Τα μαντεία του Δία στη Δωδώνη και του Άμμωνα Δία στην Αίγυπτο

«Δία της Δωδώνης, πρωτοκύβερνε, Πελασγικέ, που μένεις μακριά,

την παγερή αφεντεύοντας Δωδώνη, και τρογύρα

χαμοκοιτάμενοι, ανιφτόποδοι, ζουν οι Σελλοί οι δικοί σου

προφήτες. […]

(Ιλ., Π 233-235, μετ. Ν. Καζαντζάκη - Ι.Θ. Κακριδή)

Στην Ήπειρο αναγνωρίζονται δύο λατρευτικά στρώματα: α) ένα τοπικό με τη λατρεία της Γης, του Δία, της Διώνης, της Περσεφόνης (Πρώιμη Εποχή Χαλκού), της δρυός, και β) ένα νοτιοελληνικό (αποικιακό) με τη λατρεία του Άδη, της Θέμιδος, της Αρτέμιδος, της Αφροδίτης, της Αθηνάς, της Εκάτης, της Εστίας. Αντίστοιχα, και στη Δωδώνη το πρώτο και παλαιότερο λατρευτικό στρώμα είναι της Γης, όπως ακριβώς στους Δελφούς και την Ολυμπία, ενώ το δεύτερο και νεότερο είναι του Δία, ο οποίος λατρεύτηκε στη Δωδώνη από τις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. έως τον 4ο αι. μ.Χ. Οι ιέρειες του χώρου, οι Πελειάδες, έψαλλαν: «Ζεὺς ἦν, Ζεὺς ἐστίν, Ζεὺς ἔσσεται· ὦ μεγάλε Ζεῦ. Γᾶ καρποὺς ἀνίει, διὸ κλῄζετε Ματέρα γαῖαν» (Παυσ. 10.12.10.10-11). Αυτός ο Δίας δεν είναι ουράνιος αλλά χθόνιος -νάιος (των νερών) ή φηγωνάιος.

Η λατρεία στη Δωδώνη ήταν καταρχάς υπαίθρια (δεντρολατρεία), μάλιστα ως τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. ο Δίας δεν είχε ναό στη Δωδώνη. Ακόμη και το γεγονός ότι ο πρώτος ναός του θεού ήταν περίκλειστος και όχι ναός με εξωτερική κιονοστοιχία (ιερά οικία) καταδηλεί τον χθόνιο χαρακτήρα της λατρείας, όπως και το γεγονός ότι η δρυς συνδέεται με χθόνιες θεότητες: τον Ποσειδώνα, τη Δήμητρα, τις Ερινύες.

Ο ιδρυτικός μύθος του μαντείου προδηλώνει την ανατολική καταγωγή του μοτίβου του ιερού δέντρου. Φοίνικες απήγαγαν από το ιερό των Θηβών δύο ιέρειες, τις οποίες μετέφεραν στη Λιβύη. Η μία ίδρυσε το μαντείο του Άμμωνα Δία και η άλλη στη Δωδώνη το μαντείο του Δωδωναίου Δία. Ο Ηρόδοτος παραδίδει ότι δυο μαύρα περιστέρια έφυγαν από τις Θήβες για τη Λιβύη και τη Δωδώνη. Αν σκεφτεί κανείς ότι πελία είναι το περιστέρι, που όμως σημαίνει και γραία, και ότι Πελιάδες ονομάζονταν οι ιέρειες του μαντείου, που ήταν τρεις (πρβ. το χρυσό δαχτυλίδι των Μυκηνών με τα τρία περιστέρια αλλά και τα τρία περιστέρια στον ναό της Κνωσού), εύκολα μπορεί κανείς να προχωρήσει σε συσχετισμούς. Σημειωτέον ότι το περιστέρι ήταν σύμβολο της θεάς Γης και της Αφροδίτης αργότερα.

Στους ελληνιστικούς χρόνους διαπλάστηκαν και άλλοι ιδρυτικοί μύθου για το μαντείο, η αφετηρία των οποίων ήταν πολιτική. Σε μια περίπτωση ο μύθος θέλει να αποδείξει ότι ο ιδρυτής του μαντείου ήταν Θεσσαλός: ο δρυτόμος Ελλός, γιος του Θεσσαλού, εμποδίστηκε από ένα περιστέρι να κόψει την ιερή δρυ, με αποτέλεσμα από δρυτόμος να γίνει ιερέας του Δία· σύμφωνα με άλλη εκδοχή, που παραδίδει ο Πρόξενος, ήταν ο Μολοσσός Μαρδύλας που προσπάθησε να κόψει τη δρυ κι έγινε τελικά ο πρώτος ιερέας του Δία. Και στις δύο εκδοχές, το δέντρο είναι παλαιότερο του μαντείου και ο επίδοξος υλοτόμος μετασχηματίζεται σε φύλακα του δέντρου και ιδρυτή του μαντείου, σε αντίθεση με τον Λυκούργο που προχώρησε στο κόψιμο του δέντρου και την τελική τιμωρία.

Γιατί όμως δρυς και όχι κάποιο άλλο δέντρο;

Είναι γνωστό ότι οι δρυς, δέντρα ψηλά, τραβούν τον κεραυνό που εκλαμβάνεται ως επιφάνεια του θεού, οπότε ο τόπος εκλαμβάνεται ως ενηλύσιος. Αυτό μπορούμε να το εκλάβουμε ως την απαρχή της λατρείας στην περιοχή, που στη συνέχεια ενισχύθηκε από ένα ισχυρότατο μυθολογικό πλέγμα. Σύμφωνα, λοιπόν, με τους μύθους, δρυς είναι το δέντρο, επάνω στο οποίο ο Ζας (ή Ζαν = ο Δίας) άπλωσε το πέπλο που θα χάριζε στη γυναίκα του Χθονίη για τους γάμους τους:

 

Και την τρίτη ημέρα του γάμου ο Ζας φτιάχνει ένα μεγάλο και ωραίο φόρεμα και το στολίζει με τη Γη και τον Ωγηνό και τα δώματα του Ωγηνού «με τούτο εδώ σε τιμώ, θέλοντας τούτοι οι γάμοι να είναι δικοί σου. Χαίρε και γίνε ταίρι μου». Και λένε ότι αυτά ήταν τα πρώτα ανακαλυπτήρια: έτσι γεννήθηκε αυτό το έθιμο και για τους θεούς και για τους ανθρώπους. (Greek Papyri)

 

Για να μάθουν τι είναι η φτερωτή βαλανιδιά και το στολισμένο φόρεμα που έχει πάνω της… (Ισίδωρος ο Γνωστικός)

 

Για την ερμηνεία του αποσπάσματος οι επιμελητές της έκδοσης των Προσωκρατικών Φιλοσόφων σημειώνουν:

Ο κορμός και τα κλαδιά της [δρυός] είναι το στήριγμα και οι ρίζες της γης. […] Σύμφωνα με το λαϊκό κοσμοείδωλο η γη έχει ρίζες, και τον χειμώνα τα κλαδιά ενός δέντρου μοιάζουν με μεγάλες αναποδογυρισμένες ρίζες. […] Η βαλανιδιά είναι φτερωτή εξαιτίας της εμφάνισης των κλαδιών της, που απλώνονται σαν φτερούγες […]. Πάνω σε αυτά τα κλαδιά ο Ζας απόθεσε το φόρεμα, στολισμένο με τη Γη και τον Ωγηνό, που αντιπροσωπεύουν την επιφάνεια της γης […]. Η βαλανιδιά διαλέχτηκε, επειδή συνδεόταν, περισσότερο από κάθε άλλο δέντρο, με τον Δία […]. Έτσι, σύμφωνα με την ερμηνεία που προτείνω, ο Ζας διάλεξε ή έκανε να φυτρώσει μαγικά μια μεγάλη βαλανιδιά, για να γίνει θεμέλιο της γης ή κάλεσε από μακριά μια βαλανιδιά, που πέταξε με μαγικό τρόπο ως αυτόν, χρησιμοποιώντας τα κλαδιά της για φτερούγες. Κατόπιν ο Ζας υφαίνει ένα ρούχο, το στολίζει με τη γη και τον ωκεανό και το αποθέτει πάνω στα απλωμένα κλαδιά της βαλανιδιάς, για να σχηματίσει έτσι την επιφάνεια της γης.

Δεν νομίζουμε ότι υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι εδώ περιγράφεται το σύνολο της φύσης και ότι η πτώση του κεραυνού πάνω στη βαλανιδιά αντανακλά την ένωση του ουράνιου θεού με τη γη, όπως αυτή διασώζεται και στον μύθο της ένωσης του Δία με τη Σεμέλη.

Σε αυτόν τον Δία τον Δωδωναίο τον Πελασγικό προσεύχεται ο Αχιλλέας κάνοντας αναφορά στο ιερατείο του, γνωστό μόνο από την Ιλιάδα. Οι ιερείς ονομάζονταν Σελλοί, έμεναν «ἂλουτοι» και κοιμόντουσαν στη γη, για να βρίσκονται σε διαρκή επαφή μαζί της και να αντλούν από αυτή τη δύναμή τους (Ιλ., Π, 233-235). Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη συνηθισμένη τακτική των μαντείων, να προηγείται καθαρμός στις πηγές που βρίσκονταν κοντά τόσο στους χρησμωδούς όσο και σε αυτούς που δέχονταν τον χρησμό.

Όσοι ενδιαφέρονταν να πάρουν χρησμό έγραφαν το ερώτημά τους σε χάλκινο έλασμα. Οι υποφήτες Σελλοί και οι σκοτεινές προφήτισσες του μαντείου, οι Πέλειες, χρησμοδοτούσαν από το θρόισμα των φύλλων της φηγού, το πέταγμα και τους κρωγμούς των περιστεριών, τον ήχο των λεβήτων που περιέβαλλαν την ιερή φηγό, την κερκυραϊκή μάστιγα κτλ. Ήχοι, φτερωτές οντότητες και το σταθερό δέντρο συνέβαλαν στη διαδικασία της μαντικής.