Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΥΣΙΑΣ

Κατὰ Ἐρατοσθένους (12) (48-52)


[48] Τῶν μὲν μαρτύρων ἀκηκόατε. τὸ δὲ τελευταῖον εἰς τὴν ἀρχὴν καταστὰς ἀγαθοῦ μὲν οὐδενὸς μετέσχεν, ἄλλων δὲ πολλῶν. καίτοι εἴπερ ἦν ἀνὴρ ἀγαθός, ἐχρῆν αὐτὸν πρῶτον μὲν μὴ παρανόμως ἄρχειν, ἔπειτα τῇ βουλῇ μηνυτὴν γίγνεσθαι περὶ τῶν εἰσαγγελιῶν ἁπασῶν, ὅτι ψευδεῖς εἶεν, καὶ Βάτραχος καὶ Αἰσχυλίδης οὐ τἀληθῆ μηνύουσιν, ἀλλὰ τὰ ὑπὸ τῶν τριάκοντα πλασθέντα εἰσαγγέλλουσι, συγκείμενα ἐπὶ τῇ τῶν πολιτῶν βλάβῃ. [49] καὶ μὲν δή, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὅσοι κακόνοι ἦσαν τῷ ὑμετέρῳ πλήθει, οὐδὲν ἔλαττον εἶχον σιωπῶντες· ἕτεροι γὰρ ἦσαν οἱ λέγοντες καὶ πράττοντες ὧν οὐχ οἷόν τ᾽ ἦν μείζω κακὰ γενέσθαι τῇ πόλει. ὁπόσοι δ᾽ εὖνοί φασιν εἶναι, πῶς οὐκ ἐνταῦθα ἔδειξαν, αὐτοί τε τὰ βέλτιστα λέγοντες καὶ τοὺς ἐξαμαρτάνοντας ἀποτρέποντες;
[50] Ἴσως δ᾽ ἂν ἔχοι εἰπεῖν ὅτι ἐδεδοίκει, καὶ ὑμῶν τοῦτο ἐνίοις ἱκανὸν ἔσται. ὅπως τοίνυν μὴ φανήσεται ἐν τῷ λόγῳ τοῖς τριάκοντα ἐναντιούμενος· εἰ δὲ μή, ἐνταυθοῖ δῆλος ἔσται ὅτι ἐκεῖνά τε αὐτῷ ἤρεσκε, καὶ τοσοῦτον ἐδύνατο ὥστε ἐναντιούμενος μηδὲν κακὸν παθεῖν ὑπ᾽ αὐτῶν. χρῆν δ᾽ αὐτὸν ὑπὲρ τῆς ὑμετέρας σωτηρίας ταύτην τὴν προθυμίαν ἔχειν, ἀλλὰ μὴ ὑπὲρ Θηραμένους, ὃς εἰς ὑμᾶς πολλὰ ἐξήμαρτεν. [51] ἀλλ᾽ οὗτος τὴν μὲν πόλιν ἐχθρὰν ἐνόμιζεν εἶναι, τοὺς δ᾽ ὑμετέρους ἐχθροὺς φίλους, ὡς ἀμφότερα ταῦτα ἐγὼ πολλοῖς τεκμηρίοις παραστήσω, καὶ τὰς πρὸς ἀλλήλους διαφορὰς οὐχ ὑπὲρ ὑμῶν ἀλλ᾽ ὑπὲρ ἑαυτῶν γιγνομένας, ὁπότεροι τὰ πράγματα πράξουσι καὶ τῆς πόλεως ἄρξουσιν. [52] εἰ γὰρ ὑπὲρ τῶν ἀδικουμένων ἐστασίαζον, ποῦ κάλλιον [ἂν] ἦν ἀνδρὶ ἄρχοντι, ἢ Θρασυβούλου Φυλὴν κατειληφότος, τότε ἐπιδείξασθαι τὴν αὑτοῦ εὔνοιαν; ὁ δ᾽ ἀντὶ τοῦ ἐπαγγείλασθαί τι ἢ πρᾶξαι ἀγαθὸν πρὸς τοὺς ἐπὶ Φυλῇ, ἐλθὼν μετὰ τῶν συναρχόντων εἰς Σαλαμῖνα καὶ Ἐλευσῖνάδε τριακοσίους τῶν πολιτῶν ἀπήγαγεν εἰς τὸ δεσμωτήριον, καὶ μιᾷ ψήφῳ αὐτῶν ἁπάντων θάνατον κατεψηφίσατο.


[48] Ακούσατε τους μάρτυρες. Τέλος, όταν ανέβηκε στην εξουσία, δε βοήθησε να γίνει τίποτε καλό, παρά ένα σωρό άλλα. Αν ήταν έντιμος άνθρωπος, έπρεπε πρώτα πρώτα να μην πάρει στα χέρια του παράνομη εξουσία· ύστερα, να αποκαλύψει στη βουλή σχετικά με τις καταδόσεις ότι ήταν πλαστές και ότι τα όσα καταγγέλλουν ο Βάτραχος και ο Αισχυλίδης δεν είναι αλήθεια, αλλά απλώς μεταφέρουν τις κατηγορίες που είχαν επινοήσει οι Τριάντα, με σκοπό να βλάψουν τους πολίτες. [49] Άλλωστε, δικαστές, όσοι ήταν εχθρικοί απέναντι στη δημοκρατική μερίδα του λαού σας, δεν έχαναν τίποτε με το να σωπαίνουν, αφού άλλοι πρότειναν και εκτελούσαν όλα εκείνα, που χειρότερά τους δεν ήταν δυνατό ποτέ να συμβούν στην πόλη. Όσοι πάλι ισχυρίζονται ότι είχαν ευνοϊκές διαθέσεις, πώς δεν τις έδειξαν τότε, και λέγοντας οι ίδιοι ό,τι ήταν το σωστό και εμποδίζοντας όσους παρανομούσαν;
[50] Θα μπορούσε ίσως ο κατηγορούμενος να ισχυριστεί ότι φοβόταν, και αυτό θα ικανοποιήσει μερικούς από σας. Μόνοι μη τύχει και προσπαθήσει να αποδείξει στην απολογία του ότι εναντιώθηκε στους Τριάντα. Γιατί εδώ ακριβώς θα φανεί ότι όλα εκείνα τα επιδοκίμαζε και μάλιστα ότι είχε τόση δύναμη, ώστε, μολονότι αντιδρούσε, δεν έπαθε τίποτε απ᾽ αυτούς. Άλλωστε, αυτή την προθυμία του όφειλε να την εκδηλώσει για να σώσει εσάς και όχι το Θηραμένη, που σας έβλαψε τόσο πολύ. [51] Αυτός όμως θεωρούσε εχθρό του την πόλη και φίλους του τους δικούς σας εχθρούς, όπως πρόκειται αμέσως να σας εκθέσω με πολλές αποδείξεις και για τις δύο περιπτώσεις, καθώς επίσης για το ότι οι διαφορές μέσα στην ομάδα των Τριάντα αναφύονταν όχι για το δικό σας συμφέρον αλλά για το δικό τους: ποιά δηλαδή από τις δύο μερίδες θα εφαρμόσει το πρόγραμμα τους και θα πάρει στα χέρια την εξουσία της πόλης. [52] Γιατί, αν πραγματικά συγκρούονταν ανάμεσά τους για χάρη αυτών που αδικούνταν, πού αλλού ήταν ωραιότερο για έναν άνθρωπο που είχε την εξουσία να εκδηλώσει την καλή του διάθεση, παρά όταν ο Θρασύβουλος είχε καταλάβει τη Φυλή; Αυτός όμως, αντί να υποσχεθεί ή να προσφέρει κάποια βοήθεια σ᾽ αυτούς που βρίσκονταν στη Φυλή, πέρασε με τους συνεργάτες του στη Σαλαμίνα και μετά στην Ελευσίνα και εκεί έκλεισε στη φυλακή τριακόσιους πολίτες και με μια κοινή ψήφο τούς καταδίκασε όλους σε θάνατο.