο που ήταν πολύ ανηφορικός (και φυσικά σημάδευαν κ' έβρισκαν το στόχο τους πολύ πιο εύκολα από ψηλά), κ' επειδή δεν μπόρεσαν να κυριέψουν το φράγμα με τη βία, υποχώρησαν πάλι και γύρισαν να ξεκουραστούν· [7.79.3] κ' έτυχε να ρίξει βροντές και να πέσει βροχή, πράμα συνειθισμένο για την εποχή εκείνη του χρόνου, που το γύριζε στο φθινόπωρο· με τούτα όμως έπεσε ακόμα πιο χαμηλά το ηθικό των Αθηναίων και νόμισαν πως ολ' αυτά γίνονται για να τους χαλάσουν. [7.79.4] Κ' ενώ αυτοί ξεκουράζονταν, έστειλε ο Γύλιππος και οι Συρακούσιοι ένα μέρος του στρατού να φράξουν με τείχος το δρόμο και προς τα πίσω, από κει που είχαν έρθει· έστειλαν όμως κι αυτοί ένα μέρος των δικών τους και τους εμπόδισαν. [7.79.5] Ύστερ' απ' αυτά έφυγαν από κει οι Αθηναίοι μ' ολόκληρο τοστρατό τους και κατασκήνωσαν σ' ένα ίσιωμα· την άλλη μέρα άρχισαν πάλι να προχωρούν και οι Συρακούσιοι τους χτυπούσανε γύρω–γύρω απ' όλες τις μεριές και πλήγωναν πολλούς, κι αν έκαναν να τους επιτεθούν οι Αθηναίοι, υποχωρούσαν, κι όταν γύριζαν αυτοί να φύγουν τους έπεφταν πάλι απάνω, χτυπώντας ιδίως τους τελευταίους, με την ελπίδα πως αν τους αναγκάσουν να το βάλουνε στα πόδια, έστω και για μικρό διάστημα, θα πιάσει πανικός όλο το στρατό. [7.79.6] Και για πολλήν ώρα άντεχαν οι Αθηναίοι στον τρόπο αυτό της επίθεσης, ύστερα όμως, αφού προχώρησαν πέντε ή έξη στάδια, στάθηκαν ν' ανασάνουν σ' ένα επίπεδο μέρος· ξεμάκρυναν τότε κ' οι Συρακούσιοι απ' αυτούς, γυρίζοντας στο δικό τους στρατόπεδο.