3. Κοινωνική δείξη

Σε κάποιες γλώσσες, όπως τα ιαπωνικά, οι προσωπικές δεικτικές κατηγορίες του ομιλητή/τριας, ακροατή/τριας και τρίτων προσώπων εμπλουτίζονται επίσης με δείκτες που «δείχνουν» την κοινωνική θέση των ατόμων (π.χ., ακροατής/τρια με υψηλότερη κοινωνική θέση σε αντίθεση με ακροατή/τρια με χαμηλότερη κοινωνική θέση). Οι εκφράσεις που δηλώνουν υψηλότερη κοινωνική θέση περιγράφονται ως τιμητικοί τύποι ή τίτλοι.

Η εξέταση και αξιολόγηση των περιστάσεων που οδηγεί στην επιλογή ενός τέτοιου τύπου αντί κάποιου άλλου ονομάζεται κοινωνική

δείξη.
 
 
Ένα πολύ πιο διαδεδομένο παράδειγμα κοινωνικής δείξης είναι

η διάκριση που γίνεται σε πολλές γλώσσες μεταξύ τύπων που δηλώνουν οικειότητα ή/και αλληλεγγύη σε αντίθεση με τύπους που δηλώνουν έλλειψη οικειότητας, τυπικότητα ή/και απόσταση.

 Αυτή η διάκριση γίνεται στα ελληνικά με τη χρήση του ενικού οικειότητας (εσύ) και του λεγόμενου πληθυντικού ευγενείας ή τυπικότητας (εσείς) και συναντάται επίσης γλώσσες όπως τα γερμανικά (du/Sie), τα ισπανικά (tu/Usted), τα ιταλικά (tu/Lei), τα κροατικά και τα σερβικά (ti/Vi) κλπ.
Μολονότι παράγοντες όπως η κοινωνική θέση και η ηλικία ρυθμίζουν σε μεγάλο βαθμό τη χρήση αυτών των τύπων, οι ακριβείς κανόνες χρήσης των εσύ/εσείς διαφέρουν από γλώσσα σε γλώσσα. Π.χ. στα ελληνικά η ηλικία μοιάζει ακόμη να είναι πολύ σημαντικό κριτήριο αλλά το εσύ είναι αποκλειστική επιλογή όταν χρησιμοποιούμε το μικρό όνομα του/της συνομιλητή/τριάς μας, πράγμα που δεν ισχύει στα γαλλικά.
 
Το τρίτο πρόσωπο δεν συμμετέχει άμεσα στην βασική διεπίδραση (εγώ-εσύ) και γι’ αυτό τον λόγο είναι αναγκαστικά πιο μακρινός τύπος. Κατά συνέπεια

οι αντωνυμίες τρίτου προσώπου είναι τύποι απόστασης στην προσωπική

δείξη
 . Η χρήση τρίτου προσώπου σε περιπτώσεις όπου είναι δυνατή η χρήση δευτέρου προσώπου είναι ένας τρόπος για να αποδώσουμε την απόσταση εννοούμενη ως έλλειψη οικειότητας. Αυτό μπορεί να γίνει είτε ειλικρινά για μεγαλύτερη ευγένεια (εννοούμενη ως τυπικότητα), όπως στα
Τι θα πάρει ο κύριος/η κυρία;
Τι θα πάρουν οι κύριοι/ες;
 είτε και ειρωνικά, για χιουμοριστικούς λόγους, όπως στο
Τι επιθυμεί η μεγαλειοτάτη/ο μεγαλειότατος;