Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (4.6.1-4.6.7)

[4.6.1] Ἀριστόβουλος δὲ ἐνέδρᾳ τὸ πολὺ τῆς στρατιᾶς διαφθαρῆναι λέγει, τῶν Σκυθῶν ἐν παραδείσῳ κρυφθέντων, οἳ ἐκ τοῦ ἀφανοῦς ἐπεγένοντο τοῖς Μακεδόσιν ἐν αὐτῷ τῷ ἔργῳ· ἵνα τὸν μὲν Φαρνούχην παραχωρεῖν τῆς ἡγεμονίας τοῖς ξυμπεμφθεῖσι Μακεδόσιν, ὡς οὐκ ἐμπείρως ἔχοντα ἔργων πολεμικῶν, ἀλλ᾽ ἐπὶ τῷ καθομιλῆσαι τοὺς βαρβάρους μᾶλλόν τι πρὸς Ἀλεξάνδρου ἢ ἐπὶ τῷ ἐν ταῖς μάχαις ἐξηγεῖσθαι ἐσταλμένον, τοὺς δὲ Μακεδόνας τε εἶναι καὶ ἑταίρους βασιλέως. [4.6.2] Ἀνδρόμαχον δὲ καὶ Κάρανον καὶ Μενέδημον οὐ δέξασθαι τὴν ἡγεμονίαν, τὸ μέν τι ὡς μὴ δοκεῖν παρὰ τὰ ἐπηγγελμένα ὑπὸ Ἀλεξάνδρου αὐτούς τι κατὰ σφᾶς νεωτερίζειν, τὸ δὲ καὶ ἐν αὐτῷ τῷ δεινῷ οὐκ ἐθελήσαντας, εἰ δή τι πταίσειαν, μὴ ὅσον κατ᾽ ἄνδρα μόνον μετέχειν αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ ὡς τὸ πᾶν αὐτοὺς κακῶς ἐξηγησαμένους. ἐν τούτῳ δὴ τῷ θορύβῳ τε καὶ τῇ ἀταξίᾳ ἐπιθεμένους αὐτοῖς τοὺς βαρβάρους κατακόψαι πάντας, ὥστε ἱππέας μὲν μὴ πλείονας τῶν τεσσαράκοντα ἀποσωθῆναι, πεζοὺς δὲ ἐς τριακοσίους.
[4.6.3] Ταῦτα δὲ ὡς ἠγγέλθη Ἀλεξάνδρῳ, ἤλγησέ τε τῷ πάθει τῶν στρατιωτῶν καὶ ἔγνω σπουδῇ ἐλαύνειν ὡς ἐπὶ Σπιταμένην τε καὶ τοὺς ἀμφ᾽ αὐτὸν βαρβάρους. ἀναλαβὼν οὖν τῶν τε ἑταίρων ἱππέων τοὺς ἡμισέας καὶ τοὺς ὑπασπιστὰς ξύμπαντας καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τῆς φάλαγγος τοὺς κουφοτάτους ᾔει ὡς ἐπὶ Μαράκανδα, ἵνα ἐπανήκειν Σπιταμένην ἐπυνθάνετο καὶ αὖθις πολιορκεῖν τοὺς ἐν τῇ ἄκρᾳ. [4.6.4] καὶ αὐτὸς μὲν ἐν τρισὶν ἡμέραις διελθὼν χιλίους καὶ πεντακοσίους σταδίους τῇ τετάρτῃ ὑπὸ τὴν ἕω προσῆγε τῇ πόλει. Σπιταμένης δὲ καὶ οἱ ἀμφ᾽ αὐτόν, ὡς ἐξηγγέλθη προσάγων Ἀλέξανδρος, οὐκ ἔμειναν, ἀλλ᾽ἐκλιπόντες τὴν πόλιν φεύγουσιν. [4.6.5] ὁ δὲ ἐχόμενος αὐτῶν ἐδίωκεν· ὡς δὲ ἐπὶ ‹τὸν› χῶρον ἧκεν, οὗ ἡ μάχη ἐγένετο, θάψας τοὺς στρατιώτας ὡς ἐκ τῶν παρόντων εἵπετο ἔστε ἐπὶ τὴν ἔρημον τοῖς φεύγουσιν. ἐκεῖθεν δὲ ἀναστρέφων ἐπόρθει τὴν χώραν καὶ τοὺς ἐς τὰ ἐρύματα καταπεφευγότας τῶν βαρβάρων ἔκτεινεν, ὅτι ξυνεπιθέσθαι ἐξηγγέλλοντο καὶ αὐτοὶ τοῖς Μακεδόσι· καὶ ἐπῆλθε πᾶσαν τὴν χώραν ὅσην ὁ ποταμὸς ὁ Πολυτίμητος ἐπάρδων ἐπέρχεται. [4.6.6] ἵνα δὲ ἀφανίζεται τῷ ποταμῷ τὸ ὕδωρ, ἐντεῦθεν ἤδη τὸ ἐπέκεινα ἔρημος ἡ χώρα ἐστίν· ἀφανίζεται δὲ καίπερ πολλοῦ ὢν ὕδατος ἐς τὴν ψάμμον. καὶ ἄλλοι ποταμοὶ ὡσαύτως ἐκεῖ ἀφανίζονται μεγάλοι καὶ ἀέ[ν]ναοι, ὅ τε Ἔπαρδος, ὃς ῥέει διὰ Μάρδων τῆς χώρας, καὶ Ἄρειος, ὅτου ἐπώνυμος ἡ τῶν Ἀρείων γῆ ἐστιν, καὶ Ἑτύμανδρος, ὃς δι᾽ Εὐεργετῶν ῥέει. [4.6.7] καὶ εἰσὶ ξύμπαντες οὗτοι τηλικοῦτοι ποταμοὶ ὥστε οὐδεὶς αὐτῶν μείων ἐστὶ τοῦ Πηνειοῦ τοῦ Θεσσαλικοῦ ποταμοῦ, ὃς διὰ τῶν Τεμπῶν ῥέων ἐκδιδοῖ ἐς θάλασσαν· ὁ δὲ Πολυτίμητος πολὺ ἔτι μείζων ἢ κατὰ τὸν Πηνειὸν ποταμόν ἐστι.

[4.6.1] Ο Αριστόβουλος αναφέρει ότι το μεγαλύτερο μέρος του στρατού εξοντώθηκε με ενέδρα, ότι δηλαδή κρύφθηκαν οι Σκύθες σε έναν κατάφυτο χώρο και επιτέθηκαν ξαφνικά στους Μακεδόνες κατά την ώρα της μάχης. Τη στιγμή εκείνη ο Φαρνούχης παραχωρούσε την αρχηγία στους Μακεδόνες που είχαν σταλεί μαζί του, γιατί, έλεγε, ο ίδιος δεν ήταν έμπειρος στα πολεμικά ζητήματα, αλλά είχε σταλεί από τον Αλέξανδρο μάλλον για να διαπραγματευθεί με τους βαρβάρους παρά για να ασκεί χρέη αρχηγού κατά τις μάχες, ενώ οι Μακεδόνες ήταν και εταίροι του βασιλιά. [4.6.2] Ο Ανδρόμαχος όμως και ο Κάρανος και ο Μενέδημος δεν δέχθηκαν την αρχηγία και για να μη φανεί ότι πήραν μόνοι τους πρωτοβουλία αντίθετη προς τις διαταγές του Αλεξάνδρου και γιατί δεν ήθελαν την κρίσιμη εκείνη ώρα, αν κάτι δεν πήγαινε καλά, αυτοί να μετέχουν στον κίνδυνο όχι μόνο ως απλοί στρατιώτες, αλλά και ως αρχηγοί υπεύθυνοι για την κακή διεξαγωγή της όλης επιχείρησης. Πάνω ακριβώς στην ταραχή αυτή και την αταξία επιτέθηκαν εναντίον τους οι βάρβαροι και τους αποδεκάτισαν· δεν γλύτωσαν περισσότεροι από σαράντα ιππείς και τριακόσιοι περίπου πεζοί.
[4.6.3] Όταν ανήγγειλαν αυτά στον Αλέξανδρο, λυπήθηκε πολύ για τη συμφορά των στρατιωτών του και αποφάσισε να βαδίσει γρήγορα κατά του Σπιταμένη και των βαρβάρων που ήταν μαζί του. Πήρε, λοιπόν, τους μισούς από τους εταίρους ιππείς και όλους τους υπασπιστές και τους τοξότες και τους Αγριάνες και τους ελαφρά οπλισμένους της φάλαγγας και προχώρησε προς τα Μαράκανδα, όπου πληροφορήθηκε ότι είχε επιστρέψει ο Σπιταμένης και πολιορκούσε πάλι τους φρουρούς της ακρόπολης. [4.6.4] Μέσα σε τρεις μέρες διέτρεξε χίλιους πεντακόσιους σταδίους και την αυγή της τέταρτης μέρας πλησίασε στην πόλη. Μόλις έφθασε η είδηση ότι πλησίαζε ο Αλέξανδρος, ο Σπιταμένης και οι άνδρες του δεν κράτησαν τις θέσεις τους, αλλά εγκατέλειψαν την πόλη και έφυγαν. [4.6.5] Ο Αλέξανδρος τους ακολουθούσε από κοντά και τους καταδίωκε. Όταν έφθασε στο μέρος όπου έγινε η μάχη, έθαψε, όπως μπορούσε καλύτερα, τους στρατιώτες του και ακολούθησε ως την έρημο τους βαρβάρους που υποχωρούσαν. Επιστρέφοντας από εκεί κατέστρεφε την περιοχή και σκότωνε τους βαρβάρους που είχαν καταφύγει στα οχυρά, επειδή πληροφορήθηκε ότι είχαν πάρει μέρος και αυτοί στην επίθεση κατά των Μακεδόνων. Διέτρεξε όλη την περιοχή που αρδεύει και διασχίζει ο ποταμός Πολυτίμητος. [4.6.6] Από εκεί όπου χάνεται το νερό του ποταμού και πέρα η χώρα είναι πλέον έρημος. Έτσι, αν και υπάρχει πολύ νερό, χάνεται στην άμμο. Και άλλοι μεγάλοι ποταμοί και με συνεχή ροή κατά τον ίδιο τρόπο χάνονται στην άμμο, δηλαδή και ο Έπαρδος, που διαρρέει τη χώρα των Μάρδων, και ο Άρειος, που δίνει το όνομά του στη γη των Αρείων, και ο Ετύμανδρος, που διαρρέει τη γη των Ευεργετών. [4.6.7] Όλοι αυτοί οι ποταμοί είναι τόσο μεγάλοι, ώστε κανένας από αυτούς δεν είναι μικρότερος από τον θεσσαλικό ποταμό Πηνειό, ο οποίος διασχίζοντας τα Τέμπη χύνεται στη θάλασσα. Ο Πολυτίμητος είναι πολύ μεγαλύτερος ακόμη και από τον Πηνειό ποταμό.