Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πηλίκος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
πηλίκος[ῐ], , -ον, ερωτημ. συσχετ. αντων. των τηλίκος, ἡλίκος· I. πόσο φοβερός ή μεγάλος; Λατ. quantus? II. ποιας ηλικίας, συγκεκριμένης ηλικίας, σε Αριστ.