Το συνέδριο του Βερολίνου και η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου

Λογοτεχνία

▲▲

Η προφητεία του κόκκινου κρασιού

(απόσπασμα)


«Δεν ελπίζω πια, Θέκλα μου!» την έκοψε η νονά. «Η Μελπομένη πέρασε τα σαράντα και δικά της παιδιά δύσκολο πια θ’ αποκτήσει, φροντίζει τα εφτά παιδιά της Καλλιόπης. Όσο για τους γιους μου… Άργησαν πολύ κι αυτοί. Ο Κώστας κοντεύει πια τα πενήντα και μονάχα η ιατρική τον ενδιαφέρει — ευτυχώς που βάφτισε τουλάχιστον πριν από χρόνια ένα παιδάκι κι έβαλε τ’ όνομα του πατέρα του. Ο Νούσκας αρραβωνιάστηκε τώρα στα σαράντα πέντε του, μα είναι δύσκολος χαρακτήρας, κάπως αυταρχικός, και δε σου κρύβω πως αμφιβάλλω αν θα γίνει ο γάμος τελικά».

Η Λισάφη χαμογέλασε. Θυμήθηκε τη φωτογραφία που είχαν βγάλει η νονά με τους γιους της και την αρραβωνιαστικιά του θείου στο φωτογραφείο του Paul Zepdji, όταν πήγανε στη Θεσσαλονίκη για τον αρραβώνα. Μόνο να τον έβλεπες τον θείο Νούσκα, θα συμφωνούσες απόλυτα με τη νονά. Ο μέλλων γαμπρός είχε πάρει μια στάση που σου θύμιζε τον Ναπολέοντα πριν από μεγάλη μάχη!

«Όσο για τον Μανόλη» συνέχισε η νονά «τα σαράντα πάτησε κι αυτός και νύφη δεν βλέπω. Ασχολείται αποκλειστικά με το κτήμα στον Πεθελινό. Μια περιουσία πλήρωσαν τα παιδιά μου, βλέπεις, για να πάρουν αυτή τη γη από τους Τούρκους. Δώσαμε ό,τι είχαμε και δεν είχαμε για να βρίσκεται από τώρα σε χέρια ελληνικά… Νύχτα μέρα λοιπόν μ’ αυτήν παλεύει ο Μανόλης. Ίσως αν ζούσε ο Αλέξανδρός μου…».

Ο Αλέξανδρός της… Η αγιάτρευτη πληγή της νονάς: το στερνοπαίδι, το παλικάρι που έχασε αναπάντεχα στα είκοσι εφτά του από ανεξήγητο πυρετό πριν από δέκα χρόνια, το 1875, μόλις δυο χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα του. Ποτέ δε συνήλθε η νονά από τούτο το δεύτερο και βαρύτερο χτύπημα. Ίσως απ’ αυτό τον καημό ν’ αγκάλιασε με τόση αγάπη τη Λισάφη και ν’ αφοσιώθηκε στην ανατροφή της, όταν εκείνη ορφάνεψε τρία χρόνια αργότερα.

Ναι, η Λισάφη την ένιωθε κάθε στιγμή τη μεγάλη αγάπη που της είχε η νονά Ελισάβετ. Κι όσο μεγάλωνε, καταλάβαινε όλο και περισσότερο πως ήταν κάτι σαν βάλσαμο για τον πόνο της, ένας νέος σκοπός στη ζωή της, αφού τα έξι δικά της παιδιά, τρεις γιοι και τρεις κόρες, μεγάλοι όλοι πια, δεν τη χρειάζονταν άλλο. Και το έβδομο, το λατρεμένο της στερνοπαίδι, είχε φύγει για πάντα.

Μα μήπως δεν ήταν βάλσαμο και η παρουσία της νονάς για το τραύμα το βαθύ της Λισάφης; Πώς αλλιώς θα είχε καταφέρει να ξεπεράσει τη δολοφονία του πατέρα της από τους Βουλγάρους αντάρτες, τους «κομιτατζήδες» όπως τους έλεγαν εδώ και λίγα χρόνια; Δεν ήταν εύκολο τότε να καταλάβει, εννιά χρονών κοριτσάκι, το μίσος που είχε φουντώσει ανάμεσα στους «Πατριαρχικούς» και στους «Εξαρχικούς», με άλλα λόγια στους Έλληνες χριστιανούς από τη μια, που έμεναν πιστοί στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, κι από την άλλη στους Βούλγαρους, που από το 1872 υποστήριζαν την Εξαρχία, τη δικής τους Εκκλησιαστική Αρχή που είχε αποσχιστεί από το Πατριαρχείο, θέλοντας να είναι ανεξάρτητη. Ολέθρια τ’ αποτελέσματα τούτης της έχθρας. Λες και δεν έφταναν τα βάσανα τα κοινά που υπέφεραν οι δυο λαοί από τους Τούρκους αιώνες τώρα.

Το 1878 η έχθρα είχε γίνει ακόμα μεγαλύτερη. Οι Βούλγαροι —όπως έμαθε αργότερα η Λισάφη— είχαν εκείνη την εποχή την υποστήριξη της Ρωσίας, που είχε νικήσει τους Τούρκους, είχε καταλάβει την Αδριανούπολη και παραλίγο να φτάσει ως την Κωνσταντινούπολη. Οι Ρώσοι τότε, σ’ ένα χωριό έξω από την Πόλη, τον Άγιο Στέφανο, είχαν υποχρεώσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία να υπογράψει την ταπεινωτική Συνθήκη «του Αγίου Στεφάνου». Κι είχαν γίνει πανίσχυροι. Το ίδιο πανίσχυροι ένιωθαν κι όσοι κατάφεραν ν’ εξασφαλίσουν των Ρώσων την υποστήριξη. Τι κι αν η Συνθήκη εκείνη ματαιώθηκε σύντομα με την επέμβαση της Αγγλίας και της Αυστρίας στο Συνέδριο του Βερολίνου;

Με την ανοχή και την παρότρυνση των Ρώσων λοιπόν, βάλθηκαν οι Βούλγαροι να δημιουργήσουν μια «Μεγάλη Βουλγαρία» σε βάρος των άλλων λαών της Χερσονήσου του Αίμου. Και αγωνίζονταν για τούτο το σχέδιο με φανατισμό ακόμα μεγαλύτερο, πάλευαν με κάθε τρόπο, τρομοκρατώντας κι εξοντώνοντας όποιους πίστευαν ότι είναι εμπόδιο στα σχέδιά τους. «Εμπόδιο» ήταν κυρίως οι Γραικοί — έμποροι, βιοτέχνες, κληρικοί, αγρότες… Ανάμεσα στα θύματα εκείνης της χρονιάς ήταν κι ο πατέρας της Λισάφης.

Όλα τούτα δε χωρούσαν τότε στο εννιάχρονο μυαλό της. Ωστόσο, η νονά ήξερε να εξηγεί, να λύνει παιδικές απορίες, να παρηγορεί…

Βιβλιογραφικά

Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Η προφητεία του κόκκινου κρασιού, Πατάκης, Αθήνα 2008, σ. 160-163.

Δείτε επίσης:

Μεταδεδομένα

< Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου > < Βούλγαροι >

▲▲

Η επάνοδος του Θ. Δεληγιάννη


Καλώς όρισα, πολίται… και λοιπόν καλώς σας βρήκα
με τα ώριμα σταφύλια του Αυγούστου και τα σύκα.
Έχετε μεγάλη ζέστη, καθώς πάντοτε, και σκόνη;
Έχουν πέραση και πάλι τα κοψίματα κι οι πόνοι;
Είχα μάθει, πως τα βόδια υποφέρουν πυρετόν
και πολλά ψοφούν μ’ αυτόν.

Ε! και πού να σας τα λέγω!…σ’ όποιο μέρος κι αν επήγα
δεν μ’ εδάγκασε κουνούπι, δεν μ’ ενόχλησε μια μύγα,
ώστε εις το πρόσωπόν μου και των ζώων κάθε είδος
εσεβάσθη τας δικαίας απαιτήσεις της πατρίδος.
Κι αν το έθνος εκινήθη με περπάτημα γοργό,
εγώ το ‘σπρωξα, εγώ!

Παντού, φίλοι, μ’ υπεδέχθη με χαράν ο κόσμος όλος
και παράθυρα και πόρτες μου ηνοίγοντο ευκόλως,
κάθε τόσο σε τραπέζια με εφώναζαν να φάγω,
και δεν ήξευρα πού πρώτα και πού ύστερα να πάγω.
Μάλιστα στην Βενετίαν εκεί πια τι να σας πω!
από τας περιποιήσεις μ’ έκαναν να εντραπώ.

Μια γόνδολα, θυμούμαι, της Αυλής πλουσιωτάτη
με επήγε κατ’ ευθείαν στου Ουμβέρτου το παλάτι,
όπου ηύρα κοτολέτες, μακαρόνια, κότας, πίτας,
και εκάθισα στο πλάι της Ανάσσης Μαργαρίτας.
Εκεί έκαμα προς δόξαν της πατρίδος και τιμήν
μίαν πρόποσιν θερμήν.

Και για δέτε! … κρατώ στο ‘να και στο άλλο μου το χέρι
της ωραίας Θεσσαλίας και Ηπείρου τόσα μέρη.
απαιτείται όμως θάρρος και προσπάθεια ολίγη
και με στοίχημα σας λέγω, πως η τύχη μας ανοίγει.
Και αν μάλιστα σ’ εμένα η Κυβέρνησις δοθεί,
ίσως πέραν και του Αίμου η Ελλάς να τεντωθεί.

Βιβλιογραφικά

Γεώργιος Σουρής, «Η επάνοδος του Θ. Δεληγιάννη», Τα Άπαντα, Γ. Βαλέτας (επιμ.) τ. 4, Γιοβάνη, Αθήνα 1966, σ. 43-44.

Δείτε επίσης:

Μεταδεδομένα

< Σάτιρα > < Σουρής > < Θεσσαλία > < Ήπειρος > < Ποίηση >

Ιστορία

Γραπτές πηγές

  1. Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του
  2. Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του

    «Οι δεκαετίες του 1860 και 1870 σημάδεψαν όσο λίγες τη νεότερη ιστορία των Βαλκανικών χωρών, εγκαινιάζοντας μια μακρά περίοδο εθνικών ανταγωνισμών και συγκρούσεων. Τότε εμφανίζεται στο προσκήνιο ο βουλγαρικός παράγοντας, αρχίζει ο ανταγωνισμός Ελλήνων και Βουλγάρων για τη Μακεδονία και τη Θράκη, ενώ αναδύεται και ο αλβανικός εθνικισμός.

    Στο ξεκίνημα της δεκαετίας, ο βουλγαρικός εθνικισμός, διαθέτοντας την υποστήριξη των Ρώσων πανσλαβιστών, εξασφάλισε την εκκλησιαστική αυτονομία των βουλγαρικών επαρχιών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ίδρυση της Εξαρχίας προκάλεσε την αντίδραση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που κήρυξε, τελικά, τη βουλγαρική Εκκλησία σχισματική.

    Στα μέσα της δεκαετίας του 1870, οι εξεγέρσεις των χριστιανών Σλάβων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και της Βουλγαρίας έδωσαν στη Ρωσία την ευκαιρία να επέμβει στρατιωτικά. Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1877-1878) έληξε με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, που προέβλεπε την ίδρυση μεγάλης βουλγαρικής ηγεμονίας. Όλο αυτό το διάστημα οι ελληνικές κυβερνήσεις, κάτω από ισχυρή βρετανική πίεση, απέφυγαν να κινηθούν στρατιωτικά. Μόνο το φάσμα της επιβολής των πανσλαβικών σχεδίων ώθησε την Αθήνα να υποστηρίξει εξεγέρσεις στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και την Κρήτη. Τελικά, χάρη στην αντίθεση της Βρετανίας και της Αυστρίας, οι όροι του Αγίου Στεφάνου ανατράπηκαν από το Συνέδριο του Βερολίνου, που επέβαλε την ίδρυση δύο ηγεμονιών, της Βουλγαρίας και της Ανατολικής Ρωμυλίας, ενώ έδωσε παράταση ζωής στην οθωμανική κυριαρχία στη Μακεδονία.

    Στο Βερολίνο η ελληνική πλευρά, απέσπασε ως αντάλλαγμα για την αυτοσυγκράτηση που επέδειξε σε όλη τη διάρκεια της κρίσης, υπόσχεση για τη "διαρρύθμιση" των συνόρων της με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Χρειάστηκαν, όμως, άλλα τρία χρόνια επίπονης διπλωματικής προσπάθειας, μέχρι να παραχωρηθούν τελικά στην Ελλάδα η Θεσσαλία (πλην της επαρχίας Ελασσόνας) και η Άρτα.»

  3. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας
  4. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας

    «Όλη η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, όπως άλλωστε και όλων των βαλκανικών κρατών, απ’ την εποχή της δημιουργίας του ελληνικού βασιλείου ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά σα λεπτομέρεια του Ανατολικού Ζητήματος. Ακόμα, η πολιτική αυτή καθορίζεται, θετικά η αρνητικά, από τη στάση της Μεγάλης Βρεταννίας σ’ αυτό το γενικό ζήτημα γιατί απ' τις τρεις δυνάμεις που ανέλαβαν την "προστασία" της Ελλάδας, η Αγγλία, αδιαφιλονίκητη κυρίαρχος στη Μεσόγειο απ' το ιθ' αι. κι έχοντας στα χέρια της την ελληνική οικονομία, παίζει εδώ πρωταρχικό ρόλο. Η ρωσική ή η γαλλική επιρροή στην Ελλάδα δεν είναι παρά παροδικές στιγμές και επηρεάζουν την ελληνική πολιτική μόνο έμμεσα με τη στάση που κρατούσαν απέναντι στην πολιτική της Μεγάλης Βρεταννίας. Πραγματικά, εφόσον ο βρεταννικός αντικειμενικός σκοπός ήταν η οικονομική διείσδυση στην Ανατολή και η εξασφάλιση των ναυτικών οδών προς τις Ινδίες από κάθε απειλή, δυο ουσιαστικοί παράγοντες καθορίζουν την πολιτική της: στο ευρωπαϊκό επίπεδο, ο συσχετισμός των δυνάμεων ανάμεσα στη Μ. Βρεταννία και στις αντίπαλες της δυνάμεις. στο τοπικό επίπεδο, ο βαθμός αντίστασης και η ικανότητα της Τουρκίας να χρησιμεύσει ως στοιχείο ισοροπίας στην Ανατολή.»

  5. "Σλαβικός κίνδυνος" και ελληνική εξωτερική πολιτική
  6. "Σλαβικός κίνδυνος" και ελληνική εξωτερική πολιτική

    «Όταν το 1870 ιδρύθηκε η Βουλγαρική Εξαρχία και δύο χρόνια αργότερα, παρά τις αντιδράσεις του Πατριαρχείου, η Πύλη εκτέλεσε το φιρμάνι της ίδρυσης της, οι Έλληνες πολιτικοί, πανικόβλητοι, προσπαθούσαν να συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς συνέβαινε. Η δημιουργία Βουλγαρικής Εκκλησίας ανεξάρτητης από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και εν συνεχεία η ίδρυση αυτόνομου κράτους, με όρια που έφθαναν έως τις διεκδικούμενες και από την Ελλάδα περιοχές της Θράκης και της Μακεδονίας, αναστάτωσε τους βασικούς προσανατολισμούς της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Μετά την αφύπνιση του βουλγαρικού εθνικισμού, οι Έλληνες άρχισαν να αντιμετωπίζουν το δίλημμα εάν θα έπρεπε να συμμαχήσουν με τους Τούρκους, για να παρεμποδίσουν το σλαβικό στοιχείο να κυριαρχήσει στις διαφιλονικούμενες περιοχές, ή να συμπράξουν με τους Σλάβους στη δημιουργία ενός βαλκανικού μετώπου, που θα οδηγούσε την κατάλληλη στιγμή στο να καταλυθεί η οθωμανική κυριαρχία.»

  7. "Σλαβικός κίνδυνος" και ελληνική εξωτερική πολιτική
  8. "Σλαβικός κίνδυνος" και ελληνική εξωτερική πολιτική

    «Το Μάρτιο του 1878 η Ρωσία, χωρίς να έχει προηγηθεί καμιά συνεννόηση με τις άλλες Δυνάμεις, υπέγραψε Συνθήκη Ειρήνης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου εκτός από την εδαφική επέκταση και την ανεξαρτητοποίηση της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της Ρουμανίας προέβλεπε την ίδρυση μεγάλης Βουλγαρικής Ηγεμονίας, η οποία θα περιλάμβανε, εκτός της κυρίως Βουλγαρίας, την Ανατολική Ρωμυλία, τη Δυτική Θράκη και μεγάλο τμήμα της Μακεδονίας. Όπως ήταν φυσικό, οι άλλες Δυνάμεις διαμαρτυρήθηκαν για το διακανονισμό και τρεις μήνες αργότερα, στο Συνέδριο του Βερολίνου, η συνθήκη αναθεωρήθηκε: η Βουλγαρική Ηγεμονία θα περιοριζόταν. Η Ανατολική Ρωμυλία θα αποτελούσε αυτόνομη επαρχία ενώ η Θράκη και η Μακεδονία θα παρέμεναν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και έτσι αποκαταστάθηκε η ισορροπία της επιρροής που ασκούσαν οι Δυνάμεις στην περιοχή. Στην Ελλάδα δεν επιτράπηκε να συμμετάσχει στο Συνέδριο, εντούτοις ο υπουργός Εξωτερικών Δηλιγιάννης κατόρθωσε, με τη μεσολάβηση της Γαλλίας, να υποβάλει υπόμνημα ζητώντας την προσάρτηση της Ηπείρου και της Θεσσαλίας. Τελικά, το Συνέδριο ενέκρινε να διαπραγματευθούν η Ελλάδα και η Τουρκία το ζήτημα των συνόρων οι ίδιες. Έκτοτε, αρχίζει τριετής μαραθώνιος διαβουλεύσεων για την επέκταση των συνόρων του Βασιλείου, που έφθασε ακόμη και στα όρια της ένοπλης σύγκρουσης με την Τουρκία.»

  9. Η εποχή του Γεωργίου Α΄
  10. Η εποχή του Γεωργίου Α΄

    «Με το πέρας του πολέμου, το 1878, το διεθνές ενδιαφέρον μεταφέρεται από τα πεδία των μαχών στα τραπέζια των ευρωπαϊκών διαβουλεύσεων: στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και στο Συνέδριο του Βερολίνου.

    Η Ελλάδα, η οποία δεν συμμετέχει επισήμως στις συνομιλίες των ισχυρών, απλώς τις παρακολουθεί δι' αντιπροσώπων, "επιβραβεύεται" τελικώς, σε μεταγενέστερο στάδιο: σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της νέας Συνδιάσκεψης του Βερολίνου το 1881, η χώρα προσαρτά στον εθνικό κορμό τη Θεσσαλία και την Άρτα.

    Τέλος, το άνοιγμα για την Ελλάδα, το 1878, των ξένων χρηματαγορών ευνοεί την πολιτική του εκτεταμένου εξωτερικού δανεισμού, την οποία και επιβάλλουν οι τρικουπικές κυβερνήσεις στα έτη 1881-1893, προκειμένου να αντιστοιχίσουν στην ταχύρρυθμη οικονομική ανάπτυξη της χώρας, την ειρηνόφιλη εξωτερική πολιτική. το βασικό όρο για τη διατήρηση της ουδέτερης ή "ευεργετικής" πολιτικής των ισχυρών Ευρωπαίων απέναντι στις εθνικές, μελλοντικές διεκδικήσεις.»

  11. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας
  12. Από το τέλος της Κρητικής Επαναστάσεως ως την προσάρτηση της Θεσσαλίας

    «Η υπογραφή της συνθήκης του Βερολίνου δεν προδίκαζε αναγκαστικά την άμεση και πιστή εκτέλεση των διατάξεών της. Τα εδαφικά προβλήματα, που προϋπέθεταν αποχώρηση στρατιωτικών δυνάμεων του ενός κράτους και αντικατάστασή τους από τις δυνάμεις του άλλου, προκαλούσαν συνεχείς περιπλοκές και αμοιβαία δυσπιστία. Έτσι, κατά τον πρώτο κυρίως χρόνο από την υπογραφή της συνθήκης του Βερολίνου, η ειρήνη στη Μέση Ανατολή και στα Βαλκάνια ειδικότερα δοκιμάστηκε αρκετές φορές.

    Μέσα στο ευρύτερο αυτό φάσμα των διεθνών προβλημάτων διεξήχθη ο τρίχρονος διπλωματικός αγώνας της Ελλάδος για την υλοποίηση των αποφάσεων του συνεδρίου του Βερολίνου, οι οποίες αναφέρονταν στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο. Έκτος όμως από το σοβαρό αυτό ζήτημα, που συγκέντρωνε το σύνολο σχεδόν των δραστηριοτήτων της ελληνικής διπλωματίας, σωρεία άλλων ζητημάτων, που αφορούσαν ζωτικά τμήματα του αλύτρωτου Ελληνισμού, ρυθμίζονταν χωρίς ουσιαστικά την άμεση ανάμιξη της κυβερνήσεως του ελληνικού βασιλείου. Η τριετία 1878-1881 παγιοποιούσε στην πράξη όσα είχε θεσμοθετήσει στο χαρτί η συνθήκη τού Βερολίνου. […]

    Το φλέγον όμως ζήτημα για την οθωμανική αυτοκρατορία, την Αγγλία και την Αυστρία, καθώς επίσης και για τον Ελληνισμό, ήταν η αποχώρηση του ρωσικού στρατού από την ανατολική Θράκη (που αποδιδόταν πάλι στην Τουρκία) και από την Ανατολική Ρωμυλία, που αποκτούσε καθεστώς αυτοδιοικούμενης επαρχίας. […] Όσο παρέμενε σε αβεβαιότητα το λεπτό αυτό θέμα, η αγγλική διπλωματία ήταν αδύνατο να ασκήσει πίεση στην Πύλη για τη ρύθμιση του Ηπειρο-θεσσαλικού.»

  13. Η ανορθωτική προσπάθεια του Χαρίλαου Τρικούπη
  14. Η ανορθωτική προσπάθεια του Χαρίλαου Τρικούπη

    «Η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και το συνέδριο του Βερολίνου εγκαινίασαν μια νέα φάση, όχι τόσο λόγω του γεγονότος και όχι μόνο λόγω των διαδοχικών εδαφικών ανακατατάξεων, αυτών καθαυτών, όσο λόγω του ότι οι ανακατατάξεις αυτές οδήγησαν άμεσα σε μια διαδικασία μόνιμης αντιπαραθέσεως των βαλκανικών εθνικισμών. Στο εξής, τα εθνικά αλυτρωτικά οράματα έγιναν εγχειρηματικά και άμεσης εφαρμογής, και όχι πια "ακαδημαϊκές" επιθυμίες εθνικής ολοκληρώσεως που προσέκρουαν διαρκώς στην απαγορευτική άρνηση των Δυνάμεων να δεχθούν οποιαδήποτε τροποποίηση του εδαφικού καθεστώτος. Από το 1875 και πέρα οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν ήταν πια σε θέση να επιβάλλουν την αποκλειστική τους θέληση στο χώρο της Βαλκανικής. Κατά τα πρώτα 50 χρόνια μετά την απελευθέρωση, η ελληνική "Μεγάλη Ιδέα"- όπως και αντίστοιχες των βαλκανικών γειτόνων προσέκρουε σε μια οθωμανική αυτοκρατορία "εγγυημένη" από τα κοινά συμφέροντα της ευρωπαϊκής συγχορδίας, με αποτέλεσμα την αποτελμάτωση των εθνικών ονείρων, που μεταθέτονταν στις ελληνικές καλένδες. Στο εξής οι ενδιαφερόμενοι που προσβλέπουν στην ίδια κληρονομιά υψώνουν όλοι μαζί το ανάστημά τους και οι εθνικές βλέψεις δεν προσκρούουν πια σε μια ατελεύτητη αναμονή, αλλά αντίθετα κινδυνεύουν να καταβαραθρωθούν από τη μια μέρα στην άλλη. Από την περίοδο των άγονων διεκδικήσεων περνάμε απότομα στην περίοδο της άμεσης αναμετρήσεως.»

  15. Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια
  16. Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια

    «Το Συνέδριο του Βερολίνου (1878) υπήρξε μείζων σταθμός στην ιστορία του συστήματος ασφαλείας της Ευρώπης: επιβεβαίωσε την ευθύνη των μεγάλων δυνάμεων να αποφασίζουν για ζητήματα ασφάλειας και ειρήνης, με τον συγκερασμό των συγκρουόμενων συμφερόντων τους και την αποφυγή ανατροπής της ισορροπίας ισχύος σε περιοχές ζωτικής σημασίας για όλες τις δυνάμεις, όπως η Εγγύς Ανατολή. Το συνέδριο υπήρξε επίσης σταθμός στην ιστορία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, αν και δεν εκτιμήθηκε τότε δεόντως η σημασία του για την επεξεργασία νέων θέσεων και στρατηγικής στην προώθηση των εθνικών διεκδικήσεων της χώρας. Συνέχισε βέβαια ο αλυτρωτισμός να αποτελεί την ιδεολογική βάση της εξωτερικής πολιτικής, αλλά το υπουργείο των Εξωτερικών διαμόρφωσε περισσότερο ευέλικτες θέσεις από πριν και χρησιμοποίησε μέσα για τη διείσδυση στις διαφιλονικούμενες αλύτρωτες χώρες, όπως τα ελληνικά σχολεία, με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από πριν.»

Οπτικό υλικό

  1. Η Ρωσία, η Αγγλία και η Αυστρία ασχολούνται με το Ανατολικό Ζήτημα
  2. Ο επίσκοπος Κίτρους Νικόλαος υψώνει την ελληνική σημαία στον Κολινδρό της Πιερίας
  3. Οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων στο Συνέδριο του Βερολίνου
  4. Το Συνέδριο του Βερολίνου
  5. Η ελληνική αντιπροσωπεία στο Συνέδριο του Βερολίνου
  6. Χάρτης των Βαλκανίων σύμφωνα με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου
  7. Χάρτης των Βαλκανίων σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συνεδρίου του Βερολίνου

Οπτικοακουστικό υλικό

  1. Η κρίση του Ανατολικού Ζητήματος (1875-1881)