Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Δὶς κατηγορούμενος (18-20)


ΔΙΚΗ
[18] Ἄγε δή, μὴ μέλλετε, ψηφοφορήσατε, ἀνάστητε· καὶ ἄλλοις χρὴ δικάζειν.
ΕΡΜΗΣ
Πάσαις ἡ Ἀκαδήμεια κρατεῖ πλὴν μιᾶς.
ΔΙΚΗ
Παράδοξον οὐδέν, εἶναί τινα καὶ τῇ Μέθῃ τιθέμενον. [19] καθίσατε οἱ τῇ Στοᾷ πρὸς τὴν Ἡδονὴν λαχόντες περὶ τοῦ ἐραστοῦ δικάζειν· ἐγκέχυται τὸ ὕδωρ. ἡ κατάγραφος ἡ τὰ ποικίλα σὺ ἤδη λέγε.
ΣΤΟΑ
[20] Οὐκ ἀγνοῶ μέν, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὡς πρὸς εὐπρόσωπόν μοι τὴν ἀντίδικον ὁ λόγος ἔσται, ἀλλὰ καὶ ὑμῶν τοὺς πολλοὺς ὁρῶ πρὸς μὲν ἐκείνην ἀποβλέποντας καὶ μειδιῶντας πρὸς αὐτήν, ἐμοῦ δὲ καταφρονοῦντας, ὅτι ἐν χρῷ κέκαρμαι καὶ ἀρρενωπὸν βλέπω καὶ σκυθρωπὴ δοκῶ. ὅμως δέ, ἢν ἐθελήσητε ἀκοῦσαί μου λεγούσης, θαρρῶ πολὺ δικαιότερα ταύτης ἐρεῖν.
Τοῦτο γάρ τοι καὶ τὸ παρὸν ἔγκλημά ἐστιν, ὅτι οὕτως ἑταιρικῶς ἐσκευασμένη τῷ ἐπαγωγῷ τῆς ὄψεως ἐραστὴν ἐμὸν ἄνδρα τότε σώφρονα τὸν Διονύσιον φενακίσασα πρὸς ἑαυτὴν περιέσπασεν, καὶ ἥν γε οἱ πρὸ ὑμῶν δίκην ἐδίκασαν τῇ Ἀκαδημείᾳ καὶ τῇ Μέθῃ, ἀδελφὴ τῆς παρούσης δίκης ἐστίν· ἐξετάζεται γὰρ ἐν τῷ παρόντι πότερα χοίρων δίκην κάτω νενευκότας ἡδομένους χρὴ βιοῦν μηδὲν μεγαλόφρον ἐπινοοῦντας ἢ ἐν δευτέρῳ τοῦ καλῶς ἔχοντος ἡγησαμένους τὸ τερπνὸν ἐλευθέρους ἐλευθέρως φιλοσοφεῖν, μήτε τὸ ἀλγεινὸν ὡς ἄμαχον δεδιότας μήτε τὸ ἡδὺ ἀνδραποδωδῶς προαιρουμένους καὶ τὴν εὐδαιμονίαν ζητοῦντας ἐν τῷ μέλιτι καὶ ταῖς ἰσχάσιν. τὰ τοιαῦτα γὰρ αὕτη δελέατα τοῖς ἀνοήτοις προτείνουσα καὶ μορμολυττομένη τῷ πόνῳ προσάγεται αὐτῶν τοὺς πολλούς, ἐν οἷς καὶ τὸν δείλαιον ἐκεῖνον ἀφηνιάσαι ἡμῶν πεποίηκεν, νοσοῦντα τηρήσασα· οὐ γὰρ ἂν ὑγιαίνων ποτὲ προσήκατο τοὺς παρὰ ταύτης λόγους.
Καίτοι τι ἂν ἔγωγε ἀγανακτοίην κατ᾽ αὐτῆς, ὅπου μηδὲ τῶν θεῶν φείδεται, ἀλλὰ τὴν ἐπιμέλειαν αὐτῶν διαβάλλει; ὥστε εἰ σωφρονεῖτε, καὶ ἀσεβείας ἂν δίκην λάβοιτε παρ᾽ αὐτῆς. ἀκούω δὲ ἔγωγε ὡς οὐδὲ αὐτὴ παρεσκεύασται ποιήσασθαι τοὺς λόγους, ἀλλὰ τὸν Ἐπίκουρον ἀναβιβάσεται συναγορεύσοντα· οὕτως ἐντρυφᾷ τῷ δικαστηρίῳ. πλὴν ἀλλὰ ἐκεῖνά γε· αὐτὴν ἐρωτᾶτε, οἵους ἂν οἴεται γενέσθαι τὸν Ἡρακλέα καὶ τὸν ὑμέτερον Θησέα, εἰ προσθέντες τῇ ἡδονῇ ἔφυγον τοὺς πόνους· οὐδὲν γὰρ ἂν ἐκώλυεν μεστὴν ἀδικίας εἶναι τὴν γῆν, ἐκείνων μὴ πονησάντων.
Ταῦτα εἶπον οὐ πάνυ τοῖς μακροῖς τῶν λόγων χαίρουσα. εἰ δέ γε ἐθελήσειε κατὰ μικρὸν ἀποκρίνασθαί μοι συνερωτωμένη, τάχιστα ἂν γνωσθείη τὸ μηδὲν οὖσα. πλὴν ἀλλὰ ὑμεῖς γε τοῦ ὅρκου μνημονεύσαντες ψηφίσασθε ἤδη τὰ εὔορκα μὴ πιστεύσαντες Ἐπικούρῳ λέγοντι μηδὲν ἐπισκοπεῖν τῶν παρ᾽ ἡμῖν γιγνομένων τοὺς θεούς.
ΔΙΚΗ
Μετάστηθι. ὁ Ἐπίκουρος ὑπὲρ τῆς Ἡδονῆς λέγε.


ΕΡΜΗΣ
[18] Εμπρός, μη χασομεράτε: ψηφίστε και σηκωθείτε. Έχουμε κι άλλους να δικάσουμε.
ΔΙΚΗ
Όλοι υπέρ της Ακαδημίας, έκτος από έναν.
ΕΡΜΗΣ
Δεν είναι παράδοξο, που βρέθηκε και κάποιος να ψηφίσει υπέρ της Μέθης.
[19] Καθίστε τώρα, όσοι κληρωθήκατε, να δικάσετε τη Στοά και την Ηδονή. Έριξα νερό. Συ με τις πολλές ζωγραφιές, έχεις τον λόγο.
ΣΤΟΑ
[20] Ξέρω πολύ καλά, ω άνδρες δικασταί, ότι έχω να κάμω με αντίδικον ωραία, και βλέπω μάλιστα πολλούς από σας να την καλοκοιτάζετε και να της χαμογελάτε, ενώ εμένα με περιφρονείτε, γιατί είμαι κουρεμένη και σκυθρωπή κι έχω όψη αντρογυναίκας. Αν με ακούσετε όμως με προσοχή, θα ιδείτε ότι θα πω πράγματα πολύ πιο δίκαια απ᾽ αυτή. Το έγκλημα που πρόκειται να δικάσετε είναι ότι, με τους σκανδαλιάρικους τρόπους της, μου ξελόγιασε τον Διονύσιο που μ᾽ αγαπούσε, κι ήταν άνθρωπος μυαλωμένος και φρόνιμος. Βλέπετε ότι η δίκη αυτή μοιάζει σαν αδελφή με την προηγούμενη, της Ακαδημίας και της Μέθης. Γιατί κι εδώ πρόκειται να κρίνετε τί είναι προτιμότερο από τα δυο: σαν τα γουρούνια να σκύβουμε διαρκώς προς τη γη και να ζούμε μέσα στην απόλαυση, χωρίς να σκεπτόμαστε τίποτε το σεβαστό και το ανώτερο, ή να προτιμούμε το αληθινό από το ευχάριστο, και να φιλοσοφούμε ελεύθερα, σαν άνθρωποι ελεύθεροι, χωρίς να μας τρομάζει ο πόνος σαν κάτι ακαταμάχητο, ούτε και να προτιμούμε σαν τα ζώα την ηδονή και να ζητούμε την ευτυχία στο μέλι και στα σύκα. Με τέτοια δολώματα καταφέρνει η Ηδονή τους ανόητους, και τους κάνει να τρομάζουν τον πόνο. Έτσι κι αυτόν τον άθλιο τον προσηλύτισε μια μέρα που έτυχε να είναι άρρωστος. Γιατί στα καλά του, ποτέ δεν θ᾽ άκουε τα λόγια της. Αλλά γιατί να τα βάζω εγώ μαζί της, αφού αυτή δεν σέβεται μήτε τους θεούς, και τους κατηγορεί ότι μας έχουν εγκαταλείψει στην τύχη μας; Μάλιστα, αν δικάσετε δίκαια, πρέπει να της επιβάλετε ποινή και για ασέβεια κατά των θεών. Έμαθα ότι δεν έλαβε και τον κόπο να ετοιμάσει μόνη της τη συνηγορία της, αλλά έχει αναθέσει στον Επίκουρο να την υπερασπίσει. Τί τεμπελιά, προσβλητική για το δικαστήριό σας! Ας είναι, θα ήθελα να τη ρωτήσω, τί θαρρεί πως θα γινόνταν ο Ηρακλής κι ο Θησεύς, αν είχαν πεισθεί στα λόγια της κι είχαν αποφύγει τους κόπους; Αν εκείνοι δεν εκοπίαζαν, η γη όλη θα ήταν ακόμη γεμάτη αδικίες. Αυτά τα λίγα είχα να πω, γιατί δεν μ᾽ αρέσουν οι απεραντολογίες. Αν θελήσει να μου αποκριθεί, θα φανεί πως δεν έχει καμιά αξία. Σεις όμως να θυμηθείτε τον όρκο σας και να ψηφίσετε σύμφωνα με τη συνείδησή σας, χωρίς να πιστέψετε αυτόν τον Επίκουρο, που λέει ότι οι θεοί δεν επιβλέπουν καθόλου τις πράξεις του καθενός μας.
ΕΡΜΗΣ
Πήγαινε. Τον λόγο έχει ο Επίκουρος, συνήγορος της Ηδονής.