Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (3.20.1-3.21.5)

[3.20.1] Αὐτὸς δὲ ἀναλαβὼν τήν τε ἵππον τῶν ἑταίρων καὶ τοὺς προδρόμους καὶ τοὺς μισθοφόρους ἱππέας, ὧν Ἐριγύϊος ἡγεῖτο, καὶ τὴν φάλαγγα τὴν Μακεδονικὴν ἔξω τῶν ἐπὶ τοῖς χρήμασι ταχθέντων καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας ἤλαυνεν ὡς ἐπὶ Δαρεῖον. καὶ αὐτῷ κατὰ τὴν ὁδὸν σπουδῇ γιγνομένην τῶν τε στρατιωτῶν πολλοὶ κάμνοντες ὑπελείποντο καὶ ἵπποι ἀπέθνησκον· [3.20.2] ἀλλὰ καὶ ὣς ἦγε, καὶ ἀφικνεῖται ἐς Ῥάγας ἑνδεκάτῃ ἡμέρᾳ. διέχει δὲ ὁ χῶρος οὗτος ἀπὸ τῶν Κασπίων πυλῶν ὁδὸν ἡμέρας μιᾶς ἐλαύνοντι ὡς Ἀλέξανδρος ἦγε. Δαρεῖος δὲ ἐφθάκει ἤδη παρεληλυθὼς εἴσω τῶν πυλῶν τῶν Κασπίων. τῶν δὲ συμφευγόντων Δαρείῳ πολλοὶ μὲν ἀπολιπόντες αὐτὸν ἐν τῇ φυγῇ ἐπὶ τὰ αὑτῶν ἕκαστοι ἀπεχώρουν, οὐκ ὀλίγοι δὲ καὶ Ἀλεξάνδρῳ σφᾶς ἐνεδίδοσαν. [3.20.3] Ἀλέξανδρος δὲ ὡς ἀπέγνω κατὰ πόδας αἱρήσειν Δαρεῖον, μείνας αὐτοῦ πέντε ἡμέρας καὶ ἀναπαύσας τὸν στρατὸν Μηδίας μὲν σατράπην ἀπέδειξεν Ὀξυδάτην Πέρσην ἄνδρα, ὃς ἐτύγχανε πρὸς Δαρείου ξυνειλημμένος καὶ ἐν Σούσοις εἰργόμενος· τοῦτο αὐτῷ ἐς πίστιν ἦν πρὸς Ἀλέξανδρον· αὐτὸς δὲ ὡς ἐπὶ Παρθυαίους ἦγε. [3.20.4] καὶ τῇ μὲν πρώτῃ πρὸς ταῖς Κασπίαις πύλαις ἐστρατοπέδευσε, τῇ δευτέρᾳ δὲ εἴσω παρῆλθε τῶν πυλῶν ἔστε οἰκούμενα ἦν. ἐπισιτισάμενος δὲ αὐτόθεν, ὅτι ἔρημον τὴν πρόσω χώραν ἤκουεν, ἐς προνομὴν ἐκπέμπει Κοῖνον ξὺν ἱππεῦσί τε καὶ τῶν πεζῶν ὀλίγοις.
[3.21.1] Καὶ ἐν τούτῳ ἀφικνεῖται παρ᾽ αὐτὸν ἀπὸ τοῦ Δαρείου στρατοπέδου Βαγιστάνης Βαβυλώνιος ἀνὴρ τῶν γνωρίμων καὶ ξὺν τούτῳ Ἀντίβηλος τῶν Μαζαίου παίδων. οὗτοι ἀπήγγειλαν ὅτι Ναβαρζάνης τε, χιλιάρχης τῶν ξὺν Δαρείῳ φευγόντων ἱππέων, καὶ Βῆσσος ὁ Βακτρίων σατράπης καὶ Βαρσαέντης ὁ Ἀραχωτῶν καὶ Δραγγῶν σατράπης ξυνειληφότες εἶεν Δαρεῖον. [3.21.2] ταῦτα ἀκούσας Ἀλέξανδρος ἔτι μᾶλλον ἦγε σπουδῇ, τοὺς ἑταίρους μόνους ἔχων ἀμφ᾽ αὑτὸν καὶ τοὺς προδρόμους ἱππέας καὶ τῶν πεζῶν τοὺς εὐρωστοτάτους τε καὶ κουφοτάτους ἐπιλεξάμενος, οὐδὲ τοὺς ἀμφὶ Κοῖνον προσμείνας ἐκ τῆς προνομῆς ἐπανελθεῖν. τοῖς δὲ ὑπολειπομένοις ἐπιστήσας Κρατερὸν προστάττει ‹ἕπεσθαι› μὴ μακρὰς ὁδοὺς ἄγοντα. [3.21.3] οἱ δὲ ἀμφ᾽ αὐτὸν τὰ ὅπλα εἶχον μόνον καὶ δύο ἡμερῶν σιτία. ἐλθὼν δὲ τήν τε νύκτα ὅλην καὶ τῆς ἐπιούσης ἡμέρας μέχρι μεσημβρίας ὀλίγον χρόνον ἀναπαύσας τὸν στρατὸν αὖθις ᾔει ὅλην νύκτα, καὶ ἅμα ἡμέρᾳ ὑποφαινούσῃ παρῆν εἰς τὸ στρατόπεδον, ὅθεν ἀφωρμήκει ὀπίσω Βαγιστάνης. [3.21.4] καὶ τοὺς μὲν πολεμίους οὐ κατέλαβε, Δαρείου δὲ πέρι ἐπύθετο αὐτὸν μὲν συνειλημμένον ἄγεσθαι ἐφ᾽ ἁρμαμάξης, Βήσσῳ δὲ ἀντὶ Δαρείου εἶναι τὸ κράτος καὶ ἡγεμόνα ὠνομάσθαι Βῆσσον πρός τε τῶν Βακτρίων ἱππέων καὶ τῶν ἄλλων ὅσοι βάρβαροι ξυνέφευγον Δαρείῳ, πλὴν Ἀρταβάζου καὶ τῶν Ἀρταβάζου παίδων καὶ τῶν Ἑλλήνων τῶν μισθοφόρων· τούτους δὲ πιστοὺς εἶναι Δαρείῳ, καὶ εἴργειν μὲν τὰ γιγνόμενα οὐ δυνατοὺς εἶναι, ἐκτραπέντας δὲ ἔξω τῆς λεωφόρου ὁδοῦ ὡς ἐπὶ τὰ ὄρη ἰέναι κατὰ σφᾶς, οὐ μετέχοντας τοῖς ἀμφὶ Βῆσσον τοῦ ἔργου. [3.21.5] γνώμην δὲ πεποιῆσθαι τοὺς ξυλλαβόντας Δαρεῖον, εἰ μὲν διώκοντα σφᾶς Ἀλέξανδρον πυνθάνοιντο, παραδοῦναι Δαρεῖον Ἀλεξάνδρῳ καὶ σφίσι τι ἀγαθὸν εὑρίσκεσθαι· εἰ δὲ τὸ ἔμπαλιν ἐπανεληλυθότα μάθοιεν, τοὺς δὲ στρατιάν τε ξυλλέγειν ὅσην πλείστην δύναιντο καὶ διασώζειν ἐς τὸ κοινὸν τὴν ἀρχήν. Βῆσσον δὲ ἐν τῷ παρόντι ἐξηγεῖσθαι κατ᾽ οἰκειότητά τε τὴν Δαρείου καὶ ὅτι ἐν τῇ αὐτοῦ σατραπείᾳ τὸ ἔργον ἐγίγνετο.

[3.20.1] Ο Αλέξανδρος πήρε μαζί του το ιππικό των εταίρων, τους ανιχνευτές και τους μισθοφόρους ιππείς που διοικούσε ο Εριγύιος, τη μακεδονική φάλαγγα, εκτός από εκείνους που είχαν ορισθεί για τη φρούρηση των χρημάτων, καθώς και τους τοξότες και τους Αγριάνες και προχώρησε εναντίον του Δαρείου. Επειδή όμως η πορεία γινόταν με μεγάλη βιασύνη, πολλοί στρατιώτες έμεναν πίσω από κόπωση και πολλά άλογα πέθαιναν. [3.20.2] Παρ᾽ όλα αυτά ο Αλέξανδρος προχωρούσε και την ενδέκατη μέρα έφθασε στις Ράγες. Ο τόπος αυτός απέχει από τις πύλες της Κασπίας μιας ημέρας πορεία για όποιον βαδίζει όπως ο Αλέξανδρος. Ο Δαρείος όμως είχε προλάβει ήδη να περάσει μέσα στις πύλες της Κασπίας. Πολλοί από αυτούς που έφευγαν μαζί με τον Δαρείο τον εγκατέλειψαν κατά τη φυγή και επήγαν στις χώρες τους, πολλοί όμως άλλοι παραδόθηκαν στον Αλέξανδρο. [3.20.3] Επειδή ο Αλέξανδρος έχασε κάθε ελπίδα να συλλάβει τον Δαρείο με καταδίωξη, έμεινε εκεί πέντε μέρες και ξεκούρασε τον στρατό του· διόρισε σατράπη της Μηδίας τον Οξυδάτη, έναν Πέρση που συνέβαινε να τον έχει συλλάβει και φυλακίσει ο Δαρείος στα Σούσα, γεγονός που έκανε τον Αλέξανδρο να του έχει εμπιστοσύνη. Ύστερα προχώρησε προς την Παρθία. [3.20.4] Την πρώτη μέρα στρατοπέδευσε κοντά στις πύλες της Κασπίας και τη δεύτερη πέρασε μέσα στις πύλες και προχώρησε ως εκεί όπου υπήρχαν κατοικημένες περιοχές. Αφού εφοδιάστηκε από εδώ με τρόφιμα, επειδή πληροφορήθηκε ότι η παραπέρα περιοχή ήταν έρημη, έστειλε τον Κοίνο με ιππείς και λίγους πεζούς, για να συγκεντρώσει προμήθειες.
[3.21.1] Στο μεταξύ παρουσιάστηκε στον Αλέξανδρο από το στρατόπεδο του Δαρείου ο Βαγιστάνης, ένας Βαβυλώνιος από τους ευγενείς, και μαζί του ο Αντίβηλος, ένας από τους γιους του Μαζαίου. Αυτοί του ανήγγειλαν ότι ο Ναβαρζάνης, ο χιλίαρχος του ιππικού που είχε ακολουθήσει τον Δαρείο στη φυγή του, ο Βήσσος, ο σατράπης της Βακτριανής, και ο Βαρσαέντης, ο σατράπης των Αραχωσίων και των Δραγγών, είχαν συλλάβει τον Δαρείο. [3.21.2] Όταν πληροφορήθηκε αυτά ο Αλέξανδρος, προχώρησε με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα έχοντας μαζί του μόνον τους εταίρους, τους ανιχνευτές ιππείς, καθώς και τους πιο δυνατούς και πιο ελαφρά οπλισμένους από τους πεζούς, χωρίς να περιμένει καν την επιστροφή των ανδρών του Κοίνου, που είχαν σταλεί για να συγκεντρώσουν τρόφιμα. Αρχηγό όσων άφησε πίσω όρισε τον Κρατερό και τον διέταξε να ακολουθήσει, όχι όμως με μεγάλες πορείες. [3.21.3] Οι στρατιώτες είχαν μονάχα τα όπλα τους και τροφή για δυο μέρες. Αφού λοιπόν βάδισε όλη τη νύχτα και την άλλη μέρα ως το μεσημέρι, ξεκούρασε για λίγο τον στρατό του και προχώρησε πάλι όλη τη νύχτα ώσπου, όταν πια άρχιζε να χαράζει, έφθασε στο στρατόπεδο, από όπου είχε ξεκινήσει ο Βαγιστάνης. [3.21.4] Τους εχθρούς δεν τους πρόλαβε, έμαθε όμως για τον Δαρείο ότι τον είχαν συλλάβει και τον μετέφεραν με αρμάμαξα και ότι την εξουσία είχε τώρα αντί για τον Δαρείο ο Βήσσος, που τον είχαν ανακηρύξει αρχηγό τους οι ιππείς της Βακτριανής και όλοι οι άλλοι βάρβαροι που ακολούθησαν τον Δαρείο στη φυγή του, εκτός από τον Αρτάβαζο, τους γιους του και τους Έλληνες μισθοφόρους· αυτοί παρέμειναν πιστοί στον Δαρείο, αλλά, επειδή δεν μπορούσαν να εμποδίσουν όσα γίνονταν, άφησαν τον κεντρικό δρόμο και στράφηκαν προς τα βουνά, χωρίς να αναμιχθούν στο πραξικόπημα των ανθρώπων του Βήσσου. [3.21.5] Αυτοί που συνέλαβαν τον Δαρείο είχαν αποφασίσει τα εξής: αν μάθαιναν ότι ο Αλέξανδρος τους καταδιώκει, να του παραδώσουν τον Δαρείο και να αποκομίσουν κάποιαν ωφέλεια για τον εαυτό τους· αν πάλι πληροφορηθούν ότι ο Αλέξανδρος έχει επιστρέψει πίσω, τότε αυτοί να συγκεντρώσουν όσο περισσότερο στρατό μπορούσαν και να προσπαθήσουν να διατηρήσουν συλλογικά την εξουσία. Προς το παρόν όμως να αναλάβει την αρχηγία ο Βήσσος, επειδή και συγγενής του Δαρείου ήταν και το πραξικόπημα είχε γίνει στην περιοχή της σατραπείας του.