Προσάρτηση Θεσσαλίας και Άρτας

Λογοτεχνία

▲▲

Ιμαρέτ

(απόσπασμα)


Του Λιόντου


Στις 13 Ιουνίου 1880 οι Μεγάλες Δυνάμεις, με πρωτοβουλία του νέου πρωθυπουργού της Αγγλίας Γλάδστωνα, συνήλθαν σε διάσκεψη στο Βερολίνο και καθόρισαν τα σύνορα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Ελλάδας σύμφωνα με το 13ο Πρωτόκολλο του 1878. Δηλαδή με την παραχώρηση του μεγαλύτερου μέρους της Ηπείρου και της Θεσσαλίας. Η απόφαση, όπως δήλωσαν αρχικά, θα ήταν δεσμευτική για τις δύο χώρες. Οι ελπίδες αναγεννήθηκαν μεταξύ των Ελλήνων της πόλης μας και η αναστάτωση επισκεπτόταν εκ νέου τους Τούρκους.

Οι εξήντα χιλιάδες κάτοικοι της Αθήνας δέχτηκαν με ενθουσιασμό την απόφαση και πανηγύριζαν με λαμπαδηφορίες. Όμως οι πανηγυρισμοί αποδείχθηκαν πρόωροι. Η Υψηλή Πύλη ζήτησε νέα διαπραγμάτευση και το ελληνικό ζήτημα οδηγήθηκε ξανά σε διαβουλεύσεις.

Ο Χαρίλαος Τρικούπης, για να εκβιάσει την εφαρμογή της απόφασης των Μεγάλων Δυνάμεων, προώθησε διάταγμα επιστράτευσης στο βασιλιά Γεώργιο, ο οποίος το υπέγραψε στις 8 Ιουλίου και το δημοσίευσε στις 5 Αυγούστου, ενώ τους εφέδρους δεν τους κάλεσε παρά τον Ιανουάριο του επόμενου έτους. Ο σουλτάνος απάντησε με τη συγκέντρωση στρατευμάτων στη μεθόριο Θεσσαλίας και Ηπείρου, με αποτέλεσμα οι πιέσεις να ασκηθούν και πάλι προς την Ελλάδα και να βαλτώσει η προσχώρηση.

Επιστρέφοντας από την τραυματική εμπειρία στο Βουργαρέλι, αισθανόμουν ότι στην πόλη κυριαρχεί ατμόσφαιρα αναμονής ενόψει μεγάλων αλλαγών. Διστακτικότητα, επιφυλακτικότητα και υποβόσκουσα ένταση χαρακτήριζαν το κλίμα των συναναστροφών και των συναλλαγών μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Όμως η ζωή, παρά τις μύχιες σκέψεις ή όσες καθένας εκδήλωνε έμμεσα, έβρισκε τον τρόπο να εντάσσει όλους στην καθημερινότητά της. Στα αγροκτήματα, στα εργαστήρια, στα εμπορικά, στα γραφεία, στις εκκλησίες, στους καφενέδες, στις ταβέρνες, στα χαμάμ, στα τζαμιά, στις συναγωγές, στους δρόμους, όλα έμοιαζαν να ακολουθούν τη συνηθισμένη ροή. Εξάλλου, οι ανάγκες της επιβίωσης, οι γέννες, οι βαφτίσεις, οι γάμοι, οι κηδείες, ακόμα και οι γιορτές, οι δεξιώσεις και τα γλέντια, δεν μπορούσαν ν’ αποκοπούν από την αλυσίδα του χρόνου, με αποτέλεσμα σε κάποιον ευκαιριακό επισκέπτη να δημιουργείται η εντύπωση της πλήρους κανονικότητας της ζωής της πόλης και πολύ λίγα να αντιλαμβάνεται απ’ όσα βάραιναν βαθύτερα τους κατοίκους της.

[…]

Του Νετζίπ


Μαζί με τα χελιδόνια, τα οποία η γιαγιά μου η Σελμά πίστευε ότι έρχονται από την Αφρική στις πλάτες των γερανών, ήρθαν και τα άσχημα μαντάτα. Στις 26 Μαρτίου 1881 –κι ενώ εμείς βρισκόμαστε στο μήνα Ρεμπιέλ Άχιρ του 1298– οι Μεγάλες Δυνάμεις με κοινή διακοίνωσή τους ζήτησαν από την Ελλάδα να αποδεχτεί την πρόταση της Υψηλής Πύλης για την παραχώρηση της Θεσσαλίας ως τέσσερα χιλιόμετρα νότια του Πλαταμώνα και του τμήματος της Ηπείρου ανατολικά του Αράχθου, δηλαδή τη μεγαλύτερη περιοχή της Άρτας.

Για ένα διάστημα η τύχη μας έμεινε στα χέρια του έλληνα πρωθυπουργού Κουμουνδούρου, ελπίζοντας να μην συμφωνήσει και ν’ αρχίσουν νέες μακροχρόνιες συνομιλίες. Όμως στις 12 Μαΐου η συμφωνία υπογράφηκε, σβήνοντας κάθε ελπίδα.

Όπως το ’χε προβλέψει ο παππούς Ισμαήλ, οι περισσότεροι μουσουλμάνοι ένιωθαν να τους χτύπησε κεραυνός εν αιθρία. Θλίψη, φόβο, πανικό και αγανάκτηση διάβαζες στα μάτια τους. Συναθροίζονταν στους καφενέδες, σε σπίτια και αρχοντικά, προκειμένου να συναποφασίσουν τι θα πράξουν. Αν θα παραμείνουν υπό ελληνική διοίκηση ή θα φύγουν. Παράλληλα ζητούσαν τη γνώμη των θρησκευτικών ηγετών, της Διοίκησης στα Γιάννενα και του υποπρόξενου της Ρωσίας στην πόλη μας.

Η οθωμανική κυβέρνηση αρχικά σχεδίαζε να κτίσει τη «Νέα Άρτα» στο χωριό Σταρόκα, όπου αγόρασε μεγάλη έκταση, και θα παραχωρούσε οικόπεδα σε όσους δέχονταν να μετοικήσουν. Όμως μετά την άρνηση των αρτινών μουσουλμάνων βρέθηκε νέα τοποθεσία κοντά στη Φιλιππιάδα, που της έδωσαν την ονομασία Χαμιδιέ, προς τιμήν του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ του Β΄.

Κανείς δεν μπορούσε εύκολα να αποφασίσει κι αποπάνω οι διάφορες φήμες προκαλούσαν σύγχυση και αναστάτωση. Τη μια διαδίδονταν ότι ο σουλτάνος ανέτρεψε τη συμφωνία και δεν παραχωρεί ούτε σπιθαμή εδάφους. Την άλλη πως οι Ρωμιοί συγκέντρωναν υπογραφές ζητώντας να παραμείνουν υπό οθωμανική διοίκηση εξαιτίας των κτημάτων του κάμπου, που δεν περιέχονταν στη συμφωνία, και άλλοτε ότι σουλτάνος παραχωρεί την Ελασσόνα αντί της Άρτας.

Κάθε νέα φήμη έκανε τους μουσουλμάνους να πανηγυρίζουν διοργανώνοντας γλέντια, και μόλις ερχόταν η διάψευσή της απογοητεύονταν διπλά. Κι ήταν τόσο πειστικά όσα διαδίδονταν, ώστε παρακίνησαν τον λιβά Οσμάν πασά να έρθει από τα Γιάννενα να διαπιστώσει αν όντως οι Ρωμιοί επιθυμούσαν να παραμείνουν υπό οθωμανική διοίκηση.

Βιβλιογραφικά

Γιάννης Καλπούζος, Ιμαρέτ. Στη σκιά του ρολογιού, Μεταίχμιο, Αθήνα 2008, σ. 452-453 & 469-470.

Μεταδεδομένα

< Καλπούζος > < Θεσσαλία > < Ήπειρος > < Τούρκοι > < Μεγάλες Δυνάμεις > < Μεγάλη ιδέα >

Ιστορία

Γραπτές πηγές

  1. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας
  2. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας

    «Η Ελλάδα, που ζητούσε τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και την Κρήτη και διακήρυττε ότι είχε απαιτήσεις, καλά θεμελιωμένες, στη Μακεδονία, τη Θράκη και αλλού, δεν πέτυχε απ’ το Συνέδριο του Βερολίνου παρά μόνο, κι αυτό χάρη στην υποστήριξη της Γαλλίας, μια ευχή χωρίς αναγκαστική ισχύ για τη διόρθωση των βορείων συνόρων. Η Κρήτη έμενε στην κυριαρχία της Τουρκίας, που υποχρεωνόταν να εφαρμόσει σχολαστικά τον οργανικό νόμο του 1867 και η Κύπρος περνούσε στην κατοχή των Άγγλων (1872). Περιορίζονταν, έτσι, τα εδαφικά πλεονεκτήματα που είχαν παραχωρηθεί στη Σερβία και στο Μαυροβούνιο καθώς και τα σύνορα, προς Β. της οροσειράς του Αίμου, της νέας αυτόνομης βουλγαρικής Ηγεμονίας. οι νότιες επαρχίες ως την Αδριανούπολη και τις Σέρρες, με την ονομασία Ανατολική Ρωμυλία, ξαναγύριζαν στην τουρκική κυριαρχία με την υποχρέωση να διοριστεί χριστιανός κυβερνήτης και να εισαχθούν διοικητικές μεταρρυθμίσεις. Ως προς το ζήτημα των ελληνοτουρκικών συνόρων, χρειάστηκε η άνοδος του Γλάδστωνα στην εξουσία (1880) και επίπονες διαπραγματεύσεις ως το 1881 για να βρεθεί μια λύση. Η συμφωνία της Κωνσταντινούπολης (Μάρτης 1881), που επικυρώθηκε με τη Σύμβαση της 2ης Ιουλίου 1881 ανάμεσα στην Τουρκία και στην Ελλάδα, έδινε στην τελευταία τη Θεσσαλία και το νομό της Άρτας, έναντι ορισμένων οικονομικών υποχρεώσεων προς την Τουρκία και αποζημίωσης των τουρκικών περιουσιών που βρίσκονταν στις ανακτημένες περιοχές.»

  3. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας
  4. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας

    «Ένας μακρύς και αγχώδης διπλωματικός αγώνας που διεξήχθη με τεράστιες οικονομικές θυσίες του μικρού ελληνικού κράτους είχε αχθεί στο τέρμα του. Με την προσάρτηση των νέων επαρχιών, η έκταση του ελληνικού βασιλείου, 63.606 τ.χιλ., αυξανόταν κατά 13.395 τ.χιλ. Στον πληθυσμό των 1.679.470 (στατιστική 1879) προστέθηκαν 300.000 περίπου νέοι κάτοικοι, ώστε, μετά μία δεκαετία, η στατιστική του 1889 να εμφανίσει αύξηση μισού εκατομμυρίου περίπου κατοίκων (2.187.208).

    Η σημασία όμως της προσαρτήσεως της Θεσσαλίας και της επαρχίας Άρτας στο ελληνικό βασίλειο δεν μπορεί να αποτιμηθεί με αριθμούς μόνο. Πιο πολύ και από την προσάρτηση των εύφορων πεδιάδων της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση 300.000 περίπου υπόδουλων Ελλήνων βάραινε το γεγονός ότι, για πρώτη φορά από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, επαρχίες της οθωμανικής αυτοκρατορίας προσαρτούνταν στο ελεύθερο τμήμα του Ελληνισμού.»

  5. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας
  6. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας

    «Η κατάληψη των νέων εδαφών, με εξαίρεση ορισμένα μικροεπεισόδια, διεξήχθη ομαλά. Στις 23 Ιουνίου/ 5 Ιουλίου 1881, πρώτη η Άρτα υποδέχθηκε με ξέφρενο ενθουσιασμό τον ελληνικό στρατό. Διαδοχικά η κατάληψη όλων των επαρχιών ολοκληρώθηκε και στις 21 Οκτωβρίου/ 2 Νοεμβρίου υψωνόταν η ελληνική σημαία στο Βόλο, την τελευταία πόλη που, βάσει της συμφωνίας, είχαν εκκενώσει από την προηγούμενη τα τουρκικά στρατεύματα. Καθώς ο βασιλιάς Γεώργιος και ο πρωθυπουργός Κουμουνδούρος άρχιζαν την περιοδεία θριάμβου στις απελευθερωμένες πόλεις και στα χωριά της Θεσσαλίας, οι λαϊκοί πανηγυρισμοί που τους συνόδευαν αποτελούσαν ξέσπασμα χαράς για την ελευθερία ύστερα από τις αγωνίες, τις περιπέτειες και τις εναλλασσόμενες μεταπτώσεις μιας ολόκληρης πενταετίας.»

  7. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας
  8. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας

    «Σε αντάλλαγμα για τις εδαφικές αυτές παραχωρήσεις η Ελλάς αναλάμβανε την υποχρέωση να σέβεται τη ζωή, την τιμή και την περιουσία όλων των κατοίκων που παρέμεναν στις περιοχές που περιέρχονταν στο ελληνικό κράτος (άρθρο 3). Ιδιαίτερα διασφαλίζονταν τα δικαιώματα των μουσουλμάνων και συγκεκριμένα η αυτονομία και η οργάνωση των μουσουλμανικών κοινοτήτων, καθώς και η διοίκηση των περιουσιακών τους στοιχείων. Τα τοπικά θρησκευτικά δικαστήρια θα διατηρούσαν την αρμοδιότητά τους σε καθαρά θρησκευτικά θέματα (άρθρο 8).

    Πιο σημαντικές, ιδιαίτερα για τη μελλοντική διάρθρωση της αγροτικής οικονομίας της Θεσσαλίας, υπήρξαν οι διατάξεις που αφορούσαν την ιδιοκτησία της γης. Με το άρθρο 4 αναγνωρίζονταν οι οθωμανικοί τίτλοι ιδιοκτησίας και κατοχυρώνονταν τα δικαιώματα ιδιωτών και κοινοτήτων επί της ιδιοκτησίας τσιφλικιών, βοσκοτόπων, δασών κ.λπ. Με την ίδια διάταξη διασφαλίζονταν τα περιουσιακά στοιχεία των θρησκευτικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (βακούφια), ενώ με το άρθρο 5, ο σουλτάνος μπορούσε να διαθέσει, κατά τη βούλησή του, τις "αυτοκρατορικές γαίες", των οποίων τα έσοδα καταβάλλονταν στο βασιλικό του ταμείο. Η πιο ουσιαστική όμως δέσμευση για το ελληνικό κράτος περιλαμβανόταν στο άρθρο 6, που δεν επέτρεπε την απαλλοτρίωση των μεγάλων τσιφλικιών της Θεσσαλίας, παρά μόνο με γενικό νόμο του κράτους που θα ίσχυε για ολόκληρη την επικράτεια. Ειδική παράγραφος που απαγόρευε τον εξαναγκασμό των μεγαλοκτηματιών να πωλούν ή να εκχωρούν κτήματά τους στους καλλιεργητές της γης ή σε τρίτους. Ακόμα απαγόρευε τη θέσπιση νέων διατάξεων που θα τροποποιούσαν το καθεστώς της θέσεως των κολλήγων στα τσιφλίκια.»

  9. Θεσσαλία 1881-1981, εκατό χρόνια ζωής
  10. Θεσσαλία 1881-1981, εκατό χρόνια ζωής

    «Η οικονομική όμως πολιτική του Τρικούπη ευνοεί το μεγάλο κεφάλαιο. Έτσι οι Έλληνες της διασποράς, μεγαλέμποροι και τραπεζίτες, έρχονται στη Θεσσαλία κι αγοράζουν απέραντες εκτάσεις γης. Γύρω στα 1882 το 50,5% της συνολικής επιφάνειας του κάμπου και το 75% των καλλιεργούμενων εκτάσεων βρίσκεται στα χέρια των τσιφλικάδων. Στις ιδιόκτητες αυτές εκτάσεις βρίσκεται καθηλωμένος και δουλεύει μέσα σε άθλιες βιοτικές συνθήκες ο μισός περίπου αγροτικός πληθυσμός της Θεσσαλίας.

    Γίνεται λοιπόν φανερό πως η Θεσσαλία απελευθερώθηκε το 1881, οι Θεσσαλοί όμως αγρότες εξακολουθούν να είναι σκλάβοι στα τσιφλίκια των αρχοντάδων.

    Η κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου στη Θεσσαλία δίνει ζωή στον κάμπο, γιατί ίσαμε την ώρα εκείνη (1883) υπήρχε μόνο ένας αμαξωτός, δυσδιάβατος όμως το χειμώνα, δρόμος, που ξεκινούσε από το Βόλο κι έφτανε στα Γιάννενα περνώντας από τη Λάρισα, Τρίκαλα, Καλαμπάκα και Μέτσοβο.

    Η έλλειψη συγκοινωνίας, η άγνοια των καινούριων μεθόδων στην καλλιέργεια, η ληστεία που μάστιζε τον τόπο και το χαμηλό πνευματικό επίπεδο των κολίγων δεν επέτρεψαν την ανάπτυξη της Θεσσαλίας. Οι Θεσσαλοί αγρότες εξακολουθούν και μετά την απελευθέρωση να καλλιεργούν τα δημητριακά (κυρίως σιτάρι), ν' αλωνίζουν με τα βόδια και να χρησιμοποιούν για τις μεταφορές και τις μετακινήσεις τους τούς ομηρικούς αραμπάδες. Επίσης καλλιεργούν καπνό και βαμβάκι καθώς και σησάμι. Όμως, παρ' όλη τη γονιμότητα της γης και την ποικιλία των προϊόντων οι Θεσσαλοί αγρότες ζουν μέσα στη φτώχεια και στην κακομοιριά. Στα χωριά-τσιφλίκια σπάνια λειτουργούν σχολεία και τα παιδιά από την τρυφερή τους ηλικία δουλεύουν μαζί με τους γονείς τους στα χωράφια.»

  11. Οδοιπορικό 1890
  12. Οδοιπορικό 1890

    «Από το Δομοκό στα Φάρσαλα, 16 Ιουλίου
    Η προσάρτηση της Θεσσαλίας προξένησε στους Έλληνες ηθική ζημιά που, σε πολλά σημεία, ξεπέρασε το υλικό κέρδος που αποκόμισαν από την κατάκτηση αυτή. Σαν να ήθελαν να τους κάνουν να πληρώσουν πολύ ακριβά την επέκταση της χώρας που είχαν πετύχει, επέμεναν να τους αποδείξουν ότι δεν είχαν κανέναν κέρδος από τα καινούρια τους εδάφη. Στο σημείο αυτό, οι καπετάνιοι των εμπορικών ατμόπλοιων είναι ανεξάντλητοι. Επισημαίνουν την "παρακμή" του λιμανιού του Βόλου, παραπονιούνται ότι φορτώνουν λιγότερα πράγματα και κόσμο απ’ ό,τι επί οθωμανικής κυριαρχίας, κατηγορούν τους Έλληνες ότι έκαναν τη χώρα πιο φτωχή, κυνήγησαν τους παλιούς κατοίκους, στέρησαν τη γόνιμη αυτή γη από γεωργούς, τέλος ότι μετέτρεψαν την πλούσια αυτή πεδιάδα σε στείρα και γυμνή έρημο. Στην Ελλάδα, το ζήτημα της Θεσσαλίας έχει γίνει ένα όπλο με το οποίο η αντιπολίτευση κεντρίζει περιοδικά την κυβέρνηση. Οι δυσαρεστημένες εφημερίδες αρέσκονται να επιμένουν στην εκκένωση των νέων επαρχιών, στη φτώχεια των λιγοστών κατοίκων, στη φυγή των εργαζομένων, στην παντελή έλλειψη κεφαλαίων, με δυο λόγια στην καθολική χρεοκοπία των ελπίδων που έτρεφαν οι Έλληνες πατριώτες την εποχή της προσάρτησης. Η κακή διάθεση της αντιπολίτευσης δεν σταματάει ούτε μπροστά στα μέτρα κοινής ωφελείας που έλαβε η κυβέρνηση με φανερή καλή προαίρεση: οι θεσσαλικοί σιδηρόδρομοι δεν κατασκευάστηκαν για τους ταξιδιώτες αλλά για τους μετόχους. η τοπική γραμμή που θα συνδέσει κάποια χωριά στο νότιο Πήλιο, της οποίας το προσχέδιο μελετάται από τους μηχανικούς της γαλλικής αποστολής, θεωρείται από μερικούς αδέξια επιχείρηση, που ξεκίνησε αποκλειστικά για να αρέσει στους ισχυρούς εκλογικούς παράγοντες.»

  13. Τρίκαλα. Από τον Σεϊφουλλάχ ως τον Τσιτσάνη
  14. Τρίκαλα. Από τον Σεϊφουλλάχ ως τον Τσιτσάνη

    «Τον Ιούλιο του 1881 υπογράφτηκε η τελική συμφωνία παραχωρήσεως της Θεσσαλίας στην Ελλάδα που είχε αποφασισθεί πριν τρία χρόνια με τη συνθήκη του Βερολίνου. Έτσι, τον Αύγουστο του 1881 ο ελληνικός στρατός εισέρχεται στη Θεσσαλία.

    Όπως ήταν φυσικό, το γεγονός αυτό κινητοποίησε τον αθηναϊκό τύπο κι όλες οι εφημερίδες έστειλαν απεσταλμένους στη Θεσσαλία, οι οποίοι με τις ανταποκρίσεις τους έδωσαν το κλίμα και την ατμόσφαιρα εκείνης της ιστορικής στιγμής. […]

    Η Θεσσαλία του 1881 ήταν μια περιοχή τελείως υπανάπτυκτη. Τα σπίτια, ως επί το πλείστον πλίθινα, ήταν κακοφιαγμένα, δρόμοι δεν υπήρχαν και η συγκοινωνία γινόταν αποκλειστικά με άλογα και μουλάρια.

    Μ' ένα τάληρο είχες τη δυνατότητα να νοικιάσεις ένα άλογο για έξι ώρες και μόνο μεταξύ Τρικάλων, Λάρισας και Βόλου ετελείτο συγκοινωνία διά περίεργων το σχήμα και την εσωτερικήν διαίρεσιν αμαξών.

    Η βιομηχανία ήταν ανύπαρκτη και τα μέσα καλλιέργειας της γης δεν είχαν εκσυγχρονιστεί. Το υνίον του Ησιόδου αροτριά και νυν την Θεσσαλικήν πεδιάδαν, γράφει ο Αιών. Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος της θεσσαλικής γης είχε ήδη περάσει σε ελληνικά χέρια, διότι πολλοί Τούρκοι ιδιοκτήτες, αν και γνώριζαν ότι η συνθήκη προέβλεπε την πλήρη προστασία του γαιοκτητικού συστήματος, είχαν φροντίσει να πουλήσουν τα τσιφλίκια τους σε πλούσιους Έλληνες ομογενείς. Το εμπόριο βρισκόταν στα χέρια των Ελλήνων. […] Παρόλο που υπήρχε παντελής έλλειψη ελληνικών σχολείων, ο ανταποκριτής της εφ. Αιών μας βεβαιώνει ότι οι κάτοικοι λαλούσι την Ελληνικήν γλώσσαν άνδρες τε και γυναίκες άμικτον βαρβαρισμών και ξένων λέξεων.»

Οπτικό υλικό

  1. Πίνακας πληθυσμιακής σύνθεσης της Θεσσαλίας, 1880
  2. Ο ελληνικός στρατός στρατοπεδεύει στο Δομοκό
  3. Οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων στο Βόλο
  4. Θεσσαλοί αγρότες
  5. Εμποροπανήγυρη στο Δομοκό
  6. Το πρώτο δοκιμαστικό ταξίδι αμαξοστοιχίας στη σιδηροδρομική γραμμή Βελεστίνο-Καλαμπάκα
  7. Λάρισα, στα τέλη του 19ου αιώνα
  8. Βόλος, αρχές του 20ού αιώνα
  9. Τρίκαλα
  10. Η φιλαρμονική της Καρδίτσας

Οπτικοακουστικό υλικό

  1. Οι διαπραγματεύσεις για την προσάρτηση της Θεσσαλίας
  2. H προσάρτηση της Θεσσαλίας
  3. Ο κάμπος της Θεσσαλίας