Μτφρ. Α.Σ. Βλάχος. 1980. Το Πολίτευμα των Αθηναίων. Αριστοτέλης: Ι. Αθηναίων Πολιτεία. ΙΙ. "Γερο–Ολιγαρχικός". Παρουσίαση, μετάφραση. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
[34.1] Ο λαός, λοιπόν, γρήγορα αφαίρεσε την εξουσία από τους τετρακοσίους, και έξη χρόνια μετά την κατάλυσή τους, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Καλλίας από τον δήμο της Αγγελής, έγινε η ναυμαχία στις Αργινούσες και καταδίκασαν, με μια ψηφοφορία και τους δέκα μαζί νικητές στρατηγούς ενώ μερικοί δεν είχαν πάρει μέρος στην ναυμαχία και άλλοι είχαν σωθεί από πλοία που δεν ήσαν δικά τους. Τούτο έγινε επειδή εξαπατήθηκε ο λαός από εκείνους που παρόξυναν την οργή του. Έπειτα, όταν οι Λακεδαιμόνιοι πρόσφεραν να εκκενώσουν την Δεκέλεια και να κάνουν ειρήνη με όρο να κρατήσει ο καθένας τα όσα έχει κατακτήσει, μερικοί έδειξαν προθυμία να το δεχτούν αλλά το πλήθος δεν τον δέχτηκε. Εξαπατήθηκε από τον Κλεοφώντα που εμπόδισε να γίνει ειρήνη. Παρουσιάστηκε στην εκκλησία του δήμου μεθυσμένος και φορώντας θώρακα και είπε ότι δεν θα το δεχόταν παρά μόνο αν οι Λακεδαιμόνιοι παραιτηθούν από όλες τις κατακτήσεις τους. [34.2] Οι Αθηναίοι δεν επωφελήθηκαν τότε, από τις περιστάσεις και γρήγορα κατάλαβαν το λάθος τους. Γιατί τον επόμενο χρόνο, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Αλέξιος, έπαθαν συμφορά στην ναυμαχία των Αίγος Ποταμών με συνέπεια να κατακτήσει ο Λύσανδρος την πολιτεία και να εγκαταστήσει τους Τριάκοντα με τον εξής τρόπο. [34.3] Είχαν κάνει ειρήνη με τον όρο να εφαρμόσουν το προγονικό τους πολίτευμα και οι δημοκρατικοί προσπαθούσαν να σώσουν την δημοκρατία ενώ όσοι ήσαν μέλη των πολιτικών σωματείων καθώς και οι φυγάδες που είχαν επιστρέψει μετά την ειρήνη επιδίωκαν να εγκατασταθεί ολιγαρχία. Όσοι δεν ήσαν μέλη κανενός σωματείου αλλά και ανήκαν στην καλή τάξη επιζητούσαν να εφαρμοσθεί το προγονικό τους πολίτευμα. Μεταξύ τους ήσαν ο Αρχίνος, ο Άνυτος, ο Κλειτοφών, ο Φορμίσιος και άλλοι πολλοί και πρώτος μεταξύ τους ο Θηραμένης. Όταν όμως ο Λύσανδρος πήρε το μέρος των ολιγαρχικών ο λαός, τρομοκρατημένος, αναγκάστηκε να ψηφίσει ολιγαρχία. Το ψήφισμα το συνέταξε ο Δρακοντίδης από την Αφίδνα.
[35.1] Με αυτόν, λοιπόν, τον τρόπο εγκαταστάθηκε το καθεστώς των Τριάκοντα όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Πυθόδωρος. Όταν ανέλαβαν την εξουσία αγνόησαν ό,τι είχε αποφασιστεί για το πολίτευμα. Διόρισαν πεντακόσιους βουλευτές και έβαλαν στα άλλα αξιώματα πρόσωπα από κατάλογο τον οποίο κατήρτισαν οι Χίλιοι διόρισαν δέκα άρχοντες στον Πειραιά, έντεκα δεσμοφύλακες και τριακόσιους μαστιγοφόρους. Κυβερνούσαν την πολιτεία αυταρχικά. [35.2] Στην αρχή ήσαν μετριοπαθείς με τους πολίτες και προσποιούνταν ότι κυβερνούν σύμφωνα με το πάτριο πολίτευμα. Αφαίρεσαν από τον Άρειο Πάγο τους νόμους του Εφιάλτη και του Αρχιστράτου περί Αρεοπαγιτών και τους νόμους του Σόλωνα όσοι έδιναν λαβή σε αμφισβητήσεις και κατήργησαν την τελεσιδικία από τους δικαστές. Ισχυρίζονταν ότι διορθώνουν έτσι το πολίτευμα αφαιρώντας κάθε αιτία αμφισβητήσεως. Λόγου χάριν για τις δωρεές άφησαν τον καθένα να δωρίζει την περιουσία του σε όποιον θέλει και κατήργησαν τα κωλύματα που υπήρχαν πριν: δηλαδή αν κανείς δεν είχε τα λογικά του, αν ήταν υπέργηρος ή αν τον είχε παρασύρει γυναίκα. Έτσι οι συκοφάντες δεν θα είχαν πεδίο δράσης. [35.3] Με τον ίδιο τρόπο αποφάσιζαν για τα άλλα ζητήματα. Στην αρχή, λοιπόν, αυτά έκαναν. Καταδίωξαν τους συκοφάντες και τους κακούς εκείνους και φαύλους, όσοι μιλούσαν στον λαό εναντίον του συμφέροντός του για να τον κολακέψουν. Η πολιτεία χαιρόταν για όλα αυτά που γίνονταν επειδή νόμιζε ότι οι Τριάκοντα ενεργούν για το καλύτερο. [35.4] Όταν όμως στερεώθηκαν στην εξουσία δεν σέβονταν κανέναν από τους πολίτες αλλά σκότωσαν όσους ξεχώριζαν από πλούτο, καταγωγή ή αξίωμα θέλοντας να εξαφανίσουν τους επίφοβους και, ταυτόχρονα, να αρπάξουν τις περιουσίες τους. Σε μικρό χρονικό διάστημα σκότωσαν όχι λιγότερους από χίλιους πεντακόσιους.
[36.1] Επειδή η κατάσταση της πολιτείας χειροτέρευε, ο Θηραμένης που αγανακτούσε με τα όσα γίνονταν, παρότρυνε τους Τριάκοντα να πάψουν να αδικοπραγούν και να επιτρέψουν την συμμετοχή στην άσκηση της εξουσίας στους εντιμότερους πολίτες. Στην αρχή οι Τριάκοντα ήσαν αντίθετοι αλλά όταν διαδόθηκε το πράγμα στο πλήθος και οι περισσότεροι ήσαν με το μέρος του Θηραμένη, φοβήθηκαν μήπως γίνει αρχηγός των δημοκρατικών και ανατρέψει την απολυταρχική τους εξουσία. Γι' αυτό έκαναν κατάλογο από τρεις χιλιάδες πολίτες που θα μετέχουν ―έλεγαν― στην άσκηση της εξουσίας. [36.2] Πάλι ο Θηραμένης τους κατηγόρησε για το μέτρο αυτό, πρώτα επειδή, ενώ έλεγαν ότι θέλουν να έχουν συμμετόχους στην εξουσία, διάλεξαν μόνο τρεις χιλιάδες, σαν να ήσαν οι ενάρετοι πολίτες τόσοι μόνο, και ύστερα επειδή έκαναν δύο αντιφατικότατα πράγματα θέλοντας να στηρίξουν την εξουσία στην βία παρ' ότι ήταν λιγότερο ισχυρή από τους πολίτες. Οι Τριάκοντα όμως αδιαφόρησαν και κράτησαν πολύ καιρό αδημοσίευτο τον κατάλογο των τριών χιλιάδων και κάθε φορά που έπαιρναν την απόφαση να τους δημοσιεύσουν, έσβηναν μερικά ονόματα και τα αντικαθιστούσαν με άλλα.
[37.1] Είχε αρχίσει ο χειμώνας, ο Θρασύβουλος με τους φυγάδες είχε καταλάβει το φρούριο της Φυλής και οι Τριάκοντα που είχαν αποτύχει στο εγχείρημά τους εναντίον του, αποφάσισαν να αφοπλίσουν τους άλλους πολίτες και να εξοντώσουν τον Θηραμένη με τον ακόλουθο τρόπο. Πρότειναν δύο νόμους στην βουλή ζητώντας να ψηφιστούν με ανάταση χεριών. Με τον πρώτο οι Τριάκοντα είχαν το δικαίωμα να θανατώσουν οποιονδήποτε από τους πολίτες που δεν ήταν γραμμένος στον κατάλογο των τριών χιλιάδων. Με τον δεύτερο νόμο αφαίρεσαν τα πολιτικά δικαιώματα σε όσους είχαν καταστρέψει το τείχος της Ηετιωνίας ή είχαν δράσει εναντίον των Τετρακοσίων που είχαν εγκαταστήσει την προηγουμένη ολιγαρχία. Ο Θηραμένης είχε λάβει μέρος και στα δύο και έτσι, όταν επικυρώθηκαν οι νόμοι βρέθηκε χωρίς πολιτικά δικαιώματα και οι Τριάκοντα είχαν εξουσία να τον θανατώσουν. [37.2] Αφού σκότωσαν τον Θηραμένη και αφόπλισαν όλους τους πολίτες άρχισαν να ασκούν την εξουσία με ωμότητα και κακία. Έστειλαν επίσης πρέσβεις στην Λακεδαίμονα για να καταγγείλουν τον Θηραμένη και να ζητήσουν βοήθεια. Οι Λακεδαιμόνιοι τους άκουσαν και έστειλαν αρμοστή τον Καλλίβιο με επτακόσιους στρατιώτες που ήρθαν και κατέλαβαν την Ακρόπολη.
[38.1] Μετά από αυτά όσοι ήσαν στην Φυλή κατέλαβαν την Μουνιχία και νίκησαν σε μάχη τους Τριάκοντα και αυτούς που ήσαν μαζί τους. Μετά την συμπλοκή υποχώρησαν οι πολίτες και την επομένη μέρα συναθροίστηκαν στην αγορά και ανέτρεψαν τους Τριάκοντα. Εξέλεξαν δέκα πρόσωπα με απόλυτη πληρεξουσιότητα για να τερματίσουν τον πόλεμο. Οι δέκα αυτοί άρχισαν να ασκούν την εξουσία αλλά δεν ενεργούσαν για να εκπληρώσουν την εντολή που τους δόθηκε και έστειλαν στην Σπάρτη ζητώντας βοήθεια και χρηματικό δάνειο. [38.2] Οι πολίτες δυσανασχετούσαν με την κατάσταση και οι Δέκα φοβήθηκαν ότι θα ανατραπούν από την εξουσία. Θέλησαν να τρομοκρατήσουν τους άλλους ―και το πέτυχαν― συλλαμβάνοντας και σκοτώνοντας τον Δημάρετο, έναν από τους πρώτους πολίτες. Στερεώθηκαν στην εξουσία με την βοήθεια του Καλλιβίου και των Πελοποννησίων που ήσαν μέσα στην πολιτεία καθώς και μερικών από την τάξη των ιππέων. Από την τάξη αυτή των πολιτών προερχόταν η μεγαλύτερη αντίσταση για να μην επιστρέψουν εκείνοι που ήσαν στην Φυλή. [38.3] Αλλά όταν η παράταξη που κρατούσε την Μουνιχία και τον Πειραιά, προς την οποία προσχώρησαν όλοι οι πολίτες, επικράτησε στις διάφορες συγκρούσεις, τότε ανέτρεψαν τους Δέκα και όρισαν άλλους δέκα πολίτες που θεωρούνταν οι πιο ενάρετοι. Με την βοήθειά τους και τις προσπάθειές τους έγινε η συμφιλίωση και επέστρεψαν οι δημοκρατικοί στην πολιτεία. Από τους δέκα αυτούς διακρίθηκαν κυρίως ο Ρίνων από την Παιανία και ο Φαύλλος από τον Αχερδούντα. Οι δύο αυτοί, προτού φτάσει ο Παυσανίας, είχαν έρθει σε επαφή με εκείνους που ήσαν στον Πειραιά και όταν έφτασε συνεργάστηκαν πρόθυμα για να επιστρέψουν οι εξόριστοι. [38.4] Ο Παυσανίας, βασιλιάς των Λακεδαιμονίων, με την βοήθεια δέκα μεσολαβητών τους οποίους είχε ζητήσει και είχαν έρθει από την Λακεδαίμονα έφερε σε πέρας την αποκατάσταση της ειρήνης και της συμφωνίας. Ο Ρίνων και οι συνάδελφοί του πήραν έπαινο του Δήμου για την δημοκρατική τους δραστηριότητα και ενώ ανέλαβαν την εξουσία με ολιγαρχικό πολίτευμα, λογοδότησαν με δημοκρατία και κανείς δεν τους κατηγόρησε για τίποτα ούτε από εκείνους που είχαν μείνει στην πολιτεία ούτε από εκείνους που είχαν πάει στον Πειραιά. Αλλά για την δραστηριότητά του ο Ρίνων αναδείχθηκε αμέσως στρατηγός.
[39.1] Οι συμφωνίες έγιναν όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Ευκλείδης, με τους ακόλουθους όρους: «Όσοι από τους Αθηναίους έχουν μείνει στην πολιτεία και θέλουν να μετοικήσουν θα έχουν διαμονή την Ελευσίνα, διατηρώντας όλα τα πολιτικά τους δικαιώματα, έχοντας την δική τους ανεξάρτητη διοίκηση και την ελεύθερη διάθεση των εισοδημάτων τους. [39.2] Το ιερό της Ελευσίνας θα είναι κοινό και στις δύο παρατάξεις και θα έχουν την εποπτεία του οι Κήρυκες και οι Ευμολπίδες, κατά τα πάτρια. Δεν θα επιτρέπεται ούτε όσοι πάνε στην Ελευσίνα να έρχονται στην πολιτεία ούτε όσοι μείνουν στην πολιτεία να πηγαίνουν στην Ελευσίνα, εκτός από τις μέρες των Μυστηρίων και για τα δυο μέρη. Όσοι μετοικήσουν στην Ελευσίνα θα συνεισφέρουν στο συμμαχικό ταμείο όπως και οι άλλοι Αθηναίοι. [39.3] Εκείνοι από τους μετοίκους που θα θέλουν ν' αποκτήσουν σπίτι στην Ελευσίνα θα πρέπει να έχουν την συγκατάθεση του ιδιοκτήτη. Αν δεν συμφωνούν μεταξύ τους για το τίμημα, τότε ο καθένας τους θα ορίσει τρεις εκτιμητές και ο ιδιοκτήτης θα παίρνει όποιαν αξία θα ορίσουν αυτοί. Όσοι Ελευσίνιοι θα είναι δεκτοί από τους άποικους θα μπορούν να συγκατοικούν μαζί τους. [39.4] Όσοι βρίσκονται στην Αθήνα και θέλουν να μετοικήσουν θα πρέπει να εγγραφούν στους καταλόγους μέσα σε δέκα μέρες από την ημέρα που θα δώσουν τους όρκους, και να φύγουν μετά από είκοσι μέρες. Για όσους δεν βρίσκονται στην Αθήνα η προθεσμία θα είναι η ίδια από την στιγμή που θα επιστρέψουν. [39.5] Κανείς από όσους θα κατοικούν στην Ελευσίνα δεν θα μπορεί να κατέχει αξίωμα στην Αθήνα προτού εγγραφεί πάλι στους καταλόγους των κατοίκων. Οι δίκες για φόνο θα γίνονται κατά τους πατρίους νόμους καθώς και οι δίκες για άδικη επίθεση και για σωματική βλάβη. [39.6] Κανείς δεν θα έχει το δικαίωμα να καταγγείλει κανέναν για τα παρελθόντα εκτός από τους Τριάκοντα, τους δέκα άρχοντες, τους έντεκα άρχοντες και τους άρχοντες του Πειραιά. Ούτε και αυτούς δεν θα μπορεί κανείς να καταγγείλει μετά την λογοδοσία τους. Όσοι ήσαν άρχοντες στον Πειραιά θα λογοδοτήσουν στους Πειραιώτες, όσοι ήσαν άρχοντες στην πολιτεία θα λογοδοτήσουν σ' εκείνους που έχουν δηλωμένο εισόδημα. Όταν γίνουν αυτά θα μπορούν να μετοικήσουν όσοι θέλουν. Κάθε μία από τις δύο παρατάξεις θα πλήρωνε, χωριστά, τα χρήματα που δανείστηκε για τον πόλεμο».
Μτφρ. Α. Παναγόπουλος. 1999. Αριστοτέλους Αθηναίων Πολιτεία. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Αίολος.
[34.1] Ο λαός, λοιπόν, γρήγορα αφαίρεσε την εξουσία από τους Τετρακοσίους. Έξι χρόνια μετά την ανατροπή τους, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Καλλίας από το δήμο της Αγγελής, έγινε η ναυμαχία στις Αργινούσες, και καταδίκασαν με μια ψηφοφορία «δι' ανατάσεως των χειρών» και τους δέκα μαζί στρατηγούς, ενώ μερικοί δεν είχαν καν πάρει μέρος στη ναυμαχία κι άλλοι είχαν περισυλλεγεί και σωθεί από ξένα πλοία. Τούτο έγινε, επειδή εξαπατήθηκε ο λαός από εκείνους που τον υποκινούσαν. Έπειτα, όταν οι Λακεδαιμόνιοι προσφέρθηκαν να εκκενώσουν τη Δεκέλεια και να κάνουν ειρήνη με τον όρο να κρατήσουν οι δυο αντίπαλοι όσα κατείχαν, μερικοί έδειξαν προθυμία να το δεχτούν, αλλά το πλήθος δεν το δέχτηκε γιατί εξαπατήθηκε από τον Κλεοφώντα, που απέτρεψε την ειρήνη. Παρουσιάστηκε στην εκκλησία του δήμου μεθυσμένος και φορώντας θώρακα και είπε ότι δεν θα το επιτρέψει αυτό αν οι Λακεδαιμόνιοι δεν εγκαταλείψουν όλες τις πόλεις. [34.2] Οι Αθηναίοι δεν επωφελήθηκαν τότε από την ευκαιρία και πολύ γρήγορα κατάλαβαν το λάθος τους. Γιατί το επόμενο έτος, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Αλέξιος, νικήθηκαν στη ναυμαχία των Αιγός Ποταμών, με αποτέλεσμα να κυριεύσει ο Λύσανδρος την Αθήνα και να εγκαταστήσει στην εξουσία τους Τριάκοντα με τον εξής τρόπο: [34.3] Ενώ είχαν συνάψει ειρήνη με τον όρο να εφαρμόσουν το προγονικό τους πολίτευμα, οι δημοκρατικοί προσπαθούσαν να σώσουν τη δημοκρατία, ενώ όσοι από τους ευγενείς ήταν μέλη των πολιτικών οργανώσεων καθώς και οι φυγάδες που είχαν επιστρέψει μετά την ειρήνη, επιθυμούσαν να εγκατασταθεί ολιγαρχία. Όσοι δεν μετείχαν σε καμιά οργάνωση και ως προς τα άλλα ανήκαν στην τάξη των ευγενών, επιζητούσαν να εφαρμοστεί το προγονικό πολίτευμα. Μεταξύ αυτών ήταν ο Αρχίνος, ο Άνυτος, ο Κλειτοφών, ο Φορμίσιος και πολλοί άλλοι και πρώτος–πρώτος ανάμεσά τους ο Θηραμένης. Όταν, όμως, ο Λύσανδρος πήρε το μέρος των ολιγαρχικών, τρομοκρατημένος ο λαός αναγκάστηκε να σηκώσει το χέρι του υπέρ της ολιγαρχίας. Το σχετικό ψήφισμα το συνέταξε ο Δρακοντίδης από την Αφίδνα.
[35.1] Με αυτόν, λοιπόν, τον τρόπο εγκαθιδρύθηκε το καθεστώς των Τριάκοντα, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Πυθόδωρος. Όταν έγιναν κύριοι της πόλης, παρέβλεψαν όσα είχαν αποφασιστεί για το πολίτευμα. Διόρισαν πεντακόσιους ως μέλη της βουλής και διόρισαν στα άλλα αξιώματα πρόσωπα από έναν κατάλογο χιλίων προκρίτων. Προσέλαβαν επίσης δέκα άρχοντες στον Πειραιά, έντεκα δεσμοφύλακες και τριακόσιους μαστιγοφόρους υπηρέτες και κυβερνούσαν μόνοι τους την πόλη αυταρχικά. [35.2] Στην αρχή ήταν μετριοπαθείς απέναντι στους πολίτες και προσποιούνταν ότι διοικούν σύμφωνα με το πατροπαράδοτο πολίτευμα. Αφαίρεσαν από τον Άρειο Πάγο τους νόμους του Εφιάλτη και του Αρχίστρατου περί των Αρεοπαγιτών και από τους νόμους του Σόλωνα όσους προκαλούσαν αμφισβητήσεις, και κατέλυσαν το κύρος των δικαστών, ισχυριζόμενοι ότι έτσι επανορθώνουν το πολίτευμα, αφαιρώντας κάθε αιτία για αμφισβήτηση. Λόγου χάριν, για τις δωρεές έδωσαν το δικαίωμα στον καθένα να δωρίζει τα υπάρχοντά του οριστικά σε όποιον ήθελε καταργώντας τους περιορισμούς που υπήρχαν πριν, δηλαδή «αν κανείς έχει χάσει τα λογικά του, αν είναι υπέργηρος ή αν τον έχει παρασύρει γυναίκα», και αυτά για να μην έχουν οι συκοφάντες πεδίο δράσης. [35.3] Με τον ίδιο τρόπο αποφάσιζαν για τα άλλα ζητήματα. Στην αρχή, λοιπόν, έτσι φέρονταν και καταδίωκαν τους συκοφάντες και τους φαύλους και πονηρούς που μιλούσαν στο λαό αντίθετα προς το συμφέρον του, για να τον κολακέψουν. Οι πολίτες χαίρονταν για όλα αυτά που γίνονταν, επειδή νόμιζαν ότι οι Τριάκοντα ενεργούσαν για το καλό όλων. [35.4] Όταν όμως εδραιώθηκαν στην εξουσία, δεν άφησαν ήσυχο κανέναν από τους πολίτες, αλλά θανάτωσαν όσους ξεχώριζαν σε περιουσία, καταγωγή ή αξίωμα, θέλοντας να εξουδετερώσουν τους επίφοβους και ταυτόχρονα να αρπάξουν τις περιουσίες τους. Σε μικρό χρονικό διάστημα θανάτωσαν πάνω από χίλιους πεντακόσιους ανθρώπους.
[36.1] Επειδή η κατάσταση της πολιτείας χειροτέρευε, ο Θηραμένης, που αγανακτούσε με τα όσα γίνονταν, συνιστούσε στους Τριάκοντα να σταματήσουν τα εγκλήματα και να επιτρέψουν στους εντιμότερους πολίτες να συμμετάσχουν στην άσκηση της εξουσίας. Στην αρχή οι Τριάκοντα ήταν αντίθετοι, αλλά όταν διαδόθηκαν οι διαφωνίες στο λαό και οι περισσότεροι τάχθηκαν με το μέρος του Θηραμένη, φοβήθηκαν μήπως αυτός γίνει αρχηγός των δημοκρατικών και ανατρέψει την τυραννική τους εξουσία. Συνέταξαν, λοιπόν, έναν κατάλογο από τρεις χιλιάδες πολίτες, για να πάρουν μέρος στην άσκηση της εξουσίας. [36.2] Πάλι ο Θηραμένης τους επέκρινε για τα μέτρα αυτά, πρώτα επειδή, ενώ έλεγαν ότι θέλουν να έχουν συμμετόχους στην εξουσία, διάλεξαν μόνο τρεις χιλιάδες, σαν να ήταν οι ενάρετοι πολίτες τόσοι όλοι κι όλοι, δεύτερον, επειδή έκαναν δύο αντιφατικότατα μεταξύ τους πράγματα: στήριξαν την εξουσία στη βία και αναγνώρισαν ότι αυτή η βία ήταν λιγότερο ισχυρή από τους πολίτες. Οι Τριάκοντα όμως αδιαφόρησαν γι' αυτά και κράτησαν πολύν καιρό αδημοσίευτο τον κατάλογο των τριών χιλιάδων και κάθε φορά που έπαιρναν την απόφαση να τον δημοσιεύσουν, έσβηναν μερικά ονόματα και τα αντικαθιστούσαν με άλλα.
[37.1] Είχε πια μπει ο χειμώνας, όταν ο Θρασύβουλος με τους εξόριστους κατέλαβε το φρούριο της Φυλής και οι Τριάκοντα, που είχαν στείλει ένα απόσπασμα εναντίον του και είχαν αποτύχει, αποφάσισαν τους άλλους μεν πολίτες να αφοπλίσουν, τον Θηραμένη δε να εξοντώσουν με τον ακόλουθο τρόπο. Πρότειναν δύο νόμους στη βουλή, επιμένοντας να ψηφιστούν με ανάταση χεριών. Με τον πρώτο από αυτούς αναγνωριζόταν στους Τριάκοντα το δικαίωμα να θανατώσουν οποιονδήποτε από τους πολίτες δεν περιλαμβανόταν στον κατάλογο των τριών χιλιάδων. Με το δεύτερο νόμο αφαιρούσαν τα πολιτικά δικαιώματα από όσους είχαν καταστρέψει το τείχος της Ηετιωνείας ή είχαν εναντιωθεί στους Τετρακοσίους, που είχαν επιβάλει την προηγούμενη ολιγαρχία. Ο Θηραμένης είχε συμμετάσχει και στα δύο και έτσι, όταν επικυρώθηκαν οι νόμοι, βρέθηκε να έχει στερηθεί τα πολιτικά δικαιώματά του και οι Τριάκοντα είχαν εξουσία να τον θανατώσουν. [37.2] Αφού σκότωσαν τον Θηραμένη και αφόπλισαν όλους τους πολίτες έκτος από τους τρεις χιλιάδες, άρχισαν να επιδεικνύουν σε όλα τα ζητήματα ωμότητα και φαυλότητα. Έστειλαν επίσης πρέσβεις στη Λακεδαίμονα για να καταγγείλουν τον Θηραμένη και να ζητήσουν βοήθεια. Οι Λακεδαιμόνιοι τους άκουσαν και έστειλαν αρμοστή τον Καλλίβιο με επτακόσιους περίπου στρατιώτες, που ήρθαν, κατέλαβαν την Ακρόπολη και τη φρουρούσαν.
[38.1] Μετά από αυτά, όσοι [δημοκράτες] έρχονταν από τη Φυλή κατέλαβαν τη Μουνιχία και νίκησαν σε μάχη τους Τριάκοντα και όσους είχαν πάει μαζί τους για να τους βοηθήσουν. Μετά τη συμπλοκή οι πιστοί στους Τριάκοντα υποχώρησαν και την επόμενη μέρα όσοι είχαν παραμείνει στο άστυ συναθροίστηκαν στην αγορά και ανέτρεψαν τους Τριάκοντα. Εξέλεξαν δέκα πολίτες εξουσιοδοτώντας τους να τερματίσουν τον πόλεμο. Οι δέκα αυτοί ανέλαβαν την εξουσία αλλά δεν έκαναν τίποτα από αυτά για τα οποία τους δόθηκε η εντολή, μόνον έστειλαν στη Σπάρτη να ζητήσουν βοήθεια και χρηματικό δάνειο. [38.2] Οι πολίτες δυσανασχετούσαν με την κατάσταση και οι Δέκα φοβήθηκαν ότι θα ανατραπούν από την εξουσία. Θέλησαν να τρομοκρατήσουν τους άλλους, πράγμα που έγινε, συλλαμβάνοντας και σκοτώνοντας τον Δημάρετο, έναν από τους πρώτους πολίτες. Εδραιώθηκαν στην εξουσία με τη βοήθεια του Καλλίβιου και των Πελοποννησίων που παραβρίσκονταν, καθώς επίσης και μερικών Αθηναίων από την τάξη των ιππέων. Μερικοί μάλιστα από αυτούς τους πολίτες πίεζαν πολύ να μην επιστρέψουν από την εξορία οι εκ της Φυλής. [38.3] Όταν όμως η παράταξη που κρατούσε τον Πειραιά και τη Μουνιχία, στην όποια προσχώρησαν όλοι οι πολίτες, επικράτησε στις διάφορες συγκρούσεις, τότε κατέλυσαν τους Δέκα και όρισαν δέκα άλλους πολίτες, που θεωρούνταν οι πιο ενάρετοι. Με τη βοήθεια και τις προσπάθειες αυτών έγινε η συμφιλίωση και η επιστροφή των δημοκρατικών από την εξορία. Από αυτούς τους Δέκα διακρίθηκαν κυρίως ο Ρίνων από την Παιανία και ο Φαύλλος από τον Αχερδούντα. Οι δύο αυτοί, προτού φτάσει ο Παυσανίας, είχαν έρθει σε επαφή με εκείνους που ήταν στον Πειραιά, και όταν έφτασε αυτός, εργάστηκαν όλοι πρόθυμα για να επιστρέψουν οι εξόριστοι. [38.4] ἐΟ Παυσανίας, βασιλιάς των Λακεδαιμονίων, με τη βοήθεια δέκα μεσολαβητών, τους οποίους είχε ζητήσει επίμονα να έλθουν από τη Λακεδαίμονα, κατάφερε να αποκαταστήσει την ειρήνη και τη συνδιαλλαγή. Ο Ρίνων και οι συνάδελφοί του επαινέθηκαν από τον δήμο για τη δημοκρατική τους στάση και, ενώ ανέλαβαν την εξουσία με ολιγαρχικό πολίτευμα, λογοδότησαν με δημοκρατία. Κανείς δεν τους κατηγόρησε για τίποτα, ούτε από εκείνους που είχαν μείνει μέσα στην πόλη, ούτε από εκείνους που είχαν καταφύγει στον Πειραιά. Αλλά για τη στάση του ο Ρίνων εκλέχτηκε αμέσως στρατηγός.
[39.1] Η συνθήκη έγινε όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Ευκλείδης με τους ακόλουθους όρους: «Όσοι από τους Αθηναίους παρέμειναν στο άστυ και θέλουν να μετοικήσουν, θα έχουν διαμονή στην Ελευσίνα, διατηρώντας τα πολιτικά τους δικαιώματα, έχοντας δική τους ανεξάρτητη διοίκηση και ελεύθερη κάρπωση των εισοδημάτων τους. [39.2] Το ιερό της Ελευσίνας θα είναι κοινό και στις δύο παρατάξεις και θα έχουν την εποπτεία του οι Κήρυκες και οι Ευμολπίδες, κατά τα πάτρια. Δεν θα επιτρέπεται ούτε όσοι πάνε στην Ελευσίνα να έρχονται στην πόλη, ούτε όσοι μείνουν στην πόλη να πηγαίνουν στην Ελευσίνα, εκτός από τις μέρες των Μυστηρίων και για τα δύο μέρη. Όσοι μετοικήσουν στην Ελευσίνα θα συνεισφέρουν από το εισόδημά τους στο συμμαχικό ταμείο, όπως και οι άλλοι Αθηναίοι. [39.3] Εκείνοι από τους απερχόμενους που θα θέλουν να κατοικήσουν σε κάποιο [διαθέσιμο] σπίτι στην Ελευσίνα θα πρέπει να έχουν τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη. Αν δεν συμφωνούν μεταξύ τους για το τίμημα, τότε ο καθένας τους θα ορίσει τρεις εκτιμητές και ο ιδιοκτήτης θα πάρει όποια τιμή ορίσουν αυτοί. Όσοι από τους Ελευσίνιους γίνουν δεκτοί από τους Αθηναίους της Ελευσίνας, θα μπορούν να συγκατοικούν μαζί τους. [39.4] Όσοι βρίσκονται τώρα στην Αθήνα και θέλουν να μετοικήσουν, θα πρέπει να εγγραφούν στους καταλόγους μέσα σε δέκα μέρες από τη μέρα που θα δώσουν τους όρκους, και να φύγουν μετά από είκοσι μέρες. Για όσους δεν βρίσκονται τώρα στην Αθήνα, η προθεσμία θα είναι η ίδια από τη στιγμή που θα επιστρέψουν. [39.5] Κανείς από όσους θα κατοικήσουν στην Ελευσίνα δεν θα μπορεί να κατέχει αξίωμα στην Αθήνα προτού εγγραφεί πάλι στους καταλόγους των κατοίκων της. Οι δίκες για φόνο θα γίνονται κατά τους πατροπαράδοτους νόμους, καθώς και οι δίκες για άδικη επίθεση και για σωματική βλάβη. [39.6] Κανείς δεν θα έχει το δικαίωμα να καταγγείλει κανέναν για τα παρελθόντα, εκτός από τους Τριάκοντα, τους δέκα άρχοντες, τους έντεκα άρχοντες και τους άρχοντες του Πειραιά. Αλλά και αυτούς δεν θα μπορεί κανείς να τους καταγγείλει μετά τη λογοδοσία τους. Όσοι ήταν άρχοντες στον Πειραιά θα λογοδοτήσουν στους Πειραιώτες και όσοι ήταν άρχοντες στο άστυ θα λογοδοτήσουν σ' εκείνους τους πολίτες που θα έχουν δηλώσει το εισόδημά τους στο άστυ. Έπειτα, όποιοι θέλουν θα μπορούν να μετοικήσουν με τους παραπάνω όρους. Καθεμιά από τις δύο παρατάξεις [οι του άστεως και οι του Πειραιά] θα εξοφλήσει χωριστά τα χρήματα που είχαν δανειστεί από τους Λακεδαιμόνιους για τον πόλεμο».