Μτφρ. Α. Τυφλόπουλος – Επιμ. Δ. Ιακώβ. 2006. Στο Ανθολόγιο Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Θα ενδιαφερόμουν ιδιαίτερα, κύριοι δικαστές, να μην είχαν προκύψει ούτε η διαμάχη που είχα κατά το παρελθόν με τον Άφοβο ούτε η τωρινή προς αυτόν εδώ τον Ονήτορα, τον κουνιάδο του, αφού, ενώ έκανα και στους δύο πολλές και δίκαιες αντιπροσφορές, από κανέναν δεν μπόρεσα να πετύχω μια ανάλογη ανταπόκριση, αλλά αντίθετα ανακάλυψα ότι ο τελευταίος είναι πολύ πιο δύστροπος από τον πρώτο και αξίζει περισσότερο να τιμωρηθεί. Γιατί ενώ θεώρησα ότι αυτός πρέπει να παραπέμψει όσα είχε εναντίον μου στη μεσολάβηση των φίλων και να μην φέρει την υπόθεση στα δικαστήρια, δεν στάθηκα ικανός να τον πείσω· παρότι εγώ του ζήτησα να καταστεί ο ίδιος δικαστής του εαυτού του, για να μην υποστεί τη δικαστική δοκιμασία ενώπιόν σας, εισέπραξα τόση περιφρόνηση, ώστε όχι μόνο δεν θεώρησε σωστό να με ακούσει αλλά με πέταξε έξω από τη γη που κατείχε ο Άφοβος, όταν έχασε τη δίκη από μένα, με τον χειρότερο τρόπο. Αφού, λοιπόν, με τη συνεργασία του κουνιάδου του προσπαθεί να μου αποσπάσει τα υπάρχοντά μου, και προσέφυγε σε εσάς έχοντας εμπιστοσύνη στα μέτρα που έλαβε, αυτό που μου μένει είναι να επιχειρήσω να βρω το δίκιο μου ενώπιόν σας. Ξέρω, βέβαια, κύριοι δικαστές, ότι πρέπει να δώσω μάχη με αντίπαλο κατασκευασμένες κατηγορίες και μάρτυρες που δεν θα καταθέσουν την αλήθεια· θεωρώ, ωστόσο, ότι θα τον ξεπεράσω τόσο πολύ ως προς τα απολύτως δίκαια επιχειρήματά μου, ώστε ακόμη και αν κάποιος από εσάς παλαιότερα νόμιζε ότι δεν είναι φαύλος άνθρωπος, θα μάθει από όσα έκανε αυτός εις βάρος μου ότι και πριν του είχε διαφύγει ότι ήταν ο χειρότερος και ο πλέον άδικος όλων. Γιατί θα υποστηρίξω ότι αυτός όχι μόνο δεν έδωσε την προίκα, για την οποία ισχυρίζεται τώρα ότι έχει υποθηκευθεί η γη, αλλά και ότι από την αρχή είχε άσχημα σχέδια για την περιουσία μου, και επιπλέον ότι αφενός δεν χώρισε τη γυναίκα, για χάρη της οποίας με πέταξε έξω από αυτή τη γη, ενώ αφετέρου καλύπτει τον Άφοβο για να αποσπάσει τα υπάρχοντά μου και υποβάλλεται σε αυτή τη δικαστική δοκιμασία, και μάλιστα με τόσο αδιάσειστες αποδείξεις και πρόδηλα τεκμήρια ώστε θα καταλάβετε όλοι ξεκάθαρα ότι ο Ονήτορας είναι δίκαιο και σωστό να υφίσταται αυτή τη δίωξη από μένα. Από όπου θα είναι ευκολότερο να ενημερωθείτε σχετικά με την υπόθεση, από εκεί κάνοντας την αρχή θα επιχειρήσω και εγώ να σας πληροφορήσω.

Κύριοι δικαστές, δεν είχε, βέβαια, διαφύγει την προσοχή πολλών άλλων Αθηναίων και αυτού εδώ ότι εγώ δεν είχα χρηστούς κηδεμόνες, αλλά ήταν ολοφάνερο αμέσως ότι με έβλαπταν· τόσες ήταν οι συζητήσεις και τα επιχειρήματα τόσο ενώπιον του άρχοντα όσο και ενώπιον άλλων για τις δικές μου υποθέσεις. Γιατί και το μέγεθος της περιουσίας που μου κληροδοτήθηκε ήταν προφανές, και δεν ήταν κρυφό ότι οι διαχειριστές δεν την αξιοποιούσαν αποδοτικά, για να εκμεταλλεύονται οι ίδιοι τα χρήματα. Οπότε με βάση όσα συνέβαιναν δεν υπήρχε ούτε ένας από όσους γνώριζαν ο οποίος δεν πίστευε ότι θα τους έκανα μήνυση, αμέσως μόλις ενηλικιωνόμουν. Σε αυτούς συγκαταλέγονταν και ο Τιμοκράτης και ο Ονήτορας οι οποίοι δεν έπαψαν ποτέ να έχουν αυτή την άποψη. Ιδού και η μεγαλύτερη απόδειξη· γιατί αυτός θέλησε να δώσει την αδελφή του στον Άφοβο, βλέποντας ότι ο τελευταίος ανέλαβε τόσο την πατρική του περιουσία όσο και την δική μου που δεν ήταν διόλου ευκαταφρόνητη, δεν είχε όμως τόση εμπιστοσύνη ώστε να του αφήσει την προίκα, θεωρώντας ότι τα χρήματα όσων ασκούν κηδεμονία είναι κάτι σαν υποθήκη για τους κηδεμονευομένους. Του έδωσε, λοιπόν, την αδελφή του, ενώ ο Τιμοκράτης, ο προηγούμενος σύζυγός της, συμφώνησε να κρατήσει την προίκα ως δάνειο με τον όρο να του αποδίδει τόκο πέντε οβολούς. Όταν κέρδισα τη δίκη εναντίον του Άφοβου για την κηδεμονία και ο Άφοβος δεν θέλησε να κάνει τίποτε από όσα αποφάσισε το δικαστήριο, ο Ονήτορας δεν προσπάθησε να μας φέρει σε συμβιβασμό, καθώς, ενώ δεν είχε δώσει την προίκα, αλλά αυτή βρισκόταν στη διάθεσή του, προσποιήθηκε ότι η αδελφή του είχε χωρίσει και παρότι είχε δώσει προίκα δεν μπορούσε να την πάρει πίσω, είχε, όμως, το θράσος ισχυριζόμενος ότι είχε βάλει τη γη υποθήκη να με πετάξει έξω από αυτήν· τόση ήταν η περιφρόνηση που έδειξε απέναντι και σε μένα και σε σας και στην ισχύουσα νομοθεσία. Τα γεγονότα για τα οποία διώκεται και για τα οποία θα αποφασίσετε με την ψήφο σας, έτσι έχουν, κύριοι δικαστές· θα προσαγάγω μάρτυρες κατά πρώτον τον ίδιο τον Τιμοκράτη, ότι συμφώνησε να κρατήσει την προίκα ως δάνειο και απέδιδε τον τόκο από αυτήν στον Άφοβο όπως όριζε η συμφωνία, και στη συνέχεια ότι ο ίδιος ο Άφοβος συμφωνεί πως έπαιρνε τον τόκο από τον Τιμοκράτη. Σου δίνω τις καταθέσεις.

Καταθέσεις

Μτφρ. Σ. Τσέλικας. 2006. Στο Ανθολόγιο Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Επειδή προτιμούσα, δικαστές, να μην είχε υπάρξει ούτε η παλιότερη διαμάχη μου με τον Άφοβο, ούτε η τωρινή μου με τον Ονήτορα, που είναι κουνιάδος του, έκανα πολλές και δίκαιες συμβιβαστικές προτάσεις και προς τους δύο, ωστόσο δεν μπόρεσα να πετύχω τίποτε λογικό από την πλευρά τους, αλλά αντίθετα βρήκα τον δεύτερο πολύ πιο αδιάλλακτο σε σχέση με τον πρώτο και περισσότερο άξιο να τιμωρηθεί. Στην περίπτωση του Άφοβου, πίστευα ότι η διαφορά του μαζί μου έπρεπε να διευθετηθεί με τη μεσολάβηση των φίλων μας και να μην φτάσει σε δίκη ενώπιόν σας, ωστόσο δεν μπόρεσα να τον πείσω· από τον Ονήτορα ζήτησα να γίνει ο ίδιος δικαστής του εαυτού του, για να μην εκτεθεί στον κίνδυνο της δίκης ενώπιόν σας, με αντιμετώπισε όμως με τόση περιφρόνηση, ώστε όχι μόνο απαξίωσε να συζητήσει μαζί μου, αλλά με πέταξε βίαια έξω από τη γη την οποία κατείχε ο Άφοβος όταν έχασε τη δίκη του μαζί μου. Αφού, λοιπόν, επιχειρεί σε συνεργασία με τον κουνιάδο του να μου στερήσει την περιουσία μου και έχει προσφύγει στο δικαστήριό σας έχοντας εμπιστοσύνη στα τεχνάσματα που μηχανεύτηκε, δεν μου απομένει παρά στο δικαστήριο να προσπαθήσω να δικαιωθώ στη διαμάχη μου μαζί του. Γνωρίζω καλά βέβαια, δικαστές, ότι έχω να αγωνιστώ ενάντια σε πανούργα επιχειρήματα και σε μάρτυρες οι οποία θα δώσουν ψευδή μαρτυρία· πιστεύω όμως πως, χάρη στα δικαιότερα επιχειρήματά μου, θα βρεθώ σε τόσο πλεονεκτικότερη θέση σε σχέση με αυτόν, ώστε, ακόμη κι αν κάποιος από σας προηγουμένως τον θεωρούσε έντιμο, θα καταλάβει, από όσα τουλάχιστον έκανε σε βάρος μου, ότι και στο παρελθόν, χωρίς να το αντιλαμβάνεστε, ήταν ο χειρότερος κι ο πιο άδικος από όλους τους πολίτες. Θα αποδείξω, δηλαδή, ότι αυτός όχι μόνο δεν κατέβαλε ποτέ στον Άφοβο την προίκα, για την οποία τώρα έχει υποθηκευτεί το κτήμα, αλλά ότι εξαρχής επιβουλευόταν την περιουσία μου, και επιπλέον ότι η αδελφή του, για χάρη της οποίας με πέταξε έξω από το κτήμα, δεν έχει εγκαταλείψει τον άντρα της, και ότι ο ίδιος υποκινεί τον Άφοβο και υπομένει αυτόν τον δικαστικό αγώνα, με σκοπό να μου στερήσει την περιουσία μου. Θα τα αποδείξω αυτά με τόσο ισχυρά επιχειρήματα και τόσο πειστικές αποδείξεις, ώστε όλοι σας αναμφίβολα θα καταλάβετε ότι δίκαια και σωστά έχω ασκήσει αυτή τη δίωξη σε βάρος του. Θα προσπαθήσω να σας παρουσιάσω την υπόθεση ξεκινώντας από τα στοιχεία που θα σας επιτρέψουν να την κατανοήσετε με τη μεγαλύτερη ευκολία.

Ο Ονήτορας, δικαστές, όπως και πολλοί άλλοι Αθηναίοι, δεν αγνοούσε ότι οι κηδεμόνες μου ήταν ανέντιμοι· αντιθέτως, από πολύ νωρίς, ήταν σαφές ότι με αδικούσαν: τόσο πολλές ήταν οι συζητήσεις με θέμα τις υποθέσεις μου και ενώπιον του άρχοντα και ενώπιον άλλων. Γιατί και το μέγεθος της περιουσίας που κληρονόμησα ήταν γνωστό, και ήταν ολοφάνερο ότι οι διαχειριστές απέφευγαν την εκμίσθωσή της, για να καρπώνονται οι ίδιοι τα έσοδα. Κατά συνέπεια, με βάση όσα συνέβαιναν, δεν υπήρχε ούτε ένας από αυτούς που γνώριζαν την κατάσταση που να μην πιστεύει ότι θα κάνω μήνυση στους κηδεμόνες μου, μόλις ενηλικιωθώ. Σε αυτούς που είχαν πάντοτε αυτή τη γνώμη ανήκαν και ο Τιμοκράτης και ο Ονήτορας. Η ισχυρότερη απόδειξη γι' αυτό είναι η εξής: ο Ονήτορας, δηλαδή, θέλησε να δώσει την αδελφή του γυναίκα στον Άφοβο, επειδή είδε ότι αυτός είχε γίνει κύριος της πατρικής του περιουσίας και της δικής μου, η οποία δεν ήταν καθόλου ασήμαντη, δεν του είχε όμως αρκετή εμπιστοσύνη, ώστε να του αφήσει και την προίκα, σαν να πίστευε ότι η περιουσία των κηδεμόνων βρίσκεται σε υποθήκη για τους κηδεμονευόμενους. Του έδωσε, λοιπόν, την αδελφή του, για την προίκα όμως ο Τιμοκράτης, που ήταν ο προηγούμενος άντρας της, συμφώνησε με τον Άφοβο να του την οφείλει με τόκο πέντε οβολούς. Όταν ο Άφοβος έχασε τη δίκη που είχε μαζί μου για την κηδεμονία μου και αρνιόταν να εφαρμόσει την απόφαση του δικαστηρίου, ο Ονήτορας ούτε καν προσπάθησε να μας συμβιβάσει· επιπλέον, παρόλο που δεν είχε καταβάλει την προίκα, αλλά παρέμενε ο ίδιος κάτοχός της, με τον ισχυρισμό ότι η αδερφή του είχε χωρίσει από τον άντρα της κι ο ίδιος δεν μπορούσε να πάρει πίσω την προίκα που είχε καταβάλει, δήλωσε ότι προχώρησε σε υποθήκευση της γης και τόλμησε να με πετάξει έξω από αυτή. Τόση ήταν η περιφρόνησή του απέναντι και σε μένα και σε σας και στους ισχύοντες νόμους. Αυτά είναι, δικαστές, τα γεγονότα για τα οποία αυτός είναι κατηγορούμενος στην παρούσα δίκη και για τα οποία θα αποφασίσετε με την ψήφο σας. Θα παρουσιάσω γι' αυτά μάρτυρες, καταρχάς τον ίδιο τον Τιμοκράτη, που θα βεβαιώσει ότι συμφώνησε να οφείλει την προίκα και ότι έδινε στον Άφοβο τον τόκο της προίκας, όπως είχε συμφωνηθεί, κι επίσης ότι ο ίδιος ο Άφοβος παραδεχόταν πως έπαιρνε τον τόκο από τον Τιμοκράτη. Πάρε, σε παρακαλώ, τις μαρτυρίες.