Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (4.23.1-4.24.2)

[4.23.1] Ἀλέξανδρος δέ, ἄγων τοὺς ὑπασπιστὰς καὶ τῶν ἑταίρων ἱππέων ὅσοι μὴ σὺν Ἡφαιστίωνι ἐτετάχατο καὶ τῶν πεζεταίρων καλουμένων τὰς τάξεις καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς ἱππακοντιστάς, προὐχώρει ἐς τὴν Ἀσπ‹ασ›ίων τε καὶ Γουραίων χώραν καὶ Ἀσσακηνῶν. [4.23.2] πορευθεὶς δὲ παρὰ τὸν Χόην καλούμενον ποταμὸν ὀρεινήν τε ὁδὸν καὶ τραχεῖαν καὶ τοῦτον διαβὰς χαλεπῶς τῶν μὲν πεζῶν τὸ πλῆθος βάδην ἕπεσθαί οἱ ἐκέλευσεν, αὐτὸς δὲ ἀναλαβὼν τοὺς ἱππέας ξύμπαντας καὶ τῶν πεζῶν τῶν Μακεδόνων ἐς ὀκτακοσίους ἐπιβιβάσας τῶν ἵππων ξὺν ταῖς ἀσπίσι ταῖς πεζικαῖς σπουδῇ ἦγεν, ὅτι τοὺς ταύτῃ οἰκοῦντας βαρβάρους ξυμπεφευγέναι ἔς τε τὰ ὄρη τὰ κατὰ τὴν χώραν ἐξηγγέλλετο αὐτῷ καὶ ἐς τὰς πόλεις ὅσαι ὀχυραὶ αὐτῶν ἐς τὸ ἀπομάχεσθαι. [4.23.3] καὶ τούτων τῇ πρώτῃ καθ᾽ ὁδὸν πόλει ᾠκισμένῃ προσβαλὼν τοὺς μὲν πρὸ τῆς πόλεως τεταγμένους ὡς εἶχεν ἐξ ἐφόδου ἐτρέψατο καὶ κατέκλεισεν ἐς τὴν πόλιν, αὐτὸς δὲ τιτρώσκεται βέλει διὰ τοῦ θώρακος ἐς τὸν ὦμον· τὸ δὲ τραῦμα οὐ χαλεπὸν αὐτῷ ἐγένετο· ὁ γὰρ θώραξ ἔσχε τὸ μὴ οὐ διαμπὰξ διὰ τοῦ ὤμου ἐλθεῖν τὸ βέλος· καὶ Πτολεμαῖος ὁ Λάγου ἐτρώθη καὶ Λεοννάτος.
[4.23.4] Τότε μὲν δὴ ἵνα ἐπιμαχώτατον τοῦ τείχους ἐφαίνετο ἐστρατοπεδεύσατο πρὸς τῇ πόλει· τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ὑπὸ τὴν ἕω, διπλοῦν γὰρ τεῖχος περιεβέβλητο τῇ πόλει, ἐς μὲν τὸ πρῶτον ἅτε οὐκ ἀκριβῶς τετειχισμένου οὐ χαλεπῶς ἐβιάσαντο οἱ Μακεδόνες, πρὸς δὲ τῷ δευτέρῳ ὀλίγον ἀντισχόντες οἱ βάρβαροι, ὡς αἵ τε κλίμακες προσέκειντο ἤδη καὶ ὑπὸ τῶν βελῶν πάντοθεν ἐτιτρώσκοντο οἱ προμαχόμενοι, οὐκ ἔμειναν, ἀλλὰ κατὰ τὰς πύλας ὡς ἐπὶ τὰ ὄρη ἐκπίπτουσιν ἐκ τῆς πόλεως. [4.23.5] καὶ τούτων οἱ μὲν ἐν τῇ φυγῇ ἀποθνήσκουσιν, ὅσους δὲ ζῶντας ἔλαβον αὐτῶν, ξύμπαντας ἀποκτείνουσιν οἱ Μακεδόνες, ὅτι ἐτρώθη ὑπ᾽ αὐτῶν Ἀλέξανδρος ὀργιζόμενοι· οἱ πολλοὶ δὲ ἐς τὰ ὄρη, ὅτι οὐ μακρὰν τῆς πόλεως τὰ ὄρη ἦν, ἀπέφυγον. τὴν πόλιν δὲ κατασκάψας ἐς Ἄνδακα ἄλλην πόλιν ἦγε. ταύτην δὲ ὁμολογίᾳ ἐνδοθεῖσαν κατασχὼν Κρατερὸν μὲν ξὺν τοῖς ἄλλοις ἡγεμόσι τῶν πεζῶν καταλείπει αὐτοῦ ἐξαιρεῖν ὅσαι ἂν ἄλλαι πόλεις μὴ ἑκοῦσαι προσχωρῶσι καὶ τὰ κατὰ τὴν χώραν ὅπως ξυμφορώτατον ἐς τὰ παρόντα κοσμεῖν.
[4.24.1] Αὐτὸς δὲ ἄγων τοὺς ὑπασπιστάς τε καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τὴν Κοίνου τε καὶ Ἀττάλου τάξιν καὶ τῶν ἱππέων τὸ ἄγημα καὶ τῶν ἄλλων ἑταίρων ἐς τέσσαρας μάλιστα ἱππαρχίας καὶ τῶν ἱπποτοξοτῶν τοὺς ἡμίσεας ὡς ἐπὶ τὸν ποταμὸν τὸν † Εὐας.... πόλεως προὐχώρει, ἵνα ὁ τῶν Ἀσπασίων ὕπαρχος ἦν· καὶ διελθὼν πολλὴν ὁδὸν δευτεραῖος ἀφίκετο πρὸς τὴν πόλιν. [4.24.2] οἱ δὲ βάρβαροι προσάγοντα αἰσθόμενοι Ἀλέξανδρον ἐμπρήσαντες τὴν πόλιν ἔφευγον πρὸς τὰ ὄρη. οἱ δ᾽ ἀμφ᾽ Ἀλέξανδρον εἴχοντο τῶν φευγόντων ἔστε ἐπὶ τὰ ὄρη, καὶ φόνος πολὺς γίγνεται τῶν βαρβάρων, πρὶν ἐς τὰς δυσχωρίας φθάσαι ἀπελθόντας.

[4.23.1] Ο Αλέξανδρος οδηγώντας τους υπασπιστές και όσους εταίρους ιππείς δεν είχαν ταχθεί με τον Ηφαιστίωνα και τις φάλαγγες των λεγομένων πεζεταίρων και τους τοξότες και τους Αγριάνες και τους ιππακοντιστές προχώρησε προς την περιοχή των Ασπ‹ασ›ίων και των Γουραίων και των Ασσακηνών. [4.23.2] Αφού βάδισε μέσα από έναν ορεινό και ανώμαλο δρόμο κατά μήκος του ποταμού που λεγόταν Χόης και τον πέρασε με δυσκολία, διέταξε τις δυνάμεις του πεζικού να τον ακολουθούν με αργό βηματισμό. Ο ίδιος πήρε μαζί του όλους τους ιππείς και ανέβασε στα άλογα οκτακόσιους περίπου από τους πεζούς Μακεδόνες με τις ασπίδες τους· άρχισε να προχωρεί με ταχύτητα, επειδή τον πληροφόρησαν ότι οι βάρβαροι που κατοικούσαν εκεί είχαν καταφύγει στα βουνά της περιοχής και σε όσες πόλεις τους ήταν οχυρές, για να πολεμήσουν από αυτές. [4.23.3] Επιτέθηκε στην πρώτη από τις πόλεις που συνάντησε στον δρόμο του και έτρεψε αμέσως σε φυγή με έφοδο τους βαρβάρους που είχαν παραταχθεί μπροστά από την πόλη· τους έκλεισε μέσα στην πόλη, τραυματίσθηκε όμως ο ίδιος στον ώμο από βέλος που διαπέρασε τον θώρακά του. Το τραύμα του δεν ήταν σοβαρό, γιατί ο θώρακας εμπόδισε το βέλος να διαπεράσει πέρα-πέρα τον ώμο του. Τραυματίσθηκαν επίσης ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, και ο Λεοννάτος.
[4.23.4] Τότε, λοιπόν, ο Αλέξανδρος στρατοπέδευσε κοντά στην πόλη, στο μέρος του τείχους που φαινόταν πιο ευπρόσβλητο. Την επόμενη μέρα, μόλις χάραζε, επειδή ήταν περιτειχισμένη η πόλη με διπλό τείχος, οι Μακεδόνες παραβίασαν χωρίς δυσκολία το πρώτο, γιατί πραγματικά ήταν πρόχειρα χτισμένο. Στο δεύτερο όμως τείχος οι βάρβαροι αντιστάθηκαν για λίγο, αλλά όταν τοποθετήθηκαν πλέον οι σκάλες και τραυματίζονταν από όλες τις μεριές με τα βέλη όσοι μάχονταν στις επάλξεις, δεν παρέμειναν στη θέση τους, αλλά διέφυγαν από τις πύλες προς τα βουνά, έξω από την πόλη. [4.23.5] Από τους βαρβάρους άλλοι σκοτώθηκαν κατά τη φυγή, ενώ όσους συνέλαβαν ζωντανούς οι Μακεδόνες τους σκότωσαν όλους, οργισμένοι, επειδή είχαν τραυματίσει τον Αλέξανδρο. Οι περισσότεροι όμως βάρβαροι διέφυγαν προς τα βουνά, επειδή αυτά ήταν κοντά στην πόλη τους. Ο Αλέξανδρος αφού κατέσκαψε την πόλη αυτή, προχώρησε προς τα Άνδακα, μια άλλη πόλη. Και την πόλη αυτή, που παραδόθηκε ύστερα από συμφωνία, κατέλαβε ο Αλέξανδρος. Άφησε εκεί τον Κρατερό μαζί με τους άλλους αρχηγούς του πεζικού, για να καταλάβουν όσες άλλες πόλεις δεν προσχωρούσαν με τη θέλησή τους και για να τακτοποιήσουν τα ζητήματα της περιοχής, όπως καλύτερα συνέφερε κατά την παρούσα περίσταση.
[4.24.1] Ο ίδιος οδηγώντας τους υπασπιστές και τους τοξότες και τους Αγριάνες και τις φάλαγγες του Κοίνου και του Αττάλου και το άγημα του πεζικού και τέσσερις περίπου ιππαρχίες από τους λοιπούς εταίρους και τους μισούς ιπποτοξότες προχώρησε προς τον ποταμό †Ευασ… πόλη, όπου ήταν ο ύπαρχος των Ασπασίων. Αφού διάνυσε μεγάλην απόσταση, έφθασε τη δεύτερη μέρα στην πόλη. [4.24.2] Όταν αντιλήφθηκαν οι βάρβαροι ότι πλησίαζε ο Αλέξανδρος, πυρπόλησαν την πόλη τους και έφυγαν προς τα βουνά. Οι στρατιώτες του Αλεξάνδρου ακολούθησαν από κοντά μέχρι τα βουνά τους βαρβάρους που έφευγαν και σκότωσαν πολλούς, πριν προλάβουν να αποχωρήσουν στα δύσβατα μέρη.