Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (1.7.1-1.7.11)

[1.7.1] Ἐν τούτῳ δὲ τῶν φυγάδων τινὲς τῶν ἐκ Θηβῶν φευγόντων παρελθόντες νύκτωρ ἐς τὰς Θήβας, ἐπαγ‹αγ›ομένων τινῶν αὐτοὺς ἐπὶ νεωτερισμῷ ἐκ τῆς πόλεως, Ἀμύνταν μὲν καὶ Τιμόλαον τῶν τὴν Καδμείαν ἐχόντων οὐδὲν ὑποτοπήσαντας πολέμιον ἔξω τῆς Καδμείας ἀπέκτειναν ξυλλαβόντες· [1.7.2] ἐς δὲ τὴν ἐκκλησίαν παρελθόντες ἐπῆραν τοὺς Θηβαίους ἀποστῆναι ἀπὸ Ἀλεξάνδρου, ἐλευθερίαν τε προϊσχόμενοι, παλαιὰ καὶ καλὰ ὀνόματα, καὶ τῆς βαρύτητος τῶν Μακεδόνων ἤδη ποτὲ ἀπαλλαγῆναι. πιθανώτεροι δὲ ἐς τὸ πλῆθος ἐφαίνοντο τεθνηκέναι Ἀλέξανδρον ἰσχυριζόμενοι ἐν Ἰλλυριοῖς· [1.7.3] καὶ γὰρ καὶ πολὺς ὁ λόγος οὗτος καὶ παρὰ πολλῶν ἐφοίτα, ὅτι τε χρόνον ἀπῆν οὐκ ὀλίγον καὶ ὅτι οὐδεμία ἀγγελία παρ᾽ αὐτοῦ ἀφῖκτο, ὥστε, ὅπερ φιλεῖ ἐν τοῖς τοιοῖσδε, οὐ γιγνώσκοντες τὰ ὄντα τὰ μάλιστα καθ᾽ ἡδονήν σφισιν εἴκαζον.
[1.7.4] Πυθομένῳ δὲ Ἀλεξάνδρῳ τὰ τῶν Θηβαίων οὐδαμῶς ἐδόκει ἀμελητέα εἶναι, τήν τε τῶν Ἀθηναίων πόλιν δι᾽ ὑποψίας ἐκ πολλοῦ ἔχοντι καὶ τῶν Θηβαίων τὸ τόλμημα οὐ φαῦλον ποιουμένῳ, εἰ Λακεδαιμόνιοί τε πάλαι ἤδη ταῖς γνώμαις ἀφεστηκότες καί τινες καὶ ἄλλοι τῶν ἐν Πελοποννήσῳ καὶ Αἰτωλοὶ οὐ βέβαιοι ὄντες συνεπιλήψονται τοῦ νεωτερισμοῦ τοῖς Θηβαίοις. [1.7.5] ἄγων δὴ παρὰ τὴν Ἐορδαίαν τε καὶ τὴν Ἐλιμιῶτιν καὶ παρὰ τὰ τῆς Στυμφαίας καὶ Παρ‹α›υαίας ἄκρα ἑβδομαῖος ἀφικνεῖται ἐς Πέλινναν τῆς Θετταλίας. ἔνθεν δὲ ὁρμηθεὶς ἕκτῃ ἡμέρᾳ ἐσβάλλει ἐς τὴν Βοιωτίαν, ὥστε οὐ πρόσθεν οἱ Θηβαῖοι ἔμαθον εἴσω Πυλῶν παρεληλυθότα αὐτὸν πρὶν ἐν Ὀγχηστῷ γενέσθαι ξὺν τῇ στρατιᾷ πάσῃ. [1.7.6] καὶ τότε δὲ οἱ πράξαντες τὴν ἀπόστασιν στράτευμα ἐκ Μακεδονίας Ἀντιπάτρου ἀφῖχθαι ἔφασκον, αὐτὸν δὲ Ἀλέξανδρον τεθνάναι ἰσχυρίζοντο, καὶ τοῖς ἀπαγγέλλουσιν ὅτι οὗτος αὐτὸς προσάγει Ἀλέξανδρος χαλεπῶς εἶχον· ἄλλον γάρ τινα ἥκειν Ἀλέξανδρον τὸν Ἀερόπου.
[1.7.7] Ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ἐξ Ὀγχηστοῦ ἄρας τῇ ὑστεραίᾳ προσῆγε πρὸς τὴν πόλιν τῶν Θηβαίων κατὰ τὸ τοῦ Ἰολάου τέμενος· οὗ δὴ καὶ ἐστρατοπέδευσεν, ἐνδιδοὺς ἔτι τοῖς Θηβαίοις τριβήν, εἰ μεταγνόντες ἐπὶ τοῖς κακῶς ἐγνωσμένοις πρεσβεύσαιντο παρ᾽ αὐτόν. [1.7.8] οἱ δὲ τοσούτου ἐδέησαν ἐνδόσιμόν τι παρασχεῖν ἐς ξύμβασιν, ὥστε ἐκθέοντες ἐκ τῆς πόλεως οἵ τε ἱππεῖς καὶ τῶν ψιλῶν οὐκ ὀλίγοι ἔστε ἐπὶ τὸ στρατόπεδον ἠκροβολίζοντο ἐς τὰς προφυλακάς, καί τινας καὶ ἀπέκτειναν οὐ πολλοὺς τῶν Μακεδόνων. [1.7.9] καὶ Ἀλέξανδρος ἐκπέμπει τῶν ψιλῶν καὶ τοξοτῶν, ὥστε αὐτῶν ἀναστεῖλαι τὴν ἐκδρομήν· καὶ οὗτοι οὐ χαλεπῶς ἀνέστειλαν ἤδη τῷ στρατοπέδῳ αὐτῷ προσφερομένους. τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἀναλαβὼν τὴν στρατιὰν πᾶσαν καὶ περιελθὼν κατὰ τὰς πύλας τὰς φερούσας ἐπ᾽ Ἐλευθεράς τε καὶ τὴν Ἀττικήν, οὐδὲ τότε προσέμιξε τοῖς τείχεσιν αὐτοῖς, ἀλλ᾽ ἐστρατοπέδευσεν οὐ πολὺ ἀπέχων τῆς Καδμείας, ὥστε ἐγγὺς εἶναι ὠφέλειαν τῶν Μακεδόνων τοῖς τὴν Καδμείαν ἔχουσιν. [1.7.10] οἱ γὰρ Θηβαῖοι τὴν Καδμείαν διπλῷ χάρακι ἐφρούρουν ἀποτειχίσαντες, ὡς μήτε ἔξωθέν τινα τοῖς ἐγκατειλημμένοις δύνασθαι ἐπωφελεῖν, μήτε αὐτοὺς ἐκθέοντας βλάπτειν τι σφᾶς, ὁπότε τοῖς ἔξω πολεμίοις προσφέροιντο. Ἀλέξανδρος δέ—ἔτι γὰρ τοῖς Θηβαίοις διὰ φιλίας ἐλθεῖν μᾶλλόν τι ἢ διὰ κινδύνου ἤθελε— διέτριβε πρὸς τῇ Καδμείᾳ κατεστρατοπεδευκώς. [1.7.11] ἔνθα δὴ τῶν Θηβαίων οἱ μὲν τὰ βέλτιστα ἐς τὸ κοινὸν γιγνώσκοντες ἐξελθεῖν ὥρμηντο παρ᾽ Ἀλέξανδρον καὶ εὑρέσθαι συγγνώμην τῷ πλήθει τῶν Θηβαίων τῆς ἀποστάσεως· οἱ φυγάδες δὲ καὶ ὅσοι τοὺς φυγάδας ἐπικεκλημένοι ἦσαν, οὐδενὸς φιλανθρώπου τυχεῖν ἂν παρ᾽ Ἀλεξάνδρου ἀξιοῦντες, ἄλλως τε καὶ βοιωταρχοῦντες ἔστιν οἳ αὐτῶν, παντάπασιν ἐνῆγον τὸ πλῆθος ἐς τὸν πόλεμον. Ἀλέξανδρος δὲ οὐδ᾽ ὣς τῇ πόλει προσέβαλλεν.

[1.7.1] Στο μεταξύ μερικοί από τους εξορίστους που είχαν διωχθεί από τη Θήβα μπήκαν κρυφά τη νύχτα στην πόλη τους· τους είχαν προσκαλέσει μερικοί συμπολίτες τους που ήταν μέσα στην πόλη για να επιχειρήσουν επανάσταση. Οι εξόριστοι συνέλαβαν και σκότωσαν τον Αμύντα και τον Τιμόλαο, οι οποίοι κατείχαν την Καδμεία και δεν είχαν υποψιαστεί καμιάν εχθρική κίνηση έξω από την ακρόπολη. [1.7.2] Παρουσιάστηκαν στην εκκλησία του δήμου και ξεσήκωσαν τους Θηβαίους να επαναστατήσουν κατά του Αλεξάνδρου και να απαλλαγούν πια επιτέλους από τον βαρύ μακεδονικό ζυγό προβάλλοντας την ελευθερία και αυτονομία, παλιές και ωραίες λέξεις. Και φάνηκαν πιο πιστευτοί στον λαό διαβεβαιώνοντάς τον ότι ο Αλέξανδρος σκοτώθηκε στην Ιλλυρία. [1.7.3] Πραγματικά η φήμη αυτή κυκλοφορούσε ευρύτατα και πολλοί ήταν αυτοί που την διέδιδαν, επειδή ο Αλέξανδρος απουσίαζε πολύ χρόνο και δεν είχε φθάσει καμιά είδηση από αυτόν. Έτσι, όπως συμβαίνει συχνά σε παρόμοιες περιπτώσεις, αγνοώντας την αλήθεια, συμπέραιναν εκείνο που τους ευχαριστούσε πιο πολύ.
[1.7.4] Όταν πληροφορήθηκε ο Αλέξανδρος την επανάσταση των Θηβών, έκρινε ότι με κανέναν τρόπο δεν έπρεπε να αδιαφορήσει, επειδή από πολύ πριν υποψιαζόταν και την πόλη των Αθηνών και επειδή δεν θεωρούσε ασήμαντο και το τόλμημα των Θηβαίων, αν συμπράξουν στην επανάσταση και οι Λακεδαιμόνιοι, που από πολύν ήδη χρόνο διαφωνούσαν, καθώς και μερικοί άλλοι Πελοποννήσιοι και ακόμα οι Αιτωλοί που δεν ήταν αξιόπιστοι. [1.7.5] Βαδίζοντας λοιπόν με τον στρατό του κοντά στην Εορδαία και την Ελιμιώτιδα και τις κορυφογραμμές της Στυμφαίας και Παραυαίας, έφθασε την έβδομη μέρα στην Πέλλινα της Θεσσαλίας. Και ξεκινώντας από αυτήν εισέβαλε την έκτη μέρα στη Βοιωτία, έτσι ώστε δεν πρόλαβαν οι Θηβαίοι να πληροφορηθούν ότι ο Αλέξανδρος είχε περάσει τις Θερμοπύλες παρά μόνο όταν έφθασε με όλον τον στρατό του στον Ογχηστό. [1.7.6] Και τότε όμως αυτοί που έκαναν την επανάσταση υποστήριζαν ότι έχει έρθει από τη Μακεδονία στρατός του Αντιπάτρου, εβεβαίωναν ότι ο Αλέξανδρος σκοτώθηκε, και οργίζονταν μάλιστα εναντίον εκείνων που διαλαλούσαν ότι ο ίδιος ο Αλέξανδρος οδηγούσε τον στρατό· κάποιος άλλος Αλέξανδρος, έλεγαν, ο γιος του Αερόπου, ήταν αυτός που έχει έρθει.
[1.7.7] Την άλλη μέρα ο Αλέξανδρος ξεκίνησε από τον Ογχηστό και πλησίασε στην πόλη των Θηβών προς το μέρος του ιερού του Ιολάου· εκεί λοιπόν στρατοπέδευσε θέλοντας να δώσει τον χρόνο στους Θηβαίους, μήπως αλλάξουν γνώμη για τις άστοχες αποφάσεις τους και αποστείλουν πρέσβεις τους προς αυτόν. [1.7.8] Οι Θηβαίοι όμως τόσο μακριά βρίσκονταν από το να δείξουν κάποιαν υποχώρηση και συμβιβασμό, ώστε και οι ιππείς τους καθώς και πολλοί από τους ελαφρά οπλισμένους, εξορμώντας από την πόλη τους, έριχναν από μακριά βέλη εναντίον των προφυλακών του Αλεξάνδρου φθάνοντας μέχρι το στρατόπεδό του· και σκότωσαν μάλιστα και μερικούς Μακεδόνες, όχι πάντως πολλούς. [1.7.9] Γι᾽ αυτό ο Αλέξανδρος απέστειλε μερικούς ελαφρά οπλισμένους και τοξότες για να ανακόψουν τις εφόδους τους. Και πραγματικά αυτοί με ευκολία τις ανέκοψαν, την ώρα που οι Θηβαίοι πλησίαζαν πια στο ίδιο το στρατόπεδο. Την επόμενη μέρα ο Αλέξανδρος παρέλαβε όλον τον στρατό του και διέτρεξε τις πύλες που οδηγούν προς τις Ελευθερές και την Αττική· ούτε και τότε όμως προσέβαλε τα τείχη τα ίδια, αλλά στρατοπέδευσε σε σημείο που δεν απείχε πολύ από την Καδμεία, ώστε να είναι κοντά και να μπορεί να βοηθεί τους Μακεδόνες που κατείχαν την ακρόπολη. [1.7.10] Γιατί οι Θηβαίοι φρουρούσαν την Καδμεία περιβάλλοντάς την με διπλό οχύρωμα, ώστε ούτε από έξω να μπορεί κανείς να φέρει βοήθεια στους πολιορκημένους, ούτε και αυτοί εξορμώντας να μπορούν να βλάψουν καθόλου τους Θηβαίους, όποτε έκαμναν επίθεση κατά των εχθρών που ήταν απ᾽ έξω. Ωστόσο ο Αλέξανδρος, επειδή ακόμη επιθυμούσε να κερδίσει τους Θηβαίους φιλικά μάλλον παρά με πόλεμο, παρέμενε στρατοπεδευμένος κοντά στην Καδμεία. [1.7.11] Τότε λοιπόν όσοι Θηβαίοι απέβλεπαν στο πραγματικό συμφέρον της πόλεως ήταν πρόθυμοι να βγουν έξω από την πόλη τους, να παρουσιαστούν στον Αλέξανδρο και να προσπαθήσουν να επιτύχουν από αυτόν κατανόηση για την εξέγερση του θηβαϊκού λαού. Οι εξόριστοι όμως και αυτοί που τους είχαν προσκαλέσει στην πόλη επέμεναν ότι δεν περίμεναν να βρουν καμιάν επιείκεια από τον Αλέξανδρο, επειδή άλλωστε μερικοί από αυτούς ήταν και βοιωτάρχες· γι᾽ αυτό παρακινούσαν με κάθε τρόπο τον λαό να πολεμήσει. Παρ᾽ όλα αυτά ο Αλέξανδρος δεν επιχειρούσε επίθεση εναντίον της πόλεως.