1. Εισαγωγή - Ορισμός

Το λεξιλόγιο όλων των ζωντανών γλωσσών ανανεώνεται διαρκώς. Εάν συγκρίνουμε το λεξιλόγιο που γνωρίζει ένας ομιλητής ηλικίας 75 χρονών με αυτό που γνωρίζει ένας ομιλητής ηλικίας 15 χρονών στην ίδια φάση μιας γλώσσας, θα διαπιστώσουμε ότι και οι δυο τους γνωρίζουν ένα μεγάλο αριθμό κοινών λέξεων και, παράλληλα, ο 75χρονος γνωρίζει έναν αριθμό λέξεων που φαίνονται «απαρχαιωμένες» για τους νεότερους, ενώ ο 15χρονος γνωρίζει έναν αριθμό λέξεων που φαίνονται «νέες» για τους μεγαλύτερους. Π.χ. ο 75χρονος είναι πιθανόν να γνωρίζει και να χρησιμοποιεί τη λέξη κοντοζυγώνω με τη σημασία ‘πλησιάζω, έρχομαι πιο κοντά’, ενώ ο 15χρονος είναι πιθανότερο να γνωρίζει και να χρησιμοποιεί τη λέξη στικάκι με τη σημασία ‘μικρή συσκευή αποθήκευσης δεδομένων από υπολογιστή’.
Επομένως, στο λεξιλόγιο μιας γλώσσας διαρκώς δημιουργούνται νέες λέξεις, ενώ άλλες χρησιμοποιούνται διαρκώς και λιγότερο, και τελικά αντικαθίστανται από άλλες. Οι ομιλητές μιας γλώσσας έχουν την ικανότητα να επινοούν νέες λέξεις για να δηλώσουν νέες σημασίες.

Μια νέα λέξη όταν δεν έχει ακόμη ενταχθεί στο λεξιλόγιο και θεωρείται από τους περισσότερους ομιλητές ως καινούργια ονομάζεται νεολογισμός.

 
Στη συνέχεια η νέα λέξη είτε εντάσσεται στο γενικό λεξιλόγιο είτε δεν χρησιμοποιείται από πολλούς ομιλητές και τελικά περιθωριοποιείται.
 
Στα λεξικά, συνήθως περιέχονται όσες λέξεις έχουν ενταχθεί στο λεξιλόγιο, ενώ εάν περιλαμβάνονται νεολογισμοί δηλώνονται με το χαρακτηρισμό (νεολ.).
Π.χ. η λέξη εφημερίδα στην ελληνιστική ελληνική σήμαινε ‘στρατιωτικό ημερολόγιο, λογιστικό βιβλίο’. Τον 18ο αιώνα οι μορφωμένοι ομιλητές την ξαναφέρνουν σε χρήση δίνοντάς της τη νέα σημασία του ‘ενημερωτικού φύλλου που εκδίδεται καθημερινά’, που είναι δάνειο από την αντίστοιχη γαλλική λέξη journal. Έως τότε στην ελληνική χρησιμοποιείτο η λέξη γκαζέτα για να δηλώσει την ‘εφημερίδα’. Οι περισσότεροι ομιλητές θεωρούσαν τη λέξη εφημερίδα νεολογισμό, όταν πρωτοεμφανίστηκε. Στη συνέχεια εντάχθηκε στο νεοελληνικό λεξιλόγιο και σήμερα οι ομιλητές της νέας ελληνικής καθόλου δεν τη θεωρούν νεολογισμό.
 
Ένας άλλος νεολογισμός, όμως, η λέξη θερμαγωγός που φτιάχτηκε για να δηλωθεί ‘το καλοριφέρ’ δεν επικράτησε, δεν πέρασε στο νεοελληνικό λεξιλόγιο και δεν είναι γνωστός στους σύγχρονους ομιλητές της ελληνικής. Επικράτησε ο όρος καλοριφέρ, που είναι δάνειο από τα γαλλικά.