Προηγούμενο   Επόμενο
Τέλος 
τα παιδιά εκείνη την εποχή

1928

Μίκυ Μάους

  • Τα πρώτα σκίτσα του Μίκυ Μάους βρίσκονται σήμερα στο μουσείο της οικογένειας Γουώλτ Ντίσνευ.

Στις 18 Νοεμβρίου ο Μίκυ Μάους, το καρτούν που δημιούργησε ο Γουόλτ Ντίσνευ κάνει την πρώτη εμφάνισή του.

Διαβάστε σχετικά:
Μίκυ: ο μπαμπάς μου ονομαζόταν Γουώλτερ Ιλάιας και γεννήθηκε στο Σικάγο το 1901.

Ντόναλντ: Δεν ήταν δικός σου μπαμπάς, αλλά δικός μου. Μάλιστα, ο μπαμπάς του μπαμπά μου, ο παππούς μου, ήταν Καναδός, και η μαμά του ήταν δασκάλα, ενώ είχε ήδη τρεις μεγαλύτερους αδελφούς. Επίσης, όταν ήταν τεσσάρων, όλη η οικογένεια έφυγε από τη μεγάλη πόλη, για να εγκατασταθεί στην εξοχή, στην περιοχή του Μιζούρι.

Ντίνγκο (ουρλιάζοντας): Δεν είστε με τα καλά σας, δικός μου μπαμπάς ήταν! Μάλιστα, του άρεσε να ταΐζει τα ζώα της αυλής, στα οποία έδινε περίεργα ονόματα, όπως Έλμερ, Έφι ή Μόρτιμερ.

Μίκυ: Αυτό που ξέρω εγώ είναι οτι από μικρός έφτιαχνε σκίτσα. Μάλιστα, όταν δεν είχε μπλοκ ιχνογραφίας, ζωγράφιζε σε χαρτί τουαλέτας.

Μίνι (με νάζι): Ο άνθρωπος που ήταν πράγματι μπαμπάς μου σας λέω οτι αγαπούσε τα τρένα. Μάλιστα, όταν θα μεγαλώσει, θα έχει ένα σωρό τρένα μινιατούρες.

Πλούτο (γαβγίζοντας): Γαβ! Γαβ! (που σημαίνει: “Έτσι κι αλλιώς είναι τυχερός, γιατί δεν θα πάει σχολείο πριν από τα οκτώ. Και μάλιστα… μόνο επειδή πρέπει να συνοδεύσει τη Ρουθ, τη μικρή του αδερφή”).

Καθώς όλα ετούτα είναι σωστά, ας τους αφήσουμε να τσακώνονται… Διευκρινίζουμε πάντως οτι ο Γουώλτ χαίρεται που αφήνει το σπίτι και πηγαίνει στο σχολείο, γιατί ο πατέρας του είναι αυστηρός, απαγορεύει στα παιδιά του να παίζουν, και μάλιστα τα χτυπάει με ένα μικρό μαστίγιο.

Έτσι τα πιτσιρίκια είναι αναγκασμένα να τα κάνουν όλα στα κρυφά, και μάλιστα, μερικές φορές, να του πηγαίνουν κόντρα.
Όταν ο Γουώλτ είναι εννέα ετών, ο πατέρας του αρρωσταίνει σοβαρά. Αναγκάζεται λοιπόν να πουλήσει το αγρόκτημα και ένα χρόνο αργότερα να επιστρέψει στην πόλη, στο Κάνσας Σίτυ. Εκεί αναλαμβάνει τη διανομή εφημερίδων, υποχρεώνοντας τους δυο γιους του, τον Ρ/οι και τον Γουώλτ, να δουλέψουν μαζί του.

Μίκυ: Μάλιστα, ήταν αναγκασμένοι να σηκώνονται στις τρεισήμισι τη νύχτα, για να πηγαίνουν να βάζουν τις εφημερίδες στα γραμματοκιβώτια!

Σε ηλικία δέκα ετών πηγαίνει στο γυμνάσιο με την αδελφή του. Δεν είναι καλός μαθητής, καθόλου καλός μάλιστα, αλλά όλη την ώρα ζωγραφίζει.

Μίνι: Κι όταν ο καθηγητής του ζητάει να ζωγραφίσει λουλούδια, εκείνος τους βάζει πρόσωπα και χέρια.

Στο σχολείο ανακαλύπτει πως του αρέσει πολύ να μεταμφιέζεται και να παίζει ρόλους Έχει κι έναν καινούργιο συμμαθητή, τον Γουώλτ Πφάιφερ. Τα δυο χαρούμενα παιδιά ενδιαφέρονται για το θέατρο, παίρνουν μέρος σε ερασιτεχνικές παραστάσεις και οργανώνουν σκετς στο γυμνάσιο.

Ντόναλντ (γελώντας): Στην περιοχή τους φωνάζουν “Οι δυο Γουώλτ!”

Ντίνγκο: Ο πατέρας τους πάντως δεν είναι καθόλου ευχαριστημένος. Ο Γουώλτ αναγκάζεται να το σκάει κρυφά για να πηγαίνει να παίζει.

Πλούτο: Γαβ! Γαβ! (“ίσως αλλά παρ’ όλα αυτά τον πείθει να του επιτρέψει να γραφεί στα βραδινά μαθήματα της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Κάνσας Σίτυ…”)

Μίνι: Μην ξεχνάτε οτι ανακαλύπτει και τον κινηματογράφο! Μάλιστα το 1916 βλέπει μια βωβή ταινία με τίτλο “Η Χιονάτη”, όπως η ταινία κινουμένων σχεδίων την οποία θα φτιάξει όταν μεγαλώσει!

Ο Γουώλτ πηγαίνει στο λύκειο σε ηλικία δεκάξι χρόνων. Τα καλοκαίρια δουλεύει με τα αδέλφια του, πουλώντας καραμέλες και σόδες στα τρένα. Στο σχολείο εξακολουθεί να σκιτσάρι. Όλο και περισσότερο.

Μίκυ: Μάλιστα δημοσιεύει σκίτσα του στη Φωνή, το περιοδικό του σχολείου!

Κι έπειτα έρχεται ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Επιθυμώντας ολόψυχα να υπηρετήσει την πατρίδα, ο Γουώλτ θέλει να στρατευτεί, αλλά είναι πολύ νέος. Δεν έχει σημασία - κρύβει την ηλικία του παραποιώντας το διαβατήριό του και σε ηλικία δεκαεπτά ετών κατατάσσεται στον Ερυθρό Σταυρό.

Πλούτο: Γαβ! Γαβ! (που σημαίνει: “μάλιστα τον στέλνουν στη Γαλλία! Στη Στρατιωτική Σχολή του Σεν-Σιρ. Σούπερ Σχολή!”)

Ντόναλντ: Υπηρετεί ως οδηγός και επωφελείται από τη θέση του για να κλέβει φορτηγά και ασθενοφόρα και να ταξιδεύει σ’ όλη τη χώρα! Μάλιστα θα τιμωρηθεί γι’ αυτό… Επιπλέον ζωγραφίζει καουμπόηδες στις πόρτες και μετάλλια στις στολές των συντρόφων του.

Μίνι: Πουλάει ακόμα και ζωγραφιές που τις φτιάχνει πάνω σε γερμανικά κράνη!

Στα δεκαοκτώ του ο Γουώλτ επιστρέφει στις Ηνωμένες Πολιτείες και συναντάει τους γονείς του στο Σικάγο. Τώρα πια είναι σίγουρος οτι θα γίνει καλλιτέχνης˙ ο πατέρας του όμως δεν συμφωνεί. Τότε πηγαίνει στον αδελφό του, στο Κάνσας Σίτυ, και δοκιμάζει να δουλέψει ως σκιτσογράφος σε εφημερίδες. Όμως δεν τα καταφέρνει και τελικά βρίσκει δουλειά σ’ ένα στούντιο που παράγει αφίσες και διαφημίσεις. Εκεί συναντάει τον Άμπ, έναν άλλον ταλαντούχο σκιτσογράφο ονόματι Άμπ Άιγουερκς. Οι δυο τους προσπαθούν να στήσουν δική τους δουλειά, αποτυγχάνουν και προσλαμβάνονται στην Κάνσας Σίτι Σλάιντ Κόμπανι, μια εταιρία που παράγει διαφημιστικά για τους τοπικούς κινηματογράφους. Με πιάνετε;

Μίκυ (ουρλιάζοντας): Αυτό είναι, δικιά μου!
Κλάραμπελ (μουγκανίζοντας): Μουουου! (που σημαίνει: “Α, όχι, Μίκυ! Σε θέλω κόσμιο!”)

Γουώλτ Ντίσνεϊ από Το βιβλίο των ανεπίδεκτων, των ατίθασων και άλλων ιδιοφυών, των Jean-Bernard Pouy, Serge Bloch, Anne Blanchard, μτφρσ. Εύη Βαγγελάτου, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2008