Μτφρ. Ε.Κ. Βενιζέλος. [1940] 1960. Θουκυδίδου Ιστορίαι. Ι–ΙΙ. 2η έκδ. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. (1η έκδ. Οξφόρδη: Οxford University Press).

[4.21.1] Αυτά είπαν οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι επίστευαν, ότι οι Αθηναίοι θα εδέχοντο προθύμως την προσφερομένην ειρήνην και θ' απέδιδαν τους στρατιώτας, αφού και πριν επεθύμουν τον συμβιβασμόν, αλλά δεν τον επέτυχαν, ένεκα της ιδικής των εναντιώσεως. [4.21.2] Οι Αθηναίοι όμως ενόμιζαν, ότι εφόσον κρατούν τους στρατιώτας εις την νήσον, η ειρήνη ήτο του λοιπού εις την διάθεσίν των, και όταν θα ήθελαν να την συνομολογήσουν, και η πλεονεξία των ηύξανε. [4.21.3] Εις τούτο τους έσπρωχνε κυρίως ο Κλέων, ο υιός του Κλεαινέτου, αρχηγός του δήμου κατά την εποχήν εκείνην, ο οποίος είχε πολύ μεγάλην επιρροήν επί του πλήθους, και ως εκ τούτου τους έπεισε ν' απαντήσουν ότι έπρεπε πρώτον να παραδοθούν οι στρατιώται της Σφακτηρίας μαζύ με τα όπλα των και μεταφερθούν εις τας Αθήνας, και αφού γίνη τούτο ν' αποδώσουν οι Λακεδαιμόνιοι την Νίσαιαν, τας Πηγάς, την Τροιζήνα και την Αχαΐαν, μέρη τα οποία δεν κατέκτησαν διά του πολέμου, αλλά τα οποία παρεχώρησαν οι Αθηναίοι διά προηγουμένης συνθήκης, συνεπεία ατυχιών και εις εποχήν που είχαν πολύ περισσοτέραν ανάγκην ειρήνης παρά σήμερον. Υπό τοιούτους όρους, ημπορούσαν να τους αποδοθούν οι στρατιώται των και να συνομολογηθή η ειρήνη δι' όσην διάρκειαν ήθελαν μείνει σύμφωνα τα δύο μέρη.

[4.22.1] Εις την απάντησιν αυτήν καμμίαν αντίρρησιν δεν έφεραν οι Λακεδαιμόνιοι, εζήτησαν μόνον να διορισθούν πληρεξούσιοι, οι οποίοι να συναντηθούν με αυτούς και αφού συζητήσουν, καταρτίσουν με την ησυχίαν των τους διαφόρους όρους, εις τους οποίους να μείνουν σύμφωνοι. [4.22.2] Αλλά την πρότασιν αυτήν επολέμησε με πολλήν βιαιότητα ο Κλέων, λέγων ότι εγνώριζε μεν και προηγουμένως, τώρα όμως το πράγμα είναι φως φανερόν, ότι οι σκοποί των δεν ήσαν ευθείς, αφού αρνούνται να εξηγηθούν ενώπιον του λαού, και θέλουν να συνεννοηθούν ιδιαιτέρως με ολίγους μόνον πληρεξουσίους. Ενώ, εάν αι διαθέσεις των είναι καλαί, οφείλουν, είπε, να ομιλήσουν ενώπιον όλων. [4.22.3] Οι Λακεδαιμόνιοι, εν τούτοις, μολονότι ήσαν διατεθειμένοι, ένεκα της ατυχίας των, εις παραχωρήσεις, έβλεπαν ότι ούτε οι ίδιοι ημπορούν να ομιλήσουν περί αυτών δημοσία, διά να μην εκτεθούν απέναντι των συμμάχων των, εις περίστασιν που αι προτάσεις των απορριφθούν, ούτε οι Αθηναίοι να δεχθούν τας προτάσεις των με όρους επιεικείς, ανεχώρησαν από τας Αθήνας άπρακτοι.

[4.23.1] Μετά την επιστροφήν των, η ανακωχή της Πύλου ετερματίσθη αυτοδικαίως και οι Λακεδαιμόνιοι εζήτησαν την επιστροφήν των πλοίων, σύμφωνα με τους όρους της. Αλλ' οι Αθηναίοι τους κατηγόρουν ότι εναντίον των όρων της ανακωχής προέβησαν εις αιφνιδίαν επίθεσιν εναντίον του οχυρώματος και εις μερικάς άλλας ενεργείας, αι οποίαι δεν εφαίνοντο άξιαι λόγου, και ηρνούντο την απόδοσιν, ισχυριζόμενοι ότι είχε καθαρά συμφωνηθή, ότι η ανακωχή τερματίζεται αυτοδικαίως, εάν παραβιασθή κανείς από τους όρους της, και ο πλέον επουσιώδης ακόμη. Οι Λακεδαιμόνιοι απέκρουσαν τους ισχυρισμούς αυτούς, και διαμαρτυρόμενοι διά την κατακράτησιν των πλοίων ως πράξιν παράνομον, απήλθαν και επανέλαβαν τας εχθροπραξίας πέριξ της Πύλου, [4.23.2] αι οποίαι διεξήγοντο τώρα με την μεγαλητέραν έντασιν και από τα δύο μέρη. Οι Αθηναίοι, κατά την διάρκειαν της ημέρας, περιέπλεαν διαρκώς την νήσον με δύο πλοία, τα οποία έπλεαν κατ' αντίθετον διεύθυνσιν. Την νύκτα όλα τα πλοία ανεξαιρέτως έμεναν ηγκυροβολημένα πέριξ της νήσου, εκτός προς το μέρος του πελάγους, όταν εφύσα άνεμος. Τους είχαν άλλωστε έλθει από τας Αθήνας είκοσι ακόμη πλοία χάριν του αποκλεισμού, ώστε η δύναμις του στόλου των ανήλθεν εις εβδομήντα πλοία. Οι Πελοποννήσιοι, εξ άλλου, έμειναν στρατοπεδευμένοι επί της στερεάς και ενήργουν επιθέσεις εναντίον του οχυρώματος, προσέχοντες μήπως παρουσιασθή ευκαιρία διά να σώσουν τους στρατιώτας των.

Μτφρ. Ε. Λαμπρίδη. 1962. Θουκυδίδου Ιστορία. Πρόλογος, μετάφραση, σχόλια. Εισαγωγή: Ι.Θ. Κακριδής. Ι–IV. Αθήνα: Γκοβόστης.

[4.21.1] Τόσα λοιπόν μόνο είπαν οι Λακεδαιμόνιοι, νομίζοντας πως οι Αθηναίοι λαχταρούσαν βέβαια από πρωτήτερα να συνάψουν συνθήκη, εμποδίζονταν όμως από το γεγονός πως αυτοί, οι Λακεδαιμόνιοι, εναντιώνονταν, τώρα όμως που τους προσφερόταν η ειρήνη, θα την δέχονταν πρόθυμα και θα τους έδιναν πίσω τους άντρες. [4.21.2] Οι Αθηναίοι αντίθετα νόμιζαν πως τη συνθήκη την έχουνε στο χέρι εφ' όσον κρατούνε τους άντρες στο νησί, και μπορούνε να την κλείσουνε μαζί τους όποτε θέλουν, και γι' αυτό ορέγονταν τα περισσότερα. [4.21.3] Και περισσότερο απ' όλους τους έσπρωχνε σ' αυτό ο Κλέων ο γιος του Κλεαινέτου, άντρας που οδηγούσε το λαό τον καιρό εκείνο και είχε την τέχνη να κάνει τον κόσμο να τον πιστεύει. Αυτός λοιπόν τους έπεισε ν' αποκριθούν πως πρέπει πρώτα να παραδοθούν οι άντρες στο νησί, παραδίνοντας και τα όπλα τους και να μεταφερθούνε στην Αθήνα, κι' αφού έρθουν, να επιστρέψουν οι Λακεδαιμόνιοι την Νίσαια, τις Πηγές, την Τροιζήνα και την Αχαΐα, που δεν τα είχαν πάρει με πόλεμο, αλλά σύμφωνα με την προηγούμενη συνθήκη, αφού τους τα παραχώρησαν οι Αθηναίοι τότε που από τις συμφορές που είχαν πάθει είχαν αυτοί ανάγκη να κλείσουν ειρήνη, τότε μόνο νάρθουν να πάρουν τους άντρες τους και να κλείσουνε συνθήκη για όσον καιρό αποφασίσουν και οι δυο.

[4.22.1] Αυτοί δεν έφεραν αμέσως αντίρρηση σ' αυτά αλλά παρακίνησαν τους Αθηναίους να διαλέξουν αντιπροσώπους που θα συνεδρίαζαν μαζί τους και θα συμφωνούσαν συζητώντας ήσυχα με λόγο και αντίλογο για κάθε σημείο που θα μπορούσαν να πείσουν ο ένας τον άλλο· [4.22.2] εδώ πια τους ρίχτηκε ο Κλέων με μεγάλη οξύτητα, λέγοντας πως τόξερε και από άλλοτε πως οι Λακεδαιμόνιοι δε βάζουν ποτέ στο μυαλό τους κανένα δίκαιο σκοπό, και τώρα έγινε φως φανερό πως δεν έχουν καμιά διάθεση ν' ανακοινώσουν τίποτα στην ολομέλεια του λαού, αλλά θέλουνε μόνο να συνεδριάσουνε με λίγους άντρες· αν όμως έχουνε στο νου τους κάτι σωστό τους πρόσταξε να μιλήσουν μπροστά σε όλους. [4.22.3] Βλέποντας λοιπόν οι Λακεδαιμόνιοι πως δεν τους ήτανε μπορετό να μιλήσουν προς όλο το πλήθος, έστω κι' αν αποφάσιζαν εξ αιτίας της συμφοράς τους να κάνουν κάποια παραχώρηση, από το φόβο μήπως συκοφαντηθούν προς τους συμμάχους τους πως μίλησαν και δεν πέτυχαν, και πως ούτε οι Αθηναίοι θα έκαναν αυτά που τους προτείνανε με όρους μετριοπαθείς, έφυγαν από την Αθήνα χωρίς να κατορθώσουν τίποτα.

[4.23.1] Άμα γύρισαν αυτοί πίσω, έπαψαν την ίδια στιγμή να ισχύουν οι συμφωνίες σχετικά με την Πύλο, κ' οι Λακεδαιμόνιοι ζητούσαν να ξαναπάρουν τα καράβια τους, όπως είχε συμφωνηθεί· οι Αθηναίοι όμως επειδή είχαν αφορμές να τους κατηγορήσουν πως είχαν κάνει επιδρομή στο οχύρωμα παραβαίνοντας την ανακωχή και κάτι άλλες που δεν φαίνονται άξιες να τις μνημονέψει κανείς, δεν τους εγύρισαν τα καράβια, και υποστήριζαν επίμονα πως ήτανε γραμμένο πως και το παραμικρότερο αν αθετηθεί, οι σπονδές να θεωρούνται ακυρωμένες. Οι Λακεδαιμόνιοι όμως είχαν αντιρρήσεις κ' επειδή διαμαρτύρονταν πως ήταν παράνομο να κρατούν τα πλοία έφυγαν και ετοιμάζονταν πάλι για πόλεμο. [4.23.2] Και γύρω από την Πύλο γίνονταν αληθινός πόλεμος με τα όλα του και από τους δύο, και οι Αθηναίοι περιπολούσαν αδιάκοπα την ημέρα γύρω από το νησί με δυο καράβια που έπλεαν κατ' αντίθετη το ένα προς το άλλο κατεύθυνση (αλλά τη νύχτα αγκυροβολούσαν όλα γύρω εκεί εκτός απ' την ακτή προς την ανοιχτή θάλασσα όταν φυσούσε δυνατά· κ' έφτασαν από την Αθήνα για να φρουρούν το νησί άλλα είκοσι, ώστε όλα μαζί ήταν τώρα εβδομήντα) οι Πελοποννήσιοι πάλι έστησαν στρατόπεδο στη στεριά κ' έκαναν εφόδους στο οχύρωμα, καρτερώντας την ευκαιρία, αν τυχόν παρουσιαστεί για να σώσουνε τους άντρες εκεί.