Μτφρ. Γ. Κορδάτος. [1939] χ.χ. Δημοσθένης. Ι, Περί του Στεφάνου. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

[215] Ύστερα απ' αυτά (από τας συμβουλάς και προτροπάς των απεσταλμένων του Φιλίππου) επροσκάλεσαν τους αντιπροσώπους σας οι Θηβαίοι και έστειλαν και τους έφεραν εις την συνέλευσιν. Σεις δε, διά να παραλείψω τα εν τω μεταξύ, (επιστρατευθέντες) εξήλθατε εκ της πόλεως και ετρέξατε εις βοήθειαν των Θηβαίων. Ούτοι δε με τόσην φιλοφροσύνην σας υπεδέχθησαν, ώστε ενώ το πεζικόν και το ιππικόν μας είχον στρατοπεδεύσει έξω (του φρουρίου) της πόλεως (ήνοιξαν αμέσως τας πύλας) και εφιλοξένησαν εις τα σπίτια των και εις την πόλιν τον στρατόν μας, ανάμεσα εις τα παιδιά των, τας γυναίκας των και εις ό,τι είχον πλέον πολύτιμον. Κι έτσι οι Θηβαίοι εκείνην την ημέραν έκαναν φανερόν εις όλον τον κόσμον ότι σας εξετίμησαν διά τρία πράγματα, που είναι και τα πλέον ωραιότερα: διά την ανδρείαν σας, διά την δικαιοσύνην σας και διά την εγκράτειάν σας. Διότι με το να προτιμήσουν να αγωνισθούν μαζί σας μάλλον παρά εναντίον σας, σημαίνει πως σας εθεώρησαν και ανδρειοτέρους (των Μακεδόνων) και ότι ζητείτε πράγματα δικαιότερα. Επίσης με το να σας εμπιστευθούν όσα και αυτοί και όλοι οι άνθρωποι φυλάττουν με μεγάλην προσοχήν (τας γυναίκας δηλαδή και τα παιδιά των) απέδειξαν ότι έχουν πεποίθησιν εις την εγκράτειάν σας. [216] Εις όλα δε αυτά, όσον εξηρτάτο τουλάχιστον από σας, εφάνησαν ότι εσκέφθησαν ορθώς· διότι αν και ο στρατός μας εισήλθεν εις την πόλιν (Θήβας), εν τούτοις, έστω και αδίκως, απολύτως κανείς δεν σας κατηγόρησε διά κανέν παράπτωμα. Τόσην (μεγάλην) εγκράτειαν εδείξατε. Δύο δε φοράς παραταχθέντες εις το αυτό μέρος μαζί με τους Θηβαίους, και κατά τας δύο πρώτας μάχας, και κατά την γενομένην δηλαδή πλησίον του (Κηφισού) ποταμού και κατά την άλλην την γενομένην εις την Ευχειμερινήν, όχι μόνον εδείξατε τους εαυτούς σας αμέμπτους (από πάσης απόψεως), αλλά και εφανήκατε αξιοθαύμαστοι διά την ευταξίαν, διά την πολεμικήν προετοιμασίαν σας και διά τον ζήλον σας, πράγματα διά τα οποία από μεν τους άλλους σας απεδίδοντο έπαινοι, από σας δε εγένοντο θυσίαι και δημόσιαι τελεταί εις τους θεούς. [217] Εγώ δε ευχαρίστως ήθελον ερωτήσει τον Αισχίνην: όταν εγένοντο όλα αυτά και η πόλις μας ήτο γεμάτη από χαράν, ενθουσιασμόν και επαίνους, αυτός εθυσίαζε και εξεδήλωνε την ευχαρίστησίν του μαζί με τους πολλούς ή εκάθητο στο σπίτι του καταστενοχωρημένος, λυπούμενος και αναστενάζων διά τα ευτυχή ταύτα υπέρ της πόλεως γεγονότα; Διότι εάν μεν ήτο εδώ και μαζί με τους άλλους προσέφερε θυσίας και ευφραίνετο διά τα γενόμενα, τότε δεν κάμνει πράγματα φοβερά ή μάλλον ανόσια, όταν εκείνα διά τα οποία αυτός ενόμιζε ότι ήσαν τα άριστα και δι' αυτό έκαμε και τους θεούς μάρτυράς του (θυσιάζων εις αυτούς και ευφραινόμενος με τους πολλούς), τώρα ζητεί από σας που έχετε ορκισθή εις τους θεούς να εκδίδετε δικαίας αποφάσεις, να τα χαρακτηρίσετε διά της ψήφου σας ως μη άριστα; Εάν πάλιν δεν ήτο παρών (κατά τας θυσίας και τας τελετάς) δεν είναι δίκαιον χίλιες φορές να χαθή αυτός ο κύριος, διότι βλέπων εκείνα διά τα οποία εχαίροντο οι άλλοι, αυτός ελυπείτο δι' αυτά; Διάβασε, γραμματεύ, προς χάριν μου, και τα σχετικά ψηφίσματα.

ΑΝΑΓΝΩΣΙΣ ΨΗΦΙΣΜΑΤΩΝ ΔΙΑ ΤΑΣ ΘΥΣΙΑΣ

[218] Λοιπόν ημείς κατά την εποχήν εκείνην εκάμνομεν θυσίας (επινικίους), οι δε Θηβαίοι επίστευον ότι εσώθησαν λόγω της προς αυτούς συνδρομής μας. Και συνέβη (τότε) κάτι που δεν το περιμέναμεν. Ημείς οι νομιζόμενοι πως είχομεν ανάγκην βοηθείας (εάν οι Θηβαίοι προσεχώρουν εις τον Φίλιππον) εξ αιτίας των ενεργειών των περί τον Αισχίνην, ημείς οι ίδιοι εβοηθήσαμεν τους Θηβαίους, και τούτο διότι επείσθητε εις εμέ. Πόσας δε φωνάς έβγαλε τότε ο Φίλιππος και πόσον εταράχθη από τα γεγονότα αυτά, θα το πληροφορηθήτε από τας επιστολάς του ιδίου που έστειλεν εις Πελοπόννησον. Πάρε τας λοιπόν, γραμματεύ, και προς χάριν μου διάβασέ τας, διά να ιδήτε τι κατώρθωσαν αι συνεχείς μου περιπλανήσεις (λόγω των διπλωματικών μου αποστολών) και αι ταλαιπωρίαι μου και τα πολλά ψηφίσματά μου, τα οποία ο κύριος ούτος προ ολίγου ειρωνεύθη.

[219] Αν και υπήρξαν, ω άνδρες Αθηναίοι, προ εμού, ανάμεσα σε σας πολλοί ρήτορες ένδοξοι και μεγάλοι όπως ο ξακουστός εκείνος Καλλίστρατος, ο Αριστοφών, ο Κέφαλος, ο Θρασύβουλος και ένα σωρό άλλοι, όμως κανείς εξ αυτών ως σήμερα δεν αφιέρωσε τον εαυτόν του εξ ολοκλήρου προς εξυπηρέτησιν ενός οιουδήποτε ζητήματος της πόλεως. Αλλ' ο μεν ένας εισηγούμενος κάποιο ψήφισμα δεν μετέβαινε εις το εξωτερικόν ως απεσταλμένος της πόλεως (διά την εκτέλεσιν του ψηφίσματός του), ο δε άλλος μεταβαίνων (εις το εξωτερικόν) ως πρέσβυς (μετέβαινε να εκτελέση ψήφισμα που δεν το είχε ο ίδιος προτείνει). Διότι ο καθένας απ' αυτούς αφ' ενός μεν εξησφάλιζε διά τον εαυτόν του απαλλαγήν από κάθε κόπον, αφ' ετέρου δε κρατούσε πισινήν, ώστε εάν συμβή κανέν δυσάρεστον να μπορή να το φορτώση εις άλλον. [220] Τι λοιπόν, θα μπορούσε κανείς να μ' ερωτήση: συ (κύριε Δημοσθένη) τόσον πολύ ξεπέρασες τους άλλους εις ικανότητα και τόλμην, ώστε όλα μόνος σου να μπορής να τα κάμης; Όχι, δεν λέγω τέτοια πράγματα. Αλλά τόσον πολύ είχα πεισθή πως ήτο μεγάλος ο καταλαβών την πόλιν κίνδυνος, ώστε δεν μου εφαίνετο λογικόν να προνοή κανείς διά τον εαυτόν του και να κοιτάξη να εξασφαλισθή από κάθε κίνδυνον, αλλ' (τουναντίον) ότι αξιέραστον είναι το να πράττη κανείς εκείνα τα οποία πρέπει χωρίς να παραλείψη τίποτα. [221] Είχον δε πεποίθησιν εις τον εαυτόν μου ―ίσως από εσφαλμένην κρίσιν― πάντως είχον πεισθή πως κανείς ούτε εάν έγραφε καλύτερα από εμέ, ούτε εάν ενήργει τι (υπέρ της πόλεως) θα ενήργει τούτο καλύτερα από εμέ, ούτε εάν εστέλλετο ως πρέσβυς θα εξετέλει την αποστολήν του προθυμότερα και κανονικώτερα από εμέ. Διά τον λόγον τούτον εις όλα και δι' όλα διέθετον τον εαυτόν μου. Διάβασε, γραμματεύ, τας επιστολάς του Φιλίππου.

Μτφρ. Γ.Α. Πλατής. 1974. Δημοσθένους Υπέρ Κτησιφώντος, Περί του Στεφάνου. Πρόλογος, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα.

[215] Επί πλέον, μετά ταύτα σας εκάλουν, και έστειλαν και σας έφερον. Σεις εξεστρατεύσατε, εβοηθήτε. Παραλείπων δε τα εν τω μεταξύ, τόσον οικείως σας υπεδέχοντο, ώστε, εν ω οι οπλίται (αυτών) και οι ιππείς, ήσαν έξω της πόλεως, εδέχθησαν τον στρατόν εις τας οικίας των και εις την πόλιν, εν μέσω των τέκνων, των γυναικών των και των πλέον πολυτίμων πραγμάτων. Τω όντι, την ημέραν εκείνην οι Θηβαίοι έκαμαν γνωστόν εις όλους, ότι σας απένειμαν τρία βραβεία, τα καλλίτερα, έν της ανδρείας, το έτερον της δικαιοσύνης και το τρίτον της σωφροσύνης.

Διότι, προτιμήσαντες οι Θηβαίοι να πολεμήσουν μάλλον παρά το πλευρόν σας, παρά εναντίον σας, έκριναν, ότι σεις είσθε και γενναιότεροι του Φιλίππου, και επιζητείτε δικαιότερα πράγματα, εμπιστευθέντες δε εις σας, όσα και αυτοί, αλλά και πάντες οι άνθρωποι φυλάττουν μετά μεγάλης προσοχής, τα τέκνα, τας γυναίκας, απέδειξαν, ότι έχουν εμπιστοσύνην εις την σωφροσύνην σας. [216] Εις όλα αυτά, πολίται Αθηναίοι, εφάνησαν βεβαίως ορθώς σκεπτόμενοι, τουλάχιστον όσον αφορά σας. Διότι, ούτε, όταν ο στρατός εισήλθεν εις την πόλιν, σας κατηγόρησε κανείς διά κάτι, έστω και αδίκως, τόσον σώφρονες ανεδείχθητε· και δις παραταχθέντες παρά το πλευρόν των, κατά τας πρώτας μάχας, την επί του ποταμού και την χειμερινήν, όχι μόνον ανεδείχθητε άμεμπτοι, αλλά και αξιοθαύμαστοι διά την τάξιν, διά την προπαρασκευήν, και διά την ορμήν. Διά ταύτα, παρά μεν των άλλων ελαμβάνετε επαίνους, από σας δε εγένοντο θυσίαι και τελεταί προς τους θεούς.

[217] Και εγώ, τουλάχιστον, ευχαρίστως θα ηρώτων τον Αισχίνην, όταν εγένοντο όλα αυτά, και η πόλις ήτο γεμάτη από ενθουσιασμόν, χαράν και επαίνους, ποίον εκ των δύο, συνεθυσίαζε και συνευφραίνετο μετά των πολλών, ή παρέμεινεν εις την οικίαν του λυπούμενος, αναστενάζων, και οργιζόμενος διά την κοινήν ευτυχίαν; Διότι εάν μεν ήτο παρών, και ενεφανίζετο μεταξύ των άλλων, τότε διατί δεν διαπράττει φοβερά, μάλλον δε ανόσια, όταν εκείνα, διά τα οποία αυτός έκαμε μάρτυρας τους θεούς, ότι είναι άριστα, αυτά τώρα κρίνει δίκαιον, να τα κρίνετε ως μη άριστα, σεις, οι οποίοι ωρκίσθητε εις τους θεούς; Εάν δε, δεν ήτο παρών, πώς δεν είναι δίκαιον να θανατωθή πολλάκις, εάν ελυπείτο βλέπων εκείνα, διά τα οποία οι άλλοι έχαιρον.

Ανάγνωσέ μου και αυτά τα ψηφίσματα.

Ψηφίσματα θυσιών

[218] Ημείς μεν λοιπόν ετελούμεν τότε θυσίας, οι δε Θηβαίοι επίστευον ότι είχον σωθή από ημάς. Και συνέβη, σεις, οίτινες ενομίζατε, λόγω των πράξεων τούτων, ότι θα χρειασθήτε βοήθειαν, σεις οι ίδιοι να βοηθήτε άλλους, διότι επείσθητε εις εμέ. Και βεβαίως, τι φωνές έβαλε τότε ο Φίλιππος, και εις ποίαν ταραχήν ευρίσκετο εξ αιτίας τούτων, θα μάθετε εκ των επιστολών εκείνων, τας οποίας έστειλεν εις την Πελοπόννησον.

Λάβε και ανάγνωσέ μου ταύτας, ίνα πληροφορηθήτε, τι κατώρθωσεν η επιμονή μου, και αι περιπλανήσεις, και αι ταλαιπωρίαι, και τα πολλά ψηφίσματα, τα οποία ούτος διέσυρεν.

[219] Και βεβαίως, μεταξύ σας, πολίται Αθηναίοι, υπήρξαν πολλοί ένδοξοι και σπουδαίοι ρήτορες, εκείνος ο Καλλίστρατος, ο Αριστοφών, ο Κέφαλος, ο Θρασύβουλος, πλείστοι άλλοι· αλλά όμως, κανείς εξ αυτών έως τώρα, δεν αφιέρωσε εξ ολοκλήρου τον εαυτόν του, εις την υπηρεσίαν της πόλεως, αλλ' εκείνος μεν, ο οποίος επρότεινε μίαν πρεσβείαν, αυτός δεν ελάμβανε μέρος εις αυτήν, εκείνος δε, όστις εστέλλετο ως πρέσβυς, αυτός δεν την είχε προτείνη. Ούτω έκαστος εξ αυτών, εξησφάλιζε συγχρόνως διά τον εαυτόν του, το μεν κάποιαν άνεσιν, το δέ, αν συνέβαινε κάτι, κάποιαν δικαιολογίαν. [220] Τι δηλαδή, θα ημπορούσε να είπη κανείς, συ τόσον υπερέχεις κατά την ρώμην, κατά την τόλμην, ώστε μόνος σου, κάνεις τα πάντα; Δεν λέγω αυτό, αλλά τόσον είχον πεισθή, ότι ήτο μεγάλος ο απειλήσας την πόλιν κίνδυνος, ώστε δεν μου εφαίνετο ορθόν, να δίδη τις καμμίαν σημασίαν, ουδέ να προνοή, διά την ιδίαν αυτού ασφάλειαν, αλλά να είναι ευχαριστημένος, εάν θα έπραττε τα δέοντα, χωρίς να παραλείπη τίποτε. [221] Είχον δε πεισθή διά τον εαυτόν μου, πλανόμενος ίσως, είχον όμως πεισθή, ότι ουδείς προτείνων γραπτώς ψήφισμα θα επρότεινε ωφελιμώτερον από εμέ, ούτε ο ενεργών τι, θα ενήργει, ούτε ο αποστελλόμενος ως πρέσβυς θα επρέσβευεν, με μεγαλειτέραν προθυμίαν και ικανότητα από εμέ.

Διά τους λόγους αυτούς έτασσον τον εαυτόν μου εις όλας τας θέσεις. Ανάγνωσε τας επιστολάς του Φιλίππου.