Εξώφυλλο

Εργαλεία

Κατάλογος ρηματικών τύπων της Αρχαίας Ελληνικής

του John J. Bodoh

Αποτελέσματα για: "Ζ"

Βρέθηκαν 119 ρηματικοί τύποι [1 - 20]
ζ_
σε λ. πλήρ. μ. [=>1]
ζάβαις
Λεσβ. αόρ.2 ενεργ. μτχ., αρ. ον. εν. ρ. διαβαίνω [=> ζαλεξ2] (Αλκ. 37.Α.3 L‒P)
ζάεισαι
Λεσβ. ενστ. ενεργ. μτχ., θ. ον. πλ. ρ. διάημι (Αλκ. 261.i (b).7 L‒P) [=> ζαλεξ2]
ζάεντος
Λεσβ. ενστ. ενεργ. μτχ., ουδ. γεν. εν. ρ. διάημι στο Lyr Adesp 1000 Page = Πλούτ. Ἠθ. 403a [=> επόμ. λ.]
ζαλεξ2
αόρ. απθ. ρ. διαλέγω (Σαπφ. 27.6 L‒P) [η ορθγρ. ζα δια πιθανώς να μην ήταν η αρχική ορθγρ. σε καμία διάλεκτο, αλλά να αντιπροσωπεύει απλώς τις προσπάθειες των Αλεξανδρινών εκδοτών να μιμηθούν, διά ψευδούς αναλογίας, τις ιδιαιτερότητες της διαλεκτικής φωνολογίας. Ανάλογη είναι η κατάσταση με το σδ ζ, => παισδ1. => Page, Alcman: The Partheneion, σ. 145 & Buck, Gr Dial, 19.1]
ζαλεξάμαν
Λεσβ. αόρ. μέσ. ορ., 1ο εν. ρ. διαλέγω (Σαπφ. 134 L‒P) [=> προηγ.]
ζαλλευόντον
Αιολ. ενστ. ενεργ. πρ., 3ο πλ. ρ. ζηλόω (Αλκ. 5.10 L‒P)
ζαλόωσα
Επκ. ενστ. ενεργ. μτχ., θ. ον. εν. ρ. ζαλάω (Nίκδρ. Θηρ. 252) [=> ὁρόω]
ζαλῶ
Δωρ. ενστ. ενεργ. ορ., 1ο εν. ρ. ζηλόω (Θεόκρ. 3.50)
ζαμενησ2
αόρ. ρ. ζαμενέω
ζαμεύοντον
Λεσβ. ενστ. ενεργ. πρ., 3ο πλ. ρ. δημεύω (Αλκ. κριτ. υπόμν. 37Α Edmonds)
ζαμιόντω
Δωρ. ενστ. ενεργ. πρ., 3ο πλ. ρ. ζημιόω (IG 5(2).6.17 = Schw. 656)
ζαμιούντω
Δωρ. ενστ. ενεργ. πρ., 3ο πλ. ρ. ζημιόω (AI 9)
ζάτεισα
Λεσβ. ενστ. ενεργ. μτχ., θ. ον. εν. ρ. ζητέω στο Θεόκρ. 1.85 [αλλά καθώς το Ειδύλλιο είναι στη Δωρ., ο τ. πρέπει να είναι αμφ.]
ζατεύει
Δωρ. ενστ. ενεργ. ορ., 3ο εν. ρ. ζητέω (Αλκμ. 17.8 Page)
ζαφοίταισα
Λεσβ. ενστ. ενεργ. μτχ., θ. ον. εν. ρ. διαφοιτάω (Σαπφ. 96.15 L‒P) [=> ζαλεξ2]
ζε1
σε λ. πλήρ. μ.
ζέε
Επκ. πρτ. ενεργ., 3ο εν. ρ. ζέω
ζέει
ενστ. ενεργ. ορ., 3ο εν. ρ. ζέω
ζεῖ
ενστ. ενεργ. ορ., 3ο εν. ρ. ζέω [μάλλον, πρ.: ]