Μτφρ. Ε.Κ. Βενιζέλος. [1940] 1960. Θουκυδίδου Ιστορίαι. Ι–ΙΙ. 2η έκδ. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. (1η έκδ. Οξφόρδη: Οxford University Press).

[6.30.1] Μετά ταύτα, μεσούντος ήδη του θέρους, εξεκίνησεν η εκστρατεία δια την Σικελίαν. Και δια μεν τους περισσοτέρους εκ των συμμάχων και τα μεταφορικά πλοία, και τα μικρότερα σκάφη, και γενικώς τας αποσκευάς του στρατού, είχε δοθή προηγουμένως διαταγή να συγκεντρωθούν εις την Κέρκυραν, όπως εκείθεν διαπλεύσουν αθρόοι τον Ιόνιον κόλπον, κατευθυνόμενοι εις το ακρωτήριον της Ιαπυγίας. Ενώ οι αποτελούντες τον Αθηναϊκόν στρατόν και τα πληρώματα, και όσοι εκ των συμμάχων είχαν έλθει ήδη εις τας Αθήνας, κατήλθαν από τα εξημερώματα της ωρισμένης δια την αναχώρησιν ημέρας εις τον Πειραιά και ήρχισαν επιβαίνοντες των πλοίων, έτοιμοι να εκπλεύσουν. [6.30.2] Μαζύ με αυτούς κατέβη και όλος σχεδόν ο άλλος πληθυσμός των πολιτών και των ξένων της πόλεως. Και οι μεν πολίται κατέβησαν, δια να προπέμψουν τους ιδικούς των, άλλοι τους φίλους των, άλλοι τους συγγενείς των, άλλοι τους υιούς των. Και εβάδιζαν, ελπίζοντες συγχρόνως και κλαίοντες ― ελπίζοντες ότι θα κατέκτων την Σικελίαν, κλαίοντες διότι αμφέβαλαν αν θα ξαναϊδούν τους ιδικούς των, όταν εσκέπτοντο εις πόσον μακρυνόν ταξείδιον απεστέλλοντο. [6.31.1] Και μολονότι η κατά την στιγμήν του επικειμένου ήδη αποχωρισμού ανακύπτουσα αντίληψις των κινδύνων της εκστρατείας εγέμιζε την ψυχήν των με αγωνίαν, την οποίαν ποτέ δεν είχαν δοκιμάσει, όταν εψήφιζαν την εκστρατείαν, ανελάμβαναν εν τούτοις θάρρος ως εκ της δυνάμεως, την οποίαν εμαρτύρει το μέγεθος όλης της παρασκευής, που έβλεπαν προ των οφθαλμών των. Οι ξένοι, εξ άλλου, και το λοιπόν πλήθος ήλθαν χάριν του θεάματος, διότι ησθάνοντο, ότι επρόκειτο περί επιχειρήσεως, της οποίας το μέγεθος υπερέβαινε παν ό,τι ημπορούσε κανείς να πιστεύση.

Ουδέποτε, τωόντι, μέχρι της εποχής εκείνης δαπανηρότερα και μεγαλοπρεπεστέρα Ελληνική στρατιωτική δύναμις είχεν εκπεμφθή εις υπερπόντιον εκστρατείαν υπό μιας και μόνης πόλεως. [6.31.2]Και υπό έποψιν μεν αριθμού πλοίων και οπλιτών και η υπό τον Περικλέα εκστρατεία κατά της Επιδαύρου και η ιδία ακολούθως υπό τον Άγνωνα κατά της Ποτειδαίας δεν ήτο κατωτέρα. Διότι κατ' αυτήν είχαν εκπλεύσει συγχρόνως εξ αυτών μεν των Αθηναίων τέσσαρες χιλιάδες οπλίται και τριακόσιοι ιππείς και εκατόν τριήρεις, πενήντα τριήρεις των Λεσβίων και Χίων, και προς τούτοις πολύς συμμαχικός στρατός. [6.31.3] Αλλ' η εκστρατεία εκείνη εξεκίνησε δια σύντομον ταξείδιον και η παρασκευή αυτής ήτο μάλλον πενιχρά. Ενώ η παρούσα εκστρατεία εξεκίνησε δια μακράν απουσίαν, εφωδιασμένη διττώς και με στόλον και με χερσαίον στρατόν, όπως αντιμετωπίση τας παρουσιασθησομένας ανάγκας και κατά θάλασαν και κατά ξηράν. Δια τον καταρτισμόν του στόλου κατηναλώθησαν πολλοί κόποι και μεγάλαι δαπάναι και υπό των τριηράρχων και υπό της πολιτείας. Και το μεν δημόσιον ταμείον παρείχεν ημερησίως μίαν δραχμήν εις έκαστον ναύτην, και εχορήγησεν εξήντα ταχύπλοα σκάφη άνευ πληρωμάτων, εξαρτύσαν και σαράντα οπλιταγωγά και με προσωπικόν δια τεχνικάς υπηρεσίας, τας ικανωτέρας προς χειρισμόν των πλοίων τούτων. Ενώ οι τριήραρχοι έδιδαν εξ ιδίων πρόσθετον μισθόν εις τους θρανίτας κωπηλάτας και εις τους των τεχνικών υπηρεσιών, και επί πλέον διεκόσμουν τα σκάφη των με πολυτελή ακρόπρωρα και κοσμήματα και έπιπλα και σκεύη, ενός εκάστου προθυμοποιηθέντος τα μέγιστα, όπως το ιδικόν του πλοίον αναδειχθή ανώτερον εις κάλλος και ταχύτητα. Οι στρατιώται της ξηράς εξελέχθησαν δε επιμελεστάτης συντάξεως των καταλόγων, και ανεπτύχθη μεταξύ αυτών ζωηροτάτη άμιλλα ως προς την ποιότητα των όπλων των και της προσωπικής των εξαρτύσεως. [6.31.4] Και συνέβη, ώστε οιμεν Αθηναίοι να διαγωνίζωνται μεταξύ των δια την καλλιτέραν εκτέλεσιν των καθηκόντων, τα οποία εις έκαστον είχαν ανατεθή, ενώ η όλη παρασκευή εθεωρήθη ως επίδειξις μάλλον δυνάμεως και πλούτου προς τους άλλους Έλληνας, παρά ως ετοιμασία εναντίον εχθρού. [6.31.5] Διότι, εάν κανείς ήθελε συνυπολογίση την δημοσίαν δαπάνην της πόλεως και την ιδιωτικήν των μετεχόντων της εκστρατείας, περιλαμβάνων εις την πρώτην όχι μόνον όσα είχεν ήδη εξοδεύσει η πόλις δια τας προπαρασκευάς, αλλά και όσα προκατέβαλεν εις τους στρατηγούς, και εις την δευτέραν όσα έκαστος στρατιώτης δια την εξάρτυσίν του η τριήραρχος δια το πλοίον του είχαν ήδη δαπανήσει και έμελλαν να δαπανήσουν, και χωριστά όσα ασχέτως του δημοσίου μισθού ήτο φυσικόν να παραλάβη έκαστος ως εφόδια δια μακρυνήν εκστρατείαν, και όσα ήδη είχαν παραλάβει μαζύ των στρατιώται, είτε έμποροι χάριν εμπορίου και ανταλλαγής, θα ευρίσκετο, ότι πολλά εν συνόλω τάλαντα εξήχθησαν εκ της πόλεως. [6.31.6] Η εκστρατεία, τωόντι, διεφημίσθη πανταχού, όχι μόνον δια την εκπληκτικήν τόλμην της και την λαμπρότητα της θέας της, αλλά και δια την μεγάλην υπεροχήν του στρατού, εν αντιπαραβολή προς εκείνους, κατά τον οποίων διηυθύνετο η εκστρατεία. Και προς τούτοις, διότι απετέλει τον μακρότερον πραγματικώς μακράν της πατρίδος πλουν, και επεχειρήθη με ελπίδας μελλούσης επεκτάσεως της ηγεμονίας, υπερβαινούσης κατά πολύ την ήδη υπάρχουσαν.

[6.32.1] Όταν συνεπληρώθη η επιβίβασις των πληρωμάτων επί των πλοίων και έφορτώθη κάθε τι που έπρεπε να πάρουν πριν εκκινήσουν, εδόθη δια της σάλπιγγος το σήμα της σιωπής, και ήρχισαν αναπεμπόμεναι αι ειθισμέναι προ του έκπλου ευχαί, όχι από έκαστον πλοίον χωριστά, αλλά ενός κήρυκος απαγγέλλοντος και πάντων των λοιπών συνοδευόντων αυτόν, ενώ οι στρατιώται και οι αξιωματικοί έχυναν από χρυσά και αργυρά ποτήρια σπονδάς οίνου, τον όποιον ελάμβαναν από κρατήρας που είχαν ετοιμασθή εις όλα τα πλοία. [6.32.2] Ομοίας ευχάς ανέπεμπαν συγχρόνως και εκ του άλλου πλήθους, του επί της ακτής, οι πολίται και όσοι εκ των άλλων παρόντων ήσαν φίλοι των Αθηναίων. Αφού δ' έψαλαν τον παιάνα και ετελείωσαν τας σπονδάς, εξεκίνησαν, και αφού κατ' αρχάς έπλευσαν εις γραμμήν παραγωγής, έπειτα διηγωνίζοντο, κωπηλατούντες μέχρι της Αιγίνης. Εκείθεν ο στόλος επείγετο να φθάση εις την Κέρκυραν, όπου και το υπόλοιπον στράτευμα των συμμάχων συνελέγετο.

Μτφρ. Ε. Λαμπρίδη. 1962. Θουκυδίδου Ιστορία. Πρόλογος, μετάφραση, σχόλια. Εισαγωγή: Ι.Θ. Κακριδής. Ι–IV. Αθήνα: Γκοβόστης.

[6.30.1] Ύστερα απ' αυτά, στα μισά πια του καλοκαιριού, άρχισαν να ξεκινάν για τη Σικελία. Στα περισσότερα καράβια των συμμάχων και στα φορτηγά που μετέφεραν το σιτάρι και σ' άλλα πλεούμενα κι όλη την άλλη νηοπομπή που ακολουθούσε την εκστρατεία είχε δοθεί η εντολή να μαζευτούνε στην Κέρκυρα με το σκοπό να περάσουν το Ιόνιο πέλαγος όλοι μαζί προς το ακρωτήρι Ιαπυγία· οι Αθηναίοι οι ίδιοι κι όσοι λίγοι σύμμαχοι βρίσκονταν στην Αθήνα κατέβηκαν στον Πειραιά την ορισμένη μέρα και μπήκαν ως πληρώματα στα καράβια γιατί επρόκειτο να σηκώσουν άγκυρα. [6.30.2] Και μαζί τους κατέβηκε και σχεδόν ολόκληρος ο πληθυσμός σα να πούμε, της πολιτείας, τόσο οι πολίτες, όσο κ' οι ξένοι, οι εντόπιοι βέβαια για να ξεπροβοδίσει ο καθένας τους δικούς του, άλλοι συντρόφους, άλλοι συγγενείς, άλλοι γιους, και βάδιζαν μ' ελπίδες μαζί και θρήνους, ελπίζοντας να κυριέψουνε μεγάλα μέρη και κλαίγοντας από το φόβο μη δεν τους ξανάβλεπαν πια, γιατί στοχάζονταν σε πόσο μακρύ ταξίδι από τον τόπο τους τούς έστελναν.

[6.31.1] Και τη στιγμή εκείνη, στο σημείο που ήταν πια να χωριστούν για να ριχτούνε στον κίντυνο, τους έρχονταν στο νου η φοβέρα του πολέμου περισσότερο παρά την ώρα που ψήφιζαν για την εκστρατεία· έπαιρναν όμως πάλι κουράγιο από το θέαμα, βλέποντας με τα ίδια τους τα μάτια πόσο μεγάλα και δυνατά ήταν όλα. Οι ξένοι πάλι και το υπόλοιπο πλήθος πήγαιναν να θαμάξουν με την ιδέα πως ήταν κάτι αξιομνημόνευτο, κι απίστευτο και με τη φαντασία ακόμα. Γιατί αυτός ο στόλος και ο καταρτισμός του ήταν ο πρώτος που ξεκινούσε από μια μόνο πολιτεία με αποκλειστικά ελληνικές δυνάμεις και ήταν ο πιο πολυέξοδος και ο πιο λαμπρά καταρτισμένος απ' όλους που είχαν εκστρατεύσει ποτέ ως την εποχή εκείνη. [6.31.2] Σε αριθμό καραβιών και στρατιωτών δεν ήταν κατώτερες ούτε η εκστρατεία ενάντια στην Επίδαυρο με τον Περικλή, ούτε η άλλη στην Ποτείδαια με τον Άγνωνα· γιατί είχαν τότε πάει τέσσερις χιλιάδες βαριά αρματωμένοι στρατιώτες από την ίδια την Αθήνα και τρακόσιοι καβαλλάρηδες κ' εκατό πολεμικά, και αλλά πενήντα Χιώτικα και Μυτιληναίικα, κι ακόμα κι άλλοι σύμμαχοι πολλοί· [6.31.3] αλλά είχαν ξεκινήσει για μικρό θαλασσινό ταξίδι και με πολύ πρόχειρη εξάρτυση· τούτη όμως η εκστρατεία ξεκινούσε με την προϋπόθεση πως θα κρατούσε πολύ καιρό, κ' ήταν εφοδιασμένη με όλα όσα θα χρειάζονταν και για τα δύο, για τα καράβια και για το πεζικό· το ναυτικό είχε προετοιμαστεί με μεγάλα έξοδα, τόσο της πολιτείας όσο και των πλοιάρχων κάθε πολεμικού, γιατί το δημόσιο από τη μια μεριά έδινε σε κάθε ναύτη μια δραχμή την ήμερα και προμήθεψε και τα καράβια χωρίς ξάρτια, εξήντα γοργοτάξιδα και σαράντα για τη μεταφορά του στρατού, και όλους τους κωπηλάτες γι' αυτά διαλέγοντας τους καλύτερους, ενώ οι πλοίαρχοι έδιναν πρόσθετο επίδομα στους θρανίτες από τους ναύτες, εξόν από το μισθό που έπαιρναν από το δημόσιο και σ' όλα τ' άλλα είχαν προμηθέψει πλούσιες γοργόνες και άλλα ξάρτια, και είχε δείξει ο καθένας ζήλο ως εκεί που δεν παίρνει να ξεχωρίσει το δικό του καράβι με κάποιο χτυπητό γνώρισμα και με τη γρηγοράδα του. Στο πεζικό πάλι είχαν οι άντρες ξεδιαλεχτεί από τους καταλόγους των πιο γενναίων και δυνατών νέων, και παράβγαιναν μεταξύ τους πολύ σοβαρά ποιος θα είχε τα καλύτερα άρματα και τα πιο ωραία στολίδια γύρω στο σώμα του. [6.31.4] Και κατέληξε και μεταξύ τους να μαλώνουν στη δουλειά που είχε ταχθεί ο καθένας και θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει πως επρόκειτο περισσότερο για επίδειξη της δύναμης και του μεγαλείου της Αθήνας στους άλλους Έλληνες, παρά για προετοιμασία εκστρατείας ενάντια σ' εχτρούς. [6.31.5] Γιατί αν λογάριαζε κανείς τι είχε ξοδέψει η πολιτεία από το δημόσιο ταμείο κι όσοι έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία από τα δικά τους, η πολιτεία δηλαδή όσα είχε κι όλας πληρώσει κι όσα είχε δώσει να 'χουνε μαζί τους οι στρατηγοί που έστελνε, οι ιδιώτες πάλι όσα είχε ξοδέψει ο καθένας για τον προσωπικό του οπλισμό κι ο κάθε τριήραρχος για το καράβι του κι όσα έμελλε ακόμα να ξοδέψει, κ' εξόν απ' αυτά όσα ήταν επόμενο να είχε προμηθευτεί ο καθένας ανεξάρτητα από το μισθό που έπαιρνε από το δημόσιο, προμήθεια που θα του χρειάζονταν για το ταξίδι, με την ιδέα πως η εκστρατεία θα διαρκούσε πολύν καιρό κι ακόμη όσα πράματα έπαιρνε μαζί του κάθε έμπορος ή στρατιώτης που σκόπευε να πουλήσει στην ανάγκη, θα 'βρισκε πολλά τα τάλαντα που έβγαιναν από την πολιτεία. [6.31.6] Και το εκστρατευτικό σώμα που ξεκινούσε στάθηκε πιο ξακουστό για το σάστισμα που προκαλούσε η τόλμη του και για το λαμπρό θέαμα που παρουσίαζε παρά για την υπεροχή του απέναντι σε κείνους που πήγαινε να χτυπήσει· φημίστηκε επίσης γιατί ήταν το μεγαλύτερο ταξίδι μεσ' από την ανοιχτή θάλασσα μακριά από την πατρίδα τους και γιατί το ανέλαβαν με την ελπίδα να καταχτήσουν τόσα μεγάλα μέρη σχετικά με όσα είχαν.

[6.32.1] Όταν πια τα καράβια είχαν επανδρωθεί και είχαν φορτωθεί όλα όσα έμελλαν να 'χουν πριν ανοιχτούνε στο πέλαγο, σαλπίστηκε το σήμα για να γίνει σιωπή, και έκαναν τις προσευχές που ήταν οι συνειθισμένες πριν από κάθε θαλασσινό ταξίδι, όχι κάθε καράβι χωριστά, αλλά όλα μαζί, με το κανονάρχισμα ενός κήρυκα κι από μεγάλα δοχεία όπου είχαν ανακατέψει το κρασί κοντά σε όλα τα τμήματα του στρατού έκαναν σπονδές τόσο οι απλοί στρατιώτες όσο και οι αξιωματικοί, ανασύροντας την προσφορά με χρυσά και ασημένια κροντήρια. [6.32.2] Κ' ένωσαν τη φωνή τους στις ίδιες προσευχές και το άλλο πλήθος οι άνθρωποι που τους έβλεπαν από τη στεριά, τόσο οι πολίτες όσο κι όποιοι άλλοι ήθελαν το καλό τους. Κι αφού τραγούδησαν τους παιάνες και τελείωσαν οι σπονδές ανοίχτηκαν στο πέλαγο, και ξεκινώντας πρώτα στη σειρά το ένα καράβι πίσω από το άλλο, άρχισαν ύστερα να παρατρέχουν ποιο θα φτάσει πρώτο στην Αίγινα. Έτσι βιάζονταν αυτοί να πάνε στην Κέρκυρα, όπου στο μεταξύ συγκεντρώνονταν και τα στρατεύματα των συμμάχων.