Η Λευκοθέα σώζει τον Οδυσσέα

 

Ώσπου τον πήρε είδηση η καλλίσφυρη Ινώ, του Κάδμου η θυγατέρα,

η Λευκοθέα, που πρώτα είχε ανθρώπινη φωνή και φύση, και τώρα

οι θεοί της έδωσαν θεϊκή τιμή μες στα πελάγη.

Αυτή τον Οδυσσέα ελέησε όπως τον είδε θλιβερά παραδαρμένο·

σκούρο πουλί με την ουρά σχιστή1, παρόμοια πέταξε και βγήκε

από το κύμα, κάθισε πάνω στη σχεδία του, και του είπε τον δικό της λόγο:

«Δύσμοιρε, γιατί ο κοσμοσείστης Ποσειδών τόσο πολύ μαζί σου τα

'βαλε;

Γιατί σου σπέρνει τόσα πάθη;

Κι όμως παρ' όλο τον θυμό του, δεν θα μπορέσει να σε θανατώσει.

Να κάνεις μόνο ό,τι σου πω, και δεν μου φαίνεσαι για ασύνετος:

βγάλε από πάνω σου αυτά τα ρούχα, ξέχασε τη σχεδία σου

και χάρισέ την στους ανέμους· βάλε

τα δυνατά σου να κολυμπήσεις μ' απλωτές, νόστο να βρεις

στη χώρα των Φαιάκων, όπου η μοίρα σου σού γράφει να γλιτώσεις.

Πάρε και τούτο το άφθαρτο μαγνάδι, ζώσε μ' αυτό το στέρνο σου,

και φόβος πια θανάτου δεν θα σ' απειλήσει,

μήτε και τ' άλλα πάθη.

Κι όταν με το καλό πιάσουν τα χέρια σου στεριά,

λύσε το πάλι το μαγνάδι, στο μπλάβο πέλαγο να το πετάξεις,

όσο μπορείς μακρύτερα, κοιτάζοντας εσύ στην άλλη άκρη».

(Μετ. Δ.Ν. Μαρωνίτης)

 

 

1. Η περιγραφή φανερώνει χελιδόνι και χελιδονόψαρο και ανακαλεί στη μνήμη τις τοιχογραφίες από το Ακρωτήρι της Θήρας.