Δεκεμβριανά

Λογοτεχνία

▲▲

Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα

(απόσπασμα)


Πενήντα μία μέρες που τέλειωσε ο πόλεμος, πενήντα μία μέρες που κράτησε η απελευθέρωση. Πενήντα νύχτες είχα την ελπίδα να περάσω έστω και μία μόνο ολόκληρη με τον Αχιλλέα. «Θα μείνουμε μαζί μονάχα σαν παντρευτούμε». Το είπε ο Αχιλλέας. Η Νίνα μένει μαζί με τον Πάνο σ' ένα καμαράκι τόσο δα και δεν τη νοιάζει να το διαλαλεί σ' όλον τον κόσμο. Θαρρείς μάλιστα πως το κάνει επίτηδες και βρίσκει κάθε φορά να πει κάτι για να καταλάβουμε πως τα βράδια κοιμάται μαζί του. «Λαχτάρα που πήρα χτες βράδυ! Ξύπνησα και δεν είδα τον Πάνο δίπλα μου.» Αλήθεια, τη ζηλεύω. Ώρες ώρες μου φαίνεται πως θα μείνω η αιώνια αρραβωνιαστικιά και πως σ' όλη μου τη ζωή θα πλαγιάζω με τον Αχιλλέα στα βιαστικά, ανάμεσα σε δυο συνεδριάσεις ή σε δυο δουλειές του. Σε ξένο κρεβάτι πάντα. Αν λείπει η Λίζα από το σπίτι ή στο καμαράκι της Νίνας. «Σ' αρέσει;» ρωτάει η Νίνα, ενώ της δίνω πίσω το κλειδί της. Μπορεί και να ντρέπομαι ν' απαντήσω, μπορεί και να μη μ' αρέσει ακριβώς εκείνη η στιγμή. Αν κοιμόμουνα όμως μια ολόκληρη νύχτα μαζί του, είμαι σίγουρη πως θα μ' άρεσε. Τριάντα τρεις νύχτες τις πέρασα πλάι του. Όσο κράτησαν οι μάχες του Δεκέμβρη μετά την απελευθέρωση. Ο καινούργιος πόλεμος με τους Εγγλέζους. Τριάντα τρεις νύχτες κατάχαμα, ντυμένοι. Από τη μια κρατούσε το χέρι μου κι από την άλλη το όπλο. «Θα διώξουμε τους Εγγλέζους, σ' τ' ορκίζομαι, και θα μείνουμε μαζί.» Το είπε ο Αχιλλέας! «Λόρδος Μπάυρον», ο λόχος των σπουδαστών, και μπροστά με καψαλισμένα τα καστανόξανθα βλέφαρα, ο Αχιλλέας. Οι κοπέλες με ζηλεύουν. Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα, που δεν φοβάται στη μάχη! Φοβάται μόνο να με πάρει τη νύχτα και να πάμε στο διπλανό καμαράκι που είναι φυλαγμένα όπλα και σφαίρες. Δεν φοβάται τα όπλα, βέβαια. Φοβάται τους άλλους, τι θα πουν, εκείνος δίνει το παράδειγμα. Αν θελήσουν να κάνουν κι άλλοι έτσι… Κοιμόμαστε όλοι μαζί χάμω σε κουβέρτες στη μεγάλη αίθουσα ενός σχολείου. Μόλις που αγγίζουν τα δάχτυλά μας. «Θα ζήσουμε μαζί, μόλις διώξουμε τους Γερμανούς». Τους διώξαμε. «Αφού τελειώσουν οι μάχες του Δεκέμβρη.» Τελειώσανε. Και τώρα, για να περάσω μια νύχτα σε κρεβάτι με τον Αχιλλέα πρέπει να πάει αντάρτης στα βουνά! «Σου το ορκίζομαι, σ' ένα χρόνο.» Τώρα, ούτε Γερμανοί ούτε Άγγλοι. Τώρα ο εχθρός είναι ο αδερφός μου! «Δεν μπορείς να κρυφτείς σπίτι μου, θα χάσω τη θέση μου στο υπουργείο.» «Μια βραδιά μονάχα», μεσολαβεί η Λίζα. «Να χάσω τη δουλειά μου επειδή αυτοί θέλουνε;» «Εμείς θέλουμε; Εμείς θέλουμε να βασανιζόμαστε, να σκοτωνόμαστε! Εμείς θέλουμε να μπαίνουμε στις φυλακές, να μας στήνετε στον τοίχο;» «Εσείς κάνατε εγκλήματα, πήρατε ομήρους.» Ψέματα! Το μίσος στα μάτια του αδερφού. Το μίσος στα δικά μου μάτια. Ο μεγάλος αδερφός, που σαν έλειπε η Λίζα μου χτένιζε τα μαλλιά χωρίς να με πονάει. Η μικρή αδερφή που έγραφε ποιήματα μόνο για κείνον στη γιορτή του. Εμείς κι Εσείς. Ένας ατσάλινος τοίχος ανάμεσά μας.

«Σ' ένα χρόνο το πολύ», μ' αποχαιρετάει ο Αχιλλέας και στη φωνή του υπάρχει σιγουράδα. Στρίβει τον δρόμο και χάνεται. Δεν χύνω ούτε ένα δάκρυ. Όλα στέγνωσαν μέσα μου. Απόμεινα σε μια άγνωστη πόλη. Σε μια Αθήνα ξένη. Πόρτες κουφές, μουγκά παράθυρα. «Εσείς που μας σφάξατε.» «Εσείς που μας στήνετε στον τοίχο.» «Κλειδώστε τις πόρτες στην αρραβωνιαστικιά του συμμορίτη!» Όλες τις πόρτες. Πράσινες πόρτες με ηλεκτρικά κουδούνια, καρυδένιες μεγάλες πόρτες με μπρούντζινα γυαλιστά πόμολα. Ακόμα κι εκείνη η μικρή του θείου Κώστα, του αδερφού της μαμάς, με το σιδερένιο χέρι για χτυπητήρι. «Σ' ένα χρόνο.» το είπε ο Αχιλλέας.

Ένα χρόνο τώρα γυρνάω μ' ένα ταγάρι και μια καθαρή κιλότα μέσα. Ένα χρόνο κοιμάμαι σε ξένα σπίτια. Κάθε μέρα κι ένας λιγότερος. Πιάσανε τη Νίνα, τον Πάνο, τον Ευγένιο. Ήτανε δέκα μικροί νέγροι κι έμεινε ένας, εγώ, απ' όλη τη συντροφιά. Αυτό είναι το χειρότερο, χωρίς φίλους. Κάθε τόσο συναντάω τη Λίζα στα βιαστικά, να μου φέρει κανένα ρούχο και λεφτά. Έχει, λέει, βάλει πάνω στη βιβλιοθήκη μόλις μπαίνεις στο χολ του σπιτιού μας τη φωτογραφία του πατέρα με τα παράσημα από τον πόλεμο. Να γυρίσω σπίτι κι αν έρθουν να ψάξουν, μπορεί να τους σταματήσει ο νεκρός ήρωας της Αλβανίας. Δεν θα τους σταματήσει τίποτα. Δεν είμαι η κόρη του ήρωα, είμαι η αρραβωνιαστικιά του συμμορίτη. «Πού θα μείνεις απόψε;» ρωτάει ανήσυχα η Λίζα. «Έχω κάπου.» Δεν έχω πουθενά. Είναι απόγεμα κι ακόμα δεν ξέρω πού θα περάσω αυτή τη νύχτα. Δεν ξέρω ποια πόρτα να χτυπήσω. «Μπορώ; Γι' απόψε μονάχα;» Χτύπησα την πόρτα της Έρσης. Με την Έρση καθόμασταν δώδεκα χρόνια στο ίδιο θρανίο. Τα Σαββατοκύριακα τα περνούσαμε μαζί, πότε στο σπίτι της, πότε στο δικό μας. Άνοιξε την πόρτα η ίδια και με κράτησε στο κεφαλόσκαλο. Δεν μου είπε φοβάμαι. Δεν είπε οι δικοί μου δεν θα θέλουν. Μόνο: «Φύγε, φύγε». Δεν έφυγα αμέσως. Δεν ξέρω γιατί. «Εσείς που παίρνετε τα παιδιά και τα κάνετε γενίτσαρους, εσείς που σφάζετε…» Φεύγω χωρίς να της πω: «Εμάς που μας στήνετε στον τοίχο…». Στάθηκα για λίγο βουβή μπροστά στην κλειστή πόρτα.

Στην πρώτη δημοτικού, την πρώτη μέρα του σχολείου, δυο κοριτσάκια κάθονται παράμερα, φοβισμένα. Η Έρση κι η Δάφνη. Σιγά σιγά, χωρίς να το καταλάβουμε, τα δάχτυλά μας βρέθηκαν πλεγμένα. Μείναμε έτσι δώδεκα χρόνια. Όχι, δεν ερχότανε μαζί μου να γράψουμε στους τοίχους, μα βοηθούσε στα μαθητικά συσσίτια. Τον Δεκέμβρη του '44 μας χώρισαν αδιαπέραστα σύνορα. Έμενε προς τη μεριά που ήταν οι Εγγλέζοι και οι άλλοι. Όταν τη συνάντησα μετά, μου μιλούσε για κουβάδες μάτια. Έλεγα πως τρόμαξε και θα της περάσει. Τώρα το μίσος στα μάτια της Έρσης, το μίσος στη δική μου ψυχή. Τώρα ο εχθρός είναι η Δάφνη. Τώρα ο εχθρός είναι η Έρση.

Βιβλιογραφικά

Άλκη Ζέη, Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα, Κέδρος, Αθήνα 2008, σ. 26-29.

Δείτε επίσης:

Μεταδεδομένα

< Λήξη πολέμου > < Ζέη > < Σοσιαλισμός-Κομμουνισμός >

▲▲▲

Η μεγάλη πλατεία

(απόσπασμα)


Χρίστος


Κάθε μέρα και περίσσευε ο κίνδυνος, λέγαν «δεν μπορεί, θα 'ρθεί και δω το σκότωμα», που χτυπιόνταν στην Αθήνα μες στους δρόμους, τα μαθαίναν από τις εφημερίδες κι από τα χωνιά, λέγαν «ο αδούλωτος λαός», βάζανε φωτογραφίες απ' την αιματοχυσία, όπου νεαρά κορίτσια μαυροφορεμένα γονατίζανε στο δρόμο και κρατούσανε τεράστια συνθήματα, τέλος πέφτανε οι τουφεκιές και τα σκοτώνανε και την άλλη μέρα άλλες μαυροφορεμένες στις φωτογραφίες· κι έλεγε ο Χρίστος «θα σφαχτούμε μεταξύ μας». Το πρωί που έφευγε από το σπίτι είχαν σταματήσει τραμ και αυτοκίνητα, είχε φράξει ο μεγάλος δρόμος απ' τη διαδήλωση, πιο πολύ γυναίκες, μα και άντρες και παιδιά, που κουνούσαν τις γροθιές τους, και κραυγάζαν «έξω οι Εγγλέζοι, κάτω οι μπουραντάδες», και τους έβλεπε ο κόσμος απ' τα μαγαζιά, πίσω από τζάμια και από κλειστά παράθυρα, όπου είδε ο Χρίστος τη γειτόνισσα, τη γυναίκα απ' τον τραμβαγιέρη, μια ξερακιανή φιλάσθενη, φώναζε και φώναζε σαν μανιασμένη, μια στιγμή συναντηθήκαν οι ματιές τους, έδειξε σαν να ζωντάνεψε, είπε «έλα, Χρίστο» κι εννοούσε ανάμεσά τους, τον καλούσε και με τ' απλωμένο χέρι της, αλλά ένεψε κείνος όχι και χαμογελούσε, από πού κι ως πού; αναρωτιότανε, πώς και τόση οικειότητα; όμως «πρέπει να 'μαι στη δουλειά μου» φώναξε - μέσα του νευρίαζε μετάνιωνε, δεν του χρειαζόταν δικαιολογία, σκέφτονταν. Και την ίδια ώρα άκουσε το αυτοκίνητο, ήταν φορτηγό εγγλέζικο, άνοιγε το δρόμο του στο πλήθος, μα σειόντανε γροθιές, κάποιοι βρόντηξαν τις λαμαρίνες με τα χέρια τους· όπως προχωρούσε είδαν από πίσω που κάθονταν πέντε στρατιώτες, φαίνονταν απορημένοι σκεφτικοί, όπου βλέπαν μία θάλασσα από γροθιές που απειλούσαν, που περνούσε ανάμεσά τους το αυτοκίνητο, που 'τανε οι ξένοι πάνω κι ο λαός μονάχος και περπατηχτός, κάποια ώρα έπεσε μια πέτρα στο φτερό, έκανε έναν κρότο που τους πάγωσε, μα βρυχήθηκε η μηχανή, κι έτρεξε πιο γρήγορα το αυτοκίνητο, και παραμερίζαν αναγκαστικά, σαν να είδε ο Χρίστος άλλη μία πέτρα που 'γραφε καμπύλη κι αστοχούσε, «αλληλοχτυπιόμαστε» μονολογούσε, όμως άνοιξε το βήμα αποφασισμένος να τους προσπεράσει, όπου να 'ναι έρχονται κι εδώ, σκεφτόταν.

Γιατί άκουσε μια μέρα άθελά του την Αλκμήνη, το Δημήτρη, κι έλεγε με πάθος το κορίτσι «είναι ώρα πια να τους συντρίψουμε» κι αισθανόταν δεν αναγνωρίζω τη φωνή της, σαν να είχε βάλει κάποιο σίδερο μες στο λαιμό της που την αλλοιώνει, ο Δημήτρης ήταν μαλακός δισταχτικός, «δε μ' αρέσει που σκοτώνονται» της έλεγε - «όμως είναι οι δικοί μας, τα αδέρφια μας» επέμενε η Αλκμήνη - «και οι άλλοι τι να είναι;» αναλογιζόταν το αγόρι - «τους προδότες και τους μπουραντάδες σκέφτεσαι; ξέχασες που μας σκοτώνανε στους δρόμους;» - μα δεν της απάντησε· «τους φοβάσαι;» ρώτησε η Αλκμήνη σαν να τον χαστούκιζε, τότε είπε κείνος «κάτι δε με πείθει, τους φοβάμαι όλους τούτους που φωνάζουν και κουνάνε τις γροθιές τους, τι θα κάνουν αύριο αν θα νικήσουνε οι άλλοι, τους γνωρίζεις όλους που κρατάνε τα» - όμως άνοιξε η πόρτα, μπήκε η Αμαλία και την ξαναχτύπησε με βρόντο, έπαψαν οι ομιλίες και παραπονέθηκε ο Χρίστος «δεν προσέχεις», όμως δεν κατάλαβε η μάνα, είχε τα δικά της να σκεφτεί, το δικό της τρόπο. Πρέπει να 'τανε το ίδιο βράδυ στην εφημερίδα, τον πλησίασε ο Νίκος, ένας κοντουλός κατσαρομάλλης, που 'χε κάνει χρόνια στην Ανάφη - τώρα είχε πάρει πόστο και καθοδηγούσε - είπε «θα 'θελες να 'ρθείς σε μια σειρά μαθήματα;» και τον ρώτησε «σαν τι μαθήματα;» - τα οργάνωνε το κόμμα και μιλούσαν γιαπολιτική και για τον τύπο, «να 'ρθω» συγκατένευσε ο Χρίστος, μα «πώς πάνε στην Αθήνα;» ρώτησε - «πολεμάμε» είπε ο άλλος και το έκοψε κει.

Κι έτρεχε ο κόσμος μες στους δρόμους, η φτωχολογιά, οι οργανωμένοι νεαροί με τα χωνιά, με τα περιβραχιόνια και τις σημαίες, όμως έβλεπε ο Χρίστος κι άλλους - πιο πολύ σε μαγαζιά, σε σπίτια - παρακολουθούσαν δυσαρεστημένοι, μοιάζανε να λένε μέχρι πότε; που μπορεί να τους κοβόταν η ανάσα ή να λαχανιάζαν και να πέφταν. Τώρα προχωρούσε βιαστικά, είχε ξεπεράσει και την κεφαλή της διαδήλωσης κι έψαχνε για τραμ ή γι' αυτοκίνητο, ματαίως - είπε μέσα του να ανεβώ στο Χιρς, μήπως λειτουργεί το πάνω τραμ, τα σοκάκια έμοιαζαν πιο έρημα, που και που γραμμένοι τοίχοι με συνθήματα, για τη «μάχη της Αθήνας», για τους μπουραντάδες και τον άτιμο το Σκόμπι, έβλεπε αυλές με δέντρα, κάπου ένιωσε την υγρασία και σκεφτόταν θα γεμίσουν οι ξερόλακκοι, που κατηφορίζαν απ' την Τούμπα και χυνόντανε στη θάλασσα. Μέχρι τώρα είχε παρακολουθήσει καμιά δεκαριά μαθήματα, δε θα γίνουν και πολλά, συλλογιζότανε, λέγαν πως οι Άγγλοι ρίχνανε δυνάμεις στην Αθήνα και χτυπούσαν και με αεροπλάνα, πολεμούσαν κι οι δικοί μας απ' την Αφρική - «να που αλληλοσκοτωνόμαστε» του έλεγε η Αμαλία, κι έτρεμε η καρδιά της, «περιμέναμε να φύγουνε οι Γερμανοί να ησυχάσουμε» παραπονιόταν, ένα βράδυ αρπαχτήκανε με την Αλκμήνη και ο Χρίστος σήκωσε το χέρι του (σκέφτηκε πως το 'κανε πρώτη φορά) «Παναγιά μου, να τι γέννησα» κλαιγότανε η μάνα· κι απομείναν άγρυπνοι τη νύχτα, ταραγμένοι, φοβισμένοι, ν' αφουγκράζονται τις πόρτες ή τα βήματα.

Βιβλιογραφικά

Νίκος Μπακόλας, Η μεγάλη πλατεία. Ιστορία των μέσων και νέων χρόνων, Κέδρος, Αθήνα 1987, σ. 436-438.

Μεταδεδομένα

< Κοινωνικές ταραχές >

Ιστορία

Γραπτές πηγές

  1. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας
  2. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας

    «Τον Οκτώβριο του 1944 η γρήγορη προέλαση του ρωσικού στρατού προς τα Βαλκάνια υποχρεώνει τους Γερμανούς ν' αποσυρθούν απ' την Ελλάδα. Στις 12 Οκτωβρίου η Αθήνα κι ο Πειραιάς απελευθερώνονται, και στις 14 μια βρεταννική ταξιαρχία διοικούμενη από το στρατηγό Σκόμπι, που αναλαμβάνει επίσης τη διοίκηση όλων των συμμαχικών δυνάμεων, φτάνει στην Ελλάδα. μερικές μέρες αργότερα έρχεται και η ελληνική κυβέρνηση. Ενώ οι Γερμανοί δεν είχαν ακόμη εκκενώσει την Ελλάδα, ενώ η Κρήτη κατεχόταν πάντα κι ο πόλεμος συνεχιζόταν, ο στρατηγός Σκόμπι απαιτεί τον αφοπλισμό του αντάρτικου στρατού πριν απ' τις 10 Δεκεμβρίου. Οι υπουργοί του Ε.Α.Μ. παραιτούνται κι ο Ε.Λ.Α.Σ., αρνούμενος να διαλυθεί, αντιστέκεται στους Άγγλους και στα βασιλόφρονα στρατεύματα που έφτασαν στο μεταξύ στην Ελλάδα (3 Δεκεμβρίου). Στην Αθήνα οι μάχες διαρκούν πάνω από ένα μήνα. Ο ίδιος ο Τσώρτσιλ φτάνει στην Ελλάδα και προσπαθεί μάταια να καθησυχάσει τα πράγματα. Η συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φεβρουαρίου 1945), που είχε την εγγύηση της βρεταννικής κυβέρνησης και προέβλεπε τον εκδημοκρατισμό του στρατού και των σωμάτων Ασφαλείας και τη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για τη διεξαγωγή, το γρηγορότερο, εκλογών και δημοψηφίσματος, βάζει τέλος σ' αυτή την πρώτη σύγκρουση. Στο μεταξύ, ο μητροπολίτης Αθηνών Δαμασκηνός αναλαμβάνει την αντιβασιλεία.»

  3. Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση, 1944-1946
  4. Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση, 1944-1946

    «Η πανηγυρική ατμόσφαιρα της απελευθέρωσης δεν μπορούσε να αποκρύψει τα μεγάλα προβλήματα που παρέμεναν. Η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα, ενώ ο ΕΛΑΣ κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Παράλληλα, γερμανικές δυνάμεις παρέμειναν στην Κρήτη μέχρι το τέλος του πολέμου, το 1945. Η κατάσταση ήταν χαώδης. Η Ελλάδα είχε ερημωθεί, ο λαός πεινούσε, χρήματα δεν υπήρχαν, ενώ πολιτικά η χώρα ήταν χωρισμένη σε αντίπαλα στρατόπεδα. Όπως προαναφέρθηκε, έως το καλοκαίρι του 1944, το μεγάλο ερώτημα ήταν εάν τα σοβιετικά στρατεύματα θα συνέχιζαν την προέλασή τους και πέρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Όταν ο σοβιετικός στρατός σταμάτησε στα σύνορα της Ελλάδας, το ερώτημα άλλαξε: θα σταματούσε εκεί προσωρινά ή για πάντα; Αρχικά το ΚΚΕ πίστεψε ότι τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν σταματήσει μόνο για λίγο, σύντομα όμως πληροφορήθηκε από σοβιετικούς στρατιωτικούς συνδέσμους ότι, όσο η Γερμανία δεν είχε νικηθεί και όσο υπήρχε ακόμη ο κίνδυνος μιας χωριστής ειρήνης των ΗΠΑ και της Βρεταννίας με τον Χίτλερ, τα σοβιετικά στρατεύματα δεν επρόκειτο να περάσουν τα ελληνικά σύνορα.»

  5. Μετά τον πόλεμο
  6. Μετά τον πόλεμο

    «Ακόμα και σήμερα επικρατεί μεγάλη διχογνωμία γύρω από τα αίτια και τη σημασία των Δεκεμβριανών: επρόκειτο για την αρχή της κατάληψης της εξουσίας από τους κομμουνιστές ή για μια αυθόρμητη αντίδραση της Αριστεράς ενάντια στη βία και τις προκλήσεις της Δεξιάς; Ήταν το πρώτο ή μήπως κιόλας το δεύτερο στάδιο του εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, που θα ξεσπούσε και θα κατέληγε σε γενικευμένο πόλεμο την περίοδο 1946-49; Τα ερωτήματα αυτά παραμένουν αναπάντητα. Εκείνο που είναι σίγουρο είναι ότι με το τέλος των συγκρούσεων τον Ιανουάριο του 1945 και με τους όρους της ειρήνης που συμφωνήθηκαν τον επόμενο μήνα στη Βάρκιζα η πλάστιγγα της εξουσίας στην Ελλάδα έγειρε ξαφνικά και αποφασιστικά σε βάρος της Αριστεράς, για πρώτη φορά μετά το 1942.»

  7. Ματωμένη Κυριακή
  8. Ματωμένη Κυριακή

    «Την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου (1944) βρισκόμουν στην Αθήνα, στην πλατεία Συντάγματος, μαζί μ' έναν Αμερικανό ρεπόρτερ, τον Κόνι Πούλος. Είχε ξεκινήσει μια μεγάλη διαδήλωση. Οι οπαδοί του ΕΑΜ διαμαρτύρονταν για τον αφοπλισμό των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Η αστυνομία, είχε διαταχθεί να σταματήσει τη διαδήλωση, κι είχε σχηματίσει έναν κλοιό στο δρόμο.

    Την προηγούμενη μέρα η κυβέρνηση είχε δώσει την άδειά της αλλά αργά τη νύχτα η άδεια ανακλήθηκε. Οι αξιωματούχοι του ΕΑΜ δήλωσαν πως ήταν αδύνατο να ματαιώσουν τη διαδήλωση σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και αποφάσισαν να προχωρήσουν. Ένα τεράστιο πλήθος γέμιζε το δρόμο μπροστά στον αστυνομικό κλοιό. Ξαφνικά, ακούστηκαν πυροβολισμοί κι ακολούθησε μια ριπή. […] Οι σποραδικοί πυροβολισμοί σταμάτησαν σε μερικά δευτερόλεπτα. Οι διαδηλωτές σηκώθηκαν κι άρχισαν να διαλύονται. Μερικά σώματα έμεναν ακίνητα στο δρόμο. Κάποιος φώναζε βοήθεια.

    Όσοι τραυματίες μπορούσαν να περπατήσουν υποβαστάζονταν από τους συντρόφους τους. Μετά από μια μικρή διακοπή, η αστυνομία πυροβόλησε ξανά τους διαδηλωτές. Όταν φάνηκε πως οι πυροβολισμοί σταματούν οριστικά, μερικοί διαδηλωτές εμφανίστηκαν στην πλατεία. Συντάγματος νια να μαζέψουν τους νεκρούς και τους βαριά τραυματισμένους. Η αστυνομία, πυροβόλησε και τους απώθησε.

    Συνολικά η αστυνομία σκότωσε 23 και τραυμάτισε 140, ανάμεσά τους και πολλές γυναίκες. Αυτό, όμως, δεν σταμάτησε τους διαδηλωτές που άρχισαν να κατευθύνονται προς τον αστυνομικό σταθμό απ' όπου αναχαιτίστηκαν με νέα πυρά. Την ίδια στιγμή τα βρετανικά τεθωρακισμένα που είχαν σταθμεύσει κατά μήκος της Πανεπιστημίου κινήθηκαν κι εμφανίστηκαν στο δρόμο οι άντρες της βρετανικής στρατιωτικής αστυνομίας. Οι διαδηλωτές τούς υποδέχτηκαν με ανακούφιση κι έτρεξαν στην πλατεία Συντάγματος να τους αγκαλιάσουν και να τους μιλήσουν.»

  9. Η διάσπαση του ΚΚΕ
  10. Η διάσπαση του ΚΚΕ

    «Δεν προλάβαμε να διώξουμε τους Γερμανούς και φτάσαμε στο Δεκέμβρη. Χωρίς να ξέρουμε στην ουσία τι γινόταν. Ο Δεκέμβρης ξεκίνησε με το μεγάλο συλλαλητήριο στην Αθήνα,- μετά την παραίτηση των τεσσάρων πρώτων υπουργών του ΚΚΕ- όπου χτύπησε η Ασφάλεια και σκοτώθηκαν διαδηλωτές, ανάμεσα τους και μέλη του κόμματος. Την άλλη μέρα έγινε η κηδεία. Ήμουν τότε δεύτερος γραμματέας των φοιτητών. Η εντολή που είχαμε στο συλλαλητήριο ήταν ότι οι φοιτητές που ήταν ενταγμένοι στον ΕΛΑΣ, κάπου 30-50 άτομα, έπρεπε να είναι ένοπλοι. Και ότι θα έδιναν εντολή οι επικε­φαλής τους για το πού θα χτυπήσουν τα τανκς, που σημαίνει ότι ήταν αποφασισμένη η σύγκρουση. Διότι δεν κάνεις ένα συλλαλητήριο με ενόπλους όταν δεν θέλεις να γενικευτεί η σύγκρουση. […] Ο Δεκέμβρης ήταν μια μεγάλη ανοησία, που κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τι νόημα είχε. Ήμαστε στην κυβέρνηση, αφήσαμε την κυβέρνηση, είχαμε κάνει τις συμφωνίες Λιβάνου και Καζέρτας, καλές-κακές, δεν υπήρχαν οι όροι που θέλαμε ή όπως ακριβώς τους θέλαμε, εν πάση περιπτώσει οι συμφωνίες είχαν γίνει. Και κάποια στιγμή που ετέθη το θέμα να διαλυθούν οι αντάρτικες δυνάμεις και να γίνει ενιαίος ελληνικός στρατός εμείς βάλαμε διάφορα θέματα, τα οποία δεν ξέρω σε ποιο βαθμό ήταν σωστά ή όχι. Εν πάση περιπτώσει, ήταν αργά εκείνη την ώρα να ανακαλέσουμε τις συμφωνίες που είχαμε, υπογράψει ή τις ευθύνες που είχαμε αναλάβει.»

  11. Ιστορία του Ελληνικού Εμφύλιου Πολέμου
  12. Ιστορία του Ελληνικού Εμφύλιου Πολέμου

    «Για να ξαναγυρίσουμε στα γεγονότα του Δεκέμβρη και στις επιδράσεις τους, οι στρατιωτικές δυνατότητες του αντάρτικου στρατού φαίνονταν να εξαντλούνται εκεί όπου άρχιζε ο βαρύς στρατιωτικός εξοπλισμός του αντιπάλου. Σε όλη τη διάρκεια των μαχών δεν βρέθηκε κανένας αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης των τεθωρακισμένων, ακόμη και των πλέον ελαφρών. Δεν βρέθηκε επίσης τρόπος αντιμετώπισης της αεροπορίας, η οποία, εκτός από τα θύματα που καθημερινά προκαλούσε στις συνοικίες της Αθήνας, πέτυχε δύο κρίσιμους στόχους. Κατέστησε αδύνατη τη γρήγορη μεταφορά ενισχύσεων με τη δι' αυτοκινήτων μετακίνηση μονάδων από τις πλέον απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας και περιόρισε στο ελάχιστο τον ανεφοδιασμό του μαχόμενου στην Αθήνα ΕΛΑΣ. Δεύτερον, και εξίσου σημαντικό, η διαρκής παρουσία της πάνω από το πεδίο της μάχης απαγόρευσε τη συγκέντρωση των μονάδων του ΕΛΑΣ, την αναδιοργάνωσή τους δηλαδή στα πρόθυρα της πόλης και τη συγκροτημένη είσοδό τους σε αυτή. Το αποτέλεσμα αυτής της επιτήρησης ήταν ότι οι μονάδες που κατέφθαναν για την ενίσχυση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ έφθαναν στην Αθήνα κομματιαστά, έτσι ώστε να μην δίνουν στόχο, κατέφευγαν ταχύτατα στην κατοικημένη περιοχή όπου θα μπορούσαν να κρυφτούν και, τελικά, εμπλέκο­νταν στις επιχειρήσεις σε μικρά τμήματα, μην μπορώντας πουθενά να δημιουργήσουν ένα ισχυρό κέντρο βάρους και να πετύχουν την τοπική υπεροχή σε αριθμούς και μέσα. Η αεροπορία δηλαδή ανάγκασε τον ΕΛΑΣ να δίνει τη μάχη του με πολύ μειονεκτικούς όρους, οι οποίοι μάλιστα λειτουργούσαν αθροιστικά και τόνιζαν ακόμη περισσότερο την εξαρχής υποδεέστερη θέση του.»

  13. Εξέγερση στην Αθήνα
  14. Εξέγερση στην Αθήνα

    «Η μεγάλη μάζα του πληθυσμού είχε εξαντληθή από μια παρατεταμένη και μέχρι θανάτου σχεδόν πείνα, ενώ τα ιατρικά εφόδια και υπηρεσίες είχαν μειωθή σε επικινδύνως χαμηλά επίπεδα. Έτσι έπρεπε να εφαρμοσθή αμέσως ένα πρόγραμμα μαζικής περιθάλψεως για να αποτραπή η συνέχιση της ασιτίας και οι τόσο διαδομένες στερήσεις κατά τον επερχόμενο χειμώνα. Έπρεπε να υπάρξη πρόνοια για τις πολλές χιλιάδες των άστεγων και των ξεκληρισμένων από τον τόπο τους. Έπρεπε να ελεγχθή αμέσως ο αχαλίνωτος πληθωρισμός και η εθνική οικονομία να υποστηριχθή για να ενθαρρυνθή η επανάληψη της παραγωγής και να αποκατασταθή η εμπιστοσύνη στη νομισματική και οικονομική πολιτική του Κράτους.

    Η μαζική ανεργία από τη μια και η πολυδαίδαλη δημόσια υπηρεσία από την άλλη έπρεπε να τεθούν υπό έλεγχο. Ένα έθνος που επί τέσσερα χρόνια θεωρούσε την κυβερνητική εξουσία σαν όργανο της ξένης τυραννίας και της προδοτικής συνεργασίας, έπρεπε τώρα να συνειδητοποίηση για μια ακόμη φορά την ανάγκη του σεβασμού προς τον νόμο και προς την έννομη συμπεριφορά. Και τούτο σε μια εποχή, όταν χιλιάδες όπλων βρίσκονταν στα χέρια απειθάρχητων και κατ' εξοχήν ατομικιστών πολιτών. […]

    Οι συνεργάτες του εχθρού και όλοι εκείνοι που είχαν επωφεληθή από τα πολεμικά χρόνια για να τακτοποιήσουν προσωπικούς τους λογαριασμούς και να αυξήσουν την ισχύ τους και τον πλούτο τους έπρεπε τώρα να μηνυθούν κανονικά, να δικασθούν και να τιμωρηθούν με τρόπο, ο οποίος όχι μόνο θα ικανοποιούσε απλώς ένα ξεσηκωμένο έθνος, αλλά και θα αποκαθιστούσε την υπόληψη του δικαστικού σώματος σαν αμερόληπτου. Οι οργανωμένες ανταρτικές ομάδες έπρεπε να αφοπλισθούν και να διαλυθούν, τα δε μέλη τους να γυρίσουν στη δημιουργική και ειρηνική εργασία. Και για τη πραγματοποί­ηση όλων αυτών των τρομερών μέτρων, με κάποιο βαθμό επιτυχίας, ήταν απολύτως αναγκαία η ύπαρξη μιας ισχυράς, θαρραλέας και ενιαίας κεντρικής εξουσίας. Και το έργο αυτό, τον Οκτώβριο του 1944, έπεσε στους ώμους της αδοκίμαστης ακόμη κυβερνήσεως της εθνικής ενότητος.»

  15. Εξέγερση στην Αθήνα
  16. Εξέγερση στην Αθήνα

    «Ήταν φανερό πια ότι η κατάσταση στην Αθήνα είχε πάρει μια επικίνδυνη καμπή προς τα χειρότερα. Βρεταννικοί διπλωματικοί κύκλοι είκαζαν για άλλη μια φορά στις 17 Νοεμβρίου ότι το ΕΑΜ θα προχωρούσε σε πραξικόπημα πριν από τις αρχές του Δεκέμβρη, όταν θάπρεπε να διαλυθή ο ΕΛΑΣ. Ταυτόχρονα, πάντως, μια προσεκτική μελέτη του κομμουνιστικού τύπου στην ελληνική πρωτεύουσα ενισχύει την άποψη ότι οι πληροφορίες της Βρεταννικής Αντικατασκοπείας, σχετικά με τη προπαγανδιστική εκστρατεία του ΚΚΕ και τη τακτική των πιέσεων, ήταν αστήρικτες. Όχι μόνο δεν υπήρξε προσπάθεια να προβληθούν δυσμενώς οι βρεταννικές στρατιωτικές αρχές, αλλά υπήρχε μια συνεχής, αν και συχνά επιφυλακτική, υποστήριξη προς τη κυβέρνηση Παπανδρέου.

    Στις 15 Νοεμβρίου ο γραμματεύς του Κόμματος Σιάντος, σε συνέντευξή του προς το Ρώυτερ, στην οποία μάλιστα δόθηκε ευρεία δημοσιότητα, διεκήρυσσε ότι "επιθυμούμε την τάξη και την ηρεμία στο εσωτερικό, έτσι ώστε η χώρα μας να μπόρεση με τη βοήθεια των Ηνωμένων Εθνών, να πάρη βαθμιαία το δρόμο της αναρρώσεως… ". Στο θέμα της μελλοντικής τύχης του ΕΛΑΣ ο Σιάντος ήταν προσεκτικός κι' ευέλικτος: "Όλες οι ελληνικές εθελοντικές ένοπλες δυνάμεις ανεξαιρέτως, που συγκροτήθηκαν στο εσωτερικό και το εξωτερικό πρέπει να διαλυθούν και να συγκροτηθή ένας νέος εθνικός στρατός με μια συνηθισμένη κλήση υπό τα όπλα πολλών ηλικιών".»

  17. Εξέγερση στην Αθήνα
  18. Εξέγερση στην Αθήνα

    Τηλεγράφημα της 28 Νοεμβρίου 1944 από τον "Γέρο" προς τα Γραφεία του ΚΚΕ Μακεδονίας, Θεσσαλίας, Στέρεας Ελλάδος, Ηπείρου, Πελοποννήσου.

    «Ο πρωθυπουργός επιμένει για τη διάλυση του ΕΛΑΣ, ενώ αρνήθηκε να διαλύσει την Ορεινή Ταξιαρχία και τον Ιερό Λόχο. Αυτό είναι απαράδεκτο. Η κατάσταση είναι κρίσιμη. Επαγρυπνείτε και να είσθε έτοιμοι για την απόκρουση οποιουδήποτε κινδύνου. Οι Βρεταννοί και η ελληνική αντίδραση απαιτούν τη διάλυση του Λαϊκού Στράτου μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου. Ταυτόχρονα επιμένουν για τη διατήρηση των ελληνικών ένοπλων τμημάτων, που οργάνωσαν οι Έλληνες φασίστες στη Μέση Ανατολή, με το επιχείρημα ότι αποτελούν συμμαχική δύναμη. Σκοπεύουν να επιβάλουν φασιστική δικτατορία, με τη βοήθεια των παραπάνω φασιστικών τμημάτων και των μυστικών ένοπλων δυνάμεων των φασιστών στην Αθήνα, μετά τη διάλυση του ΕΛΑΣ. Έχοντας εμπιστοσύνη στις οργανωμένες λαϊκές μας δυνάμεις, ένα μεγάλο τμήμα από τις οποίες είναι εξωπλισμένο, έχουμε θέσει σαν όρο για τη διάλυση του ΕΛΑΣ όλες οι ένοπλες δυνάμεις της αντιδράσεως, μαζύ κι' αυτή η Χωροφυλακή, να διαλυθούν ταυτοχρόνως. Οι Βρεταννοί αρνήθηκαν να αποδεχθούν τη πρόταση αυτή και πιέζουν την αντίδραση να αρχίσει έναν εμφύλιο πόλεμο ανά πάσα στιγμή. Είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε την πρόκληση».

  19. Εξέγερση στην Αθήνα
  20. Εξέγερση στην Αθήνα

    Διαταγή του Τσώρτσιλ προς τον στρατηγό Σκόμπι, τις πρώτες πρωινές ώρες της 5ης Δεκεμβρίου:

    «Είσθε υπεύθυνος δια την τήρησιν της τάξεως εις τας Αθήνας και δια την εξουδετέρωσιν ή την καταστροφήν όλων των ομάδων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που πλησιάζουν την πόλιν. Δύνασθε να ορίσετε οιουσδήποτε κανονισμούς προς αυστηρόν έλεγχον των οδών ή δια την ομαδικήν σύλληψιν οιουδήποτε αριθμού βαρβάρων ατόμων. Φυσικόν είναι ο ΕΛΑΣ να τοποθετη γυναικόπαιδα ως προφυλακήν οπουδήποτε είναι πιθανόν να χρησιμοποιηθούν πυρά. Επ' αυτού πρέπει να επιδείξετε επιδεξιότητα και να αποφύγετε τα λάθη. Αλλά μη διστάζετε να πυροβολήτε εναντίον οιουδήποτε ωπλισμένου άρρενος εις τας Αθήνας, που επιτίθεται κατά των βρεταννικών Αρχών ή των συνεργαζομένων με ημάς ελληνικών άρχων.

    Σχετικώς με τας ομάδας του ΕΛΑΣ, που πλησιάζουν έξωθεν, θα πρέπει ασφαλώς να είσθε εις θέσιν να δώσετε εις μερικούς εξ αυτών με τον οπλισμόν σας ένα μάθημα, που θα κάμη τους άλλους να μη αποπειραθούν τα ίδια. Δύνασθε να υπολογίζετε επί της υποστηρίξεώς μου δια κάθε λογικήν ενέργειαν βάσει των ανωτέρω. Πρέπει να κρατήσωμεν και να κυριαρχήσωμεν εις τας Αθήνας. Θα είναι μεγάλη επιτυχία δια σας να πραγματοποιήσετε τούτο χωρίς αιματοχυσίαν ει δυνατόν, αλλά και με αιματοχυσίαν εν ανάγκη.»

  21. Ο Δεκέμβριος του 1944
  22. Ο Δεκέμβριος του 1944

    Έκθεση του Σουηδού πρέσβη στην Αθήνα, Κ. Β. Τύμπεργκ, προς το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας του, τις 24 Νοεμβρίου 1944:

    «Σ' ένα επίσημο μεσημβρινό γεύμα κάθισα τυχαία δίπλα στον πρωθυπουργό. Μίλησε ανοιχτά για την κατάσταση και τις εξαιρετικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβέρνησή του. Ο Παπανδρέου ανέφερε ότι το ΕΑΜ έχει αποκτήσει δύναμη, δεδομένου ότι ο ΕΛΑΣ κυριαρχεί σε πολλές περιοχές της χώρας. Το ΕΑΜ στην πραγματικότητα αποτελεί κράτος εν κράτει και επιβάλλεται ν' αποκατασταθεί η ομαλότητα και η κυβέρνηση ν' αποκτήσει πλήρη έλεγχο. Σημαντικότερη αποστολή του προσδιόρισε τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και τη δημιουργία εθνικού στρατού. Επανέλαβε πολλές φορές τον όρο ν' αφοπλιστεί ο ΕΛΑΣ και να οπλιστεί το κράτος. Αρχίσαμε ήδη σήμερα- συνέχισε ο Παπανδρέου- να συγκεντρώνουμε την κλάση του 1936. […] Η παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ θα γίνει στις 10 Δεκεμβρίου, τόνισε ο πρωθυπουργός. Δεν απέκρυψε όμως ότι οι εβδομάδες που έρχονται θα είναι πάρα πολύ κρίσιμες και επιβάλλεται άκρα προσοχή κι επαγρύπνηση. Εξέφρασε τη λύπη του γιατί τ' αστικά κόμματα δυσκολεύουν αφάνταστα με το μίσος τους και τις συνεχείς επιθέσεις των οργάνων τους κατά του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Με τον τρόπο αυτό συμβάλλουν στην αντίσταση του ΕΛΑΣ κι ενθαρρύνονται όσοι στις τάξεις του είναι κατά του αφοπλισμού. Δε θα πρέπει, υπογράμμισε ο Γεώργιος Παπανδρέου, να λησμονείται και ο φόβος του ΕΑΜ και των κομμουνιστών ότι μπορεί να δημιουργηθεί κλίμα αντιποίνων. Δεν έχω την πρόθεση- πρόσθεσε- να κηρύξω διωγμό κατά των κομμουνιστών ούτε να προκαλέσω προϋποθέσεις για δικαιολογία μιας τέτοιας δίωξης.»

  23. Ο Δεκέμβριος του 1944
  24. Ο Δεκέμβριος του 1944

    Ο ανταποκριτής της γερμανικής εφημερίδας Νόυε Τσύρχερ Τσάιτουνγκ μετέδιδε τηλεφωνικά από την Αθήνα στην εφημερίδα του, 27 Δεκεμβρίου 1944:

    «Το ταξίδι των Τσώρτσιλ και Ήντεν στην Αθήνα κρίνεται στη Γερμανία σαν πολιτικά εντυπωσιακό. Η Βίλελμστρασε αιφνιδιάστηκε. Το γεγονός ότι αποφάσισε ο ηλικίας 70 χρονών Βρετανός πρωθυπουργός να υποστεί τις ταλαιπωρίες, αυτή την εποχή του χρόνου, τόσο κοπιώδους ταξιδιού, προκαλεί εδώ εντύπωση. Η ενέργεια αυτή κρίνεται από τους Γερμανούς διπλωμάτες ως ενδεικτική του ότι στο Λονδίνο μεγαλώνει η ανησυχία για τον τραυματισμό του γοήτρου της Αγγλίας στη Μεσόγειο και για τον κλονισμό που υπέστη στην Ελλάδα σε βαθμό που δεν μπορεί ν' αποκατασταθεί. Η εκτίμηση εδώ είναι πως, για να πραγματοποιηθεί το ασύνηθες αυτό διάβημα της επίσκεψης στην Ελλάδα, πρέπει να έχει φτάσει τα όρια αναστάτωσης και θύελλας».

  25. Η Συμφωνία της Βάρκιζας και τα αίτια του Εμφύλιου Πολέμου
  26. Η Συμφωνία της Βάρκιζας και τα αίτια του Εμφύλιου Πολέμου

    «Ο στόχος της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν διττός: πρώτον, να τερματίσει τον εμφύλιο πόλεμο που είχε αρχίσει στις 3 Δεκεμβρίου 1944 και που είχε προσωρινά διακοπεί με την εκεχειρία της 15ης Ιανουαρίου και, δεύτερον, να δημιουργήσει συνθήκες κατάλληλες για τη συμφιλίωση των αντιπάλων παρατάξεων στη χώρα και για ειρηνική μεταπολεμική εξέλιξη. Ο πρώτος στόχος πραγματοποιήθηκε, ο δεύτερος όμως όχι. Λίγο περισσότερο από ένα χρόνο αργότερα, η Ελλάδα ήταν περισσότερο διχασμένη παρά ποτέ και σιγά σιγά φούντωνε νέος εμφύλιος πόλεμος. η δε Συμφωνία της Βάρκιζας είχε αποδειχτεί πως δεν ήταν παρά κουρελόχαρτο. Τα αίτια αυτών των εξελίξεων δεν μπορούν ασφαλώς να αναζητηθούν στο κείμενό της, αφού το λεκτικό της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν εξίσου καλό με οποιοδήποτε παρόμοιας συνθήκης ίσης σπουδαιότητας. Αν και οι δύο πλευρές είχαν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους, ίσως να είχε υπάρξει δυνατότητα ειρηνικής εξέλιξης.»

  27. Δεκέμβρης του '44
  28. Δεκέμβρης του '44

    «Ο Δεκέμβρης ήτανε η μεγάλη παγίδα στην οποία μπήκαμε με ενθουσιασμό και για χρόνια ολόκληρα έμεινε ως ο Μεγάλος Δεκέμβρης.

    Ήταν η πρώτη μεγάλη ήττα που υπέστη το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η Αριστερά γενικότερα.

    Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει το τι ήταν ακριβώς. Ήταν η πρώτη μιας σειράς από τραγικά λάθη που γίνανε, χωρίς συνειδητοποίηση ούτε του συσχετισμού των δυνάμεων ούτε της πολιτικής της άλλης πλευράς, ούτε των δικών μας επιδιώξεων.

    Τι ακριβώς θέλαμε; Να πετάξουμε τους Άγγλους στη θάλασσα; Αυτό ήταν μια ευχή αλλά από κει κι ύστερα τι θα γινόταν; Μπαίναμε στη σύγκρουση με τους Εγγλέζους χωρίς να σκεφτόμαστε τους όρους με τους οποίους θα διεξαγόταν αυτή η σύγκρουση. Ο πόλεμος στην Ευρώπη δεν είχε τελειώσει, οι Γερμανοί είχαν καθηλώσει τους Συμμάχους σε κάποιες περιοχές όπου γίνονταν ακόμη φονικότατες μάχες.

    Φαίνεται ότι τα κλιμάκια της ηγεσίας του ΕΑΜ υπολόγιζαν ότι οι Εγγλέζοι, παρά τις απειλές, δεν θα έρχονταν, δεν θα μπλέκονταν, δεν θα έφταναν στο σημείο να τουφεκίσουν τους χτεσινούς Συμμάχους ύστερα από τους ύμνους του Τσόρτσιλ και των υπολοίπων. Ήταν αφελείς αυτοί οι υπολογισμοί της ηγεσίας που δεν έβλεπε ότι σε τέτοιες ώρες εκείνο που κυριαρχεί είναι η αίσθηση των συμφερόντων μιας μεγάλης δύναμης όπως ήταν τότε η Αγγλία, η οποία είχε καίρια συμφέροντα στην Ελλάδα. Και βέβαια δεν είχε γίνει γνωστή, τουλάχιστον στον κόσμο, στους απλούς μαχητές, η περιλάλητη συμφωνία της Μόσχας.»

  29. Δεκέμβριος 1944, το ανεξήγητο λάθος
  30. Δεκέμβριος 1944, το ανεξήγητο λάθος

    Από την ομιλία του Δημήτρη Παρτσαλίδη (Γενικός Γραμματέας του ΕΑΜ) στην 7η Ολομέλεια του ΚΚΕ, το 1950:

    «Γεγονός είναι, σύντροφοι, ότι εκείνον τον καιρό που υπογράφαμε την Βάρκιζα δεν είχαμε απαλλαχτεί από την θεωρία πως στις συνθήκες της Ελλάδας δεν μπορούσαμε μόνοι μας να τα βγάλουμε πέρα, εφ' όσον η διεθνής κατάσταση δεν είναι ευνοϊκή για πιο αποφασιστική υποστήριξη του αγώνα μας από το εξωτερικό. Αυτή ήταν η άποψή μας. Λάθος ήταν η συμφωνία της Βάρκιζας, δεν έπρεπε να παραδώσουμε τα όπλα, μπορούσαμε να πολεμήσουμε και έξω από την Aθήνα. Τα λάθη τα δικά μας δεν πρέπει να τα φορτώνουμε στους άλλους, που μας σύσταιναν απλώς να υπογράψουμε συμφωνία, που να εξασφαλίζει την διατήρηση των δυνάμεών μας. Αυτό με την συμφωνία της Βάρκιζας δεν γινόταν. Μπορούσαμε, συνεχίζοντας τον πόλεμο έξω από την Αθήνα, να εξασφαλίσουμε τέτοιους όρους. Είναι αλήθεια, τότε μας βάραιναν οι συνέπειες μιας ολόκληρης σειράς προηγούμενων λαθών… Ο ΕΛΑΣ πολέμησε καλά και στην Αθήνα και στην Ήπειρο, εκείνο που χρειαζόταν και μας έλειπε εκείνη τη στιγμή ήταν η εμπιστοσύνη στις δυνατότητες που είχαμε και εσωτερικά και εξωτερικά…»

  31. Η Συμφωνία της Βάρκιζας
  32. Η Συμφωνία της Βάρκιζας

    «Η Συμφωνία της Βάρκιζας αντικατόπτριζε τον συσχετισμό δυνάμεων μετά τη μάχη της Αθήνας. Το ΚΚΕ ηττήθηκε: βρέθηκε εκτός κυβέρνησης, ενώ υποχρεώθηκε να αποστρατεύσει τον κομματικό του στρατό, τον ΕΛΑΣ, και να διαλύσει το κράτος που είχε δημιουργήσει στην κατοχή μέσω του ΕΑΜ. Με άλλα λόγια, απώλεσε τη δυνατότητα διεκδίκησης της εξουσίας, μια δυνατότητα που βασιζόταν αποκλειστικά στη στρατιωτική του ισχύ. Όμως, μολονότι συντριπτική, η ήττα του δεν ήταν ολοκληρωτική, καθώς το ΚΚΕ διέθετε ακόμη σημαντικά ερείσματα και οι Βρετανοί δεν επιθυμούσαν να συνεχίσουν τον πόλεμο εκτός Αθηνών. Έτσι διατήρησε τη δυνατότητα συμμετοχής στη νέα πολιτική πραγματικότητα που ξεκινούσε. Μπορούσε, μ' άλλα λόγια, να παίξει το πολιτικό παιχνίδι της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Έναν, περίπου, χρόνο αργότερα, όμως, επέλεξε την οδό μιας νέας ένοπλης σύγκρουσης. Γιατί απέτυχε η Βάρκιζα;

    Η σχετική ιστοριογραφία διαιρείται σε δύο σχολές, με βάση τις πολιτικές συμπάθειες των φορέων της. Η αντικομμουνιστική μεταπολεμική σχολή θεωρούσε πως η Βάρκιζα δεν ήταν για το ΚΚΕ παρά μια ευκαιρία ανασύνταξης, ώσπου να ωριμάσουν οι συνθήκες για την επόμενη επιχείρηση κατάληψης της εξουσίας, τον "τρίτο γύρο", όπως και έγινε. Άλλωστε, το ΚΚΕ αθέτησε την υποχρέωσή του να αφοπλιστεί, αποκρύπτοντας τον καλύτερο οπλισμό του, ενώ οργάνωσε ένα ολόκληρο στρατόπεδο εκπαίδευσης των στρατιωτικών του στελεχών στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Αντίθετα, η σχολή αυτή υποβάθμιζε το θέμα των διώξεων που εξαπολύθηκαν εναντίον των οπαδών (πραγματικών ή φανταστικών) του ΚΚΕ και τις αποδίδει αποκλειστικά σε μη ελεγχόμενες αντεκδικήσεις. Στην αντίθετη ακριβώς όχθη, συναντά κανείς τη φιλοκομμουνιστική μεταπολιτευτική σχολή, που υποστηρίζει πως το ΚΚΕ είχε αγκαλιάσει τον κοινοβουλευτισμό, αλλά ότι την επιλογή του αυτή υπονόμευσαν οι αντίπαλοί του, σπρώχνοντάς το στον δρόμο της ένοπλης δράσης. Πρόκειται για μια αντίληψη που θεωρεί το ΚΚΕ ως μοναδική περίπτωση πολιτικού κόμματος (και δη επαναστατικού…) που αποστρεφόταν την εξουσία και κατέφευγε (επανειλημμένως μάλιστα) στα όπλα με το ζόρι, μόνο όταν το έσπρωχναν οι αντίπαλοί του. Στην ίδια ακριβώς λογική εντάσσεται και ο χαρακτηρισμός της παραβίασης της Συμφωνίας της Βάρκιζας ως "μονόπλευρης": ότι δηλαδή παραβιάστηκε μόνο από την κυβερνητική πλευρά μέσω των διώξεων και της "λευκής τρομοκρατίας".»

  33. Δεκέμβρης του '44
  34. Δεκέμβρης του '44

    «Θυμάμαι ακόμη την παράδοση των όπλων μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Η δική μας ομάδα τα παρέδωσε στο Ευπάλιο της Δωρίδας. Το Ευπάλιο το ξανασυνάντησα γιατί κατά σύμπτωση ήταν το χωριό της γυναίκας μου- η οικογένειά της, οι Σμπαρούνη, κατάγονταν από εκεί. Στο Ευπάλιο κατέληξε το Σύνταγμά μας κι εκεί έγινε η παράδοση των όπλων. Ήτανε μια συγκλονιστική στιγμή. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι είχαν δεθεί με τα όπλα τους. Ήξεραν καλά ότι το όπλο ήτανε η εγγύηση της ελευθερίας τους, ότι με τα όπλα αυτά άγγιζαν την εξουσία που ήτανε όνειρο ιστορικό. Ξέραμε ότι αφήναμε τα όπλα που είχαμε αρπάξει από τον εχθρό και τα είχαμε τιμήσει. Έβλεπες παντού το βουβό κλάμα. Όταν βλέπεις να κλαίει ένα παιδί, λες παιδί είναι και κλαίει. Αλλά να βλέπεις να κλαίνε γενειοφόροι αντάρτες με χαραγμένα πρόσωπα, αγρότες που είχαν περάσει τόσα για να φτάσουν ίσαμε εκεί, να τους βλέπεις να αφήνουν τα όπλα που ήτανε η καρδιά τους και το αίμα τους, αυτές είναι στιγμές που δεν λησμονιούνται.»

Οπτικό υλικό

  1. Διαδήλωση του ΕΑΜ (03.12.1944)
  2. Καταστολή της διαδήλωσης ΕΑΜ (03.12.1944)
  3. Αφίσα του ΕΑΜ
  4. Αστυνομική παρουσία στη διαδήλωση του ΕΑΜ στην πλατεία Συντάγματος
  5. Βρετανικά άρματα μάχης εισβάλλουν στα γραφεία του ΕΑΜ
  6. Πλατεία Ομονοίας κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών
  7. Βρετανοί κομάντος στη μάχη της Αθήνας
  8. Βρετανοί στρατιώτες στο Μουσείο της Ακρόπολης
  9. Βρετανοί στρατιώτες απομακρύνουν πολίτες μετά την κατάληψη των Γραφείων του ΕΑΜ
  10. Οι διαδηλωτές γύρω από τους νεκρούς στην πλατεία Συντάγματος
  11. Πορεία στην πλατεία Συντάγματος
  12. Σύσκεψη στην Αθήνα υπό τον Τσώρτσιλ
  13. Υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας
  14. Η παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ στους Βρετανούς στρατιώτες

Οπτικοακουστικό υλικό

  1. Η πορεία προς τη Συμφωνία της Βάρκιζας
  2. Η αποχή από τις εκλογές του 1946
  3. Ο αγγλικός παράγοντας
  4. Η συγκέντρωση
  5. Η μάχη στου Ψυρρή
  6. Οι απαρχές
  7. Η εμπλοκή των Άγγλων