Η Κασσάνδρα στα τείχη

Και όταν στον Ξάνθον έφθασαν, διογέννητο ποτάμι,

ο Ερμής οπίσω εγύρισε στες κορυφές του Ολύμπου,

και η χρυσόπεπλη Ηώς την γην εφώτιζ' όλην,

κι εκείνοι με το λείψανο που εφέρναν τα μουλάρια

με δάκρυα, με ξεφωνητά τραβούσαν προς την πόλιν

και δεν τους νόησε κανείς παρά η Κασσάνδρα μόνη,

η κόρη οπού της χρυσής ομοίαζε Αφροδίτης.

Είχε ανεβεί στην Πέργαμον κι εκείθ' είδε στ' αμάξι

τον ποθητόν πατέρα της μαζί με τον Ιδαίον,

και ως είδε τον κειτάμενον στο νεκρικό του στρώμα

μες στ' άλλο αμάξι, έσκουζεν η κόρη και στην πόλιν

έβαλε το ξεφωνητό: «Ω Τρώισσες, ω Τρώες,

κοιτάτ' εκεί τον Έκτορα που άλλοτε απ' την μάχην

να σας γυρίζει ζωντανός ευφραίνετο η καρδιά σας

οπού τον είχεν ο λαός χαρά κι ελπίδα μόνην».

(Όμ., Ιλ. Ω 693-707, μετ. Ι. Πολυλάς)