Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Δὶς κατηγορούμενος (5-7)


ΔΙΚΗ
[5] Αὖθις εἰς τὴν γῆν, ἵν᾽ ἐξελαυνομένη πρὸς αὐτῶν δραπετεύω πάλιν ἐκ τοῦ βίου τὴν Ἀδικίαν ἐπιγελῶσαν οὐ φέρουσα;
ΖΕΥΣ
Χρηστὰ ἐλπίζειν σε δεῖ· πάντως γὰρ ἤδη πεπείκασιν αὐτοὺς οἱ φιλόσοφοι σὲ τῆς Ἀδικίας προτιμᾶν, καὶ μάλιστα ὁ τοῦ Σωφρονίσκου τὸ δίκαιον ὑπερεπαινέσας καὶ ἀγαθῶν τὸ μέγιστον ἀποφήνας.
ΔΙΚΗ
Πάνυ γοῦν ὃν φὴς αὐτὸν ἐκεῖνον ὤνησαν οἱ περὶ ἐμοῦ λόγοι, ὃς παραδοθεὶς τοῖς ἕνδεκα καὶ εἰς τὸ δεσμωτήριον ἐμπεσὼν ἔπιεν ἄθλιος τοῦ κωνείου, μηδὲ τὸν ἀλεκτρυόνα τῷ Ἀσκληπιῷ ἀποδεδωκώς· παρὰ τοσοῦτον ὑπερέσχον οἱ κατήγοροι τἀναντία περὶ τῆς Ἀδικίας φιλοσοφοῦντες.
ΖΕΥΣ
[6] Ξένα ἔτι τοῖς πολλοῖς τὰ τῆς φιλοσοφίας ἦν τότε, καὶ ὀλίγοι ἦσαν οἱ φιλοσοφοῦντες, ὥστε εἰκότως εἰς τὸν Ἄνυτον καὶ Μέλητον ἔρρεπεν τὰ δικαστήρια. τὸ δὲ νῦν εἶναι, οὐχ ὁρᾷς ὅσοι τρίβωνες καὶ βακτηρίαι καὶ πῆραι; καὶ ἁπανταχοῦ πώγων βαθὺς καὶ βιβλίον ἐν τῇ ἀριστερᾷ, καὶ πάντες ὑπὲρ σοῦ φιλοσοφοῦσι, μεστοὶ δὲ οἱ περίπατοι κατὰ ἴλας καὶ φάλαγγας ἀλλήλοις ἀπαντώντων, καὶ οὐδεὶς ὅστις οὐ τρόφιμος τῆς ἀρετῆς εἶναι δοκεῖν βούλεται. πολλοὶ γοῦν τὰς τέχνας ἀφέντες ἃς εἶχον τέως, ἐπὶ τὴν πήραν ᾄξαντες καὶ τὸ τριβώνιον, καὶ τὸ σῶμα πρὸς τὸν ἥλιον εἰς τὸ Αἰθιοπικὸν ἐπιχράναντες αὐτοσχέδιοι φιλόσοφοι ἐκ σκυτοτόμων ἢ τεκτόνων περινοστοῦσι σὲ καὶ τὴν σὴν ἀρετὴν ἐπαινοῦντες. ὥστε κατὰ τὴν παροιμίαν, θᾶττον ἄν τις ἐν πλοίῳ πεσὼν διαμάρτοι ξύλου ἢ ἔνθα ἂν ἀπίδῃ ὁ ὀφθαλμός, ἀπορήσει φιλοσόφου.
ΔΙΚΗ
[7] Καὶ μὴν οὗτοί με, ὦ Ζεῦ, δεδίττονται πρὸς ἀλλήλους ἐρίζοντες καὶ ἀγνωμονοῦντες ἐν αὐτοῖς οἷς περὶ ἐμοῦ διεξέρχονται. φασὶ δὲ καὶ τοὺς πλείστους αὐτῶν ἐν μὲν τοῖς λόγοις προσποιεῖσθαί με, ἐπὶ δὲ τῶν πραγμάτων μηδὲ τὸ παράπαν εἰς τὴν οἰκίαν παραδέχεσθαι, ἀλλὰ δήλους εἶναι ἀποκλείσοντας ἢν ἀφίκωμαί ποτε αὐτοῖς ἐπὶ τὰς θύρας· πάλαι γὰρ τὴν Ἀδικίαν προεπεξενῶσθαι αὐτοῖς.
ΖΕΥΣ
Οὐ πάντες, ὦ θύγατερ, μοχθηροί εἰσιν· ἱκανὸν δὲ κἂν ἐνίοις τισὶν χρηστοῖς ἐντύχῃς. ἀλλ᾽ ἄπιτε ἤδη, ὡς κἂν ὀλίγαι τήμερον ἐκδικασθῶσιν.


ΔΙΚΗ
[5] Πάλι στη γη με στέλνεις, να με διώξουν πάλι και να γίνω άλλη μια φορά περίγελος της Αδικίας;
ΖΕΥΣ
Δεν πιστεύω να πάθεις πάλι τα ίδια. Τώρα τους έχουν πείσει οι φιλόσοφοι να σε προτιμούν από την αδικία. Μάλιστα, ο γιος του Σωφρονίσκου έχει διδάξει ότι το δίκαιον είναι το μεγαλύτερο απ᾽ όλα τ᾽ αγαθά.
ΔΙΚΗ
Χμ, και του βγήκαν, βλέπεις, σε πολύ καλό οι διδασκαλίες του υπέρ του δικαίου! Δεν είδες που τον έπιασαν και τον παρέδωσαν στους Ένδεκα κι ήπιε ο δυστυχισμένος το κώνειο, χωρίς να προφθάσει να προσφέρει ούτε τον πετεινό του Ασκληπιού; Τόση δύναμη έχουν, βλέπεις, οι άλλοι που επαινούνε την Αδικία.
ΖΕΥΣ
[6] Μην κοιτάζεις, τότε ο κόσμος δεν είχε ακόμα εξοικειωθεί με τη φιλοσοφία και φυσικό ήταν να παρασυρθούν τα δικαστήρια από τον Άνυτο και το Μέλητο. Τώρα όμως, δεν βλέπεις τί σωρός από φιλοσοφικούς μανδύες και φιλοσοφικές μαγκούρες και δισάκια; Όπου και να κοιτάξεις, γενειάδες βλέπεις και βιβλίο στ᾽ αριστερό χέρι, κι όλοι οι φιλόσοφοι μιλούν για σένα. Όλοι οι περίπατοι είναι γεμάτοι από ολόκληρες φάλαγγες φιλοσόφων, που περιπατούν ώρες πάνω κάτω, και δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη νομίζει πως είναι τρόφιμος της Αρετής. Πολλοί μάλιστα άφησαν και την τέχνη τους, πήραν μια μαγκούρα κι ένα δισάκι, κάθισαν στον ήλιο και μαύρισαν σαν Αιθίοπες, κι από ταμπάκηδες και χτίστες έγιναν αυτοσχέδιοι φιλόσοφοι κι όλο για σένα συζητούν και την αρετή σου εγκωμιάζουν. Κι έτσι, καθώς λέει η παροιμία, ευκολότερο είναι να μη βρεις ξύλο μέσα σ᾽ ένα καράβι, παρά να μη βρεις φιλόσοφο, σ᾽ όποιο μέρος κι αν γυρίσεις να κοιτάξεις.
ΔΙΚΗ
[7] Ναι, πατέρα μου, αλλά εγώ τρομάζω που τους βλέπω να μαλώνουν έτσι μεταξύ τους και να μιλούν για μένα, χωρίς να ξέρουν τί λένε. Στα λόγια είναι πρόθυμοι, αλλά στα έργα είναι αλλιώτικοι. Στο σπίτι τους δεν με παραδέχονται καθόλου, κι αν κάνω να πάω ως την πόρτα τους, θα μου την κλείσουν κατάμουτρα, γιατί αυτοί έχουν φιλοξενήσει από καιρό την Αδικία.